Πόσο σημιτικός είναι τελικά ο Μητσοτάκης;

Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 ακουγόταν, δίκην αστεϊσμού, ότι «ο Σημίτης είναι ο αρχηγός που θα ήθελε να έχει η Ν.Δ.». Η φράση ήταν ασφαλώς υπερβολική και δεν αντανακλούσε το κλίμα της περιόδου

4' 15" χρόνος ανάγνωσης

Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 ακουγόταν, δίκην αστεϊσμού, ότι «ο Σημίτης είναι ο αρχηγός που θα ήθελε να έχει η Ν.Δ.». Η φράση ήταν ασφαλώς υπερβολική και δεν αντανακλούσε το κλίμα της περιόδου. Την εποχή εκείνη, του ισχυρού δικομματισμού, ο Κώστας Σημίτης αντιμετωπιζόταν ξεκάθαρα ως αντίπαλος από την ελληνική Κεντροδεξιά.

Μέσα στην όποια υπερβολή υπήρχαν, όμως, κάποια ψήγματα αλήθειας. Ο Κώστας Σημίτης, ειδικά την πρώτη τετραετία του, αντιμετωπίστηκε με σχετική μετριοπάθεια από ένα τμήμα ψηφοφόρων της ελληνικής Κεντροδεξιάς, παρότι δεν τον ψήφιζαν. Το γεγονός δε ότι διέθετε ορισμένα ατομικά χαρακτηριστικά και μια ατζέντα που κάλυπτε μέρος του κεντροδεξιού ακροατηρίου ενίοτε προκαλούσε κάποια στρατηγική αμηχανία στη Ν.Δ. της περιόδου εκείνης.

Τη συνθήκη αυτή διευκόλυνε το διεθνές κλίμα. Ο δυτικός κόσμος ζούσε σε εποχή πολιτικών συναινέσεων, με τα κεντροδεξιά και κεντροαριστερά κόμματα να συγκλίνουν σε βασικές παραδοχές για τον ρόλο του κράτους, την πορεία της Ε.Ε., τη λειτουργία της αγοράς κ.λπ. Η δε «τριγωνοποίηση» (ο συνδυασμός πολιτικών που δημιουργεί ένα χώρο πολιτικής επιρροής πάνω από τον παραδοσιακό άξονα Δεξιάς – Αριστεράς) αποτελούσε βασική εκλογική συνταγή για τα περισσότερα κόμματα εξουσίας.

Ο Κώστας Σημίτης εξέφρασε αυτό το πολιτικό ρεύμα. Παράλληλα, το ήπιο προφίλ του και ο πιο «τεχνοκρατικός» τρόπος διακυβέρνησης σηματοδότησαν τη μετάβαση σε ένα νέο πολιτικό κύκλο, ύστερα από δεκαετίες έντασης, διλημμάτων για τον προσανατολισμό της χώρας, αλλά και την αποχώρηση μεγάλων, αλλά και πολωτικών, προσωπικοτήτων της Μεταπολίτευσης – μετάβαση που αντιμετωπιζόταν θετικά και από μερίδα κεντροδεξιών ψηφοφόρων. Αντίστοιχα ευμενής ήταν η αντιμετώπιση της ευρωπαϊκής ατζέντας του Κώστα Σημίτη, καθώς ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της χώρας αποτελούσε διαχρονικά θέσφατο για τη Ν.Δ. ως βασική πολιτική παρακαταθήκη του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Στον δε τομέα της οικονομίας, η εισαγωγή ορισμένων «εκσυγχρονιστικών» μέτρων (π.χ. μετοχοποιήσεις, άνοιγμα αγορών κ.λπ.) ήταν θέσεις συμβατές με εκείνες της ελληνικής Κεντροδεξιάς.

Η μερική διαφοροποίηση του Κώστα Σημίτη από το «παλαιό ΠΑΣΟΚ» επίσης τον έκανε πιο αποδεκτό σε μετριοπαθείς κεντροδεξιούς. Οι αντιδεξιές αναφορές του, ωστόσο, δεν έλειψαν, ειδικά σε προεκλογικές περιόδους. Το περιβόητο «σκληρό ροκ» ως στρατηγική επιλογή υιοθετήθηκε επί των ημερών του. Αν τελικά ο Κώστας Σημίτης δεν κατάφερε να διεμβολίσει το εκλογικό κοινό του Κέντρου και της Κεντροδεξιάς όσο θα μπορούσε βάσει προσωπικής εικόνας και ατζέντας, αυτό συνέβη και λόγω των αντανακλαστικών που εξακολουθούσε να προκαλεί το «βαθύ» κόμμα, αλλά και της δικής του (μερικής) συνθηκολόγησης με αυτό.

Ενδιαφέρον έχει και η τότε αντιπολίτευση της Ν.Δ. Ασκώντας στοχευμένη και όχι μετωπική αντιπολίτευση, ανέδειξε τις αδυναμίες της διακυβέρνησης Σημίτη εστιάζοντας σε ζητήματα διαχείρισης της καθημερινότητας, ήθους και ύφους εξουσίας. Αν κάτι έδειξαν οι εκλογές του 2000, όταν ο δικομματισμός κατέγραψε το υψηλότερο ποσοστό του στη Μεταπολίτευση (87%), είναι ότι η εκλογική πόλωση δεν ταυτίζεται απαραίτητα με την οξύτητα.

Η επιρροή του στον χώρο του Κέντρου και σε ένα τμήμα της Κεντροαριστεράς αποδείχθηκε σαφώς μεγαλύτερη από την αντίστοιχη του Κώστα Σημίτη στο κοινό της μετριοπαθούς Κεντροδεξιάς.

Στις εκλογές του 2004 ο πολιτικός κύκλος του εκσυγχρονισμού είχε κλείσει. Η Ν.Δ. συσπείρωνε απόλυτα την παραταξιακή της βάση και κυριαρχούσε πλέον και στον χώρο του Κέντρου. Το μήνυμα της Ν.Δ. «η χώρα χρειάζεται πολιτική αλλαγή» (έπειτα από 11 χρόνια διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ) ήταν απλό, αλλά πανίσχυρο. Ειδικά απέναντι σε μια κυβέρνηση κορεσμένη, που τη βάραιναν ζητήματα διαφάνειας τα οποία υπονόμευαν τα όποια επιτεύγματά της. Η ένταξη στην Ευρωζώνη, η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε., τα μεγάλα έργα, η εξάρθρωση της 17Ν δεν συγκινούσαν τους ψηφοφόρους τους Κέντρου και της Κεντροδεξιάς, που προέτασσαν την ανάγκη για πολιτική αλλαγή. Οι αντιπαραθέσεις της τρέχουσας πολιτικής επισκίαζαν τις όποιες συγκλίσεις ή παραδοχές υπήρχαν.

Η δημοτικότητα του Κώστα Σημίτη μετά την αποχώρησή του από την ενεργό πολιτική έφθινε σταδιακά, καθώς ακόμη το ΠΑΣΟΚ φάνηκε να παίρνει κάποιες αποστάσεις. Τα χρόνια της οικονομικής κρίσης η περίοδος Σημίτη επικρίθηκε έντονα από δεξιά και αριστερά, καθώς της καταλογίστηκε η ματαίωση των συλλογικών μας ψευδαισθήσεων. Η πολιτική ριζοσπαστικοποίηση και ο έντονος αντιευρωπαϊσμός που αναδύθηκαν αμφισβήτησαν ευρύτερα τον προσανατολισμό και τα επιτεύγματα της «εκσυγχρονιστικής» περιόδου.

Οι πολιτικές εξελίξεις που συνόδευσαν την οικονομική κρίση, η συγκυβέρνηση Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ, η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ, η αποδυνάμωση του ΠΑΣΟΚ, το δραματικό καλοκαίρι του 2015, η ανάδειξη της Ν.Δ. σε κύριο εκφραστή του φιλοευρωπαϊκού χώρου και του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου, δημιούργησαν νέες αντιπαλότητες που έκαναν τις παλαιότερες να υποχωρήσουν. Η ώσμωση μεταξύ Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ ήταν εντονότερη ανάμεσα στα στελέχη της «εκσυγχρονιστικής» τάσης, κάτι που αποτυπώθηκε σε στελεχιακές μετακινήσεις, αλλά και στο πεδίο της εκλογικής συμπεριφοράς.

Στις εκλογικές αναμετρήσεις του 2019 και του 2023 οι εισροές της Ν.Δ. από ψηφοφόρους της παλαιάς «εκσυγχρονιστικής» Κεντροαριστεράς ήταν αυξημένες. Η επιρροή του Κυριάκου Μητσοτάκη στον χώρο του Κέντρου και σε ένα τμήμα της Κεντροαριστεράς αποδείχθηκε σαφώς μεγαλύτερη από την αντίστοιχη του Κώστα Σημίτη στο κοινό της μετριοπαθούς Κεντροδεξιάς. Αυτή η διαπίστωση ωστόσο –αν και υπογραμμίζει τις συγκλίσεις και διαιρετικές τομές της τελευταίας 15ετίας– απέχει πολύ από το να θεμελιώσει τον ισχυρισμό κάποιων πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι κάτι σαν «Σημίτης της Ν.Δ.» ή για «μετάλλαξη» των δύο παραδοσιακών πολιτικών κομμάτων.

Στα κοινά στοιχεία των δύο ηγετών (τεχνοκρατικό προφίλ, δυτικόστροφος προσανατολισμός, στρατηγική «τριγωνοποίησης» κ.ά.) μπορούν να αντιταχθούν και αρκετές διαφορές ως προς τον τρόπο άσκησης εξουσίας και την ουσία της πολιτικής τους, οι οποίες αναιρούν τις όποιες απλουστευτικές προσεγγίσεις.

Ο κ. Ευτύχης Βαρδουλάκης είναι σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT