Ας θυμηθούμε γιατί η Ν.Δ. κέρδισε θριαμβευτικά τις εκλογές του 2023. Κατ’ αρχάς διάβασε σωστά την επιθυμία της πλειοψηφίας να αφήσουμε πίσω την περίοδο της κρίσης υιοθετώντας αντίστοιχη ρητορική, σε αντίθεση με την τότε αντιπολίτευση. Επένδυσε αποτελεσματικά σε ορισμένες επιτυχίες της. Μείωση της ανεργίας, αύξηση επενδύσεων, ψηφιοποίηση του κράτους, επίλυση του ζητήματος των εκκρεμών συντάξεων κ.ά. Η πορεία του τουρισμού και η άνοδος του κατασκευαστικού τομέα έδωσαν ώθηση σε μια σειρά από επαγγέλματα –κυρίως εργατοτεχνικά–, κάτι που αποτυπώθηκε στα αποτελέσματα των πιο λαϊκών συνοικιών. Καθοριστικές ήταν επίσης οι στοχευμένες δράσεις κοινωνικής στήριξης λόγω πανδημίας και ενεργειακής κρίσης. Ταυτόχρονα, η αίσθηση αμυντικής και διπλωματικής ενδυνάμωσης της χώρας στήριζε το κυβερνητικό αφήγημα ότι η χώρα έχει μπει σε μια σειρά, κεκτημένο που δεν έπρεπε να αμφισβητηθεί.
Η στρατηγική «τριγωνοποίησης» της Ν.Δ. είχε απ’ όλα. Μειώσεις φόρων και επιδόματα. Επενδύσεις και αυξήσεις συντάξεων. Εξοπλιστικά και app. Διεθνείς εμφανίσεις υψηλού κύρους, αλλά και χρήση του TikTok. Και δικαιώθηκε απόλυτα, καθώς η ευρεία νίκη της δεν προέκυψε μόνο από τη συσπείρωση της παραδοσιακής της βάσης, αλλά και από τη σύναψη νέων κοινωνικών συμμαχιών, με εισροές από όλο το πολιτικό φάσμα.
Η πρόσφατη συζήτηση για τον προϋπολογισμό αποτελεί μια πρόγευση της στρατηγικής που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση το επόμενο διάστημα.
Ο πρωθυπουργός έδωσε έμφαση στην πολιτική και οικονομική σταθερότητα, κάτι που όπως δείχνουν οι εξελίξεις σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο.
Εστίασε σε μια σειρά πρωτοβουλιών για το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών (μείωση φόρων, τραπεζικές προμήθειες, στέγαση, πληθωρισμός τροφίμων κ.λπ.), μεγάλα έργα που ολοκληρώνονται, καθώς και μέτρα στήριξης του κοινωνικού κράτους σε μια προσπάθεια προσέγγισης της μεσαίας τάξης, η οποία αποτελεί την εκλογική ραχοκοκαλιά της Ν.Δ.
Επιδίωξε επίσης την αντιπαράθεση με την αντιπολίτευση –αν και σε ήπιους τόνους– με πολλαπλούς στόχους. Να συγκρίνει τις επιδόσεις της κυβέρνησής του με αυτές του παρελθόντος, να αξιοποιήσει την υπεροχή του σε ό,τι αφορά την πρωθυπουργική εικόνα, να αναδείξει αντιπάλους ώστε να ξεφύγει από την αποσυσπειρωτική συνθήκη της απουσία τους.
Η ομιλία του πρωθυπουργού περιελάμβανε επίσης αρκετές αναφορές στην αναγκαία εθνική ισχύ και στην αμυντική ενδυνάμωση της χώρας, αλλά και στοχευμένες κινήσεις (όπως το επίδομα επικινδυνότητας στους αστυνομικούς) προσεγγίζοντας ένα πιο συντηρητικό κοινό, οι σχέσεις του οποίου με τη Ν.Δ. δεν είναι στο καλύτερο φεγγάρι τους. Σε συνέχεια μάλιστα πρόσφατων πρωτοβουλιών του (όπως π.χ. το ξόρκισμα της woke ατζέντας), με τις οποίες επιχειρεί να θωρακίσει τη Ν.Δ. από τα δεξιά της. Ενώ παράλληλα με πρωτοβουλίες για νέα θέματα με αυξημένο κοινωνικό ενδιαφέρον, όπως π.χ. ο εθισμός των παιδιών στο Διαδίκτυο, επιχειρεί να ανοίξει περαιτέρω την πολιτική του βεντάλια.
Οι ομοιότητες με την προηγούμενη περίοδο είναι προφανείς. Η νέα στρατηγική του πρωθυπουργού είναι διανθισμένη με παλιά, δοκιμασμένα κόλπα.
Η Ν.Δ. σήμερα κινδυνεύει να μην την πατήσει από την οικονομία, αλλά από τα υπόλοιπα. Κυρίως από τη μη ανανέωση του δικού της αφηγήματος για τη χώρα.
Η συνταγή μοιάζει λογική, τίποτα ωστόσο δεν προεξοφλεί ότι θα λειτουργήσει εξίσου αποτελεσματικά, καθώς οι συνθήκες είναι πλέον διαφορετικές.
Στην αρχή της πρώτης τετραετίας, ο κ. Μητσοτάκης συσσώρευσε πολιτικό κεφάλαιο από την (επιτυχημένη) διαχείριση δύο κρίσεων: τον Εβρο και την πρώτη φάση της πανδημίας. Αυτό λειτούργησε ως «μαξιλάρι» στις δύσκολες στιγμές που ακολούθησαν. Σήμερα το πολιτικό κεφάλαιο έχει λιγοστέψει λόγω κυβερνητικών αστοχιών και φυσιολογικής φθοράς.
Την περασμένη τετραετία, οι συγκρίσεις με τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ήταν νωπές. Σήμερα είμαστε στον έκτο χρόνο διακυβέρνησης της Ν.Δ. Το δε ΠΑΣΟΚ, που (παρά τις αδυναμίες του) δείχνει να αναδεικνύεται ως έτερος πυλώνας, δεν προκαλεί ανάλογες αντισυσπειρώσεις. Η ακρίβεια –νούμερο ένα πρόβλημα όλων των δυτικών κυβερνήσεων– λειτουργεί υπονομευτικά για το κυβερνητικό αφήγημα. Ενώ υπάρχουν και τομείς (κυρίως θεσμικά ζητήματα και ζητήματα διαφάνειας) όπου η αξιολόγηση της κυβέρνησης είναι χαμηλή.
Ας θυμηθούμε και κάποιες άλλες εκλογές, εκείνες του 2004. Η χώρα ζούσε μέσα σε μια φούσκα επίπλαστης ευδαιμονίας και τίποτα δεν προμήνυε την επερχόμενη κρίση. Το οικονομικό «πακέτο Σημίτη» το καλοκαίρι το 2003 ήταν κολοσσιαίο ακόμη και για τα δεδομένα εκείνης της εποχής. Η τότε κυβέρνηση είχε σημαντικά επιτεύγματα να επιδείξει: ΟΝΕ, μεγάλα έργα, ένταξη Κύπρου στην Ε.Ε., εξάρθρωση 17Ν. Εχασε παρ’ όλα αυτά τις εκλογές και θα έχανε με μεγαλύτερη διαφορά αν δεν είχε αλλάξει αρχηγό προεκλογικά, κρύβοντας ζητήματα κάτω από το χαλί.
Ηττήθηκε από μια αντιπολίτευση που έδινε υποσχέσεις, δεν έκανε λάθη και δεν προκαλούσε ανασφάλεια. Κυρίως όμως έχασε υπό το βάρος της καθημερινότητας ιδίως στο Δημόσιο, την αίσθηση μιας γενικευμένης διαφθοράς – διαπλοκής και την απουσία στόχων και οροσήμων (καθώς πολλά είχαν ήδη επιτευχθεί), κάτι που διευκόλυνε το αίτημα της πολιτικής αλλαγής.
Η Ν.Δ. σήμερα κινδυνεύει από την επανάληψη του ιδίου έργου. Να μην την πατήσει από την οικονομία (οι δείκτες της οποίας πηγαίνουν καλά), αλλά από τα υπόλοιπα. Την καθημερινότητα (βλ. σημερινή ακρίβεια, αλλά και Υγεία, ασφάλεια κ.λπ.), φαινόμενα αλαζονείας ή αδιαφάνειας, τη φυσιολογική φθορά και κυρίως τη μη ανανέωση του δικού της αφηγήματος για τη χώρα, χωρίς το οποίο καμία επίκληση σταθερότητας ή ενδεχόμενων κινδύνων δεν θα βρει ευήκοα ώτα.
Η στρατηγική της «τριγωνοποίησης», προσαρμοσμένης στα σημερινά δεδομένα και με αναγκαίες διορθωτικές κινήσεις, είναι απολύτως ορθή. Για να αποδώσει ξανά όμως απαιτείται η ένταξη όλων των κυβερνητικών δράσεων σε ένα αφήγημα που θα θέτει στόχους για τη χώρα και θα δημιουργεί ταυτίσεις με τους πολίτες της.
Ο κ. Ευτύχης Βαρδουλάκης είναι σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας.

