Φορολογικές μεταρρυθμίσεις και δημοκρατία

4' 14" χρόνος ανάγνωσης

Μέρες που είναι, και εξαιτίας της συζήτησης του προϋπολογισμού στη Βουλή, δεν θα μπορούσα να ξεφύγω από τον πειρασμό να μιλήσω για τα φορολογικά προβλήματα της χώρας. Από το 2005, αν θυμάμαι καλά, η αποταμίευση στην Ελλάδα κινείται σε αρνητικά μεγέθη. Ισως να είμαστε η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που συμβαίνει κάτι τέτοιο για ένα τόσο παρατεταμένο χρονικό διάστημα. Οι λόγοι για κάτι τέτοιο είναι πολλοί, και δεν είναι εδώ ο τόπος για να τους συζητήσουμε. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι δεν διαφαίνεται καμία πιθανότητα η αποταμίευση να περάσει σε θετικό έδαφος, ενώ η κατανάλωση εξακολουθεί να αποτελεί τον βασικό παράγοντα της αναπτυξιακής διαδικασίας. Οι επενδύσεις, πολύ δε περισσότερο οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, εξακολουθούν και κινούνται σε χαμηλά επίπεδα, και οι πιθανότητες να δούμε μια ελληνική οικονομία να πατάει στα πόδια της στηριγμένη σε μια επενδυτική άνοιξη μου φαίνονται, στην καλύτερη περίπτωση, ισχνές.

Παράλληλα, ελλείψει αποταμίευσης, είμαστε αιχμάλωτοι του ξένου κεφαλαίου, και δυστυχώς δεν μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά. Δεν θα πρέπει όμως να λησμονούμε, όταν θριαμβολογούμε για τους διθυράμβους των ξένων μέσων ενημέρωσης, ότι μεγάλο μέρος της εθνικής περιουσίας περνάει σε χέρια ξένων. Δεν έχω τίποτα εναντίον τους, ωστόσο στο μέλλον τα κέρδη θα οδηγούνται εκτός Ελλάδας, με ό,τι κι αν σημαίνει κάτι τέτοιο.

Με βάση αυτά τα δεδομένα, θα περίμενε κανείς ότι η κυβέρνηση, αλλά και τα αντιπολιτευόμενα κόμματα, θα ακολουθούσαν μια πολιτική που, αν μη τι άλλο, θα οδηγούσε σε απελευθέρωση εγχώριων επενδυτικών δυνάμεων. Νομίζω, για παράδειγμα, ότι η αλλαγή της φορολογικής κλίμακας στον φόρο εισοδήματος θα διευκόλυνε έναν τέτοιο στόχο. Αν τα μεσαία εισοδήματα από 40.000 ευρώ και πάνω, δηλαδή εκείνα που κατά τεκμήριο μπορούν να δημιουργήσουν αποταμίευση, εξαντλούνται στην πληρωμή φόρου εισοδήματος της τάξεως του 44%, οι δυνατότητες αποταμίευσης είναι ελάχιστες, αν όχι μηδενικές. Αν λάβει κανείς υπόψη του ότι οι φορολογούμενοι αυτής της κατηγορίας μπορεί να έχουν και παιδιά –για να περιοριστώ μόνο σε αυτό το ενδεχόμενο–, τότε τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα και η αρνητική πορεία της αποταμίευσης θα συνεχιστεί, όπως επίσης περιορίζονται και οι πιθανότητες για μια επενδυτική άνοιξη.

Εις μάτην λοιπόν το πολύφερνο Σύνταγμα της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας αναφέρει, στο άρθρο 4, παράγραφος 5, ότι: «Οι Ελληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους». Κανονικά κατά την επόμενη συνταγματική μεταρρύθμιση θα έπρεπε το άρθρο αυτό να προσαρμοστεί στα πραγματικά δεδομένα: «Οι Ελληνες εργαζόμενοι και συνταξιούχοι είναι εκείνοι που οφείλουν να συνεισφέρουν στα δημόσια βάρη ανεξαρτήτως των δυνάμεών τους». Θα ήταν πιο τίμιο κάτι τέτοιο. Γιατί φυσικά, όπως έχει επανειλημμένως επισημανθεί από πιο ειδικούς από εμένα στα θέματα αυτά, το σημερινό φορολογικό σύστημα επί της ουσίας ενισχύει τους πλούσιους: Το κλιμάκιο του 44% σε εισόδημα 40.000 ευρώ εξακολουθεί και διατηρείται και για εισοδήματα των 300.000 ευρώ. Μήπως να δούμε τι ισχύει σε άλλες χώρες που συνήθως επικαλούμαστε ως παράδειγμα; Η φορολογία των μερισμάτων με 5% είναι σκανδαλώδης. Γιατί να μην απαλλάσσονται από τη φορολογία τα μη διανεμόμενα κέρδη και τα μερίσματα να φορολογούνται με συντελεστές ανάλογους με εκείνους που ισχύουν στις ΗΠΑ; Γιατί να υφίσταται διακριτική μεταχείριση για τα ενοίκια; Τέλος, για να τηρούμε τις ρυθμίσεις του Συντάγματος, θα έπρεπε να φορολογούμαστε επί ενός συνολικού εισοδήματος και όχι κατά περίπτωση.

Μέσα από την αντιμετώπιση των φορολογικών προβλημάτων θα φανεί η διάθεση για τη δημιουργία μιας Ελλάδας χωρίς έντονες κοινωνικές ανισότητες.

Πέρα όμως από τα αστεία, εάν πραγματικά υπάρχει η θέληση να ενισχυθεί η δημοκρατία και η οικονομία της χώρας να αποκτήσει θεμέλια πολύ πιο στέρεα από τα σημερινά, θα πρέπει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, κυρίως οι γυναίκες και οι νέοι, που είναι οι ομάδες που υποφέρουν περισσότερο από τις κοινωνικές ανισότητες, να πεισθούν ότι το πολιτικό σύστημα ενδιαφέρεται να δώσει λύσεις στα προβλήματά τους. Με τα σημερινά δεδομένα δεν προκύπτει κάτι τέτοιο, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται όλες οι πολυδιασπάσεις στον χώρο της πολιτικής ένταξης και κυρίως η αδιαφορία συμμετοχής στην εκλογική διαδικασία.

Το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό, θα μου πουν πολλοί. Είναι αλήθεια, αλλά αυτό δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Καλό είναι να ενδιαφέρεται κανείς, και μάλιστα στους δύσκολους καιρούς που πρόκειται να περάσουμε, για τη σταθερότητα του σπιτιού του, και όχι αν οι άλλοι κάνουν τα ίδια σφάλματα με εκείνον. Οι δε κατ’ επάγγελμα εξωραϊστές της πραγματικότητας προσφέρουν, στο όνομα της διαμόρφωσης ενός αισιόδοξου κλίματος για τους πολίτες, πολύ κακή υπηρεσία στο μέλλον της Ελλάδας.

Το θέμα της φορολογίας συμπυκνώνει με μεγάλη έμφαση την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα. Και πιστεύω ότι μέσα από την αντιμετώπιση των φορολογικών προβλημάτων θα φανεί η διάθεση για τη δημιουργία μιας Ελλάδας χωρίς έντονες κοινωνικές ανισότητες, με μια δημοκρατία που σέβεται τις συνταγματικές προβλέψεις της και μια οικονομία που αφήνει ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον. Ξέρω ότι δεν είναι δυνατόν να αλλάξουν όλα αυτά από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά και μόνο κάποιες κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση θα ήταν αρκετές για να αλλάξουν το κλίμα και να δημιουργήσουν μια διαφορετική στάση απέναντι στο κράτος. Γιατί, αν μη τι άλλο, το κράτος και οι πολιτικές ηγεσίες θα έδειχναν ότι σέβονται στοιχειωδώς τους πολίτες και δεν τους θεωρούν άβουλα υποκείμενα της εξουσιολαγνείας τους.

*Ο κ. Κώστας Κωστής είναι ιστορικός.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT