Τα τέσσερα στάδια μιας πενηντάχρονης σχέσης

3' 45" χρόνος ανάγνωσης

Η σχέση της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Eνωση μοιάζει με μια μακρά πορεία γεμάτη προσδοκίες και απογοητεύσεις, αντιφάσεις και ελπίδες. Oπως κάθε σύνθετη σχέση, έτσι κι αυτή εξελίχθηκε μέσα από επιμέρους στάδια ή φάσεις, που τα διαμόρφωσε κυρίως η αντίληψη της Ελλάδας προς την Ευρώπη, παρά το αντίστροφο. Αυτή η εθνική μας αντίληψη μπορεί να διακριθεί σε τέσσερα στάδια: τη φάση των καλών προθέσεων της δεκαετίας του ’70, τη μακρά περίοδο της απερίσκεπτης σπατάλης των ευρωπαϊκών πόρων που κορυφώθηκε με την κρίση του 2010, την ταραγμένη δεκαετία της αντιπαράθεσης με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και, πιο πρόσφατα, τη φάση ανάδειξης της Ελλάδας ως περιφερειακού στρατηγικού παίκτη με ευρωπαϊκή προοπτική.

Η πρώτη φάση εγκαινιάστηκε με την πολιτική πρόθεση του Κωνσταντίνου Καραμανλή να εντάξει την Ελλάδα στη Δύση. Για εκείνον, η Ευρώπη δεν ήταν απλώς ένας οικονομικός στόχος, αλλά ένα στρατηγικό εργαλείο για την εδραίωση της δημοκρατίας και της σταθερότητας στη μεταχουντική Ελλάδα. Το 1981 η χώρα έγινε μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας, ενσωματώνοντας τις αξίες της Δύσης και ενισχύοντας την πολιτική της θέση σε ένα διχασμένο κόσμο του Ψυχρού Πολέμου. Hταν μια εποχή υψηλών ιδανικών, όταν η Ελλάδα έβλεπε την Ευρώπη περισσότερο ως έναν προοδευτικό φάρο πολιτικής και λιγότερο ως μηχανισμό οικονομικής στήριξης.

Η δεύτερη φάση διήρκεσε δεκαετίες. Η Ελλάδα προσέγγισε την Κοινότητα εργαλειακά, ως ένας αμφίθυμος εταίρος που την έβλεπε κυρίως ως πηγή επιδοτήσεων και προστασίας από εξωτερικές απειλές, ιδιαίτερα από την Τουρκία. Οι πόροι από τα ταμεία συνοχής, ακόμη και παρά τις σπατάλες, άλλαξαν εντέλει την οικονομία και την κοινωνία, οδηγώντας σε βελτίωση των υποδομών, στην αγροτική ανάπτυξη και σε αναβάθμιση βασικών τομέων, όπως ο τουρισμός. Ωστόσο, η πολιτική ηγεσία συχνά αντιμετώπιζε την Ε.Ε. ως «ταμείο» παρά ως κοινότητα αξιών και πηγή εθνικών ευκαιριών. Η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωζώνη το 2002 έδωσε τη δυνατότητα στη χώρα να ενισχύσει την οικονομική της θέση, αλλά ταυτόχρονα ανέδειξε τις δομικές της αδυναμίες. Η έλλειψη στρατηγικής συμμετοχής στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και η εμμονή με εθνικά ζητήματα –όπως η ονομασία της Βόρειας Μακεδονίας ή το Κυπριακό– περιόρισαν τη συμβολή της στην ευρωπαϊκή ενοποίηση. Eτσι, η χώρα παρέμεινε για πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ένας «άβολος εταίρος», αναποτελεσματικός στα μεγάλα διεθνή ζητήματα και περισσότερο εστιασμένος στις δικές του ανάγκες.

Η τρίτη φάση συμπίπτει με την ελληνική κρίση χρέους. Το 2010 η Ελλάδα βρέθηκε στο χείλος της χρεοκοπίας, καθώς κακοδιαχείριση δεκαετιών οδήγησε στην κατάρρευση των δημόσιων οικονομικών της. Οι σχέσεις της χώρας με την Ε.Ε. επιδεινώθηκαν, χαρακτηριζόμενες από ένταση, καχυποψία και ενοχοποίηση. Για πολλούς Eλληνες, η Ευρώπη, με την επιμονή της στη λιτότητα και τις μεταρρυθμίσεις, φάνταζε ως ένας νεοφιλελεύθερος δυνάστης. Η κορύφωση ήρθε με το δημοψήφισμα του 2015, όταν η χώρα αμφισβήτησε ανοιχτά τις ευρωπαϊκές επιλογές, οδηγώντας σε πολιτική και κοινωνική αναταραχή. Το τελικό αποτέλεσμα της τρίτης φάσης ήταν μια Ελλάδα αναγκασμένη σε συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των μνημονίων, έχοντας υποστεί σοβαρές κοινωνικές συνέπειες και χωρίς καμία ουσιαστική διαπραγματευτική ισχύ. Ο «άβολος εταίρος» των προηγούμενων δεκαετιών είχε πλέον μετατραπεί σε «μαύρο πρόβατο» της Ευρώπης.

Σήμερα η Ελλάδα φαίνεται να έχει εισέλθει σε μια τέταρτη, πιο ώριμη φάση. Μετά το 2019 η χώρα προωθεί, για πρώτη φορά, στρατηγικές πολιτικές που την εδραιώνουν ως ενεργό μέλος της Ε.Ε. και περιφερειακό παίκτη με γεωπολιτική σημασία. Οι σχέσεις της με χώρες όπως το Ισραήλ, αλλά και η Αίγυπτος, οι ΗΠΑ, και η Κίνα, έχουν ενισχυθεί, ενώ οι επενδύσεις στην πράσινη μετάβαση και στις ενεργειακές υποδομές την καθιστούν σημαντικό ενεργειακό κόμβο για την περιοχή. Παράλληλα, η Ελλάδα έχει κατανοήσει τη σημασία της συμμετοχής της στις μεγάλες ευρωπαϊκές συζητήσεις. Συμβάλλει στις διαδικασίες για τη θεσμική μεταρρύθμιση της Ε.Ε., όπως η εγκατάλειψη της ομοφωνίας, η ενίσχυση της στρατηγικής αυτονομίας και η ψηφιακή μετάβαση. Επίσης, συμμετέχει ενεργά σε πρωτοβουλίες που αφορούν την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, της δημογραφικής γήρανσης και των μεταναστευτικών ροών. Eχει αναβαθμίσει την εικόνα της ως σταθερού παίκτη που ενδιαφέρεται για λύσεις αντί να αποτελεί, όπως στο παρελθόν, πηγή προβλημάτων.

Η πορεία της Ελλάδας στην ενωμένη Ευρώπη αντικατοπτρίζει την εξέλιξη μιας μικρής χώρας που, από παθητικός θεατής και αμυνόμενος, προβάλλει επιτέλους ως ενεργητικός στρατηγικός εταίρος. Η πρόκληση τώρα είναι διπλή: να εδραιώσει τη θέση της ως αξιόπιστου παίκτη και να συμβάλει στη διαμόρφωση του κοινού ευρωπαϊκού οράματος μέσα στις εξελισσόμενες συνθήκες της διεθνούς πολιτικής σκηνής. Διότι, τελικά, η επιτυχία της χώρας γενικότερα, αλλά και της κυβέρνησης ειδικότερα, θα κριθούν σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα της τελευταίας να διατηρήσει ενεργό ρόλο εντός του πυρήνα μιας Ευρώπης που αλλάζει με ταχύ, αλλά όχι εντελώς απρόβλεπτο, ρυθμό.

*Ο κ. Τάκης Σ. Παππάς είναι πολιτικός επιστήμονας και συγγραφέας. Από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορεί το νέο του βιβλίο «Παράδοξη χώρα».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT