Ακροβατική η απάντηση στο ερώτημα περί επαναλήψεως της Iστορίας, αφού εκ των πραγμάτων τα ιστορικά γεγονότα στην αναλυμένη συγκρότησή τους και σύνθεση αποκλείεται να επαναληφθούν. Ωστόσο, στα γεγονότα συμμετέχουν ενεργά άνθρωποι με τη σκέψη τους και το θυμικό τους σε πλήρη ανάπτυξη. Η Iστορία μελετά και καταγράφει τεκμήρια. Μελετά όμως, και ευτυχώς, τεκμηριωμένα και τον ανθρώπινο παράγοντα. Οχι από τη σκοπιά της ανθρωπολογικής κοινωνιολογίας και τη διασταύρωση των διεθνών πολιτισμών, αλλά από την ιστορική διάσταση των πολιτικών και άλλων νοοτροπιών.
Η παραβολή της λαϊκής δυναμικής του επόμενου προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, με ολοκληρωτικά συστήματα του παρελθόντος είναι φυσικό με έναν τρόπο να γίνεται, αφού χρειάζεται κάπως να εξηγηθεί το φαινόμενο της απήχησης και της ισχυρότατης αποδοχής του. Στην περίπτωση Τραμπ, η παραβολή – αντιστοιχία γίνεται με τα δύο δυτικά ολοκληρωτικά καθεστώτα του Μεσοπολέμου, τον ιταλικό φασισμό και τον γερμανικό ναζισμό.
Αν δούμε τα βήματα με τα οποία συγκροτήθηκαν, θα παρατηρήσουμε τις διαφορές που ίσχυαν τότε σε σχέση με το σήμερα και την επιτυχία Τραμπ.
Και τα δύο γεννήθηκαν βασισμένα σε έναν και μοναδικό ηγέτη με τεράστια λαϊκή απήχηση και αποδοχή, υποστηριζόμενα από το αυστηρά ένα και μοναδικό στη χώρα τους κόμμα-κίνημα, που κατάφερε να ενεργοποιήσει ο ηγέτης, μέσω της απερίγραπτης διασποράς της φήμης του στον λαό (του), στον οποίο απευθυνόταν. Και τα δύο καθεστώτα στηρίχθηκαν μέσω συμβόλων από το απώτατο και άγνωστο ουσιαστικά παρελθόν των λαών τους.
Ο ιταλικός φασισμός (1922-1943) στηρίχθηκε στη γοητεία του ρωμαϊκού παρελθόντος. Η νέα λατρεία της ρωμαϊκής δόξας στις αρχές της δεκαετίας του 1920 δεν έγινε μέσω μιας ποιοτικής εκλαϊκευμένης αρχαιολογικής μελέτης, αλλά μέσω μιας αποκριάτικης αναπαράστασης του παρελθόντος, με τελετές των βάρβαρων φασιστών μελανοχιτώνων, σε αρχαιολογικούς χώρους.
Καθοριστικό στοιχείο της απήχησης του φασισμού αναζητείται στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στις υψηλές ιταλικές απώλειες στα σφαγεία των μαχών, στα περιορισμένα φιλολαϊκά οφέλη της χώρας από τη συμμετοχή στο στρατόπεδο των νικητών. Για τη συγκρότηση μιας ισχυρής φασιστικής πολιτικής πρότασης, οι αφετηρίες θα χρειαστεί να αναζητηθούν στην προσπάθεια παρεμπόδισης της καλλιέργειας σοσιαλιστικών έως και κομμουνιστικών επιρροών στους ιταλικούς πληθυσμούς του βιομηχανικού Βορρά και του γεωργικού κέντρου της χώρας.
Το ιταλικό φασιστικό κίνημα τέθηκε ταχύτατα σε τροχιά επιτυχίας στηριζόμενο ισχυρά από τον θρόνο, το Βατικανό, όπως και την οικονομική ελίτ. Ο ιταλικός φασισμός καταργεί απολύτως τη διαφορετική πολιτική έκφραση, οργανώνει μαυροντυμένα παραστρατιωτικά σώματα, προς αυθαίρετη και βάρβαρη καταστολή σε αντιφρονούντες και μη.
Εως το 1939 ο ιταλικός φασισμός δεν απαγορεύει εβραϊκά βιβλία και οι Iταλοί Εβραίοι θα συλληφθούν μόνο κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Δεν διακρίνει τον φασισμό, δηλαδή, η έννοια του «καθαρού» αίματος.
Αντιθέτως, ο γερμανικός ναζισμός (1933-1945) χαρακτηρίζεται απολύτως από τη στοχοποίηση λόγω μη «καθαρού» αίματος καθενός μη Αριου. Αυτό θα σημάνει την απόλυτη καταστροφή λαών, θρησκειών, χωρών και κάθε τι που δεν αποτελεί δομικό στοιχείο του γερμανικού παρελθόντος.
Συντεταγμένος και συμπαγής, ο γερμανικός ναζισμός τέθηκε απέναντι στην πιθανή επιρροή των κομμουνιστών στην ηττημένη γερμανική εργατική τάξη και εξυπηρέτησε και αυτός την πολιτική «ησυχία» της γερμανικής οικονομικής ελίτ, ποινικοποιώντας την όποια σχέση με την Αριστερά.
Η παραβολή της λαϊκής δυναμικής του επόμενου προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, με τον ιταλικό φασισμό και τον γερμανικό ναζισμό και οι διαφορές που ίσχυαν στον Μεσοπόλεμο σε σχέση με το σήμερα.
Κυρίαρχες έως το 1938 οι φλόγες, οι δαυλοί σε ζυγούς σε δημόσιες συγκεντρώσεις, με μαύρες στολές και με γυαλισμένες μπότες. Κυρίαρχες η λατρεία του άψογου σώματος, του παγγερμανισμού, η απαξίωση των αναπήρων. Κυρίαρχη με συμφωνία της κοινής γνώμης η δίωξη επί ποινή θανάτου των μη Αριων.
Μεγάλη η συζήτηση για το εάν τα δύο αυτά βάρβαρα καθεστώτα εδραιώθηκαν στους λαούς τους από μια ιδεολογία-συνονθύλευμα ή από τα ένστικτα βίας και ανωτερότητας που καλλιέργησαν οι λαοπρόβλητες ηγεσίες τους. Νοοτροπίες που δέθηκαν γρήγορα, στην κοίτη των ελάχιστων προοπτικών που βίωναν αυτές οι κοινωνίες, λόγω των οικονομικών, κοινωνικών και άλλων αδιεξόδων που ζούσαν μετά το τέλος του Α΄ Π.Π.
Και στις δύο περιπτώσεις, του φασισμού και του ναζισμού, δομικό ρόλο έπαιξε η αναζήτηση του εθνικού «δικαίου» για δύο λαούς. Ρόλο όμως έπαιξε και η ανάγκη για τη σύσφιγξη στο εσωτερικό των κοινωνιών, αφού και τα δύο κράτη είχαν ενοποιηθεί μάλλον πρόσφατα: η Ιταλία τη δεκαετία του 1860 και η Γερμανία τη δεκαετία του 1870.
Εάν όμως αναζητηθεί η απήχηση των δύο μισαλλόδοξων και καταστροφικών για αντιπάλους τους καθεστώτων όχι στην (πρόχειρη) ιδεολογία που συγκρότησαν ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ, αλλά στην επιτρεπτή μαζική βία, που νομιμοποιούσε την ανωτερότητα όσων εξασκούσαν τη βαρβαρότητα, τότε θα μπορούσαμε να κινηθούμε σε αυθαίρετες διασταυρώσεις με ό,τι ζούμε ή φοβόμαστε ότι θα ζήσουμε από τον αλλοπρόσαλλο, ιδιοτελή και εκδικητικό πλανητάρχη.
Οι ιστορικές συνθήκες δεν επαναλαμβάνονται. Οι ανθρώπινες εμμονές, ναι. Η δημιουργικότητα της μεταπολεμικής Δύσης απειλείται πρώτα πρώτα γιατί ο πήχυς της (ευτυχώς) είναι ψηλά. Απειλείται, όμως, εκ των έσω από τη μη τήρηση των κανόνων, που ήθελαν για τέσσερις και πλέον δεκαετίες τα δυτικά κράτη να παρέχουν παιδεία, υγεία και θεσμούς δικαιοσύνης στους μη προνομιούχους.
Για πολλούς, η αστική αυτή ιδεολογία του μεταπολεμικού κόσμου, του κοινωνικού ισορροπημένου κράτους, ήταν το δώρο των ελίτ προς τους λαούς της δυτικής Ευρώπης και των ΗΠΑ για τις πατριωτικές θυσίες τους, προκειμένου να νικηθεί το τέρας του ναζισμού.
Για άλλους, όμως, αυτό το ποιοτικό μεταπολεμικό δυτικό κράτος δεν ήταν ειλικρινές δώρο αλλά το αναγκαίο και αναγκαστικό ανάχωμα στην επιρροή που πιθανώς να ασκούσε ο σοσιαλισμός που προπαγάνδιζαν η ΕΣΣΔ και οι δορυφόροι της στα εργατικά συνδικάτα της Δύσης.
Το εάν το μεταπολεμικό κοινωνικό κράτος ήταν δώρο ή πολιτικό ανάχωμα είναι προς συζήτηση ίσως. Πάντως, η ζωή του κοινωνικού κράτους στη Δύση άρχισε να μη στέκεται καλά μετά το 1989. Ισως να γέρασε ή ίσως να συνδέθηκε με τις τότε κοσμοϊστορικές αλλαγές, που ευτυχώς οδήγησαν την Ανατολική Ευρώπη προς τη δημοκρατία και άρα η κομμουνιστική ιδεολογία έπαψε να είναι απειλητική για τη Δύση.
Ας σημειωθεί ότι οι φτωχοί ψηφοφόροι του Τραμπ δηλώνουν ότι οι πολιτικές του Δημοκρατικού Κόμματος δεν τους περιλαμβάνουν.
Ας σημειωθεί επίσης ότι το κοινωνικό κράτος, η αίσθηση δηλαδή ότι ο πολίτης χωρίς προνόμια φροντίζεται από το κράτος, δημιουργεί μια ισχυρή ταυτότητα και εμπιστοσύνη προς την ελίτ. Μια ταυτότητα αυτοπεποίθησης και υπερηφάνειας, η οποία όταν χαθεί, όπως στους φτωχούς των ΗΠΑ, θα αναζητηθεί η τυφλή εσωτερική τιμωρία, που θα καταστρέψει πρώτα πρώτα την παραδοσιακή ηγεσία των χωρών.
*Ο κ. Τάσος Σακελλαρόπουλος είναι ιστορικός.

