Απ’ όλα είχε και φέτος ο μπαξές στην Επίδαυρο. l Δεν το έκρυψαν άλλωστε ούτε η μπαξεβάνισσα ούτε οι σκηνοθέτες ανάδοχοι έργου στον μπαξέ, ίσα ίσα καμαρώνουν κιόλας. l «Οχι Εκάβη. Οχι Ευριπίδης. Μια πρόσκληση για συνομιλία όμως πάνω σε θέματα της εποχής μας, ειλικρινής και επείγουσα». l Ετσι κλείνει η Μαρία Κατσουνάκη άρθρο της στην «Κ» σχετικά με την παράσταση «Οχι Εκάβη» της Κομεντί Φρανσέζ στην Επίδαυρο, σε κείμενο, όχι παίζουμε, και σκηνοθεσία Τιάγκο Ροντρίγκες. l Εργο που δεν αναφέρεται στην τραγική βασίλισσα των Τρώων, αλλά στα πάθη σύγχρονης γυναίκας με αυτιστικό παιδί, το οποίο υπέστη κακοποίηση σε ίδρυμα. l Παράσταση που είχε θέση σε μία από τις τόσες σκηνές του Φεστιβάλ Αθηνών, όχι στο Φεστιβάλ Αρχαίου Δράματος της Επιδαύρου. l Οπου εδώ και πολλά χρόνια γίνεται της τραγικωμωδίας η ανασκολόπιση. l Με τα κείμενα των αρχαίων έργων να μπαίνουν σε μίξερ, όπου όχι μόνο ακρωτηριάζονται, l αλλά επιπλέον «διασκευάζονται» όπως του φανεί του ασχετοστεφανή l και επιπλέον παραγεμίζονται, σαν νεκρά, ταριχευμένα σώματα, με αλλότρια κείμενα πάσης φύσεως. l Φέτος μάλιστα είχαμε και στίχους του Πάμπλο Νερούδα σε κωμωδία του Αριστοφάνη l – άσε τι άλλο διέλαθε της αδιάφορης, και αμαθούς καθώς φαίνεται πλέον, «προσοχής» των προς τούτο εντεταλμένων, κριτικών και λοιπών συγγενών. l
Για την παράσταση των αριστοφανικών «Ορνίθων» l (όπου ειρήσθω εν παρόδω έχει κοπτοραφτεί και επιπλέον κολοβωθεί το έργο) l έγραψε αρμόδιος συντάκτης έγκυρης εφημερίδας και τα εξής: l Ο σκηνοθέτης και η δραματολόγος «έχουν διασκευάσει το κείμενο έτσι ώστε όχι ακριβώς να ταιριάξει με τις σύγχρονες ανάγκες (sic), αλλά περισσότερο να απογυμνωθεί από όσα επικαλύπτουν το βαθύτερο, διαχρονικό του μήνυμα: αυτό της ελευθερίας, της αυτοδιάθεσης, της αλληλεγγύης και του δεσμού με την αρχέγονη φύση…» (όλα καραsic). l Δηλαδή, γι’ αυτά εντέλλεται να μιλήσει σ’ αυτή την παράσταση ο Αριστοφάνης, και όχι για να διακωμωδήσει και καυτηριάσει τα κακά και τους φορείς τους, όσα υπονομεύουν την υγεία της Πολιτείας των Αθηναίων. l Αυτά, πολιτιστικός συντάκτης από τους καλλιεργημένους του σιναφιού σήμερα. l
Θα το γράψω για μία ακόμη φορά, όσες αμέτρητες κι αν το έχω κάνει τόσα χρόνια: l Αν νομίζετε, ω σκηνοθέτες αθεράπευτα οιηματίες (ή απλώς Κολλητήρια θεατρικών συρμών) ότι το αρχαίο έργο δεν λέει καθαρά σήμερα κάτι ουσιώδες για τον άνθρωπο και την επί γης ύπαρξή του l τότε γιατί δεν πάτε σε άλλα, μεταγενέστερα έργα και έχετε βαλθεί να «μεθερμηνεύετε» –ισάξιοι!– Αισχύλο, Σοφοκλή, Ευριπίδη και Αριστοφάνη, ανασκολοπίζοντάς τους; l Ή πιστεύετε ότι τα αθάνατα αυτά έργα είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο να γίνουν αντιληπτά από το σημερινό κοινό; l Οτι έχει ανάγκη τις βακτηρίες της δικής σας ανασκολόπισης; l Ο εμπνευσμένος καλλιτέχνης μπορεί να υπηρετήσει το γράμμα και το πνεύμα των έργων αυτών, ώστε να φτάσουν καθάρια και άμεσα στον σύγχρονο θεατή. l Το κοινό αυτό έχει ανάγκη, αυτό προσδοκά. l Οχι να προτάσσετε την Πρωτοπόρα Καλλιτεχνική Μεγαλοσύνη σας, καταφεύγοντας σε αξιοθρήνητες «εξορύξεις ουσίας», προδοτικές εντέλει «διασκευές» και «εκσυγχρονισμούς». l (Μέχρι και απροσχημάτιστη αναφορά στους Παλαιστίνιους «εξόρυξε» ο άλλος στον Αισχύλο της «Ορέστειας»). l Πράγμα στο οποίο όχι μόνο δεν σας αποτρέπουν, ως οφείλουν, αλλά σας προτρέπουν μετά μανίας κιόλας να κάνετε, l με κρατικό βεβαίως χρήμα, l οι ομότεχνοί σας που κατέχουν εξουσία στον «χώρο» l – μοστράροντας κι αυτοί «πρωτοπορία» και ταυτόχρονα (το τερπνό μετά του ωφελίμου) πιάνοντας πόρτα για τον χειμώνα στο επάγγελμα. l Κι όλ’ αυτά, με την κάλυψη των πολιτικών προϊσταμένων τους – άσχετων ή παντελώς αδιάφορων «γι’ αυτά» ή απλώς βολεμένων ψοφοδεών.

