Στον Δήμο Φαιστού στην Κρήτη η Ευλαμπία δηλώνει πολύ χαρούμενη που βρήκε δουλειά και πλέον αξιοποιεί τις γνώσεις της σε κάτι που της αρέσει. Η αιτία όμως που την ώθησε να αναζητήσει μία κενή θέση εργασίας φανερώνει όλες τις παθογένειες που καιροφυλακτούν στην ελληνική ύπαιθρο. Η δουλειά για εκείνην είναι ουσιαστικά ένα πρόσχημα για να ξεκουράζεται από τη φροντίδα του γιου της, αλλά και για να του δώσει το παράδειγμα πως δεν θα πρέπει και ο ίδιος να τα περιμένει όλα από τη μελλοντική σύντροφό του. «Η δουλειά πλέον είναι ευχαρίστηση, πάω εκεί για να ξεκουραστώ», δηλώνει με χαμόγελο.
Από την άλλη, στο Παλαιοχώρι Χαλκιδικής, η Δήμητρα δεν είναι τόσο χαρούμενη όταν μαθαίνει πως μία θέση εργασίας άνοιξε στο διπλανό χωριό. Δεν είναι χαρούμενη γιατί πολύ απλά δεν μπορεί να πάει ούτε η ίδια, αλλά ούτε και πολλές συγχωριανές της, καθώς για να εργαστεί μια γυναίκα πρέπει η οικογένειά της να έχει δύο αυτοκίνητα. Το πρώτο το χρησιμοποιεί ο άντρας της οικογένειας.
Οι παραπάνω ιστορίες είναι μόνο μερικές απ’ όσες άκουσε σε χωριά ανά την Ελλάδα η ομάδα του Women On Top. Η οργάνωση έχει ξεκινήσει από πέρσι την έρευνα πεδίου σε γυναίκες από μικρές πόλεις και χωριά της Ελλάδας, με στόχο την κατανόηση των αναγκών, των προκλήσεων, των εμποδίων αλλά και των ευκαιριών που καλούνται να διαχειριστούν στη διάρκεια της ζωής τους.
Με την τελική έρευνα να προορίζεται να δημοσιευθεί το 2025, ήδη τα πρώτα ευρήματα δείχνουν αφενός την ανάγκη για παροχή περισσότερων ευκαιριών επιμόρφωσης και ψυχαγωγίας, αφετέρου την ανάγκη για λήψη μέτρων ώστε να τονωθεί η γυναικεία επιχειρηματικότητα αλλά και να σπάσει η συνθήκη των «ανδροκρατούμενων θέσεων εργασίας».

Το προφίλ της σύγχρονης γυναίκας του χωριού
Η Στέλλα Κάσδαγλη, συνιδρύτρια του οργανισμού Women on Top και inc.lude και συγγραφέας, εξηγεί στην «Κ» γιατί είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε πως οι γυναίκες στην περιφέρεια δεν είναι όλες ίδιες ή τουλάχιστον δεν είναι όπως πολλοί τις έχουν στο μυαλό τους.
«Οι περισσότερες από τις συμμετέχουσες ήρθαν ή επέστρεψαν μετά τα 25, όταν τελείωσαν τις σπουδές τους ή ερωτεύτηκαν κάποιον από τη συγκεκριμένη περιοχή», εξηγεί η ίδια. «Ορισμένες φέρνουν την αγάπη για τον τόπο τους ως βασική αιτία της παραμονής ή της επιστροφής τους. Πολλές, όμως, προτάσσουν τις ανάγκες φροντίδας μεγαλύτερων μελών της οικογένειάς τους ή απλώς την επιταγή των γονιών τους που “μας ήθελαν εδώ”. Αρκετές εντοπίζουν σε αυτόν τον οικογενειακό εναγκαλισμό και μια από τις αιτίες μη χειραφέτησης δικής τους, καθώς η ζωή τους εκεί ορίζεται, πιο έντονα απ’ ό,τι θα ήθελαν, από στερεότυπα και νοοτροπίες άλλων εποχών».
Οι «αόρατοι εχθροί»
Μερικά από τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες σε χωριά στον νομό Χαλκιδικής*
- Απροθυμία νεότερων γυναικών να συμμετάσχουν στα κοινά (σύλλογοι, πρωτοβουλίες, τοπική αυτοδιοίκηση)
- Απογοήτευση και αντίσταση στην αλλαγή από μεγαλύτερες γυναίκες
- Απροθυμία των ατόμων να αποκλίνουν από τη ρουτίνα της καθημερινότητάς τους
- Αποδυνάμωση γυναικείων συνεταιρισμών («Παλιά έφτιαχναν πολλά προϊόντα, τώρα μόνο τα βασικά. Είχαν 20-30 μέλη, τώρα μόνο 4»)
- Εμφυλη ανισότητα (ανισοκατανομή ευθυνών φροντίδας, γυάλινη οροφή σε θέσεις ευθύνης)
- Ελλειψη συλλογικής συνείδησης, κουλτούρα ατομισμού
- Αντιπαλότητα μεταξύ χωριών, είτε λόγω μεγέθους και υποδομών είτε λόγω σχέσης τους με τα μεταλλεία
- Κακό οδικό δίκτυο, έλλειψη συγκοινωνίας, ανεπαρκής σύνδεση μεταξύ κοντινών χωριών που βρίσκονται σε άλλο δήμο ή νομό
- Αίσθηση εγκλωβισμού («Δεν αγαπάμε τον τόπο, δεν έχουμε έρθει εδώ από επιλογή»)
- Χαμηλό κίνητρο –οικονομικό ή προσωπικό– των γυναικών για εργασιακή απασχόληση («Αν έχουμε 100 γυναίκες στο χωριό, οι 50 θα θέλουν να δουλέψουν»
*όπως τα κατέγραψε η ομάδα του Women On Top.
Τα προβλήματα για τις γυναίκες της υπαίθρου δεν είναι μόνο πολιτιστικά, αλλά και συστημικά, και αυτό είναι κάτι που επηρεάζει τις περισσότερες. Σύμφωνα με την κ. Κάσδαγλη, τα βασικότερα είναι η έλλειψη δομών για τη φροντίδα παιδιών κάτω των δύο ετών, η κενή ορατότητα των αγροτισσών που «μπήκαν μπροστά» στις οικογενειακές επιχειρήσεις για να εξασφαλίσουν κάποια σχετική χρηματοδότηση αλλά δεν έχουν λόγο στη λήψη αποφάσεων, ο ανδροκρατούμενος χαρακτήρας των βιομηχανιών που δραστηριοποιούνται σε κάθε περιοχή, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και η δυσκολία καταγγελίας περιστατικών έμφυλης βίας είναι μερικές από τις παθογένειες που παραμένουν.

Οπως λέει, όλα αυτά είναι γνωστά εμπόδια για τις γυναίκες που ζουν εκεί. Οι ίδιες ξέρουν τι έχουν ανάγκη και, όταν τους δίνεται η ευκαιρία, το μοιράζονται με σοφία. Γνωρίζουν τι θέλουν να αλλάξει και μπορούν να παραθέσουν με επιχειρήματα τις λύσεις για να πραγματοποιηθεί. Αυτό που οι περισσότερες θέλουν και ελπίζουν να γίνει είναι όλες μαζί να αφήσουν πίσω τις διαφορές τους και να δουλέψουν με στόχο τόσο τη μείωση των έμφυλων ανισοτήτων όσο και τη δημιουργία μίας καθημερινότητας με περισσότερες ευκαιρίες και λιγότερες υποχρεώσεις.
Μία γυναίκα για να είναι δυναμική και ανεξάρτητη, δεν θα έπρεπε να υποχρεούται να μένει στην πόλη
Οι ιστορίες των γυναικών που σήμερα ζουν σε χωριά της Ελλάδας δεν έχουν σχέση μόνο με παραδοσιακούς χορούς, γλυκά του κουταλιού, πλεκτά σεμεδάκια και ανημπόρια. Μπορεί να υπάρχουν και αυτά βέβαια από χόμπι, αλλά δεν είναι αυτά που τις χαρακτηρίζουν. Με κοινό γνώμονα την αγάπη για τον τόπο τους, τρεις γυναίκες διαφορετικών ηλικιών περιγράφουν στην «Κ» την προσπάθειά τους για την εξάλειψη των στερεοτύπων αλλά και για τη δημιουργία κοινοτήτων από δυναμικές, ανεξάρτητες γυναίκες στην επαρχία. Αλλωστε, όπως λένε, «μία γυναίκα για να είναι δυναμική και ανεξάρτητη, δεν θα έπρεπε να υποχρεούται να μένει στην πόλη».
Βασιλική Κατέρη: Τα στερεότυπα έχουν αρχίσει να ξεθωριάζουν

Η Βασιλική Κατέρη μένει πλέον μόνιμα στη μεσσηνιακή Μάνη, στην περιοχή Γονάτσα. Αν και επέλεξε να ακολουθήσει τον σύζυγό της και να φύγει από την πατρίδα της, τα Γιάννενα, η ίδια γνώριζε από την αρχή πως όχι μόνο θα μετακόμιζε σε ένα –όπως το λέει– παραμυθένιο μέρος, αλλά και ότι θα συνέχιζε την επαγγελματική της σταδιοδρομία, καθώς η ίδια είναι εικαστικός και CEO ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού.
Ζώντας εδώ και 12 χρόνια στη Μάνη, η ίδια πιστεύει με βεβαιότητα πως πλέον τα στερεότυπα σε επαρχιακές πόλεις έχουν αρχίσει να ξεθωριάζουν.
«Η αποδοχή και η προσαρμογή στο καινούργιο, η εξωστρέφεια, η ανανέωση και η διαμόρφωση είναι φανερό πως διεισδύει σιγά σιγά στον πυρήνα των επαρχιακών κοινωνιών, παρότι ακόμη υπάρχουν στερεότυπα με βαθιές ρίζες που ακόμη διαιωνίζονται».
Η Βασιλική θεωρεί πως η επιστροφή μορφωμένων νέων στον τόπο τους αλλά και η έλευση οικογενειών από το εξωτερικό έχουν συμβάλει σημαντικά στη σταδιακή κατάρριψη των προκαταλήψεων
Ζητώντας της να μας περιγράψει μερικά από τα κοινά στερεότυπα με τα οποία έχει βρεθεί αντιμέτωπη στις πόλεις όπου έχει ζήσει, η ίδια προτάσσει τις κλασικές συντηρητικές αντιλήψεις και τον υπέρμετρο «πατριωτισμό» που έχει απόρροια ορισμένες ρατσιστικές συμπεριφορές. Ωστόσο θεωρεί πως η επιστροφή μορφωμένων νέων στον τόπο τους αλλά και η έλευση οικογενειών από το εξωτερικό έχουν συμβάλει σημαντικά στη σταδιακή κατάρριψη τέτοιων προκαταλήψεων.
Η τηλεργασία και η εύκολη πρόσβαση στην τεχνολογία προσφέρουν ευκαιρίες απασχόλησης και συντελούν σημαντικά στην τοπική κοινωνία και την οικονομία της.
«Ενα ακόμη στερεότυπο που έχει καταρριφθεί είναι ότι οι επαρχιακές πόλεις δεν προσφέρουν αρκετές ευκαιρίες για καριέρα και ανάπτυξη. Το αντίθετο θα έλεγα πως συμβαίνει, πια. Κατά την περίοδο της πανδημίας και μετά, υπάρχει ραγδαία εξοικείωση και χρήση της τεχνολογίας, με αποτέλεσμα η ζωή εδώ να γίνεται πρακτικά πιο διαχειρίσιμη σε πολλά πεδία της καθημερινότητάς μας. Η τηλεργασία και η εύκολη πρόσβαση στην τεχνολογία προσφέρουν ευκαιρίες απασχόλησης και συντελούν σημαντικά στην τοπική κοινωνία και την οικονομία της», εξηγεί.
Ειρήνη Νικολούδη: Υπάρχουν γυναίκες εδώ που με εμπνέουν
Η Ειρήνη Νικολούδη με τη σειρά της γεννήθηκε στις Μοίρες, ένα χωριό μία ώρα από το Ηράκλειο της Κρήτης και γύρισε εκεί στα χρόνια της πανδημίας. «Εφυγα για να σπουδάσω πολιτικός μηχανικός στην Αθήνα, μετά πήγα για πρακτική στη Σουηδία, μετά στην Αγγλία και στην Ολλανδία και, όταν ήρθε στη ζωή μας ο κορωνοϊός, επέστρεψα στον τόπο μου, όπου και γνώρισα τον σύζυγό μου και αποφασίσαμε να ζήσουμε εδώ», διηγείται στην «Κ».
Η ίδια εξομολογείται πως στην αρχή είχε πολλές δεύτερες σκέψεις για τη διαμονή της εκεί, καθώς πίστευε πως δεν θα ήταν ευχαριστημένη με τις παροχές και ότι δεν θα μπορούσε να καλύπτει όλες της τις ανάγκες. «Δεν ήξερα αν θα είχα την ελευθερία μου, αν θα μπορούσα να εκφραστώ ή ακόμη και να ντυθώ όπως θέλω», σχολιάζει.
Κοιτώντας πίσω, σήμερα η ίδια λέει πως ευτυχώς οι αρχικές της προκαταλήψεις δεν επιβεβαιώθηκαν, αν και για να γίνει αυτό έπρεπε να αλλάξει και τον δικό της τρόπο σκέψης. Αν κάτι όμως την κράτησε εκεί, εκτός από την κόρη της και τον σύζυγό της, είναι και η έμπνευση που βρήκε στο πλευρό των φίλων της.
«Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να ζω εδώ χωρίς τη φιλία δυναμικών γυναικών. Και εδώ υπάρχουν γυναίκες που με έχουν εμπνεύσει. Παραδείγματος χάριν, μία φίλη μου έχει ξεκινήσει εδώ ήδη τη δική της επιχείρηση και κάνει μαθήματα μαγειρικής σε ανθρώπους που έρχονται από διάφορα μέρη. Πριν από 10 χρόνια όχι μόνο δεν υπήρχε τέτοια ιδέα, αντιθέτως υπήρχε το στερεότυπο “ποιος θα στηρίξει κάτι τόσο διαφορετικό;”».
Η πολιτεία μπορεί να προωθήσει γυναίκες σε θέσεις παραδοσιακά ανδροκρατούμενες. Πρέπει επίσης να ενισχυθούν οι νέες επιχειρηματίες στην επαρχία, ειδικά οι μητέρες, είτε οικονομικά είτε με άλλους τρόπους
H κ. Νικολούδη συμφωνεί πως οι γυναίκες στην επαρχία δεν είναι όλες στην ίδια ταχύτητα. Δεν θα μπορούσαν άλλωστε. Βλέποντας γύρω της και γυναίκες που δεν έχουν βάλει προτεραιότητα την εκπαίδευση ή και την οικονομική αυτονομία, ελπίζει στη δημιουργία μίας μεγάλης κοινότητας γυναικών που θα κάνουν τα δικά τους βήματα απαλλαγμένες από προκαταλήψεις και στερεότυπα.
Για να γίνει κάτι τέτοιο όμως θεωρεί πως και η πολιτεία παίζει σημαντικό ρόλο. «Η πολιτεία μπορεί να προωθήσει γυναίκες σε θέσεις παραδοσιακά ανδροκρατούμενες. Πρέπει επίσης να ενισχυθούν οι νέες επιχειρηματίες στην επαρχία, ειδικά οι μητέρες, είτε οικονομικά είτε με άλλους τρόπους. Από εκεί και πέρα, σίγουρα πρέπει να δούμε και εμείς τι μπορούμε να κάνουμε μόνες μας, γιατί είναι και στο χέρι μας να κάνουμε την αλλαγή που προσδοκούμε».
Φωτεινή Περγάνη: Οι δουλειές για μια νέα γυναίκα είναι μετρημένες
Η 23χρονη Φωτεινή Περγάνη θυμάται σαν χθες να τελειώνει τη σχολή Κοινωνιολογίας στη Λέσβο και να γυρίζει στο χωριό της στη Φθιώτιδα, άνεργη και χωρίς κανένα άλλο στοιχείο για το μέλλον της. «Ηταν μονόδρομος, παρότι γνώριζα πως η επαρχία στην Ελλάδα δεν έχει προοπτικές, ειδικά για μία νέα γυναίκα που σπούδασε Κοινωνιολογία.
Στην πόλη ξέρεις πως θα βρεις δουλειά μέσα σε έναν μήνα. Στην επαρχία αυτό μπορεί να είναι τρεις μήνες, έξι μήνες ακόμη και χρόνος. Οι δουλειές είναι μετρημένες», λέει.
Εχοντας τους τελευταίους έξι μήνες επιστρέψει στη Λέσβο, όπου εργάζεται πλέον πάνω στο αντικείμενό της, η ίδια κάνει λόγο για χάσμα μεταξύ των μεγαλύτερων σε ηλικία γυναικών της ελληνικής επαρχίας και των νεότερων που έχουν ανεξαρτητοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό και ευθυγραμμιστεί με την τεχνολογική πρόοδο.
Αν παρατηρήσεις, στην επαρχία υπάρχουν σύλλογοι γυναικών, δεν υπάρχουν σύλλογοι όπου να συμμετέχουν και άνδρες και γυναίκες ισότιμα. Αυτό δημιουργεί από μόνο του διακρίσεις
Ακόμη κι έτσι όμως οι διακρίσεις καλά κρατούν. «Αν παρατηρήσεις, στην επαρχία υπάρχουν σύλλογοι γυναικών, δεν υπάρχουν σύλλογοι όπου να συμμετέχουν και άνδρες και γυναίκες ισότιμα. Αυτό δημιουργεί από μόνο του διακρίσεις», σημειώνει.
Νιώθοντας απαλλαγμένη και πλέον απεγκλωβισμένη από μια κοινωνία την οποία αγαπά, αλλά δεν έχει καμία επαγγελματική αποκατάσταση να της προσφέρει, αυτό που θέλει η Φωτεινή είναι να γίνουν δράσεις ώστε καμία γυναίκα οποιαδήποτε ηλικίας να μη νιώθει έτσι. «Ευτυχώς ζούμε στην τεχνολογική πρόοδο πλέον και υπάρχει η δυνατότητα για την οποιαδήποτε να παρακολουθεί διαδικτυακά όποια δραστηριότητα θέλει. Ωστόσο, πρέπει και η τοπική αυτοδιοίκηση να εστιάσει παραπάνω στο θέμα της ανεργίας, ειδικά στο γυναικείο φύλο», καταλήγει.

