Από τον Μάρκο Βαμβακάρη στις γειτονιές της Σύρου: Η ζωντανή παράδοση του ρεμπέτικου

Από τον Μάρκο Βαμβακάρη στις γειτονιές της Σύρου: Η ζωντανή παράδοση του ρεμπέτικου

Το ρεμπέτικο υπάρχει ακόμη στη Σύρο του Μάρκου Βαμβακάρη. Σε σχολές και ταβερνάκια, σε γκαράζ και πλατύσκαλα, οι πενιές στα τρίχορδα συνεχίζονται

8' 49" χρόνος ανάγνωσης

Ο Μάρκος Βαμβακάρης δεν έζησε και πολύ στη Σύρο. Γεννήθηκε το 1905, πέρασε τα παιδικά του χρόνια μέσα στη φτώχεια, κάνοντας ένα σωρό χαμαλοδουλειές, και έφυγε για τον Πειραιά στα 15 του. Μουσικό όργανο δεν είχε πιάσει έως τότε. Λένε, βέβαια, πως η Σύρος ήδη τον είχε μπολιάσει, τόσο με τις δωρικές εικόνες των τοπίων της όσο και με τη μουσική, αφού το πρώιμο ρεμπέτικο ήδη ακουγόταν στο νησί – είχε ταξιδέψει με τους πρόσφυγες και βρήκε πρόσφορο έδαφος στο μεγάλο λιμάνι των εργατών. Ο Βαμβακάρης, ο «παππούς των Συριανών», όπως τον αποκαλούν οι ντόπιοι μουσικοί, ξαναεμφανίστηκε στο νησί 20 χρόνια μετά, αφού στον Πειραιά είχε ήδη γίνει δημιουργός και βιρτουόζος του μπουζουκιού, έχοντας μαθητεύσει πλάι στον επίσης Συριανό Νίκο Αϊβαλιώτη.

Έκτοτε, ερχόταν κάθε λίγα χρόνια και οι Συριανοί «τον περίμεναν πώς και πώς». Οι μισοί τουλάχιστον. Οι άλλοι μισοί δεν ήθελαν ούτε να ακούν το όνομά του – για τους αστούς της Ερμούπολης ήταν ο αλήτης, ο χασικλής. Μια ηχώ που φαίνεται αμυδρά να ακούγεται μέχρι σήμερα, παρά την καθολική αναγνώρισή του ως «πατριάρχη του ρεμπέτικου», αφού όταν πριν από δύο χρόνια τοποθετήθηκε στην παραλία της Ερμούπολης το άγαλμά του, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που εναντιώθηκαν. Πώς όμως ο Μάρκος κάνει τη Σύρο νησί του ρεμπέτικου; Είναι αρκετή η καταγωγή ενός ανθρώπου για να χαρακτηρίσει έναν τόπο;

Από τον Μάρκο Βαμβακάρη στις γειτονιές της Σύρου: Η ζωντανή παράδοση του ρεμπέτικου-1
Προσωπικά έγγραφα του Μάρκου Βαμβακάρη στην έκθεση «Ενθυμήματα και εμπειρίες» στην Άνω Σύρο.

Με αυτά τα ερωτήματα στο μυαλό, χτυπάω κάθε πόρτα πίσω από την οποία ακούγονται πενιές. Στο μεζεδοπωλείο Εσπερμεθεντίν οι νεαροί σεφ σιγοτραγουδούν πάνω από τις κατσαρόλες τους ρεμπέτικα που ακούγονται από τα ηχεία, σε εκτέλεση Δημήτρη Μυστακίδη. Στο Λαουτάρι κάποιοι μουσικοί κουρδίζουν τα όργανα για το αποψινό live, σε ένα γκαράζ κρυμμένο μέσα στην Ερμούπολη έξι-επτά φωνές τραγουδούν το Να μη λες το μυστικό σου του Ρούκουνα, στο Στεάδι στην Απάνω Μεριά ένα αυτοσχέδιο γλεντάκι ξεκινά.

Ο Μάρκος έφυγε για τον Πειραιά στα 15 του, αλλά η Σύρος τον είχε ήδη μπολιάσει, τόσο με τις δωρικές εικόνες των τοπίων της όσο και με τη μουσική, αφού το πρώιμο ρεμπέτικο ήδη ακουγόταν στο νησί – είχε ταξιδέψει εδώ με τους πρόσφυγες.

Και σε ένα κτίριο δύο αιώνων στην οδό Πάρου, καμιά δεκαριά μπουζούκια και κιθάρες παίζουν σύσσωμα τη Φραγκοσυριανή σε ένα πρωτόγνωρο, συγκινητικό άκουσμα. Εδώ στεγάζεται η σχολή «Εν Χορδαίς και Οργάνοις», ένας από τους βασικούς πυλώνες της μουσικής παράδοσης και κυρίως της μουσικής δραστηριότητας της Σύρου. Ιδρύθηκε πριν από επτά χρόνια με τη σύσταση σωματείου, έπειτα από πρωτοβουλία του Σταύρου Ξαρχάκου, ο οποίος άφησε τη λειτουργία της στα χέρια του συνεργάτη του, εξαίρετου μουσικού και μουσικοδιδασκάλου Αρίστου Βαμβακούση. Από τους 230 μαθητές που έχουν περάσει από τις αίθουσές της, αρκετοί έχουν γίνει και επαγγελματίες, όμως αυτό δεν είναι το μέλημα της σχολής. Όπως μας εξηγεί η σύζυγος και συνεργάτιδα του Βαμβακούση, Σταυρούλα Κοπανιτσάνου, η σχολή επιδιώκει να τονώσει την αυτοπεποίθηση των παιδιών, να τους δείξει μέσα από τη μουσική έναν άλλο τρόπο σκέψης, να τους διδάξει μαζί με το μπουζούκι, την κιθάρα και το πιάνο τη μουσική παράδοση, την ταπεινότητα, το ήθος, τη συνέπεια. «Από οκτώ χρονών τούς έχω μαθητές και τώρα είναι φοιτητές σε μουσικά ή άλλα πανεπιστήμια και παίζουν σε μαγαζιά. Η αλήθεια είναι ότι είναι σκληρή σχολή, λιώνουμε στην πρόβα. Όποτε είναι να παίξουμε κάτι, το κάνουμε σαν επαγγελματική ορχήστρα, όχι σαν σχολική γιορτή, σεβόμενοι και το όνομα του Ξαρχάκου», λέει ο Βαμβακούσης.

Από τον Μάρκο Βαμβακάρη στις γειτονιές της Σύρου: Η ζωντανή παράδοση του ρεμπέτικου-2
Μαθητές της σχολής «Εν Χορδαίς και Οργάνοις», η οποία στηρίζεται από μεγάλα ονόματα του καλλιτεχνικού χώρου.

Οι ίδιοι πάντως οι μαθητές, αλλά και οι μουσικοί με τους οποίους συνομιλήσαμε, δίνουν τα εύσημα στον ίδιο· για το σύστημα που χρησιμοποιεί, για την έμπνευση που γεννά. Ο 18χρονος Μιχάλης Μπόνης γοητεύτηκε όταν είδε τους φίλους του να παίζουν σε μια συναυλία της σχολής και πλάι στον Αρίστο αγάπησε το ρεμπέτικο και έμαθε μπουζούκι, παρότι δεν είχε καθόλου τέτοια ακούσματα από το σπίτι του. Το ίδιο βράδυ βλέπουμε τον 23χρονο Θεόφιλο Ζερβό, από τους πρώτους μαθητές της σχολής, να παίζει με την κομπανία του, καλοντυμένο, «γυαλισμένο», με στάση και ύφος που παραπέμπουν σε παλιό ρεμπέτη και δάχτυλα που τρέχουν με δεξιοτεχνία πάνω στις χορδές. «Και να φανταστείς ότι τον φώναζαν “σαλιγκάρι”, γιατί όταν ήταν μικρούλης κυκλοφορούσε μέρα νύχτα με το μπουζούκι στην πλάτη, σαν καβούκι. Τόση είναι η αγάπη του».

Από τους τεκέδες στις γειτονιές

Πολύ μεγάλη αγάπη για το ρεμπέτικο νιώθει και ο 24χρονος Φραγκίσκος Παλαιολόγος, ο οποίος πρόσφατα άνοιξε με τον πατέρα του Νίκο στην Απάνω Μεριά το καφενείο Στεάδι, εντός μιας παμπάλαιας αγροικίας. Κιθαρίστας, μαθητής της σχολής, δούλευε στην εστίαση και θέλησε το δικό του μαγαζί για έναν βασικό λόγο, μεταξύ άλλων: τη μουσική που θα παίζει. Λάτρης του Βαμβακάρη, μιλάει με τις ώρες για τη ζωή και το έργο του, παρότι εκτιμά και μελετά όλους τους μεγάλους ρεμπέτες. «Οπωσδήποτε η καταγωγή του Μάρκου έχει επηρεάσει τους μουσικούς, ωστόσο δεν άρχισε και δεν τελείωσε με αυτόν. Προϋπήρχαν μπουζουξήδες όπως ο Αϊβαλιώτης, ο Ζυμαρίτης, ο Καλαμάρας, ενώ κατόπιν βγήκαν κι άλλοι μεγάλοι μουσικοί. Είναι πάρα πολλές παρέες που παίζουν, τα στέκια λείπουν», σημειώνει ο δεξιοτέχνης του μπουζουκιού, οργανοποιός και ιδρυτής του φεστιβάλ ρεμπέτικου, Αντώνης Μαραγκός. «Τα μέτρα που έχουν θεσπιστεί για την εστίαση και τη ζωντανή μουσική σχεδόν το κάνουν απαγορευτικό σε έναν τόπο με μικρό πληθυσμό».

Από τον Μάρκο Βαμβακάρη στις γειτονιές της Σύρου: Η ζωντανή παράδοση του ρεμπέτικου-3
Η Λαϊκή Ορχήστρα Σύρου, υπό τον Δημήτρη Μαραγκό, στο καφενείο Λαουτάρι.

Από τα πλατύσκαλα του Βροντάδου, σε κλίμα συντροφιάς που ζωντάνεψε τη γειτονιά, ξεκίνησαν φέτος οι εκδηλώσεις του 8ου Φεστιβάλ Ρεμπέτικου. «Ως μουσικό είδος δεν είναι μουσειακό, αλλά ζωντανό και λειτουργικό. Ο κόσμος ζυμώνεται μαζί του», εξηγεί ο Αντώνης Μαραγκός.

Πράγματι, κάποτε υπήρχαν αρκετά στέκια, με παλαιότερα και γνωστότερα του Ξανθομάλλη, του μπαρμπα-Λουκά και του Τεμπέλη. Στο τελευταίο μαζεύονται ακόμη ιδιωτικά παρέες για τα γλεντάκια τους. Αυτό ήταν ένας αληθινός τεκές επί των ημερών του παππού Νικολού Νομικού, στα τέλη του 19ου αιώνα, ο οποίος πήρε το παρατσούκλι «τεμπέλης» καθώς καθόταν έξω από το μαγαζί με τις ώρες και φύλαγε τσίλιες – εκεί δεν έμπαινε οποιοσδήποτε. Στα χέρια του γιου του, Μιχάλη, έγινε για 40 χρόνια ένα στέκι με τη σύγχρονη έννοια, λαϊκοί στιχουργοί σαν τον Γιώργο Καφούρο έγραφαν εκεί μέσα τους στίχους τους, ο θρυλικός Αποστόλαρος εμφανιζόταν με το μπουζούκι του, το τζουκ μποξ έπαιζε ρεμπέτικα από 45άρια, λιμενεργάτες, εφοπλιστές και επισκέπτες διασκέδαζαν στα τραπέζια του.

Από τον Μάρκο Βαμβακάρη στις γειτονιές της Σύρου: Η ζωντανή παράδοση του ρεμπέτικου-4
Στην ιστορική ταβέρνα του Τεμπέλη, ο Φίλιππος και ο Λευτέρης, ανιψιός και γιος αντίστοιχα, του θρυλικού Μιχάλη Νομικού.

Από αυτό το γραφικό σκηνικό ξεκίνησαν φέτος οι εκδηλώσεις του 8ου Φεστιβάλ Ρεμπέτικου, από τα πλατύσκαλα δηλαδή του Βροντάδου, σε κλίμα χαράς και συντροφιάς που ζωντάνεψε όλη τη γειτονιά. «Στόχος είναι να δώσουμε βήμα σε παλιούς και νέους μουσικούς να δείξουν τη δουλειά τους, αλλά και ο κόσμος να βιώσει όλη αυτή την κουλτούρα και την παρεΐστικη διάθεση. Το ρεμπέτικο δεν είναι μουσειακό είδος, δεν μπαίνει στο ράφι, είναι ζωντανό, λειτουργικό και ο κόσμος ζυμώνεται μαζί του. Γι’ αυτό και η λέξη “φεστιβάλ” δεν μπορεί να περιγράψει ακριβώς αυτό που θέλουμε να κάνουμε», εξηγεί ο Αντώνης Μαραγκός.

Πιο κοντά, πιο αληθινά

Ελλείψει μαγαζιών, πάντως, οι μουσικοί παίζουν υπαίθρια σε σκαλιά και πλατείες, στην εκκλησία της Ανάστασης στο Βροντάδο, σε αποθήκες, κελάρια και γκαράζ. «Μαζευόμαστε καθημερινά, παρέες παρέες, ειδικά τον χειμώνα, με την ξυλόσομπα αναμμένη, κρασάκι και μεζέ, με πολλή μουσική και ελάχιστες συζητήσεις», περιγράφει ο Δημήτρης Μαραγκός, πολυοργανίστας και μουσικοδιδάσκαλος, ιδρυτής της Λαϊκής Ορχήστρας Σύρου. Η άτυπη σχολή του αποτελεί τον δεύτερο πυλώνα της συριανής λαϊκής μουσικής και αριθμεί 45 ενήλικες μαθητές. «Με βάση τον Μάρκο εμείς πάμε ακόμη πιο πίσω, εξερευνούμε το πρώιμο ρεμπέτικο, τα σμυρναίικα. Επίσης, τις μουσικές των γειτονικών χωρών. Η Σύρος έτσι κι αλλιώς μπολιάζεται από νέους ανθρώπους που γοητεύονται και μένουν εδώ μόνιμα και φέρνουν μαζί τις μουσικές τους. Στην πρόβα μπαίνουν άνθρωποι και ακούν ή παίζουν μαζί μας, ακόμη και ξένοι», λέει ο Μαραγκός και παράλληλα μας ενημερώνει ότι εγκρίθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού η πρόταση του μουσικολόγου Χάρη Σαρρή για δημιουργία Εστουδιαντίνας και μελέτη των αστικών λαϊκών μουσικών της Σύρου, η οποία θα «τρέξει» τους επόμενους μήνες.

Από τον Μάρκο Βαμβακάρη στις γειτονιές της Σύρου: Η ζωντανή παράδοση του ρεμπέτικου-5
Οι νέοι στη Σύρο, ντόπιοι και επισκέπτες, διασκεδάζουν με ρεμπέτικα.

«Το ρεμπέτικο κουβαλά μια υποκουλτούρα, που υπάρχει ακόμη στη Σύρο. Πάει πακέτο με τα παιξίματα, είναι μια γνώση που δεν είμαι σίγουρος ότι μεταφέρεται στα ωδεία», λέει ο Πάρις Ξυνταριανός-Τσιροπινάς.

Οι παρέες πέριξ του Δημήτρη Μαραγκού, όπως και η διδασκαλία, αριθμούν πολλά χρόνια, ορχήστρα όμως τους έκανε πέρυσι η ιστορία της Χριστίνας Καραγιάννη, μιας Συριανής που ζει στην Αθήνα, καθηλωμένης σε ακινησία εκ γενετής λόγω αναπηρίας, που λόγω διαφόρων ατυχών γεγονότων έχει μείνει εκτός του προγράμματος προσωπικών βοηθών. «Βγήκαμε πέρυσι στον δρόμο να παίξουμε, ώστε να της εξασφαλίσουμε χρήματα, και το κάναμε σαν ορχήστρα, την οποία και κρατήσαμε. Ό,τι χρήματα βγάζουμε πηγαίνουν σε εκείνη, γιατί έτσι κι αλλιώς η υπόθεσή της δεν έχει τακτοποιηθεί. Η Χριστίνα μάς έκανε επαγγελματίες και μας έφερε πιο κοντά».

Από τον Μάρκο Βαμβακάρη στις γειτονιές της Σύρου: Η ζωντανή παράδοση του ρεμπέτικου-6
Η οργανοποιός Αθανασία Μπόλια στο εργαστήρι της, στο Αχλάδι.

Αυτό το «κοντά» είναι που κρατάνε όλοι τελικά. Ο Πάρις Ξυνταριανός-Τσιροπινάς, ο μουσικός που ήρθε από τη Χίο για σπουδές παίζοντας χιπ χοπ, έμεινε μόνιμα και αγάπησε στη Σύρο το ρεμπέτικο και τον Βαμβακάρη, σκέφτεται δυνατά: «Ως είδος κουβαλά μια υποκουλτούρα, μια underground κατάσταση, η οποία υπάρχει ακόμη εδώ. Πάει πακέτο με τα παιξίματα, είναι μια γνώση που δεν είμαι σίγουρος ότι μεταφέρεται στα ωδεία». Ο ίδιος είναι ο μοναδικός νέος που έχει και δισκογραφία με την πρόσφατη κυκλοφορία του Ερημονήσι (αν και αρκετοί ακόμη δημιουργούν τραγούδια). Ασχολείται επίσης με τα murals, έχοντας δημιουργήσει μάλιστα πίνακες σχετικούς με το ρεμπέτικο αλλά και μια μεγάλη τοιχογραφία όπου ο Βαμβακάρης εμφανιζόταν με τατουάζ και η οποία ασφαλώς δίχασε. Το έργο δεν υπάρχει πια, αλλά κατά τα λεγόμενά του έκανε τη δουλειά του: συζητήθηκε πολύ και έφερε τον ρεμπέτη πιο κοντά στους νέους, προτείνοντάς τον ως πηγή έμπνευσης έναντι των σύγχρονων ινδαλμάτων.

Από τον Μάρκο Βαμβακάρη στις γειτονιές της Σύρου: Η ζωντανή παράδοση του ρεμπέτικου-7
Ο μουσικός Πάρις Ξυνταριανός-Τσιροπινάς έχει φιλοτεχνήσει τον πίνακα που φιλοξενείται στο κατάστημα Βabesa στην Άνω Σύρο. Απεικονίζει τον Μυστικό Δείπνο, με τον Βαμβακάρη στη θέση του Χριστού και γύρω του, ως μαθητές, όλους τους μεγάλους ρεμπέτες.

Σε αντίθεση με τον Πάρι, η οργανοποιός Αθανασία Μπόλια, παρότι Συριανή, αγάπησε το ρεμπέτικο στη Θεσσαλονίκη, όπου βρέθηκε για σπουδές. Στο εργαστήριό της στο Αχλάδι, μέσα στα πριονίδια, μας μιλάει για τη διαφορά του τρίχορδου (ρεμπετομπούζουκο) από το τετράχορδο μπουζούκι, για τα αχλαδόσχημα προπολεμικά μπουζούκια με τον παλιακό γοητευτικό ήχο, για τις διαφορές του τζουρά και του μπαγλαμά. Όλα αυτά τα ακούμε ζωντανά το ίδιο βράδυ, στην ταβέρνα Πέτρινο. Τότε κάποιος από την παρέα, που ζει μεταξύ Αθήνας και Σύρου, μου λέει σκεπτικός: «Τώρα εσύ θα νομίζεις ότι η Σύρος είναι γεμάτη μπουζούκια». «Δεν είναι;» τον ρωτάω με αυτοπεποίθηση. Κοντοστέκεται για λίγο, κοιτάει τους υπόλοιπους και εκείνοι του απαντούν με μια φωνή και πλατιά χαμόγελα, σαν μόλις να το συνειδητοποίησαν και οι ίδιοι: «Είναι!».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Πού θέλεις να πας;

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT