Ήταν μία από τις σπάνιες επισκέψεις του στην Ελλάδα, κάπως εορταστική, αφού επρόκειτο να συναντήσει τους επί δεκαετίες συνεργάτες του στη χώρα μας, την οικογένεια της εταιρείας ΓΕΝΚΑ, που εισάγει και διανέμει τα προϊόντα της Poli Distillerie. Και, όπως γρήγορα κατάλαβα, ο Jacopo Poli δεν είναι ένας τυχαίος distiller.
Η ιστορία του αποστακτηρίου ξεκινά το 1898, όταν ο Giobatta Poli, πωλητής κρασιού, τοποθέτησε έναν αποστακτήρα πάνω σε κάρο και άρχισε να αποστάζει «πόρτα πόρτα», με πρώτη ύλη τα υπολείμματα των σταφυλιών. Ο γιος του, Giovanni, μετέτρεψε μια ατμομηχανή σε αποστακτήρα. Πατριάρχης της οικογένειας, με αυστηρές αρχές και υψηλή ηθική, ήταν από τους πρώτους στην περιοχή που απέκτησε αυτοκίνητο και τηλέφωνο. Στο τραπέζι του μαζεύονταν διανοούμενοι και ιερείς. Ο Toni Poli, τρίτη γενιά, βελτίωσε το αποστακτήριο το 1956 και μετέτρεψε την grappa σε κάτι εκλεπτυσμένο. Σήμερα, ο Jacopo Poli συνεχίζει την παράδοση με πάθος και σεβασμό στις αιώνιες αξίες της οικογένειάς του.

Η ευθύτητα με την οποία μιλάει για το αντικείμενό του είναι εντυπωσιακή: «Η grappa που φτιάχνουμε σήμερα είναι δέκα φορές καλύτερη από εκείνη που έκανε ο πατέρας μου», μου λέει χωρίς ίχνος έπαρσης. «Εκείνη ήταν καλή για τους ανθρώπους της εποχής της. Σήμερα, η γεύση έχει αλλάξει. Οι ανάγκες έχουν αλλάξει. Παλιά έπιναν grappa για να ζεσταθούν. Τώρα πια την πίνουν για απόλαυση».
Οικογενειακή υπόθεση κάθε μέρα
«Η μητέρα μου, Teresa, στα 85 της είναι ακόμα πρόεδρος της εταιρείας. Ο αδελφός μου, Andrea, είναι υπεύθυνος παραγωγής. Η αδελφή μου, Barbara, διαχειρίζεται τα οικονομικά. Η σύζυγός μου, Cristina, φροντίζει τα καταστήματα και τα μουσεία μας. Είμαστε παρόντες κάθε μέρα· η οικογένειά μας είναι ο τρόπος που ξέρουμε για να λειτουργεί όλο αυτό», εξηγεί.

Μέσα από τα λόγια του η λέξη «οικογένεια» αποκτά ειδικό βάρος. Δεν είναι κάτι ασυνήθιστο για τους Ιταλούς, είναι όμως απρόσμενο να το ακούς από έναν πολύ μεγάλο επιχειρηματία σαν αυτόν στα πρώτα λίγα λεπτά της κουβέντας. Μιλάει για τη συνέπεια και τη δέσμευση των μελών της, αλλά και για τις σχέσεις που αντέχουν στον χρόνο. «Με τη ΓΕΝΚΑ δουλεύουμε μαζί πάνω από 25 χρόνια. Όταν η Ελλάδα περνούσε δύσκολα, όταν κι εμείς δυσκολευόμασταν, η εμπιστοσύνη μας κράτησε. Δεν αλλάζεις εύκολα ανθρώπους που σε στήριξαν όταν τα πράγματα δεν ήταν εύκολα για σένα», λέει. Οι αλλαγές δεν είναι το φόρτε του. «Συνεχίζουμε να χρησιμοποιούμε τον αυθεντικό άμβυκα του 1898. Βεβαίως έχουμε προσθέσει και πιο σύγχρονους, όπως το μπεν μαρί και το vacuum μπεν μαρί με ενσωματωμένους αισθητήρες, που μας επιτρέπουν να ελέγχουμε με ακρίβεια κάθε στάδιο της απόσταξης – θερμοκρασία, πίεση, ροή. Τεχνολογία, αλλά πάντα με χειροποίητη ψυχή».
Ο κύριος Poli μιλάει σαν επιχειρηματίας αλλά και σαν τεχνίτης που έχει περάσει μια ζωή τελειοποιώντας το προϊόν του. «Η απόσταξη είναι σαν το μαγείρεμα. Ο ίδιος μπακαλιάρος μπορεί να γίνει στον φούρνο, στο τηγάνι, στον ατμό. Εμείς έχουμε πια πολλές μεθόδους, πολλές γλώσσες για να εκφράσουμε την ίδια ουσία». Τι είναι αυτή η ουσία; τον ρωτάω. «Η grappa μας δεν είναι μία, είναι πολλές, όπως και οι άνθρωποι. Διαφέρει ανάλογα με το σταφύλι, το καζάνι, τον χρόνο». Παράγουν grappa από Moscato, Amarone, Sassicaia, Vespaiolo, άλλες φρέσκες και άλλες παλαιωμένες. Αλλά παράγουν και λικέρ, μπράντι, βερμούτ, τζιν, ακόμα και ουίσκι παλαιωμένο σε βαρέλια amarone – σχεδόν πενήντα διαφορετικά προϊόντα. Καθεμία από τις ετικέτες τους έχει και μια ιστορία. Όπως εκείνη που αφιέρωσαν σε έναν εργαζόμενο που δούλευε μαζί τους για τριάντα χρόνια, τον Paolo. «Φτιάξαμε μια ειδική έκδοση της Sarpa Oro προς τιμήν του. Η αφοσίωσή του υπήρξε σπουδαία, αυτές οι συνεργασίες είναι οι αξίες μας».

Η σειρά Cleopatra Oro είναι ένα προϊόν αλχημείας περισσότερο παρά απόσταξης. Ο Jacopo Poli εμπνεύστηκε την ονομασία από την Κλεοπάτρα της Αιγύπτου, που λέγεται πως δημιούργησε τον πρώτο αποστακτήρα για να αποστάξει χρυσάφι. Έτσι γεννήθηκε ο Crysopea, ο καινοτόμος αποστακτήρας τύπου μπεν μαρί με vacuum λειτουργία, ένας αρτιότατος εξοπλισμός υψηλών προδιαγραφών. Η Cleopatra Oro είναι μια σειρά αποσταγμάτων που δημιουργούνται από πολύ φρέσκα σταφύλια με σπάνια καθαρότητα. Η ελαφριά παλαίωση σε δρύινα βαρέλια προσδίδει δομή, ενώ οι δύο βασικές ετικέτες της σειράς προσφέρουν εντελώς διαφορετικά αρωματικά προφίλ: Cleopatra Moscato Oro από σταφύλια Moscato Bianco, με έντονα φρουτώδη και ανθικά αρώματα, αλλά και Cleopatra Amarone Oro από Corvina, Rondinella και Molinara της Valpolicella, με πιο πλούσιο, θερμό και πικάντικο χαρακτήρα. «Χρειάζεται ο καταναλωτής να πάρει τον χρόνο του για να τις εξερευνήσει», εξηγεί.
Για τον χρόνο και τις ευκαιρίες
Όταν η κουβέντα στρέφεται στον προσωπικό του χρόνο, ο Jacopo χαμογελάει με ειλικρίνεια και μια δόση ενοχής: «Δεν έχω ποτέ αρκετό χρόνο. Δεν ξέρω τι σημαίνει η λέξη “ξεκουράζομαι”. Αν μπορούσα να διαλέξω τι να γράφει η ταφόπλακά μου, θα ήταν: “Δεν έχασε ούτε λεπτό από τη ζωή του, δυστυχώς”». Η ενοχή για το χάσιμο χρόνου είναι κάτι που κουβαλάει καιρό. «Στην εταιρεία μας οι εργαζόμενοι κάποτε ζήτησαν να βάλουμε μηχανή για καφέ. Δεν ήθελα. Για μένα, ο καφές σήμαινε χαμένος χρόνος. Τελικά με πίεσαν και τη βάλαμε. Και ξέρεις τι έγινε; Μου προσφέρουν καφέ. Τους βλέπω να χαμογελούν, να μιλάνε. Με έχουν καλέσει τρεις φορές να πιω καφέ μαζί τους. Και κάθε φορά νιώθω τύψεις και γιατί σπαταλώ χρόνο, και γιατί πίνω καφέ με δικά τους χρήματα», λέει με γέλια, που κρύβουν για λίγο τη συγκίνησή του.
«Αν έκανα άλλη δουλειά, θα ήθελα να δουλεύω σε βενζινάδικο· να γεμίζω τα ρεζερβουάρ των ανθρώπων. Όπως τα γεμίζω τώρα, με ένα άλλο καύσιμο».
Τον ρωτάω τι θα έκανε αν δεν είχε γεννηθεί σε οικογένεια αποσταγματοποιών. «Για χρόνια δεν ήμουν σίγουρος ότι αυτό ήθελα να κάνω. Όλοι μου έλεγαν “είσαι τυχερός, έχεις έτοιμη δουλειά”. Αλλά η ερώτηση ήταν: Αν είχα γεννηθεί σε άλλη οικογένεια, τι θα έκανα; Έφυγα για λίγο, δούλεψα στην Benetton και τότε ένιωσα το richiamo della foresta [την κραυγή του δάσους]. Κάτι με τραβούσε πίσω. Εκεί πήρα τη συνειδητή απόφαση να παλέψω για την οικογενειακή εταιρεία. Όχι επειδή έπρεπε, αλλά επειδή το ήθελα». Αν είχε άλλη μία ευκαιρία στη ζωή; «Θα σπούδαζα κάτι πιο ανθρωποκεντρικό: Θεολογία, Ανθρωπολογία. Αν έκανα άλλη δουλειά, θα ήθελα να δουλεύω σε βενζινάδικο· να γεμίζω τα ρεζερβουάρ των ανθρώπων. Όπως τα γεμίζω τώρα, με ένα άλλο καύσιμο».

