Δύο μικρά καΐκια κολλητά το ένα στο άλλο. Δύο άντρες κάνουν κουπί. Ο ένας φαίνεται να μισογελάει με τη φαιδρότητα της κατάστασης. Ο άλλος πιο συγκεντρωμένος: να γίνει η δουλειά και να περάσουν απέναντι, στον Γαλατά, που φαίνεται καθαρά στο βάθος. Και στα δύο καΐκια ταυτόχρονα ακουμπάει μια αυτοσχέδια πλατφόρμα, μερικά μαδέρια ουσιαστικά, και από πάνω ένα καμπυλωτό Renault 4CV, το μοναδικό, τότε, αυτοκίνητο του νησιού. «Αυτό ήταν το πρώτο φέρι μποτ του Πόρου», εξηγεί η Ντίνα Δάγκλη γελώντας και δείχνοντας τη φωτογραφία του ’50 που κρέμεται πίσω από τον πάγκο του οικογενειακού ζαχαροπλαστείου, πάνω από τους δίσκους με τα χιονισμένα αμυγδαλωτά και τα καρυδάτα. «Είναι δύο βάρκες ενωμένες και πάνω τους το αυτοκίνητο που είχε τότε ο γιατρός του νησιού, ο Κουνέλης. Ανέβαζαν και τον γιατρό μέσα και πήγαινε όλο αυτό το πράγμα μαζί», λέει.

Η καλή θέση του τοσοδούλη Πόρου έχει διαμορφώσει τον χαρακτήρα του νησιού. «Πάμε τσάκα τσάκα να φτάσουμε απέναντι», είναι σαν να ακούς τους βαρκάρηδες της σουρεαλιστικής φωτογραφίας. Το ίδιο πρόχειρα, χωρίς ιδιαίτερο σχεδιασμό, αλλά με την εγγύτητα του νησιού να λειτουργεί πάντα ενθαρρυντικά, οι παραθεριστές συνεχίζουν να περνούν και εκείνοι στο, λιγότερο διαφημισμένο, νησί του Σαρωνικού για να πάρουν μια γεύση από ανέμελο καλοκαίρι. Είναι προσβάσιμο οδικώς (συν μόλις πέντε λεπτά με το φέρι μποτ) από τον Γαλατά. Αλλιώς, το ταχύπλοο κάνει περίπου μία ώρα από τον Πειραιά και το αργό δυόμισι ώρες και κάτι, αφήνοντάς σε να χαζέψεις τους γλάρους, την Αίγινα και τα Μέθανα στην πορεία.

Η Βουγιουκλάκη απ’ την Αλίκη στο Ναυτικό, με τα κάπρι, τις καπελαδούρες, τον πειρατή και το τόπι της, ο Σεφέρης με τη Μαρώ στη βίλα Γαλήνη (τον πανέμορφο, «κόκκινο της Πομπηίας» ξενώνα του νησιού που φιλοξένησε από τον Χένρι Μίλερ μέχρι την Γκρέτα Γκάρμπο) και οι ήρωες από την Κιούκα του Κωστή Χαραμουντάνη όλο και κάπου τριγυρνάνε ακόμα στο νησί, που έχει γίνει κατά καιρούς κινηματογραφικό σκηνικό και δεύτερο σπίτι για προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών.

Το «άρωμα πεύκου και σιγή» που βρήκε εδώ ο ποιητής μπορεί να καλύπτεται πού και πού από τα beach bars των μεγαλύτερων ακτών, αλλά διασώζεται λίγα βήματα παραπέρα. Σε παραλίες με δέντρα που αγγίζουν σχεδόν τη θάλασσα και πρασινίζουν τα νερά, σε μικρές προβλήτες και στις ανθισμένες αυλές στο Νεώριο, στο Ρολόι και στο εκκλησάκι του Αγίου Αθανασίου με τη θέα από ψηλά, σε καφενεία και ταβέρνες όπου τρως με το μαγιό, και ανάμεσα στα σοκάκια βρίσκει κανείς ακόμα ένα νησί ζεστό και προσιτό, που θυμίζει παλιές διακοπές.
«Είναι ο παράδεισός μας»

Στο πιο ήσυχο κομμάτι της παραλίας στο Μεγάλο Νεώριο, λίγο πριν από το Λιμανάκι της Αγάπης και τον εντυπωσιακό αλλά και φασαριόζικο Ρώσικο Ναύσταθμο, τσαλαβουτάνε οικογένειες και ντόπιοι. Πίσω από τη στενή αμμουδιά, μερικά δέντρα που κρατάνε σκιά, ένα παγκάκι σε προνομιακή θέση για τους «παλιούς» και ακριβώς από πάνω ο Πέτρος (Λεωφ. Λαμπράκη, Μεγάλο Νεώριο, Τ/22980-22371), με τα γεμιστά, τους μουσακάδες, τα φασολάκια και τα μερακλίδικα ιμάμ που ονειρεύεσαι να φας μετά το μπάνιο, με τα αλάτια ακόμα. Εδώ, όπως και στο μεγαλύτερο μέρος του νησιού, η μόδα των απρόσωπων all-day μαγαζιών δεν έχει κάνει ακόμα απόβαση. Εντελώς οικογενειακή υπόθεση το ταβερνάκι, με μάνα, κόρη, γιαγιά και ξαδέρφη να δουλεύουν στην κουζίνα. Εκτός από τα μαγειρευτά της βιτρίνας, που τα κάνουν με ντόπιο ελαιόλαδο, έχουν και ωραία ψητή σαρδέλα, αλλά και μεγαλύτερα ψάρια που σερβίρουν με χόρτα και κολοκυθάκια. «Ο Πόρος είναι ο παράδεισός μας. Είμαι πολύ χαρούμενη που ζω εδώ. Είμαστε δίπλα στην Αθήνα, στο Ναύπλιο, στην Κόρινθο… Μπορείς να κάνεις εκδρομές παντού και να γυρίσεις πίσω. Αυτό το νησί, επειδή μπορείς να φύγεις και οδικώς, έχει το χαρακτηριστικό ότι δεν σε κλείνει. Δεν σε απομονώνει», λέει η μαμά, Σοφία, πριν φέρει καρπουζάκι για επιδόρπιο.

Πίσω στο λιμάνι, στο καφενείο της πλατείας Κορυζή ή αλλιώς «στου Βέτα» (πλατεία Κορυζή, Τ/22980-22375) τα μεσημεριανά ουζάκια δίνουν και παίρνουν. Παλιός καπετάνιος, ο Βέτας άνοιξε το μαγαζί το ’75. Το κληρονόμησαν ο Γιώργος και η Ειρήνη και το κράτησαν πάνω κάτω ίδιο. Έχουν φτιάξει μια πολύ καλή συλλογή με αποστάγματα που πίνεις με θέα τη θάλασσα και την περατζάδα. Ταιριάζουν γάντι με την old-school ποικιλία της Ειρήνης με σπιτικά κεφτεδάκια, γερή κοπανιστή που μουδιάζει το στόμα, σουτζούκι, αγγουράκι και ντοματούλα. Το βράδυ, που τα πέρα-δώθε μπροστά στο λιμάνι και τα ιστιοπλοϊκά πυκνώνουν ακόμα περισσότερο, κάνουν και λουκουμάδες στην παλιά μηχανή, πλάι στην είσοδο του μαγαζιού.
Με ιταλική σφραγίδα

Συνεχίζοντας προς την Πούντα, τη «γειτονιά των ψαράδων», εμφανίζεται το Casanova (Παραλιακή οδός 36, 22980-35294) με την ασβεστωμένη του αυλή και τα κόκκινα καρό τραπεζομάντιλα – ένα ιταλικό που θα θέλαμε να έχουμε και στην Αθήνα. Το μενού βασίζεται σε ιταλικά και ντόπια προϊόντα, σε ιδέες από ταξίδια και σε μεσογειακές συνταγές· μπορεί να πετύχει κανείς από κλασικό vitello tonnato με καππαρόμηλα μέχρι φρέσκο μεθανιώτικο χταπόδι μαγειρεμένο με κρασί Σικελίας και από φίνα tortelloni αστακού σε ζωμό γαρίδας και φασκόμηλου μέχρι νιόκι με salsiccia.

Η σπαγκετάδα frutti di mare του Casanova.
Με ένα καλοφτιαγμένο απεριτίβο στο χέρι, τσιμπολογάς πίτσα με καπνιστή πανσέτα, γκοργκοντζόλα και μπόλικο χοντροτριμμένο πιπέρι ή πέφτεις βουρ στην επική μακαρονάδα frutti di mare με γαρίδες, καραβίδες, μύδια, κυδώνια, καλαμάρι και μια βαθιάς νοστιμιάς σάλτσα που θες να τη φας με το κουτάλι. Τα τραπέζια γεμίζουν με ζευγάρια που ρομαντζάρουν, με παρέες ντόπιων παραθεριστών αλλά και με επισκέπτες από διάφορες γωνιές του κόσμου που φτάνουν στον Πόρο, κάποιες φορές μετά την Επίδαυρο και άλλες με τις οργανωμένες και ακριβοπληρωμένες εκδρομές με γιοτ που ξεκινούν από την Αθήνα.

Απαραίτητη είναι και η στάση στο νεοκλασικό με την κόκκινη πόρτα, εκεί κοντά. Νέας γενιάς ζαχαροπλάστρια, η Σωτηρία Αρώνη έμαθε πρώτα τη δουλειά πλάι στους γονείς της και έπειτα έκανε σπουδές: χημικός μηχανικός στο Μετσόβιο με ειδίκευση στα τρόφιμα, παγωτό στη σχολή της Carpigiani στην Μπολόνια, βιενουαζερί στο Παρίσι, σοκολάτα στην Αγγλία… Και τώρα συνεχίζει να μαζεύει γνώσεις και να τις εφαρμόζει στο οικογενειακό ζαχαροπλαστείο Βεσσαλά (22980-25890). Τα έτοιμα μείγματα δεν έχουν καμία θέση στο εργαστήριό της. Κανονικά αυγά, γάλα από συνεταιρισμό έξω από το Ναύπλιο, φιστίκια από την Αίγινα (και όχι μόνο κατ’ όνομα Αιγίνης), αμύγδαλα από φίλο παραγωγό στη Λάρισα· τέτοιες είναι οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιεί.

Το εκλέρ, η γαλατόπιτα, οι τούρτες και το μιλφέιγ με χειροποίητη σφολιάτα είναι μερικά μόνο από τα σουξέ της, όπως και το φανταστικό παγωτό: μαστιχωτό και λουλουδάτο καϊμάκι, πλούσιο παρφέ, γλυκόπικρο περγαμόντο κ.ά. Με φρούτα από το οικογενειακό κτήμα στο Λεμονοδάσος φτιάχνει τις μαρμελάδες και τα γλυκά του κουταλιού που αξίζει να δοκιμάσεις, ενώ με τους χυμούς τους τα σορμπέ, όπως το δροσιστικό, όλο φρεσκάδα σαγκουίνι και τις γρανίτες.
Πευκόφυτες διαδρομές

Μπορεί ο Πόρος να ενδείκνυται για αποδράσεις του Σαββατοκύριακου, αλλά στην πραγματικότητα δεν χωράει μέσα σε δύο μέρες. Αν θέλεις, μπορείς να μην πάρεις ούτε αυτοκίνητο ούτε μηχανή και να κινηθείς μόνο με τα πόδια, ανάμεσα στη Χώρα και στο γοητευτικό Νεώριο, μοιράζοντας τον χρόνο σου σε βουτιές, νοστιμιές και επισκέψεις στο Αρχαιολογικό Μουσείο (Πλατεία Κορυζή, Τ/22980-23276) και στην γκαλερί Citronne (Πλατεία Αφών Βιρβίλη, Τ/6979-989684). Ή μπορείς και να ξανοιχτείς. Οι βόλτες μέσα στα πεύκα, προς τη Βαγιωνιά, τη βόρεια παραλία του νησιού, προς το εμβληματικό Μοναστήρι και την ομώνυμη αμμουδιά ή προς τη Φούσσα και τον Ναό του Ποσειδώνα είναι κοντινές, εύκολες και γρήγορα γεμίζουν τα πρωινά και τα απογεύματα. Μια καλή ιδέα για ξεκίνημα είναι ο ελληνικός στο Μελίστακτο (Μονή Ζωοδόχου Πηγής, 6972-601190). Διακόσια μέτρα από την ιστορική Μονή Ζωοδόχου Πηγής, στο τέρμα του δρόμου, σε ένα «μπαλκονάκι» κάτω από τα πλατάνια, ο Μελέτης και η σύζυγός του, Νεκταρία, σερβίρουν καφέδες ανακατεμένους με στίχους του Σεφέρη από μνήμης, νέα από τις προσπάθειες των Ποριωτών να σταματήσουν την επέκταση των ιχθυοκαλλιεργειών και ιστορίες που ξεκινούν από τον Δημοσθένη, που ήπιε στον Πόρο το κώνειο, και φτάνουν μέχρι τον Χένρι Μίλερ, που ένιωθε να «πλέει» στους δρόμους του νησιού. Ο κατάλογος (ο μαυροπίνακας δηλαδή) έχει ελάχιστα ακόμη: ομελέτα, γλυκά του κουταλιού, σπιτική λεμονάδα, μια πίτα και ένα τροφαντό γαλακτομπούρεκο με κατσικίσιο γάλα. Στην πηγή με το τρεχούμενο νερό μπορείς να βρέξεις το πρόσωπό σου πριν συνεχίσεις προς το Μοναστήρι.

Στον δρόμο για το Ιερό του Ποσειδώνα, πάλι, αξίζει μια στάση στον Παράδεισο (Φούσσα, Τ/22980-23419), μια δημοφιλή εξοχική ταβέρνα μέσα στο δάσος. Έχει κληματαριές και θέα θάλασσα, έχει και κλασικά λεμονάτα, κρασάτα και ριγανάτα σε γενναίες μερίδες, ό,τι πρέπει για τις μεγάλες πείνες μετά τα μακροβούτια.
Στο Ρολόι και πίσω στο λιμάνι

Ανεβαίνοντας τα σοκάκια της Χώρας από τον γαλάζιο Πύργο του Ρολογιού, συναντάς την Ταβέρνα του Δημήτρη (25ης Μαρτίου 12, Τ/6974-506879), που ξεκίνησε ως κρεοπωλείο και σταδιακά επεκτάθηκε απέναντι. Πρώην ναυτικός, ασυρματιστής, ο Δημήτρης είναι μορφή και ξέρει το κρέας απ’ έξω και ανακατωτά. Όπως λέει ο ίδιος, μεγάλο μέρος της γνώσης του το χρωστάει σε έναν Ιρλανδό, από παλιά οικογένεια κρεοπώληδων, που έμεινε δεκάξι χρόνια στον Πόρο και του έμαθε τα πάντα γύρω από τη διαχείριση ολόκληρων των ζώων. Κάπως έτσι, πλάι στα πατροπαράδοτα παϊδάκια προέκυψαν οι σταβλίσιες μπριζόλες, το αρνίσιο φιλέτο από μπούτι, οι Τ-bone, τα σερλόιν και οι άλλες κοπές. Τα εννιά του παιδιά δουλεύουν τα υπόλοιπα πόστα της ταβέρνας, από την ψησταριά μέχρι το σέρβις.

Λίγα βήματα παραπέρα, κάτω από τα κρεμαστά φωτάκια του Φλοτέρ (25ης Μαρτίου, Τ/22980-23821), σερβίρουν περιποιημένα κοκτέιλ και το πιο ωραίο τζιν τόνικ του νησιού.

Τα σουβενίρ πριν από την αναχώρηση δεν είναι άλλα από τα «αχλαδάκια» του Δάγκλη (Γ. και Κ. Κωστελένου, Τ/22980-24531). Μια βαθιά εισπνοή ανθόνερου που μοσχοβολάει το μαγαζί και γρήγορα τα κουτιά γεμίζουν με τέλεια καρυδάτα, ελαφρώς αρωματισμένα με κανέλα, και παραδοσιακά αμυγδαλωτά, τρυφερά και μελένια. Από το 1976 που άνοιξαν μέχρι σήμερα ακολουθούν τον ίδιο τρόπο παρασκευής: ξεκινούν με ελληνικά, αναποφλοίωτα αμύγδαλα (έξτρα κόπος να τα βράσεις, να περιμένεις να στεγνώσουν, να τα ξεφλουδίσεις και να τα τρίψεις, αλλά και έξτρα νοστιμιά) και έπειτα πλάθουν στο χέρι το τρίμμα μαζί με μέλι, ζάχαρη και ανθόνερο. Και το παγωτό αμυγδαλωτό είναι επίσης καλή παρηγοριά για τον δρόμο μέχρι το λιμάνι.

