Καλογεράκια στο «Κ»: Ανοίξαμε, λοιπόν, ένα βιβλίο με ποιήματα…

Καλογεράκια στο «Κ»: Ανοίξαμε, λοιπόν, ένα βιβλίο με ποιήματα…

Ο Μιχάλης και ο Παντελής Καλογεράκης μας διηγούνται την πορεία τους από τα παιδικά χρόνια στην Κρήτη μέχρι την επιτυχία τους στη μουσική σκηνή της Αθήνας μέσω της μελοποιημένης ποίησης

6' 20" χρόνος ανάγνωσης

Γελάω μόνος μου την ώρα που κατεβαίνω με τα πόδια τη Μάρκου Μουσούρου από το ύψος του Νεκροταφείου όπου μένω έως το καφέ Odeon, στο Μετς, και σκέφτομαι να ρωτήσω τα δύο αδέρφια πώς γνωρίστηκαν, για να σπάσω τον πάγο, να μη με πάρουν πολύ στα σοβαρά. Με το που φτάνω, δεν κρατιέμαι, την πετάω την κρυάδα μου. «Σε ένα πολύ σκοτεινό και ζεστό μέρος, πριν από τριάντα δύο χρόνια», μου λέει ο Παντελής ενώ βολευόμαστε γύρω από ένα σιδερένιο τραπέζι. Παραγγέλνουμε καπουτσίνο, ζεστό τσάι με μέλι και ένα αναψυκτικό με γεύση ροζ γκρέιπφρουτ. Το μαγνητόφωνο έχει ανοίξει ήδη από το σερβίρισμα των νερών.

Πώς ήταν να μεγαλώνετε ως δίδυμοι;

Μ.Κ. Μας θυμάμαι να παίζουμε στο δωμάτιό μας. Κάναμε πολλή παρέα μεταξύ μας. Έχουμε έναν ακόμα αδερφό, τον Νικόλα, αλλά όταν γεννήθηκε, ήμασταν ήδη δέκα χρονών.

Πώς ξεκινήσατε να ασχολείστε με τη μουσική; 

Μ.Κ. Πρώτα μάς τράβηξε η ποίηση, μετά ήρθε η μουσική. Στην αρχή ως παιχνίδι. Υπήρχαν στο σπίτι μας πολλές ποιητικές συλλογές.

Π.Κ. Μας είχαν εξοικειώσει οι γονείς γενικότερα με την έννοια του βιβλίου, καθώς ήταν δάσκαλοι.

Μ.Κ. Είμαστε ένα σόι όλο καθηγητές. Της μάνας μας είναι δάσκαλοι και τα δύο της αδέρφια. 

Π.Κ. Κάθε καλοκαίρι μάς έπαιρναν τις Διακοπές με τον Ροζ Πάνθηρα. Γι’ αυτό πιάσαμε ως παιχνίδι το βιβλίο αντί για το PlayStation. 

Μ.Κ. Δεν ήταν και τόσο διαδεδομένες οι κονσόλες τότε. Στο Ηράκλειο, τουλάχιστον στο σπίτι μας, τα πράγματα έρχονταν πιο αργά. Ούτε τηλεόραση έπαιζε.

«Πρώτα μάς τράβηξε η ποίηση, μετά ήρθε η μουσική. Στην αρχή ως παιχνίδι. Υπήρχαν στο σπίτι μας πολλές ποιητικές συλλογές». 

Για τη μουσική λέγαμε. 

Μ.Κ. Α, ναι. Εγώ στο Λύκειο, έχοντας κάνει κάποια μαθήματα κιθάρας, άρχισα να γράφω μουσική πάνω σε λόγια που είτε τα γράφαμε εμείς είτε τα έβρισκα από ποιήματα, δίχως να καταλαβαίνω τι κάνω. Εκείνη την εποχή, η φιλόλογός μας και πολύ σημαντικός άνθρωπος για μας, η Ντιάνα Μανουρά [σ.σ.: υπήρξε, επίσης, ραδιοφωνική παραγωγός της ΕΡΤ Ηρακλείου· πέθανε το 2017], μας έδωσε κάποια ποιήματα και μου είπε εμένα να τα μελοποιήσω. Κάπως έτσι ξεκίνησε, πιο συνειδητά, η σχέση μου με τη μελοποιημένη ποίηση.

Κι εσένα, Παντελή;

Π.Κ. Οι γονείς μας με πήγαν να μάθω βιολί, κάτι που εμένα δεν μου άρεσε καθόλου, γιατί όπως όλα τα μουσικά όργανα ήθελε αφοσίωση. Ωστόσο, μου άρεσε πολύ να γράφω και γενικά να έχω το χέρι μου πάνω στο χαρτί – κράταγα ημερολόγιο, ζωγράφιζα. Επίσης, ήμουν του τραγουδιού. Κλειδωνόμουν στο μπάνιο, έβαζα τα ακουστικά μου και τραγούδαγα. 

Καλογεράκια στο «Κ»: Ανοίξαμε, λοιπόν, ένα βιβλίο με ποιήματα…-1

Έχεις άλλες τέτοιες ωραίες αναμνήσεις;

Π.Κ. Ναι, έχω μία απ’ όταν μαζεύαμε τις ελιές στο χωριό μας, τις Γωνιές Πεδιάδος. Έχουμε ένα σπίτι εκεί και σε ένα διάλειμμα από τη δουλειά μπήκαμε μέσα για να φάμε το κατιτίς μας. Ανοίξαμε, λοιπόν, ένα βιβλίο με ποιήματα του Σεφέρη σε ένα σημείο που μιλούσε για μια αράχνη [σ.σ. πρόκειται για το ποίημα Το σπίτι κοντά στη θάλασσα], ένα από τα πιο ωραία του ποιήματα, παρεμπιπτόντως. Εμείς, όμως, τότε το διαβάζαμε και λυνόμασταν στα γέλια. 

Μ.Κ. Θυμάμαι τι γέλια είχαμε κάνει και με κάτι άλλα βιβλία που είχαν οι γονείς μας, με ποιήματα ομοιοκατάληκτα, στην καθαρεύουσα.

Π.Κ. Εγώ τα απήγγελλα.

Μ.Κ. Ήμασταν μικρά παιδιά χαρά γεμάτα. Ψάχναμε αφορμή για να γελάσουμε, δεν υπήρχε καμία σοβαρότητα.

Κάτι «έγραφε», όμως, όλο αυτό μέσα σας.

Μ.Κ. Σίγουρα κάτι άφηνε.

Στην Αθήνα ήρθατε στα δεκαοκτώ;

Μ.Κ. Ναι, έχοντας ήδη γνωρίσει στην Κρήτη τον Μιχάλη Γκανά. Όντας μαθητές, είχαμε μελοποιήσει κάποια ποιήματά του και σε μια εκδήλωση που είχε γίνει για εκείνον ανεβήκαμε στη σκηνή και του τα τραγουδήσαμε. Ήμασταν δεκαέξι-δεκαεπτά χρονών. Συγκινηθήκαμε, συγκινήθηκε, δημιουργήθηκε μια πολύ ιδιαίτερη σύνδεση μαζί του. Μας είπε: «Άμα έρθετε στην Αθήνα, ελάτε να με βρείτε». Εμείς τότε δεν ξέραμε τι ακριβώς θέλαμε να κάνουμε στη ζωή μας, αν και το ότι θα ασχοληθούμε με την τέχνη, ως κατεύθυνση, ήταν εξαρχής ξεκάθαρο, όπως και το ότι μετά το σχολείο θα ανεβαίναμε στην Αθήνα. Όταν ήρθαμε λοιπόν –συγκατοικήσαμε δέκα χρόνια με τον Παντελή–, εγώ άρχισα να κάνω παρέα με τον Γκανά.

Ήρθατε για να σπουδάσετε;

Π.Κ. Ναι, οι σχολές μάς έφεραν στην Αθήνα. Εγώ πέρασα στο Οικονομικό της Νομικής και όταν ήρθα είχα μεγάλη όρεξη να ζήσω την πόλη το βράδυ, να χορέψω, να γνωρίσω κόσμο. Κάπως έτσι κύλησε ο πρώτος καιρός: με γλέντι με τα παιδιά που γνώρισα εδώ, με μουσική και ποίηση, με τις συναυλίες μας. Η πρώτη μας ήταν στο Μακάρι, στα Εξάρχεια. 

Τα πήρατε τα πτυχία σας;

Μ.Κ. Βέβαια, κάναμε και μεταπτυχιακά, χαμός. Εγώ σπούδασα Οργάνωση και Διοίκηση Επιχειρήσεων και μετά έκανα μεταπτυχιακό στα Οικονομικά και στο Δίκαιο του Περιβάλλοντος. 

Π.Κ. Εγώ στα είκοσι τέσσερα μπήκα στη Δραματική του Ωδείου Αθηνών, την τελείωσα στα είκοσι εννιά, στα τριάντα πήρα το πτυχίο μου από το Οικονομικό, στα τριάντα ένα έκανα το μεταπτυχιακό μου στην Πληροφορική.

Ας επιστρέψουμε στην ποίηση… 

Μ.Κ. Ο Γκανάς, που λες, μου σύστησε τον Νίκο Μοσχοβάκο, εγώ ήξερα τον Γιάννη Στίγκα, γνωρίσαμε και τον Ντίνο Σιώτη. Για μένα, τα πρώτα χρόνια στην Αθήνα ήταν η παρέα μου με αυτούς τους ανθρώπους. Τους έπαιρνα κάθε μέρα τηλέφωνο να μάθω πώς είναι και τι κάνουν, να πάω να πιω καφέ μαζί τους. Μελοποιούσα ποιήματά τους και τους τα έπαιζα στην κιθάρα.

Παράξενο μου φαίνεται όλο αυτό. Ήσουν ένα παιδί δεκαοκτώ χρονών και οι άλλοι φτασμένοι ποιητές, πολύ μεγαλύτεροί σου.

Μ.Κ. Παράξενο φαίνεται, αλλά ήταν κανονικότητα. Συντονιζόμουν πολύ με αυτούς τους ανθρώπους, τα λέγαμε πολύ ωραία, ένιωθα οικεία και άνετα μαζί τους. Ήξερα, άλλωστε, ότι η μελοποιημένη ποίηση ήταν αυτό που ήθελα να κάνω.

Η δισκογραφία πότε ήρθε; 

Μ.Κ. Το 2015. Το Ιστορικό Αρχείο Κρήτης μού ανέθεσε να μελοποιήσω κάποια αποσπάσματα από το Βουκολικόν του Παύλου Βλαστού, ένα βιβλίο του 19ου αιώνα. Αφού έγινε η παρουσίαση, μας πρότειναν να ηχογραφήσουμε το έργο σε δίσκο. Ακολούθησαν πέντε άλμπουμ: Το Προσωπικό, το Κάτι παράξενο, τα Ρεμπώτικα, το Βαρβάρα Πρότζεκτ και τα Παραμύθια της Μελπομένης, που δεν έχουν βγει ακόμη όλα τα τραγούδια τους, μόνο τα πρώτα σινγκλ.

Η Μαρία Φαραντούρη τραγούδησε στον δεύτερο δίσκο σας. Πώς τα καταφέρατε;

Μ.Κ. Είδε μάλλον ότι έχουμε σώας τας φρένας και καταλαβαίνουμε για ποιον λόγο την προσεγγίζουμε, και μας εμπιστεύτηκε.

Από τις δουλειές σας, ποια είναι η αγαπημένη σας;

Π.Κ. Εγώ, που τη φάση την αντιμετωπίζω ως ηθοποιός, θα πω τα Ρεμπώτικα, επειδή μέσα σε αυτή τη δουλειά είμαι πιο πολύ ο εαυτός μου.

Μ.Κ. Τα Ρεμπώτικα τα δουλεύαμε πολλά χρόνια, μας είχε φανεί ενδιαφέρον το να βάλουμε αποσπάσματα από επιστολές του Ρεμπώ μέσα σε ρεμπέτικα τραγούδια. Αγαπώ πολύ, όμως, τις τελευταίες δύο μας δουλειές, τη Βαρβάρα και τα Παραμύθια της Μελπομένης

Ζείτε από τη μουσική ή έχετε και πρωινές δουλειές;

Π.Κ. Εγώ έχω. Δουλεύω σε μια εταιρεία λογισμικού ως business analyst και project manager. Ακούγεται πολύ βαρύγδουπο, ε;

Μ.Κ. Εγώ, πέρα από τα άλλα μουσικά πρότζεκτ που «τρέχω», εδώ και δύο-τρία χρόνια δεν έχω πρωινή δουλειά, παρότι έχω κάνει πολλές στο παρελθόν: έχω πουλήσει ντόνατς, δούλευα στις αποθήκες των ΕΛΤΑ. Βγαίνω οικονομικά, αλλά δεν μπορώ να αντέξω ένα αυτοκίνητο, δεν μπορώ ανά πάσα στιγμή να θελήσω κάτι και να το πάρω. Ζω φτωχικά. Αυτό, το να το πει κάποιος αλλά και να το κάνει πράξη, είναι ταμπού στις μέρες μας. Συγκατοικώ με την κοπέλα μου κι αυτό βοηθάει κάπως οικονομικά. 

Το καλοκαίρι έκανε αίσθηση το Χρυσοπράσινο γκλίτερ, στιχουργική διασκευή του Χρυσοπράσινου φύλλου, στην οποία συμμετείχατε.

Μ.Κ. Τους στίχους τούς έγραψε ο φίλος μας Σταύρος Τσαντές και μας βρίσκουν απόλυτα σύμφωνους. Είναι σημαντικό να βγαίνουν τέτοια τραγούδια, μόνο και μόνο για να δημιουργούν αμηχανία στα αυτιά που δεν θέλουν να τα ακούσουν.

*Ο Μιχάλης και ο Παντελής Καλογεράκης θα εμφανιστούν την Πέμπτη 16 Ιανουαρίου στον Σταυρό του Νότου Plus, με καλεσμένους τη Νεφέλη Φασούλη, τη Γωγώ Δελογιάννη, τον Απόστολο Κίτσο και τον Σταύρο Τσαντέ. Όλες τις Δευτέρες του Ιανουαρίου είναι καλεσμένοι της Μάρθας Φριντζήλα στο πρόγραμμα Kubara Project – Η επιστροφή που παρουσιάζεται στο Κύτταρο. Eισιτήρια και για τις δύο εκδηλώσεις στο More.com.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT