Ο Γκουστάβ Φλομπέρ γεννήθηκε σε ευκατάστατη οικογένεια στη Ρουέν της Γαλλίας. Ο πατέρας του, Ακίλ-Κλεoφά, ήταν επικεφαλής χειρουργός του νοσοκομείου Hôtel-Dieu, ενώ η μητέρα του, Αν-Ζυστίν-Καρολίν, καταγόταν από αστική οικογένεια της περιοχής.
Ξεκίνησε τη λογοτεχνική του καριέρα όταν ήταν ακόμα στο σχολείο, με το πρώτο του δημοσιευμένο έργο να εμφανίζεται στην επιθεώρηση Le Colibri το 1837. Τον Νοέμβριο του 1841 γράφτηκε στη Νομική Σχολή στο Παρίσι, όμως αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τις σπουδές του εξαιτίας προβλημάτων υγείας. Αυτό, όμως, είχε ως αποτέλεσμα να αφιερώνει όλο τον χρόνο του στη λογοτεχνία. Μετά τον θάνατο του πατέρα και της αδελφής του, στις αρχές του 1846, ο Φλομπέρ αποσύρθηκε με τη μητέρα του στο κτήμα τους, κοντά στη Ρουέν· εκεί θα περνούσε σχεδόν όλη την υπόλοιπη ζωή του.
Τρία χρόνια αργότερα, ξεκίνησε με τον Μαξίμ ντι Καμπ ένα ταξίδι στην Ανατολή, κατά τη διάρκεια του οποίου, επισκέφθηκε την Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, τη Συρία, την Τουρκία, την Ελλάδα και την Ιταλία – από τον Νοέμβριο του 1849 έως τον Απρίλιο του 1851. Πολλά απ’ όσα παρατήρησε κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού, θα τροφοδοτούσαν αργότερα τα γραπτά του.
Χαρακτηριστικό είναι δε ότι μερικά από τα έργα της ωριμότητάς του ασχολήθηκαν με θέματα για τα οποία είχε προσπαθήσει να γράψει και πολύ πριν. Στην ηλικία των 16 ετών, για παράδειγμα, ολοκλήρωσε το χειρόγραφο του έργου «Απομνημονεύματα ενός τρελού», το οποίο αφηγούνταν το καταστροφικό του πάθος για την Ελίζα Σλέσιντζερ, σύζυγο μουσικού εκδότη και 11 χρόνια μεγαλύτερή του, την οποία είχε γνωρίσει το 1836.
Η ιστορία αποκαλύφθηκε 35 χρόνια αργότερα, όταν εκείνη ήταν πια χήρα. Η Ελίζα αποτέλεσε πρότυπο και για τον χαρακτήρα της Μαρί Αρνού στο μυθιστόρημα του Φλομπέρ «Η αισθηματική αγωγή». Το συγκεκριμένο έργο, πριν λάβει την οριστική του μορφή, είχε γραφτεί δύο φορές˙ το 1842 με τίτλο «Νοέμβριος» και μεταξύ 1843 και 1845, οπότε φαίνεται ο τίτλος με τον οποίο, αρκετά αργότερα, η ιστορία έμεινε γνωστή.
Το 1851 ξεκίνησε να γράφει ένα από τα διασημότερα έργα του, τη «Μαντάμ Μποβαρί», πάνω στο οποίο εργάστηκε περίπου 4,5 χρόνια. Ο Ντι Καμπ, ο οποίος είχε ιδρύσει το περιοδικό Revue de Paris, τον παρότρυνε να επισπεύσει, χωρίς αποτέλεσμα όμως. Το μυθιστόρημα, με τον υπότιτλο Επαρχιακά Eθιμα, δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στο περιοδικό από την 1η Οκτωβρίου έως τις 15 Δεκεμβρίου 1856, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις στη γαλλική κοινωνία. Στις αρχές του επόμενου έτους (Ιανουάριος – Φεβρουάριος 1857), η κυβέρνηση έφερε τον συγγραφέα ενώπιον του δικαστηρίου, κατηγορούμενο για προώθηση της ανηθικότητας μέσω του μυθιστορήματός του. Ο Φλομπέρ γλίτωσε την καταδίκη οριακά, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς πως έξι μήνες αργότερα το ίδιο δικαστήριο έκρινε ένοχο για την ίδια κατηγορία τον Σαρλ Μποντλέρ.
Μετά την περιπέτεια αυτή και μια μακρά ενασχόληση με τον βαρετό, όπως τον θεωρούσε, κόσμο της αστικής τάξης, ο Φλομπέρ αποφάσισε να δουλέψει πάνω σε μια τελείως διαφορετική θεματική. Επόμενο έργο του ήταν το μυθιστόρημα «Σαλαμπό», το οποίο διαδραματίζεται στην αρχαία Καρχηδόνα. Πρόκειται για την ιστορία της Σαλαμπό, κόρης του Αμίλκαρου, ενός φανταστικού χαρακτήρα, που συνυπάρχει με το αυθεντικό ιστορικό υπόβαθρο στην Καρχηδόνα του 3ου αι π.Χ. Κατά τα επόμενα χρόνια, έγραψε πολλά ακόμα μυθιστορήματα, και τον Νοέμβριο του 1869 κυκλοφόρησε η «Αισθηματική Αγωγή» στην ολοκληρωμένη πλέον μορφή της.
Το τέλος της ζωής του σημαδεύτηκε από πολλές δυσκολίες, τόσο οικονομικές όσο και υγείας, ενώ είχε χάσει και τους περισσότερους από τους φίλους του. Εφυγε από τη ζωή τον Μάιο του 1880, σε ηλικία 58 ετών, από εγκεφαλική αιμορραγία και θάφτηκε στη Ρουέν.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης
