Κίνηση κορυφής για τη μείωση των πυρηνικών

Η Αθήνα συμμετέχει ενεργά στην Πρωτοβουλία των Εξι Εθνών για την ειρήνη και τον αφοπλισμό

7' 31" χρόνος ανάγνωσης

Στις 22 Μαΐου 1984 ο Ανδρέας Παπανδρέου μαζί με άλλους πέντε ηγέτες –την πρωθυπουργό της Ινδίας Ιντιρα Γκάντι, τον πρωθυπουργό της Σουηδίας Ούλοφ Πάλμε, τον πρόεδρο του Μεξικού Μιγκέλ ντε λα Μαδρίδ, τον πρόεδρο της Αργεντινής Ραούλ Αλφονσίν και τον πρόεδρο της Τανζανίας Τζούλιους Νιερέρε– ξεκίνησαν την Πρωτοβουλία των Εξι Εθνών για την ειρήνη και τον αφοπλισμό. Εξηγώντας τον ρόλο της Ελλάδας σ’ αυτή τη διεθνή προσπάθεια, ο Παπανδρέου τόνισε: «Η αποτροπή ενός πυρηνικού πολέμου δεν είναι υπόθεση μόνο των υπερδυνάμεων. Είναι ένα ζήτημα που μας αφορά όλους άμεσα, καθώς απειλεί τις ζωές μας».

Κίνηση κορυφής για τη μείωση των πυρηνικών-1
Ανδρέας Παπανδρέου και Ούλοφ Πάλμε με τις συζύγους τους Μαργαρίτα και Λίσμπετ.

Η ιδέα προωθήθηκε αρχικά στα μέσα του 1983, στην κορύφωση της κρίσης των ευρωπυραύλων, από την οργάνωση Parliamentarians for World Order (PWO), ένα διεθνές δίκτυο περισσότερων από 600 νομοθετών σε 33 χώρες. Η PWO, που ιδρύθηκε το 1980, είχε μοναδική πρόσβαση σε κάθε επίπεδο του πολιτικού συστήματος, από τα υψηλά κυβερνητικά κλιμάκια μέχρι τη βάση, κάτι που της επέτρεπε να συντονίζει ταυτόχρονες νομοθετικές πρωτοβουλίες σε παγκόσμια κλίμακα. Μεταξύ των βουλευτών που εργάστηκαν παρασκηνιακά για την έναρξη της Πρωτοβουλίας των Εξι Εθνών ήταν ο Ολαφουρ Γκρίμσον από την Ισλανδία, ο Ντάγκλας Ρος από τον Καναδά και ο Τζον Σίλκιν από το Ηνωμένο Βασίλειο. Από τα μέσα του 1983 αυτή η ομάδα βουλευτών ξεκίνησε επαφές με επιλεγμένους κυβερνητικούς ηγέτες προκειμένου να συζητήσουν προτάσεις για μια συντονισμένη διεθνή δράση που θα έδινε νέα ώθηση στις διαδικασίες αφοπλισμού. Καθώς προσεγγίζονταν οι ηγέτες των έξι χωρών, τους υπογραμμιζόταν η σημασία του ρόλου που μπορούσαν να διαδραματίσουν οι μεσαίες δυνάμεις στη γεωπολιτική σκακιέρα του Ψυχρού Πολέμου. Εξαιτίας αυτού, το αρχικό όνομα του σχεδίου ήταν Πρωτοβουλία Μεσαίας Δύναμης. Πράγματι, οι εμπνευστές της θεωρούσαν ότι η Πρωτοβουλία των Εξι θα μπορούσε να δημιουργήσει μια τρίτη πολιτική δύναμη μεταξύ Δύσης και Ανατολής, αρκετά ισχυρή ώστε να επηρεάσει τη διεθνή συζήτηση για τον αφοπλισμό. Ηταν η πρώτη φορά που μη πυρηνικές χώρες ενεργούσαν συλλογικά στο υψηλότερο επίπεδο, προκειμένου να παρέμβουν σε έναν τομέα που για δεκαετίες θεωρούνταν αποκλειστικό προνόμιο των πυρηνικών δυνάμεων.

Η διακήρυξη του 1984

Το γεγονός ότι και οι έξι συμμετέχοντες ήταν αρχηγοί κυβερνήσεων έδωσε στις προσπάθειές τους μεγαλύτερη διεθνή προβολή. Ενα από τα ισχυρά σημεία της ήταν η γεωγραφική ποικιλομορφία των συμμετεχουσών χωρών, η οποία της προσέδιδε ιδιαίτερο κύρος. Επιπλέον, τρεις από τις χώρες –η Αργεντινή, η Ινδία και η Σουηδία– διέθεταν τεχνολογική ικανότητα για την κατασκευή πυρηνικών όπλων, γεγονός που απέτρεπε την απαξίωση της πρωτοβουλίας ως απλής διαμαρτυρίας των ανίσχυρων χωρών. Η συμμετοχή της Ελλάδας και του Ανδρέα Παπανδρέου δεν ήταν τυχαία. Οπως εξήγησε ο Τόμας Ντάουνι, Αμερικανός βουλευτής: «Η Ελλάδα είναι σύμμαχος του ΝΑΤΟ. Ο Παπανδρέου έχει στενές σχέσεις με πολλούς Αμερικανούς –όχι εντός της κυβέρνησης–, αλλά ταυτόχρονα διατηρεί μια λειτουργική συνεργασία με τη Σοβιετική Ενωση. Οι πρωτοβουλίες του για μια αποπυρηνικοποιημένη Βαλκανική και για την καθυστέρηση της ανάπτυξης των πυραύλων Πέρσινγκ και Κρουζ τον διαφοροποιούν από τον τυπικό Ευρωπαίο ηγέτη».

Η διακήρυξη του Μαΐου 1984 παραδόθηκε στον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Χαβιέ Περέζ ντε Κουεγιάρ, ο οποίος χαρακτήρισε την Πρωτοβουλία των Εξι ως μια σημαντική ενίσχυση των προσπαθειών του ΟΗΕ για την επίτευξη συμφωνίας στον έλεγχο των πυρηνικών εξοπλισμών. Το έγγραφο καλούσε τις πέντε πυρηνικές δυνάμεις –Σοβιετική Ενωση, Ηνωμένες Πολιτείες, Κίνα, Βρετανία και Γαλλία– να σταματήσουν αυτό που περιέγραφε ως «βιασύνη προς την παγκόσμια αυτοκτονία» και να διευκολύνουν μια συμφωνία για τον έλεγχο των πυρηνικών όπλων.

Κίνηση κορυφής για τη μείωση των πυρηνικών-2
Συνέντευξη Τύπου στο ξενοδοχείο «Κινγκ Τζωρτζ» στο πλαίσιο της διάσκεψης της Αθήνας.

Τον Μάιο του 1984 οι ηγέτες των Εξι ζήτησαν από τις πυρηνικές δυνάμεις να σταματήσουν τις δοκιμές, την παραγωγή και την ανάπτυξη όπλων μαζικής καταστροφής και να προχωρήσουν σε ουσιαστικές μειώσεις των πυρηνικών οπλοστασίων τους. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι «πρόοδος στον αφοπλισμό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με ένα ενημερωμένο κοινό, ικανό να ασκήσει ισχυρή πίεση στις κυβερνήσεις».

H αρχική διεθνής απήχηση

Η διακήρυξη προσείλκυσε απρόσμενα μεγάλη προσοχή από τα μέσα ενημέρωσης και τα κοινοβούλια. Ο Μπρους Κεντ, γενικός γραμματέας της Campaign for Nuclear Disarmament (CND), χαρακτήρισε την πρωτοβουλία ως «την πιο σημαντική κίνηση για την ειρήνη των τελευταίων 25 ετών», τονίζοντας τη σημασία του γεγονότος ότι οι έξι ηγέτες δεν περιορίστηκαν σε μια απλή διακήρυξη, αλλά ήταν αποφασισμένοι να προχωρήσουν σε συγκεκριμένες δράσεις. Ωστόσο, η ανταπόκριση εντός των δυτικών πυρηνικών δυνάμεων ήταν περιορισμένη. Η Βρετανίδα πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ αντιμετώπισε την πρωτοβουλία με επιφυλακτικότητα, δηλώνοντας ότι η κυβέρνησή της, όπως και οι υπόλοιποι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ, υποστήριζαν τη μείωση των εξοπλισμών, αλλά μόνο υπό την προϋπόθεση ότι αυτή θα ήταν ταυτόχρονη και από τις δύο πλευρές, διατηρώντας τη στρατιωτική ισορροπία. Οπως ανέφερε χαρακτηριστικά: «Αυτό είναι ένα πιο επείγον και αξιόλογο καθήκον από το “πάγωμα” ή την απαγόρευση, που δεν μπορεί να είναι σίγουρο ότι θα επαληθευτεί και επομένως δεν θα αυξήσει την αμοιβαία εμπιστοσύνη».

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γαλλία απέρριψαν την έκκληση. Οι Γάλλοι, συγκεκριμένα, αντιτάχθηκαν στο «πάγωμα» των πυρηνικών δοκιμών και εξέφρασαν αμφιβολίες για το κατά πόσον οι Εξι διέθεταν τα μέσα να επιβλέψουν αποτελεσματικά τον έλεγχο των πυρηνικών εξοπλισμών.

Η διάσκεψη της Αθήνας

Μήνες μετά τη διακήρυξη, τρεις από τους ηγέτες της Πρωτοβουλίας των Εξι –ο Ραούλ Αλφονσίν, ο Τζούλιους Νιερέρε και ο Ούλοφ Πάλμε– ταξίδεψαν στην Αθήνα για να συμμετάσχουν σε μια διάσκεψη στις 31 Ιανουαρίου 1985, που φιλοξένησε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Στην εκδήλωση παραβρέθηκαν περίπου 50 ηγέτες μη κυβερνητικών οργανώσεων, επιφανείς νομοθέτες, ακτιβιστές κατά των πυρηνικών και διανοούμενοι, που υποστήριζαν την Πρωτοβουλία των Εξι Εθνών. Μεταξύ των διακεκριμένων προσκεκλημένων ήταν πρώην πρωθυπουργοί και πολιτικοί ηγέτες, όπως οι Εντγκάρ Φορ, Πιέρ Τριντό, Γιοπ ντεν Ουλ, Μπρούνο Κράισκι, Εγκον Μπαρ. Μετείχαν, επίσης, Ελληνες πνευματικοί δημιουργοί, μεταξύ των οποίων ο Γιάννης Ρίτσος και ο νομπελίστας Οδυσσέας Ελύτης.

Κίνηση κορυφής για τη μείωση των πυρηνικών-3
Το περιστέρι της ειρήνης, ο αριθμός 6 και το ουράνιο τόξο συνθέτουν το σήμα της σημαντικής διεθνούς Πρωτοβουλίας των Εξι.

Η συνάντηση στην Αθήνα έτυχε ευρείας κάλυψης από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, λόγω της εντυπωσιακής συμμετοχής επιφανών προσωπικοτήτων. Αυτό δεν ήταν τυχαίο. Ο Παπανδρέου επιδίωκε να ενισχύσει το παγκόσμιο κύρος του ως «ο πολιτικός του αφοπλισμού», προβάλλοντας την Ελλάδα στην πρώτη γραμμή της διεθνούς πολιτικής για την ειρήνη. Ο ίδιος πίστευε βαθιά ότι ακόμη και μια μικρή χώρα, όπως η Ελλάδα, μπορούσε και έπρεπε να ακολουθήσει μια ενεργή εξωτερική πολιτική, ανεξάρτητα από τις πιέσεις των ψυχροπολεμικών επιταγών. Παρά το γεγονός ότι αυτή η στάση δυσαρεστούσε τους συμμάχους, ο Παπανδρέου παρατήρησε χαρακτηριστικά: «Η μάχη των δρόμων έχει γίνει μάχη των κυβερνήσεων». Οι έξι ηγέτες έσπευσαν να υπερασπιστούν την πρωτοβουλία τους απέναντι σε κατηγορίες ότι αποτελούσε απλώς μια κενή συμβολική κίνηση. Αντιθέτως, τη θεωρούσαν ένα σημείο συσπείρωσης για ένα διεθνές κίνημα, στο οποίο συμμετείχαν κυβερνήσεις, κοινοβούλια και ειρηνευτικές οργανώσεις.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου πίστευε βαθιά ότι ακόμη και μια μικρή χώρα, όπως η Ελλάδα, μπορούσε και έπρεπε να ακολουθήσει μια ενεργή εξωτερική πολιτική, ανεξάρτητα από τις πιέσεις των ψυχροπολεμικών επιταγών.

Επετεύχθησαν τρεις βασικοί στόχοι

Η τελευταία σύνοδος κορυφής της Πρωτοβουλίας των Εξι πραγματοποιήθηκε στη Στοκχόλμη στις 21-22 Ιανουαρίου 1987, λίγους μήνες πριν οι ηγέτες των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ενωσης συναντηθούν στην Ουάσιγκτον για να υπογράψουν τη Συνθήκη INF. Η συμφωνία αυτή θα καταργούσε μια ολόκληρη κατηγορία πλήρως λειτουργικών πυρηνικών όπλων και θα οδηγούσε, για πρώτη φορά, στη μείωση των πυρηνικών οπλοστασίων των δύο υπερδυνάμεων. Οι Εξι υποστήριζαν ότι είχαν διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο σ’ αυτή την ιστορική εξέλιξη, κυρίως μέσω της πίεσης προς τη διεθνή κοινή γνώμη και της έντονης προβολής των αιτημάτων τους για αφοπλισμό.

Κίνηση κορυφής για τη μείωση των πυρηνικών-4
1η Φεβρουαρίου 1985. Συγκρατημένα επικριτικός ο τίτλος της «Καθημερινής» στην πρώτη σελίδα για τη διάσκεψη της Αθήνας.

Είναι αλήθεια ότι όταν η Πρωτοβουλία των Εξι ξεκίνησε το 1984, ο διάλογος μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ενωσης ήταν σχεδόν ανύπαρκτος. Ωστόσο, παρά τη σημασία της Συνθήκης INF, οι Εξι τόνιζαν ότι αυτή δεν αρκούσε. Πίστευαν ότι η πίεση για περαιτέρω αφοπλισμό έπρεπε να συνεχιστεί και πως ήταν ζωτικής σημασίας να συνεχίσουν να εκφράζουν τις ανησυχίες των πολιτών των μη πυρηνικών κρατών για τη συνεχιζόμενη απειλή ενός πυρηνικού πολέμου.

Η Πρωτοβουλία δημιούργησε μια εκστρατεία ευαισθητοποίησης των κοινοβουλίων όλου του κόσμου, εκπαίδευσε την παγκόσμια κοινή γνώμη σχετικά με τους εξοπλισμούς και απευθύνθηκε ταυτόχρονα στις δύο υπερδυνάμεις και τα κινήματα ειρήνης.

Υπήρχε ευρεία συμφωνία ότι η Πρωτοβουλία των Εξι αντιμετώπιζε τεράστιες δυσκολίες. Η πρόκληση ήταν αδιαμφισβήτητη: οι Εξι επιδίωξαν να κινητοποιήσουν την κοινή γνώμη γύρω από ένα πολιτικό ζήτημα που, ως επί το πλείστον, παρέμενε απρόσιτο τόσο στο ευρύ κοινό όσο και εντός της κοινοβουλευτικής σφαίρας. Η κούρσα των εξοπλισμών και οι στρατηγικές άμυνας συζητούνταν πίσω από κλειστές πόρτες, εντός του αμυντικού κατεστημένου, σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο πρέπει να αξιολογηθεί η πρόοδος και η επιτυχία τέτοιων πρωτοβουλιών. Παρά τις δυσκολίες, η Πρωτοβουλία των Εξι θεωρήθηκε επιτυχία για τους εμπνευστές της, καθώς πέτυχε τρεις βασικούς στόχους. Πρώτον, δημιούργησε μια δίκαιη, ενημερωμένη και αντικειμενική εκστρατεία ευαισθητοποίησης για τα κοινοβούλια όλου του κόσμου και τα πολιτικά τους στελέχη. Δεύτερον, εκπαίδευσε την παγκόσμια κοινή γνώμη σχετικά με την κατάσταση της παγκόσμιας κούρσας των εξοπλισμών. Τέλος, απευθύνθηκε ταυτόχρονα σε δύο διαφορετικά ακροατήρια –τις δύο υπερδυνάμεις και τα κινήματα ειρήνης– τα οποία συνήθως αλληλοαποκλείονταν.

*Η κ. Ειρήνη Καραμούζη είναι καθηγήτρια Σύγχρονης Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος / University of Sheffield.

*Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT