Οι πρόσφυγες του Καλάμου και η Ρουσιώ

Η αλληλογραφία των Βρετανών διοικητών στα Ιόνια το 1825 καταγράφει τις συνθήκες υποδοχής των Ελλήνων που έφθαναν κυνηγημένοι από τη Στερεά στο νησί του Ιονίου

7' 50" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Ο Κάλαμος είναι ένα μικρό, καταπράσινο νησάκι στο Ιόνιο Πέλαγος. Ανήκει διοικητικά στη Λευκάδα, αλλά βρίσκεται τόσο κοντά στην Αιτωλοακαρνανία που η απόστασή του από τις ακτές της δεν ξεπερνάει το 1,5 χιλιόμετρο. Κι αυτό το καλοκαίρι αρκετοί τουρίστες επισκέφθηκαν το νησάκι για να κολυμπήσουν στις όμορφες, μικρές παραλίες του, χωρίς να γνωρίζουν ότι πριν από ακριβώς 200 χρόνια σε αυτές τις ακτές κατέφθαναν χιλιάδες εξαθλιωμένοι, φοβισμένοι, απελπισμένοι Eλληνες πρόσφυγες.

Oπως όλα τα Επτάνησα, έτσι και ο Κάλαμος βρισκόταν τότε υπό βρετανική διοίκηση. Λόγω της μικρής απόστασής του από τις ακτές της Ρούμελης, πολλοί πρόσφυγες αναζήτησαν καταφύγιο εκεί από τις αρχές της Επανάστασης. Οι Βρετανοί προσπάθησαν αρχικώς να τους απωθήσουν. Αλλά η αλλαγή της πολιτικής της Μεγάλης Βρετανίας, μετά την ανάληψη του υπουργείου Εξωτερικών από τον Τζωρτζ Κάνινγκ το 1822 και τον διορισμό του μετριοπαθούς Φρέντερικ Aνταμ στη θέση του ύπατου αρμοστή των Ιονίων Νήσων το 1824, άλλαξε τον τρόπο αντιμετώπισης των επαναστατών από τις Αρχές των Ιονίων Νήσων. Μια σημαντική αλλαγή ήταν η επίσημη μετατροπή του Καλάμου σε κέντρο υποδοχής προσφύγων.

Η έρευνά μου στα Εθνικά Αρχεία της Μεγάλης Βρετανίας και αλλού με οδήγησε σε άγνωστα τεκμήρια για τους Ελληνες πρόσφυγες στον Κάλαμο. Ενα από τα σημαντικότερα είναι η αναφορά, τον Μάιο του 1825, του στρατιωτικού διοικητή του νησιού, του Ιρλανδού λοχαγού Χένρι Τζέιμς Κράμερ. Ο Κράμερ είχε πολεμήσει στους ναπολεόντειους πολέμους, είχε τραυματιστεί σε διάφορες μάχες αλλά και στο Βατερλό, για το οποίο έχει αφήσει στο αρχείο του και ένα απομνημόνευμα. Το 1821 διορίστηκε διοικητής του μικρού νησιού στο Ιόνιο γιατί οι ανώτεροί του ήθελαν να τον τοποθετήσουν σε μια εύκολη θέση όπου θα μπορούσε να διεκπεραιώσει ήρεμα τα καθήκοντά του, δεδομένου ότι από τα πολλά τραύματα ήταν πλέον χωλός. Ο Ιρλανδός βετεράνος δεν φανταζόταν πως αυτή η θέση θα άλλαζε τη ζωή του για πάντα.

Οι πρόσφυγες του Καλάμου και η Ρουσιώ-1
Η Κάθριν Κράμερ, γύρω στα 65, στο Σίδνεϊ. Ηταν η πρώτη Ελληνίδα που εγκαταστάθηκε στην Αυστραλία, το 1835, οκτώ χρόνια μετά τον γάμο της με τον Ιρλανδό λοχαγό Χένρι Τζέιμς Κράμερ στον Κάλαμο. Η φωτογραφία ανήκει σε προσωπική συλλογή.

Το 1825 ο Κράμερ είναι 33 ετών, ένας ζωντανός άνθρωπος, ένας καλόκαρδος Ιρλανδός («a lively, kind-hearted Irishman»), με μεγάλη, πλέον, πείρα στον χειρισμό προσφύγων. Στα τέλη Μαΐου ετοιμάζει μια αναφορά προς τον άμεσο προϊστάμενό του, τον ταγματάρχη Οκτάβιο Τεμπλ. Ο Τεμπλ έμεινε οκτώ χρόνια (1820-1828) στη Λευκάδα ως διοικητής του νησιού, όπου στα τέλη του 1821 γεννήθηκε ο γιος του, Φρέντερικ, μετέπειτα αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπερι.

Η αναφορά

Στις αρχές Μαΐου του 1825 ο Τεμπλ ζήτησε από τον Κράμερ μια αναλυτική αναφορά για τον τρόπο που αντιμετωπίζονταν οι Ελληνες πρόσφυγες, μετά από διαμαρτυρίες των Οθωμανών που θεωρούσαν (και δεν είχαν άδικο) πως ο Κάλαμος είχε μετατραπεί σε ορμητήριο των Ελλήνων, ενώ οι Τεμπλ και Κράμερ έκαναν τα στραβά μάτια. Ο Τεμπλ έστειλε ένα ερωτηματολόγιο στον Κράμερ, ο οποίος απάντησε τυπικά, αλλά αναλυτικά. Στις απαντήσεις του ο Κράμερ περιγράφει τον τρόπο και τους κανόνες υποδοχής των Ελλήνων προσφύγων. Οι κανόνες αυτοί συνδυάζουν τις ανθρωπιστικές αρχές με την επίσημη πολιτική της αυστηρής ουδετερότητας που όφειλαν να τηρούν οι βρετανικές αρχές. Το δεκαπεντασέλιδο που υπογράφει ο Κράμερ αποτελεί ένα από τα πρώτα, διεθνώς, εγχειρίδια διαχείρισης προσφυγικών ροών:

Ασυλο παρέχεται αποκλειστικά σε άτομα που αντιμετωπίζουν άμεσο κίνδυνο αν παραμείνουν στην απέναντι ακτή. Αντίθετα, δεν επιτρέπεται η υποδοχή όσων εγκαταλείπουν τα μέρη τους χωρίς να συντρέχει επικείμενη απειλή. Απαγορεύεται ρητά η είσοδος οργανωμένων ένοπλων ομάδων, καθώς και προσώπων που στο παρελθόν είχαν βρει καταφύγιο στο νησί, αλλά στη συνέχεια το εγκατέλειψαν για να συνεχίσουν τον πόλεμο κατά των Οθωμανών. Δεν γίνονται δεκτοί οι οπλαρχηγοί και η ακολουθία τους, αλλά γίνονται δεκτές οι οικογένειές τους. Οι κανόνες αυτοί έχουν στόχο να προστατευθούν οι άμαχοι, αλλά όχι όσοι θα μπορούσαν να εμπλέξουν το νησί στη σύρραξη.

Οσοι πρόσφυγες γίνονται δεκτοί, οφείλουν να συμμορφώνονται με τους κανονισμούς της τοπικής διοίκησης. Η ουδετερότητα του νησιού αποτελεί αδιαπραγμάτευτο όρο του ασύλου – οποιαδήποτε εμπλοκή των φιλοξενουμένων σε στρατιωτικές ενέργειες απαγορεύεται αυστηρά. Σε περίπτωση παράβασης αυτών των όρων, προβλέπεται η άμεση απομάκρυνση του υπαιτίου από το νησί.

Το μητρώο

Αμέσως μετά την άφιξη προσφύγων στον Κάλαμο, οι Αρχές καταγράφουν τα στοιχεία τους σε ειδικό μητρώο: ονοματεπώνυμο, ηλικία, επάγγελμα, καταγωγή. Με αυτόν τον τρόπο μπορούν να παρακολουθούνται οι αφίξεις και αποχωρήσεις και να επαληθεύεται αν τα πρόσωπα πληρούν τα κριτήρια. Σε περίπτωση που κάποιος ζητεί επανείσοδο, οι Αρχές ανατρέχουν στο μητρώο: εάν διαπιστωθεί ότι ένα άτομο, αφού βρήκε αρχικά άσυλο, αποχώρησε και ενεπλάκη ξανά σε εχθροπραξίες, τότε δεν του επιτρέπεται η επιστροφή και του ζητούν να αποχωρήσει άμεσα. Αντίθετα, όσοι άμαχοι (γυναίκες, παιδιά, ηλικιωμένοι, τραυματίες, ακόμη και οικογένειες οπλαρχηγών) είχαν επιστρέψει προσωρινά στις εστίες τους σε περιόδους σχετικής ηρεμίας, επιτρέπεται να επανέλθουν στον Κάλαμο όταν οι συγκρούσεις αναζωπυρώνονται και η ζωή τους τίθεται ξανά σε κίνδυνο, εφόσον είναι σαφές ότι δεν συμμετείχαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο σε μάχες. Οι αιτούντες που δεν ανταποκρίνονται στην περιγραφόμενη κατηγορία δικαιούχων ασύλου ή φαίνονται ύποπτοι δεν γίνονται δεκτοί, αλλά δεν επαναπροωθούνται, δεν παραδίδονται, σε καμία περίπτωση, στις οθωμανικές αρχές. Τους δίνεται η δυνατότητα να μεταβούν όπου αυτοί επιλέγουν.

Οι πρόσφυγες του Καλάμου και η Ρουσιώ-2
Η πρώτη σελίδα της αναφοράς με τις ερωτήσεις του Βρετανού διοικητή της Λευκάδας την περίοδο 1820-1828, ταγματάρχη Οκταβίου Τεμπλ, και τις απαντήσεις του διοικητή του Καλάμου, λοχαγού Χένρι Τζέιμς Κράμερ. [Εθνικά Αρχεία του Ηνωμένου Βασιλείου]

Για λόγους ασφαλείας, όλοι οι πρόσφυγες που γίνονται δεκτοί στον Κάλαμο αφοπλίζονται αμέσως κατά την άφιξή τους. Τα όπλα και τα πυρομαχικά τους παραλαμβάνονται, καταγράφονται από τις Αρχές και φυλάσσονται στο αστυνομικό τμήμα. Ο Κράμερ είναι ιδιαίτερα ελαστικός, απορρίπτει μόνο 12 άνδρες και ενημερώνει τον Τεμπλ πως δεν έχει εντοπίσει παράνομες δραστηριότητες των Ελλήνων προσφύγων. Δεν γνωρίζει όμως πως ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος έχει επαφές με πρόσφυγες στον Κάλαμο που παρέχουν στην ελληνική κυβέρνηση χρήσιμες πληροφορίες. Από την άλλη, ο σύμμαχος των Οθωμανών, αρματολός Γεώργιος Βαρνακιώτης, ζητεί από τους πρόσφυγες (εκείνες ακριβώς τις ημέρες) να εγκαταλείψουν τον Κάλαμο δηλώνοντας υποταγή στους Οθωμανούς. Τους δίνει προθεσμία πέντε ημερών, αλλά ελάχιστοι ανταποκρίνονται.

Σύμφωνα με την έκθεση, τον Μάιο του 1825 καταγράφονται στον Κάλαμο 4.129 πρόσφυγες που έχουν φθάσει εκεί από τις αρχές του 1824: 1.568 γυναίκες, 2.155 παιδιά αλλά και 406 άνδρες άνω των 16 ετών με τα εξής επαγγέλματα: 22 ιερείς, 65 κτηματίες, 40 έμποροι και 279 βοσκοί, αγρότες, μικροέμποροι και τεχνίτες – οι επτά στους δέκα κάτω των 45 ετών.

Η φύλαξη

Ο Κράμερ έχει λάβει μέτρα επιτήρησης για να αποτραπεί οποιαδήποτε παραβίαση της ουδετερότητας: φρουροί περιπολούν σε καίρια σημεία της ακτογραμμής, αποτρέποντας παράνομες αφίξεις ή αναχωρήσεις. Απαγορεύεται ο απόπλους σκαφών μετά τη δύση του ηλίου, και κανείς δεν μπορεί να εγκαταλείψει το νησί χωρίς ειδική άδεια. Ζητεί και παραλαμβάνει μια σκαμπαβία (ένα μικρό καΐκι) για να περιπολεί στην περιοχή, αποτρέποντας τυχόν παραβιάσεις.

Το σύστημα υποδοχής προσφύγων στον Κάλαμο το 1825, όπως το είχε διαμορφώσει ο Κράμερ ακολουθώντας οδηγίες της βρετανικής κυβέρνησης («my instructions are to receive such unfortunate persons as may fly from eminent danger»), αναδεικνύει ένα πλαίσιο διαχείρισης των προσφύγων, όπου η παροχή ασύλου στους κατατρεγμένους συμβαδίζει με την τήρηση της ουδετερότητας.

Οι πρόσφυγες του Καλάμου και η Ρουσιώ-3
Η λίστα των οικογενειών των αγωνιστών που βρίσκονταν στον Κάλαμο (Καραϊσκάκη, Μπότσαρη, Ράγκου, Ισκου, Δημοτσέλιου, Στουρνάρα), αλλά και προεστών και οπλαρχηγών (όπως του Βαρνακιώτη) που παρέμεναν πιστοί στους Οθωμανούς. [Εθνικά Αρχεία του Ηνωμένου Βασιλείου]

Οπως συμβαίνει συχνά στη ζωή, ο έρωτας θα περιπλέξει τα πράγματα. Ανάμεσα στους πρόσφυγες που αρχίζουν να συρρέουν στον Κάλαμο, καθώς οι Οθωμανοί ετοιμάζονται να πολιορκήσουν και πάλι το Μεσολόγγι, ο Κράμερ θα ξεχωρίσει τον Απρίλιο του 1825 μια πανέμορφη προσφυγοπούλα, τη 16χρονη Κατερίνα Πλέσσου (διέθετε «πολλά φυσικά και επίκτητα πλεονεκτήματα», γράφει ο Αναστάσιος Γούδας). Η Κατερίνα είχε ήδη πολύ έντονες σεξουαλικές εμπειρίες. Ηταν η κόρη της Βασιλικής Πλέσσου, με την οποία είχε ξετρελαθεί ο Μουχτάρ Πασάς (γιος του Αλή). Αλλά στον Μουχτάρ άρεσε και η κόρη της Βασιλικής, η Κατερίνα, που τη φώναζαν Ρουσιώ, προφανώς γιατί ήταν κοκκινομάλλα. Ετσι από τα 12 της έγινε ερωμένη, και αυτή, του 55χρονου Μουχτάρ («ήταν τρυφερή και του λιανάρεγε», γράφει ο Αθανάσιος Ψαλίδας), ενώ η μητέρα της για να τη σώσει ή να απαλλαγεί από την παρουσία της την αρραβώνιασε με τον 45χρονο Ιωάννη Κωλέττη. Με το ξέσπασμα της Επανάστασης ο Κωλέττης διέλυσε τον αρραβώνα και η Κατερίνα κατέφυγε προσφυγοπούλα στο Μεσολόγγι, στο σπίτι του αδελφού της Κυρα-Βασιλικής (του Αλή Πασά), δηλαδή του αγωνιστή Γιώργου Κίτσου. Εκεί γνώρισε τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και τον Λόρδο Μπάιρον.

Το σύστημα υποδοχής στον Κάλαμο αναδεικνύει ένα πλαίσιο διαχείρισης των προσφύγων, όπου η παροχή ασύλου στους κατατρεγμένους συμβαδίζει με την τήρηση της ουδετερότητας.

Οταν ο Ιρλανδός λοχαγός γνωρίζει την όμορφη, 16χρονη πλέον, κοκκινομάλλα, την ερωτεύεται. Η ερωτική τους σχέση θα οδηγήσει τελικώς σε γάμο, στις 17 Φεβρουαρίου 1827 στον Κάλαμο, λίγο πριν εγκαταλείψει ο Ιρλανδός το νησί για την Κέρκυρα. Ο Κράμερ θα πάρει τη σύζυγό του στην Ιρλανδία το 1829 και θα εγκατασταθούν οικογενειακώς, το 1835, στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας, όπου εκείνος αναλαμβάνει διάφορες διοικητικές θέσεις. Η Κατερίνα, στα 26 της, είναι η πρώτη Ελληνίδα που εγκαταστάθηκε στην Αυστραλία. Ο Κράμερ (με τον οποίο απέκτησε 11 παιδιά) θα πεθάνει το 1867, αλλά η Κατερίνα (Κάθριν πλέον) θα ζήσει μέχρι τα 98 της – θα πεθάνει το 1907. Οι εφημερίδες της Αυστραλίας, της Βρετανίας και των ΗΠΑ έγραψαν τότε πως πέθανε το τελευταίο άτομο που είχε γνωρίσει προσωπικά τον Λόρδο Μπάιρον. Ενα μεγάλο μέρος του αρχείου του Χένρι Τζέιμς Κράμερ και της Κατερίνας Πλέσσου έχει διασωθεί.

*Ο κ. Αριστείδης Χατζής είναι καθηγητής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το βιβλίο του «Ο Ενδοξότερος Αγώνας: Η Ελληνική Επανάσταση του 1821» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος. Ευχαριστεί τη συνεργάτιδά του ιστορικό Μαρία Θεοτοκάτου για την πολύτιμη βοήθειά της.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT