Τη νύχτα της 13ης προς τη 14η Νοεμβρίου 565 ο Ιουστινιανός Α΄, ένας από τους σημαντικότερους αυτοκράτορες του Βυζαντίου, έφυγε από τη ζωή έπειτα από βασιλεία τριάντα οκτώ ετών. Κατά τη διάρκεια της μακράς αρχής του, ο Ιουστινιανός κατόρθωσε τόσα επιτεύγματα όσο λίγοι αυτοκράτορες: αναδιοργάνωσε το κράτος, απέκρουσε τους εξωτερικούς εχθρούς του και ανέκτησε μεγάλο μέρος των δυτικών εδαφών του. Η εποχή του Ιουστινιανού υπήρξε μια περίοδος δημιουργίας και ακμής στα γράμματα και στις τέχνες, ενώ ο ίδιος και οι συνεργάτες του έδωσαν στην ανθρωπότητα ένα έργο ανεκτίμητης αξίας, το Corpus Juris Civilis.
Εχει δημιουργηθεί λανθασμένα η εντύπωση ότι τα επιτεύγματα του Ιουστινιανού Α΄ ανατράπηκαν αμέσως μετά τον θάνατό του. Η απώλεια πολλών από τις κατακτήσεις του στη Δύση δεν αποτελούσε δικό του λάθος, ούτε και ήταν κάτι το οποίο μπορούσε να προβλέψει. Οφειλόταν στην ταυτόχρονη πολυμέτωπη επίθεση πολλών εξωτερικών εχθρών του βυζαντινού κράτους. Οι διάδοχοί του παρέλαβαν ένα κράτος ακμαίο και οικονομικά εύρωστο, γεγονός που επέτρεψε τη διεξαγωγή μακροχρόνιων και σκληρών πολέμων στην Ανατολή και στα Βαλκάνια, οι οποίοι έληξαν με νίκες των Βυζαντινών.
Τον Ιουστινιανό Α΄ διαδέχθηκε στον θρόνο ο ανιψιός του, Ιουστίνος Β΄. Ο Ιουστίνος ήταν γιος της αδερφής του προκατόχου του, της Βιγιλαντίας, και διέθετε επαρκή πολιτική πείρα. Είχε διατελέσει κουροπαλάτης την περίοδο της αρχής του θείου του και είχε συμμετάσχει σε μερικές διπλωματικές αποστολές του αυτοκράτορα. Με την άνοδό του στον θρόνο αναθεώρησε την πολιτική του προκατόχου του να εξασφαλίζει σε πολλές περιπτώσεις την ειρήνη στα σύνορα εξαγοράζοντας τους εχθρούς του κράτους του. Η πολιτική του βέβαια δεν απέδωσε καρπούς και σύντομα οι εχθροί του Βυζαντίου εισέβαλαν στα εδάφη του.
Κατά τη διάρκεια της Αρχής του, οι Λογγοβάρδοι κατέλαβαν το μεγαλύτερο μέρος της ιταλικής χερσονήσου, αφήνοντας ως νησίδες βυζαντινής κυριαρχίας τις περιοχές της Πενταπόλεως, της Αιμιλίας, της Ραβέννας και της Νότιας Ιταλίας. Παράλληλα, εστίες έντασης άναψαν στην Ισπανία, στην Αφρική, στα Βαλκάνια και στην Ασία, στα σύνορα με την Περσία. Ευρισκόμενος σε δύσκολη θέση, ο Ιουστίνος υπέστη νευρικό κλονισμό. Τότε η σύζυγός του Σοφία τον έπεισε, σε μια στιγμή διαύγειάς του όπως αναφέρουν οι πηγές, να υιοθετήσει τον στρατηγό Τιβέριο και να τον ορίσει καίσαρα και ως εκ τούτου διάδοχό του στον θρόνο (574). Οταν πέθανε ο Ιουστίνος Β΄ το 578, ο Τιβέριος Β΄ ανέλαβε την εξουσία ως μονοκράτορας.
Ο Τιβέριος, όταν αρρώστησε το 582, αποφάσισε να ορίσει ως διάδοχό του τον ικανότατο στρατηγό Μαυρίκιο, παντρεύοντάς τον με την κόρη του Κωνσταντίνα
Ο Τιβέριος κατάφερε να διαχειριστεί ικανοποιητικά τις τύχες του βυζαντινού κράτους κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών της παραμονής του στην εξουσία. Απώλεσε μεν εδάφη στην Ιταλία και την Αρμενία από τους Λογγοβάρδους και τους Πέρσες αντίστοιχα, αλλά κατόρθωσε να αποκρούσει τις επιθέσεις των πρώτων εναντίον της Ρώμης. Οταν αρρώστησε το 582, αποφάσισε να ορίσει ως διάδοχό του τον ικανότατο στρατηγό Μαυρίκιο, παντρεύοντάς τον με την κόρη του Κωνσταντίνα. Στις 13 Αυγούστου 582 ο Τιβέριος ονόμασε τον Μαυρίκιο συναυτοκράτορά του. Την επομένη άφησε την τελευταία του πνοή.
Ο αυτοκράτορας Μαυρίκιος κινήθηκε αμέσως για την αντιμετώπιση των εξωτερικών εχθρών του Βυζαντίου. Πραγματοποίησε μια μεγάλη εκστρατεία στην Ασία εναντίον των Περσών, τους οποίους και συνέτριψε οριστικά το 591. Αφού τακτοποίησε τις υποθέσεις του στην Ανατολή, ο Μαυρίκιος στράφηκε στην αντιμετώπιση των εχθρών του Βυζαντίου στα Βαλκάνια, όπου οι δυνάμεις των Αβάρων και των Σλάβων επέδραμαν λεηλατώντας τη βυζαντινή ύπαιθρο. Σε διάστημα μικρότερο των δέκα ετών, τα βυζαντινά στρατεύματα κατόρθωσαν να απωθήσουν τους εισβολείς βορείως του Δούναβη, ο οποίος ορίστηκε με τη συνθήκη του 600 ως το σύνορο των Αβάρων και των Βυζαντινών.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης
