Χρυσές ψαριές στον Πειραιά τον 19ο αιώνα

Το μεγάλο λιμάνι γνώρισε περίοδο ακμής και ως αλιευτική εστία – Ηταν η βασική πύλη εισόδου θαλάσσιων διατροφικών προϊόντων προς την Αθήνα και την ενδοχώρα

7' 17" χρόνος ανάγνωσης

Η κυρίαρχη εικόνα του Πειραιά στη συλλογική μνήμη και στον δημόσιο λόγο είναι στενά συνυφασμένη με τον ρόλο του ως ναυτιλιακού, εμπορικού και βιομηχανικού κέντρου. Λιγότερο γνωστή, ωστόσο, παραμένει μια άλλη διάσταση: η ανάπτυξή του ως αλιευτικής εστίας και ως βασικής πύλης εισόδου θαλάσσιων διατροφικών προϊόντων προς την Αθήνα και την ενδοχώρα. Από τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα, η αλιευτική δραστηριότητα εντείνεται και εξελίσσεται παράλληλα με τις υπόλοιπες παραγωγικές λειτουργίες του λιμανιού, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση της οικονομικής, εμπορικής και διατροφικής ιστορίας της πόλης.

Αλιευτικός στόλος και αλιείς

Η επιστολή του πλωτάρχη Μιλτιάδη Σαχτούρη, λιμενάρχη Πειραιά, η οποία απεστάλη τον Οκτώβριο του 1879 προς το υπουργείο των Ναυτικών, προσφέρει εξαιρετικά χρήσιμες πληροφορίες για την αλιευτική κατάσταση της περιφέρειάς του. Μεταξύ άλλων, ανέφερε: «…ὁ ἀριθμὸς τῶν ἀλιευτικῶν πλοιαρίων ἀνέρχεται εἰς 120. Τὸ εἶδος τῶν πλοίων εἶναι τὸ πλεῖστον τρεχαντήρια καὶ λέμβοι, ἀλλὰ καὶ εὐάριθμοι τράται». Ο αριθμός των αλιευτικών πλοίων, όμως, εξειδικεύεται περαιτέρω, καθώς η επιστολή συνοδευόταν από έκθεση που είχε υποβληθεί από τον υπάλληλο του λιμανιού της Σαλαμίνας. Ετσι πληροφορούμαστε ότι τα 60 εξ αυτών προέρχονταν από το νησί της Σαλαμίνας.

Η αναφορά του Πειραιά παρουσιάζει τα τρία κυριότερα είδη αλιευτικών πλοίων του 19ου αιώνα: την τράτα, τη λέμβο και το τρεχαντήρι. Επρόκειτο για τους πιο διαδεδομένους τύπους αλιευτικών σκαφών σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο. Το τρεχαντήρι, μάλιστα, συνδεόταν όχι μόνο με την αλιεία των ψαριών αλλά και των σφουγγαριών, καθώς αποτέλεσε τον κυριότερο τύπο σπογγαλιευτικού πλοίου της εποχής. Η σπογγαλιευτική δραστηριότητα, εντούτοις, ήταν περιορισμένη στον Πειραιά και εντοπίζεται σε μικρή κλίμακα μόνο από τη Σαλαμίνα, με τη συμμετοχή τεσσάρων τρεχαντηριών.

Η ετήσια παραγωγή τους δεν ξεπερνούσε τις 500 οκάδες και η αξία της δεν υπερέβαινε τις 5.000 δρχ. Τα παραγόμενα σφουγγάρια εξάγονταν από το κράτος, ενώ η δραστηριότητα δεν είχε υιοθετήσει τη νέα τεχνολογία, καθώς η συλλογή τους διεξαγόταν «διὰ τοῦ κάμακος», σε αντίθεση με τα αλιευτικά πλοία της Αίγινας, τα οποία αλίευαν «διὰ τῶν καταβυθιστικῶν μηχανῶν».

Τρία ήταν τα κυριότερα είδη αλιευτικών πλοίων: η τράτα, η λέμβος και το τρεχαντήρι. Το τρεχαντήρι, μάλιστα, συνδεόταν όχι μόνο με την αλιεία των ψαριών αλλά και των σφουγγαριών, καθώς αποτέλεσε τον κυριότερο τύπο σπογγαλιευτικού πλοίου της εποχής.

Το επάγγελμα του αλιέα παρουσίαζε σταθερή αριθμητική αύξηση καθ’ όλη τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα. Σύμφωνα με στοιχεία του Λιμεναρχείου Πειραιά, το 1879 στην περιοχή υπήρχαν 360 αλιείς, εκ των οποίων οι μισοί, δηλαδή 180, προέρχονταν από το νησί της Σαλαμίνας. Η συνεχής ανάπτυξη του λιμανιού, αλλά και της πρωτεύουσας, δημιουργούσε ολοένα μεγαλύτερες ανάγκες για αλιευτικά προϊόντα, γεγονός που προσείλκυε και σημαντικό αριθμό μετακινούμενων ή εποχικών αλιέων.

Παράλληλα, αυξητική τάση καταγράφεται και στο επάγγελμα του ιχθυοπώλη, στοιχείο που υποδηλώνει την αντίστοιχη διεύρυνση της εμπορικής δραστηριότητας γύρω από την αλιεία. Ιδιαίτερη σημασία παρουσιάζει η συμμετοχή πολλών μελών των ίδιων οικογενειών τόσο στην παραγωγή όσο και στην πώληση των αλιευμάτων, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι ο αλιευτικός κόσμος της εποχής βασιζόταν κατά κύριο λόγο στον άξονα οικογένεια – συγγένεια. Διακρίνεται, λοιπόν, ένα μοντέλο επέκτασης της οικογενειακής αλιευτικής επιχείρησης, στο οποίο τα μέλη της οικογένειας αναλάμβαναν και τη διάθεση των προϊόντων στην αγορά.

Τεχνικές, μέθοδοι και εργαλεία αλιείας

Κυρίαρχη θέση στην αλιευτική δραστηριότητα του Πειραιά κατείχαν τα δίχτυα, με πιο διαδεδομένο είδος αυτό της τράτας, που αλλιώς ονομαζόταν γρίπος. Κύριο χαρακτηριστικό ήταν ο διχτυωτός σάκος, που κατέληγε σε δύο παράλληλες διχτυωτές πλευρές, και κατασκευαζόταν από μεταξωτά ή βαμβακερά νήματα. Στην περιφέρεια του Πειραιά γινόταν λόγος κυρίως για τη μεγάλη τράτα γνωστή ως πεζότρατα ή πεζόγριπος, και για τις ανεμότρατες.

Από την κατηγορία των αγκιστρωτών εργαλείων, τα παραγάδια ήταν τα πιο γνωστά και διαδεδομένα, εξασφαλίζοντας και τις μεγαλύτερες ποσότητες αλιευμάτων. Συχνές ήταν επίσης οι αναφορές στην καθετή, η οποία κατασκευαζόταν συνήθως από τρίχες αλόγου και είχε μήκος σαράντα έως πενήντα οργιές, κατάλληλη για ψάρεμα σε μεγάλα βάθη.

Διαδεδομένα φαίνεται πως ήταν και τα αλιευτικά εργαλεία χειρός. Στον Πειραιά η αλιεία της γαρίδας είχε οδηγήσει στη χρήση ενός διχτυωτού κοχλιαρίου, δηλαδή μιας απόχης, με ιδιαίτερα στοιχεία. Διέθετε πάντα σιδερένια στεφάνη την οποία διέτρεχαν δύο χορδές. Εκεί που διασταυρώνονταν οι χορδές τοποθετούνταν δόλωμα από τυρί, ψωμί ή σαρδέλες. Η απόχη προσδενόταν σε μεγάλο σχοινί για να μπορεί να βυθίζεται και σε μεγάλα βάθη.

Ειδικές αναφορές επίσης γίνονταν στα εργαλεία για τα μαλακόστρακα, όπως οι ειδικές λαβίδες για αχινούς ή πίννες. Ο πιννολόγος, όπως ονομαζόταν, ήταν μια σιδερένια λαβίδα σε ωοειδές σχήμα, μιμούμενο το σχήμα του πελεκύποδου δίθυρου, το οποίο βρισκόταν πάντα στέρεα ριζωμένο στον θαλάσσιο πυθμένα. Η συγκεκριμένη αλιευτική δραστηριότητα ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά έως τον κόλπο της Σαλαμίνας.

Χρυσές ψαριές στον Πειραιά τον 19ο αιώνα-1
Διακήρυξη του Λιμεναρχείου Πειραιώς με την υπογραφή του πλωτάρχη Μιλτιάδη Σαχτούρη, της 12ης Νοεμβρίου 1879, με την οποία απαγορεύθηκε η δραστηριότητα των ανεμοτρατών κοντά στις ακτές ώστε να προστατευθεί η αναπαραγωγή των ιχθύων. [ΓΑΚ / ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ / ΑΡΧΕΙΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΝΑΥΤΙΚΩΝ]

Στον ίδιο θαλάσσιο χώρο, ο Βρετανός αρχαιοδίφης Ρίτσαρντ Τσάντλερ το 1765 περιγράφει τη συμμετοχή του σε ψάρεμα με πυροφάνι: οι ψαράδες άναψαν κάρβουνα και τα τοποθέτησαν πάνω σε σιδερένια σχάρα, τα οποία στη συνέχεια τροφοδότησαν με ξύλα κέδρου εμποτισμένα σε λάδι. Την ίδια στιγμή άρχισαν να προκαλούν θόρυβο, χτυπώντας με ξύλινα σφυριά τις πλευρές της βάρκας και την κουπαστή. Με ένα μεγάλο ξύλινο κοντάρι ανατάραζαν την επιφάνεια του νερού, ενώ παράλληλα έριχναν πέτρες στη θάλασσα.

Η διαδικασία αυτή οδήγησε τα ψάρια στην επιφάνεια του νερού. Οι αλιείς τότε χρησιμοποίησαν καμάκια και τρίαινες για τη σύλληψή τους. Αυτή η διαδικασία επαναλαμβανόταν σε διαφορετικά σημεία της περιοχής καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας, μέχρι το ξημέρωμα. Ο Τσάντλερ, τέλος, αναφέρθηκε και στο ψάρεμα που γινόταν τις πρωινές ώρες με τα ειδικά σιδερένια εργαλεία με στόχο τους αχινούς, τα κυδώνια, τα στρείδια, τις πίννες αλλά και τα χταπόδια.

Τα αλιεύματα

Η έκθεση από το λιμάνι του Πειραιά το 1879 απαριθμούσε 24 διαφορετικά είδη αλιευμάτων και υπολόγιζε την παραγωγή σε 60.000 με 70.000 οκάδες, εκ των οποίων 30.000 οκάδες ιχθύων και 5.000 οκάδες μαλακοστράκων προέρχονταν από το νησί της Σαλαμίνας. Οι ποσότητες αυτές όμως δεν επαρκούσαν, καθώς η ζήτηση υπερέβαινε την προσφορά, με αποτέλεσμα το αρνητικό ισοζύγιο της ιχθυαγοράς. Στη μεγάλη εικόνα για την αλιεία του Πειραιά πρέπει αναμφίβολα να συμπεριλάβουμε και το νησί της Αίγινας, το οποίο συνδεόταν άμεσα με το μεγάλο λιμάνι. Οπως και στην περίπτωση της Σαλαμίνας, έτσι και στην Αίγινα ένας από τους σημαντικότερους λόγους ανάπτυξης της αλιευτικής δραστηριότητας ήταν η κάλυψη των αναγκών του Πειραιά.

Σύμφωνα με τον Α. Γκάνο, επιστάτη του λιμανιού της Αίγινας, η ετήσια παραγωγή αλιευμάτων το 1880 υπολογιζόταν σε 150.000 οκάδες, οι οποίες ως επί το πλείστον κατέληγαν στις αγορές του Πειραιά και της Αθήνας. Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης το γεγονός ότι η Αίγινα τροφοδοτούσε τον Πειραιά με θαλάσσια βρύα και φύκια, τα οποία χρησιμοποιούνταν στην κατασκευή τούβλων και κεραμιδιών. Κάποιες ποσότητες αλιευμάτων προέρχονταν και από τα ιχθυοτροφεία που διέθετε η περιφέρεια Πειραιά. Τα πιο γνωστά ήταν το «Μέγα Βάρκαλον Πειραιώς» και το «Ιχθυοτροφείο της Ζέας λίμνης».

Ιχθυοτροφική μονάδα λειτουργούσε ακόμη στην περιοχή της Ελευσίνας, ενώ στη Σαλαμίνα, στη θέση Κοψαλίδι, υπήρχε θυννείο – μια ημιμόνιμη εγκατάσταση, σκοπός της οποίας ήταν να εμποδίζει τη φυσική πορεία των μεταναστευτικών ψαριών, κυρίως τόνων, τονοειδών, μαγιάτικων και παλαμίδων, οδηγώντας τα σε ελεγχόμενες και κλειστές περιοχές, όπου τα εγκλώβιζαν και σταδιακά τα αλίευαν.

Στις δόξες του και το πυροφάνι: οι ψαράδες άναβαν κάρβουνα πάνω σε σιδερένια σχάρα, τα οποία στη συνέχεια τροφοδοτούσαν με ξύλα κέδρου εμποτισμένα σε λάδι και άρχιζαν να προκαλούν θόρυβο, χτυπώντας με ξύλινα σφυριά τις πλευρές
της βάρκας και την κουπαστή.

Τα αλιεύματα πωλούνταν κατά κύριο λόγο είτε στην κεντρική ιχθυαγορά του Πειραιά και της πρωτεύουσας είτε απευθείας στο λιμάνι από τους αλιείς, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν ως τόπο πώλησης των προϊόντων τους το ίδιο το ψαράδικο. Το σκάφος, δηλαδή, μετατρεπόταν από μέσο παραγωγής σε χώρο εμπορίας των αλιευμάτων. Η εν λόγω πρακτική υπαγορευόταν και από τις αυστηρές υγειονομικές και χωροθετικές ρυθμίσεις, οι οποίες εμπόδιζαν την εξάπλωση των ιχθυοπωλείων εντός του οικιστικού ιστού και περιόριζαν τη λειτουργία τους σε συγκεκριμένους χώρους.

Παράλληλα όμως με τις καταγεγραμμένες ποσότητες αλιευμάτων και τους θεσμοθετημένους χώρους πώλησής τους θα πρέπει να αναφερθούμε και σε έναν όχι ευκαταφρόνητο αριθμό θαλάσσιων προϊόντων που πωλούνταν εκτός των επίσημων διαδικασιών, κυρίως όταν η αλιευτική δραστηριότητα γινόταν με απαγορευμένες μεθόδους, όπως η χρήση εκρηκτικών υλών ή δηλητηριωδών βοτάνων. Τα υπουργεία Εσωτερικών και Ναυτικών λάμβαναν συνεχώς αναφορές παραπόνων για την ανεμπόδιστη χρήση αυτών των μεθόδων στην περιφέρεια του Πειραιά.

Από την πλευρά της, η Λιμενική Υπηρεσία έστελνε ατμακάτους σε διάφορα σημεία για ελέγχους, ενώ παράλληλα εξέδιδε ανακοινώσεις υπενθυμίζοντας τις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς που ίσχυαν για την αλιεία. Μάλιστα, η ανακοίνωση που εξέδωσε το Λιμεναρχείο το 1879, μεταξύ άλλων, έκανε ονομαστική αναφορά στον φλόμο, το δηλητηριώδες βότανο που χρησιμοποιούνταν ευρέως στην αλιεία της εποχής, ενώ ο λιμενάρχης διέταξε να κοινοποιηθεί η ανακοίνωση και στους δημάρχους της Σαλαμίνας, της Ελευσίνας, των Μεγάρων και της Αίγινας.

*Ο δρ Νίκος Ε. Αλεβυζάκης είναι ιστορικός, Κέντρο Ναυτιλιακής Ιστορίας, Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών, Ιδρυμα Τεχνολογίας και Ερευνας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT