Μια αιρετική πρωτοβουλία για τα Βαλκάνια

Η πρόταση Παπανδρέου για αποπυρηνικοποίηση της περιοχής παρεξέκλινε από τη στρατηγική του ΝΑΤΟ, αλλά τελικά δεν ευδοκίμησε

8' 16" χρόνος ανάγνωσης

Η ανάληψη της εξουσίας από την πρώτη κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981 συνέπεσε με τη συνεχιζόμενη κλιμάκωση του ψυχροπολεμικού ανταγωνισμού ΗΠΑ – ΕΣΣΔ και ΝΑΤΟ – Συμφώνου της Βαρσοβίας. Στο επίκεντρο της αναζωπύρωσης της έντασης ανάμεσα στα δύο πολιτικοστρατιωτικά μπλοκ του Ψυχρού Πολέμου βρισκόταν και μια νέα κούρσα πυρηνικών εξοπλισμών, ιδίως η λεγόμενη Κρίση των Ευρωπυραύλων, η οποία αφορούσε τον συσχετισμό ισχύος των πυρηνικών οπλοστασίων, ειδικά στην Ευρώπη. Η νέα κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός υιοθέτησαν –τουλάχιστον σε επίπεδο ρητορείας– θέσεις πιο φιλικές προς τις επίσημες διακηρύξεις του Κρεμλίνου, αν και σε επίπεδο πρακτικής πολιτικής ο Παπανδρέου προέβη σε περιορισμένου χαρακτήρα (και σημασίας) διαφοροποιήσεις από την επίσημη γραμμή του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ. Εν τω μεταξύ, το 1983 αποτέλεσε καθοριστική χρονιά για την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Παπανδρέου, λόγω της ολοκλήρωσης των διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ για την παράταση λειτουργίας των αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα – ενώ παράλληλα η Ελλάδα συνέχιζε να είναι μέλος τόσο της ΕΟΚ όσο και του ΝΑΤΟ. Η διατήρηση του κατά βάση φιλοδυτικού προσανατολισμού της χώρας έπρεπε όμως να παρουσιαστεί με τρόπο που να μην προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στο αντιαμερικανικό εσωτερικό ακροατήριο. Ετσι, η κυβέρνηση επιχείρησε να αντισταθμίσει τις εντυπώσεις με πρωτοβουλίες που ανέδειξαν την «πολυδιάστατη» και φιλειρηνική πολιτική της, όπως η ενίσχυση του αντιπυρηνικού κινήματος και τα ανοίγματα στον ανατολικό συνασπισμό.

Οι απαρχές της ιδέας

Σε αυτό το πλαίσιο εντασσόταν, τουλάχιστον εν μέρει, και η προώθηση της ιδέας της αποπυρηνικοποίησης των Βαλκανίων, η οποία υπήρξε άλλη μια περίπτωση όπου η Αθήνα παρεξέκλινε από τη συμφωνημένη στρατηγική του ΝΑΤΟ. Ενας άλλος πρωταρχικός στόχος της ιδέας δημιουργίας μιας αποπυρηνικοποιημένης (ή «απύραυλης») ζώνης ήταν η χρήση της, εκ μέρους της Αθήνας, ως οχήματος για την προώθηση της συνεργασίας της Ελλάδας με τους βόρειους γείτονές της. Η ανάπτυξη στενών πολιτικοδιπλωματικών και εμποροοικονομικών σχέσεων με τους βόρειους Βαλκάνιους γείτονες αποτελούσε βασικό άξονα της εξωτερικής πολιτικής του ΠΑΣΟΚ. Πράγματι, η προώθηση της ιδέας της αποπυρηνικοποίησης δεν αποτελούσε αυτοσκοπό, αλλά μέσο περαιτέρω καλλιέργειας τόσο της διαβαλκανικής συνεργασίας (με έμφαση στο τρίγωνο Αθήνας – Σόφιας – Βουκουρεστίου) όσο και βελτίωσης των διμερών σχέσεων Ελλάδας – Βουλγαρίας και Ελλάδας – Ρουμανίας. Η πολιτική συνεργασία με τα παραπάνω κράτη έπρεπε όμως να έχει ένα σημείο αφετηρίας. Επίσης, υπήρχε η προσδοκία ότι θα ενισχυόταν ο ρόλος της χώρας στη νοτιοανατολική Ευρώπη και θα ήταν δυνατό να απομονωθεί, στο μέτρο του δυνατού, η Τουρκία, καθώς η τελευταία ελάχιστα διατεθειμένη ήταν να συμμετάσχει σε σχετικές πρωτοβουλίες.

Μια αιρετική πρωτοβουλία για τα Βαλκάνια-1
Ο Ελληνας πρωθυπουργός επιδίωκε τόσο την περαιτέρω καλλιέργεια της διαβαλκανικής συνεργασίας (με έμφαση στο τρίγωνο Αθήνας – Σόφιας – Βουκουρεστίου) όσο και τη βελτίωση των διμερών σχέσεων Ελλάδας – Βουλγαρίας και Ελλάδας – Ρουμανίας.

Η ιδέα μιας βαλκανικής «απύραυλης ζώνης» δεν ήταν νέα· η αρχική της διατύπωση ανάγεται σε πρωτοβουλία της Ρουμανίας στο β΄ μισό της δεκαετίας του 1950, ενώ είχε επαναδιατυπωθεί από την κυβέρνηση Τσαουσέσκου και κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1970. Ωστόσο, απέκτησε νέα δυναμική αμέσως μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ. Λίγες ημέρες μετά τις ελληνικές εκλογές του Οκτωβρίου 1981, ο Βούλγαρος ηγέτης Τοντόρ Ζίβκοφ διατύπωσε δημοσίως την υποστήριξή του στην ιδέα μιας τέτοιας ζώνης, αλλά και στη σύγκληση πολυμερούς βαλκανικής συνόδου κορυφής. Αντιστοίχως, ο Νικολάε Τσαουσέσκου συνέχιζε να υποστηρίζει με θέρμη την πρωτοβουλία για μια πολυμερή βαλκανική διάσκεψη με στόχο την αποπυρηνικοποίηση της περιοχής, αλλά και γενικότερα την ιδέα της διαβαλκανικής συνεργασίας.

Η παρέμβαση της Αθήνας

Ο Παπανδρέου, αξιοποιώντας το θετικό κλίμα, προέβη στα τέλη Μαρτίου 1982 σε δημόσια δήλωση υποστήριξης της δημιουργίας μιας Βαλκανικής Αποπυρηνικοποιημένης Ζώνης (ΒΑΖ). Κατά τους επόμενους μήνες η ελληνική κυβέρνηση κινητοποιήθηκε προς εκείνη την κατεύθυνση. Ο Παπανδρέου επισκέφθηκε διαδοχικά τις πρωτεύουσες των βαλκανικών χωρών, επιδιώκοντας τη διαμόρφωση μιας ευρύτερης συναίνεσης υπέρ της αποπυρηνικοποίησης. Ενώ οι κυβερνήσεις της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας τάσσονταν –παρά κάποιες επιμέρους διαφοροποιήσεις– υπέρ της ιδέας, η θέση της Γιουγκοσλαβίας υπήρξε πολύ πιο επιφυλακτική και επαμφοτερίζουσα.

Παρότι οι ελληνογιουγκοσλαβικές σχέσεις είχαν βελτιωθεί ακόμη περισσότερο (αν και προσωρινά) μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, αλλά και παρά την ιδιότυπη διεθνή θέση της Γιουγκοσλαβίας, η οποία δεν αποτελούσε μέλος είτε του δυτικού είτε του ανατολικού συνασπισμού, η γιουγκοσλαβική ηγεσία αντιμετώπισε την ελληνική πρωτοβουλία με μεγάλο σκεπτικισμό. Οι Γιουγκοσλάβοι υπογράμμιζαν ότι οποιαδήποτε περιφερειακή συμφωνία δεν μπορούσε να παραγνωρίσει το ευρύτερο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ασφάλειας ούτε να έχει αμιγώς τοπικό χαρακτήρα. Ιδίως ανησυχούσαν για την πιθανή διατάραξη της ισορροπίας στρατιωτικής ισχύος στα Βαλκάνια υπέρ του Συμφώνου της Βαρσοβίας, αν απομακρύνονταν από την περιοχή τα αμερικανικά πυρηνικά όπλα. Παράλληλα, διατηρούσαν επιφυλάξεις ως προς τη σκοπιμότητα μιας συνόδου κορυφής λόγω της ύπαρξης ανεπίλυτων διμερών διαφορών μεταξύ κρατών της περιοχής, κάτι που πιθανόν θα υπονόμευε τις πιθανότητες επιτυχίας μιας τέτοιας συνάντησης.

Η υπονόμευση της διάσκεψης

Μια αιρετική πρωτοβουλία για τα Βαλκάνια-2
10.2.1984. Η αδυναμία έκδοσης κοινού ανακοινωθέντος από μία διάσκεψη ακόμη και σε επίπεδο ειρηνιστικών οργανώσεων, όπως προβάλλεται στο πρωτοσέλιδο θέμα της «Κ», απεικονίζει και την τεράστια δυσκολία του όλου εγχειρήματος της απύραυλης ζώνης στα Βαλκάνια.

Η πρωτοβουλία για τη σύγκληση πολυμερούς βαλκανικής διάσκεψης, με επίκεντρο την αποπυρηνικοποίηση της περιοχής, δεν κατέληξε σε πειστικά και απτά αποτελέσματα. Η απόπειρα για διοργάνωση συνόδου κορυφής ναυάγησε. Ετσι, στις 18 Μαΐου 1983 ο Παπανδρέου έστειλε εμπιστευτικές επιστολές στους ηγέτες της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας, της Γιουγκοσλαβίας, της Αλβανίας και της Τουρκίας, καλώντας τους να συμμετάσχουν με την αποστολή «ειδικών εμπειρογνωμόνων» σε διάσκεψη που θα διοργάνωνε η ελληνική κυβέρνηση στην Αθήνα με αντικείμενο την προώθηση της ιδέας της αποπυρηνικοποίησης των Βαλκανίων. Τελικά, η σύγκληση της εν λόγω διάσκεψης (με τη συμμετοχή αξιωματούχων από την Ελλάδα, την Τουρκία, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και τη Γιουγκοσλαβία, αλλά όχι την Αλβανία) πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα σε δύο φάσεις, τον Ιανουάριο και έπειτα τον Φεβρουάριο του 1984.

Ωστόσο υπονομεύθηκε –πρωτίστως– από την τουρκική στάση. Η Αγκυρα, παρότι τυπικά συμμετείχε στις εργασίες (ώστε να αποφύγει τον κίνδυνο απομόνωσής της), αντιτάχθηκε έντονα στην ιδέα μιας ΒΑΖ, επιμένοντας ότι τέτοια ζητήματα θα πρέπει να αντιμετωπίζονται στο ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο και όχι ξεχωριστά σε περιφερειακό επίπεδο. Προτίμησε να προσανατολίσει τη συζήτηση σε τομείς οικονομικής και τεχνολογικής συνεργασίας. Επειτα, μετά το πέρας της διάσκεψης του Φεβρουαρίου 1984, δήλωσε κατηγορηματικά ότι δεν επρόκειτο να συμμετάσχει σε μελλοντικές βαλκανικές συναντήσεις στις οποίες η αποπυρηνικοποίηση θα περιλαμβανόταν στην ημερήσια διάταξη. Σε συνδυασμό με την επιφυλακτική (ή συγκεκαλυμμένα αρνητική) στάση της Γιουγκοσλαβίας αλλά και την άρνηση της Αλβανίας να συμμετάσχει σε οποιοδήποτε φόρουμ βαλκανικής (ή άλλης) συνεργασίας, ήταν φανερό ότι η ελληνική προσπάθεια δεν είχε πιθανότητες επιτυχίας μόνο με την υποστήριξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας.

Επικοινωνιακή κίνηση προς την ελληνική κοινή γνώμη

Ούτως ή άλλως, η Ελλάδα αναγνώριζε την ανάγκη προσεκτικής στάθμισης των ενεργειών της. Η Τουρκία, όχι μόνο δεν αμφισβητούσε το δόγμα της πυρηνικής αποτροπής του ΝΑΤΟ (άρα εμφανιζόταν πιστή και συνεπής σύμμαχος), αλλά φαινόταν να επιδιώκει και τον εκσυγχρονισμό των τακτικών πυρηνικών όπλων (κεφαλών και φορέων άφεσης – εκτόξευσης) που βρίσκονταν στην τουρκική επικράτεια. Υπό τις συνθήκες αυτές η Αθήνα δεν θα μπορούσε να διακινδυνεύσει την αποδυνάμωση της δικής της στρατηγικής θέσης, είτε ζητώντας μονομερώς την απομάκρυνση των αμερικανικών πυρηνικών όπλων από το ελληνικό έδαφος είτε προωθώντας την ιδέα μιας μερικής αποπυρηνικοποίησης των Βαλκανίων δίχως τη συμμετοχή της Τουρκίας. Το ίδιο συμπέρασμα συμμεριζόταν και η κοινότητα των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών (χαρακτηριστική είναι η εκτίμηση που διατυπωνόταν σε σχετική έκθεση της CIA κατά τις πρώτες εβδομάδες του 1984). Επίσης, Δυτικοευρωπαίοι διπλωμάτες και κυβερνητικοί αξιωματούχοι δεν θεώρησαν την πρόταση ρεαλιστική και την εξέλαβαν, ορθώς, ως μια κίνηση επικοινωνιακής διαχείρισης απευθυνόμενης ιδίως στην ελληνική κοινή γνώμη, χωρίς πρόθεση επίτευξης ουσιαστικών αποτελεσμάτων.

Μια αιρετική πρωτοβουλία για τα Βαλκάνια-3
Κινητοποίηση στη Δ. Γερμανία κατά της εγκατάστασης αμερικανικών πυραύλων Πέρσινγκ και Κρουζ. Μολονότι στην Ευρώπη υπήρχε έντονα αρνητικό κλίμα για τα νέα πυρηνικά όπλα, καμιά σχετική πρωτοβουλία δεν είχε απτά αποτελέσματα το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’80. [ASSOCIATED PRESS]

Παρ’ όλα αυτά, η πρωτοβουλία του Ανδρέα Παπανδρέου για την εγκαθίδρυση μιας ΒΑΖ αποτέλεσε αντικείμενο έντονων αντιδράσεων εντός του ΝΑΤΟ, κυρίως επειδή έλαβε χώρα χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με τους νατοϊκούς συμμάχους της Ελλάδας, με αποτέλεσμα να θεωρηθεί ότι ερχόταν σε αντίθεση με τη στρατηγική της Συμμαχίας και ότι αγνοούσε τις ευαισθησίες των κρατών-μελών της, ιδίως ως προς τη διασφάλιση της συνοχής της. Η πρωτοβουλία, ωστόσο, βρήκε υποστήριξη από ορισμένους διεθνείς ηγέτες που είχαν έντονη φιλειρηνική δράση, όπως ο πρωθυπουργός της Σουηδίας Ούλοφ Πάλμε.

Οι μακροπρόθεσμοι στόχοι

Τα διαθέσιμα στοιχεία καταδεικνύουν ότι ο Παπανδρέου είχε πλήρη επίγνωση των δυσκολιών της πρωτοβουλίας για τη δημιουργία μιας ΒΑΖ. Η απολύτως αρνητική στάση της Τουρκίας και η συγκεκαλυμμένα αρνητική διάθεση της Γιουγκοσλαβίας, οι διεθνείς δεσμεύσεις των βαλκανικών κρατών –π.χ. της Ελλάδας έναντι του ΝΑΤΟ και της Βουλγαρίας και Ρουμανίας έναντι του Συμφώνου της Βαρσοβίας–, οι διαφορετικές αντιλήψεις περί ασφάλειας, ακόμη και η καχυποψία των Σοβιετικών και των μελών του ανατολικού μπλοκ έναντι του βαθμού «ανεξαρτησίας» της νέας ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, αποτελούσαν ανασχετικούς παράγοντες.

Η απολύτως αρνητική στάση της Τουρκίας και η συγκεκαλυμμένα αρνητική διάθεση της Γιουγκοσλαβίας, οι διεθνείς δεσμεύσεις των βαλκανικών κρατών, οι διαφορετικές αντιλήψεις περί ασφαλείας αποτελούσαν ανασχετικούς παράγοντες για την υλοποίηση της ιδέας.

Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία συνάγεται ότι η πρωτοβουλία του Παπανδρέου για τη δημιουργία μιας Βαλκανικής Αποπυρηνικοποιημένης (ή Απύραυλης) Ζώνης αποτέλεσε έναν σημαντικό πυλώνα της εξωτερικής πολιτικής του ΠΑΣΟΚ, η οποία ενσωμάτωνε ταυτόχρονα τη φιλειρηνική ρητορική του κόμματος, την αναζήτηση μεγαλύτερου περιθωρίου διπλωματικών ελιγμών για την Ελλάδα με μερική υπέρβαση του ασφυκτικού πλαισίου που έθετε ο αναζωπυρωθείς Ψυχρός Πόλεμος, καθώς και τη θεσμοθέτηση μιας πολυμερούς βαλκανικής συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής συνεννόησης. Ο Ελληνας πρωθυπουργός επιδίωκε να αξιοποιήσει την πρόταση περί αποπυρηνικοποίησης των Βαλκανίων ως εργαλείο για την επιλεκτική και μερική απεμπλοκή της νοτιοανατολικής Ευρώπης από τις εντεινόμενες εντάσεις του Ψυχρού Πολέμου, αλλά και για την καλλιέργεια της εικόνας του ως κήρυκα της διεθνούς ειρήνης. Καθώς όμως η ιδέα ουσιαστικά ναυάγησε ήδη το 1984, ο Ελληνας πρωθυπουργός έστρεψε άμεσα το ενδιαφέρον του σε άλλες διεθνείς πρωτοβουλίες για την προώθηση της παγκόσμιας ειρήνης και του πυρηνικού αφοπλισμού: τον Μάιο του 1984 συμμετείχε στην «Πρωτοβουλία των Εξι» για τον αφοπλισμό και την ειρήνη, μαζί με ηγέτες από τη Σουηδία, την Ινδία, το Μεξικό, την Αργεντινή και την Τανζανία.

*Ο κ. Διονύσης Χουρχούλης είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου.

*Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT