Ο Αναστάσιος Πολυζωίδης υπήρξε μια εξέχουσα προσωπικότητα του ελληνικού 19ου αιώνα, έχοντας καθοριστική συμβολή στη διαμόρφωση της Δικαιοσύνης, της πολιτικής σκέψης και του θεσμικού πολιτικού πλαισίου του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Νομικός, πολιτικός, δημοσιογράφος και θερμός υποστηρικτής των φιλελεύθερων ιδεών, έθεσε την προσωπική του ακεραιότητα και το ήθος του στην υπηρεσία των ιδεωδών της ανεξαρτησίας, της συνταγματικής νομιμότητας και των θεσμικών ελευθεριών στην Ελλάδα.
Ο Πολυζωίδης γεννήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 1802 στο Μελένικο, όπου και πέρασε τα παιδιά του χρόνια. Σε ηλικία 14 ετών ο πατέρας του Χρήστος έστειλε τον Αναστάσιο στην ιδιαίτερη πατρίδα του τις Σέρρες για να φοιτήσει στη Σχολή της πόλης, διευθυντής της οποίας ήταν ο Εδεσσαίος διαφωτιστής Μηνάς Μηνωίδης. Οταν πέθανε ο πατέρας του, το 1817, τη χρηματοδότηση των σπουδών ανέλαβαν διάφοροι συγγενείς του, οι οποίοι εκτιμούσαν τη δίψα του έφηβου Αναστάσιου να διευρύνει τους γνωστικούς ορίζοντές του. Μετέβη αρχικά στη Βιέννη και στη συνέχεια στο Βερολίνο για να σπουδάσει νομικά. Οταν πληροφορήθηκε, ωστόσο, την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης το 1821, αμέσως εγκατέλειψε τις σπουδές του και επέστρεψε στην ελληνική χερσόνησο.
Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, ο Πολυζωίδης συνδέθηκε στενά με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, αναλαμβάνοντας τη θέση του γραμματέα του το διάστημα που ο Φαναριώτης πολιτικός διετέλεσε πρόεδρος του Εκτελεστικού. Τον Οκτώβριο του 1827 έλαβε την απόφαση να συνεχίσει τις νομικές σπουδές του στο Παρίσι. Οταν έλαβε το πτυχίο του, επέστρεψε στην Ελλάδα, η οποία μαστιζόταν από τις εσωτερικές έριδες ανάμεσα στον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια και την aντιπολίτευση.
Σταθμός στη σταδιοδρομία του ήταν η εμπλοκή του ως δικαστή στη δίκη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη το 1834
Το 1831, στην κορύφωση της σύγκρουσης του άτυχου κυβερνήτη με την aντιπολίτευση, ο Πολυζωίδης εξέδιδε στην Υδρα την εφημερίδα Απόλλων, η οποία ασκούσε δριμεία κριτική στην κυβέρνηση. Μετά την αναγγελία του θανάτου του Καποδίστρια, η συγκεκριμένη εφημερίδα δεν δίστασε να ονομάσει τους δολοφόνους του ως λυτρωτές του ελληνικού έθνους από την τυραννία του, παρομοιάζοντας την πράξη τους με εκείνη του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα, οι οποίοι δολοφόνησαν στην αρχαιότητα τον τύραννο των Αθηνών Ιππαρχο, γιο του Πεισίστρατου.
Με την έλευση του Οθωνα και την ανάληψη της εξουσίας από την Αντιβασιλεία, εντάχθηκε στον δικαστικό κλάδο. Σταθμός στη σταδιοδρομία του ήταν η εμπλοκή του ως δικαστή στη δίκη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη το 1834. Ο Πολυζωίδης και ο Γεώργιος Τερτσέτης δεν υπέγραψαν την καταδικαστική απόφαση σε θάνατο των κατηγορουμένων, την οποία επέβαλε η πλειοψηφία του δικαστηρίου. Ο Πολυζωίδης δεν υποχώρησε από τις θέσεις του ούτε όταν του ασκήθηκε βία για να υπογράψει τη θανατική καταδίκη του Κολοκοτρώνη και των συντρόφων του. Για αυτήν τους τη στάση οι δύο άνδρες απολύθηκαν από τις θέσεις τους και διώχθηκαν ποινικά από την Αντιβασιλεία. Oταν δε απέδειξαν την αθωότητά τους, το κύρος της Αντιβασιλείας κλονίστηκε, ενώ οι κατηγορούμενοι έλαβαν βασιλική χάρη όταν ενηλικιώθηκε ο Oθωνας το 1835.
Το κύρος του Πολυζωίδη αποκαταστάθηκε τα επόμενα χρόνια. Παρά το νεαρό της ηλικίας του διορίστηκε αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου και σύμβουλος επικρατείας, ενώ το 1837 ανέλαβε και κυβερνητική θέση ως υπουργός Παιδείας και Εσωτερικών. Από τη θέση του συνέβαλε καθοριστικά στην ίδρυση του Πανεπιστημίου Αθηνών εκείνο το έτος. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του συνέγραφε βιβλία, ιστορικού και νομικού χαρακτήρα. Eφυγε από τη ζωή στις 7 Ιουλίου 1873 στην οικία του στην Αθήνα.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης
