Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά

Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά

«Έχων επίγνωσιν της σοβαρότητος των στιγμών τας οποίας διέρχεται η πατρίς […] αποφασίζω να κατέλθω εις τον εκλογικόν αγώνα. […] Υπόσχομαι ότι θα […] επιτύχωμεν την πραγματικήν αλλαγήν, την οποίαν ζητεί το έθνος»

29' 27" χρόνος ανάγνωσης

Ο Αλέξανδρος Παπάγος γεννήθηκε στις 9 ∆εκεμβρίου 1883 στην Αθήνα. Πατέρας του ήταν ο αντιστράτηγος Λεωνίδας Παπάγος. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στο Γυμνάσιο, το 1901 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τις νομικές σπουδές ωστόσο θα τις εγκατέλειπε έναν χρόνο αργότερα, για να συνεχίσει στα χνάρια του πατέρα του. Καθώς είχε ξεπεράσει το όριο ηλικίας για την εισαγωγή του στη Σχολή Ευελπίδων, αποφάσισε να εκπαιδευτεί στο εξωτερικό, όπου και θα διέμενε για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Το 1906 επέστρεψε στην Ελλάδα και το 1911 παντρεύτηκε τη Μαρία Βάσσου-Καλίνσκι, με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά. Ο Παπάγος δεν έκρυψε ποτέ τα φιλοβασιλικά του αισθήματα. Την περίοδο του Εθνικού ∆ιχασμού θα βρισκόταν εξόριστος μέχρι το 1920, ενώ το 1935 θα έπαιζε καθοριστικό ρόλο στην παλινόρθωση του Γεωργίου Β΄. Συμμετείχε στους Βαλκανικούς Πολέμους, ήταν αρχιστράτηγος του ελληνικού στρατού στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στη συνέχεια θα ήταν αυτός που θα βοηθούσε την κυβέρνηση Σοφούλη να επικρατήσει οριστικά στον Εμφύλιο, οδηγώντας τον στο τέλος του. Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, θα μεταπηδούσε στην πολιτική ιδρύοντας τον Ελληνικό Συναγερμό. Με το κύρος της προσωπικότητάς του θα πετύχαινε όχι μόνο να ανανεώσει τη ∆εξιά, αλλά και να τη θεμελιώσει ως τη μόνη συμπαγή δύναμη του πολιτικού συστήματος για πολύ μεγάλο διάστημα. Αναμφισβήτητα ο Αλέξανδρος Παπάγος υπήρξε μια προσωπικότητα που άφησε το στίγμα της στη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Στην παρούσα έκδοση ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να γνωρίσει τις δύο «πλευρές» του, αυτήν του στρατιωτικού και εκείνη του πολιτικού, μέσα και από τα δικά του γραπτά.

Από τον Μεσοπόλεμο στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

Προτάσεις για βελτίωση του Επιτελείου Στρατού.

Με πατέρα αξιωματικό του Πυροβολικού, ήταν δύσκολο για τον Αλέξανδρο Παπάγο να μην ακολουθήσει το ίδιο μονοπάτι. Φοίτησε για δύο χρόνια στη Στρατιωτική Σχολή των Βρυξελλών (1902-1904) και στη Σχολή Ιππικού του Υπρ (1904-1906). Το 1910 θα γινόταν υπασπιστής του υπουργού των Στρατιωτικών. Στους Βαλκανικούς υπηρέτησε ως υπίλαρχος και ίλαρχος, ενώ στη συνέχεια αποσπάστηκε στο Γενικό Επιτελείο Στρατού. Με το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων, θα παρακολουθούσε μαθήματα στο Σχολείο Ανώτερων Σπουδών της Γαλλικής Στρατιωτικής Αποστολής, όπου και διακρίθηκε, ενώ στη συνέχεια θα υπηρετούσε ως ίλαρχος στο 1ο Σύνταγμα Ιππικού στη Θεσσαλονίκη και ως επιτελάρχης της Ταξιαρχίας Ιππικού στην Αθήνα.

Το 1917, φέροντας τον βαθμό του ταγματάρχη, μέσα στη δίνη του Εθνικού ∆ιχασμού, ο Παπάγος θα εξοριζόταν στην Ίο, στη Σαντορίνη, στη Μήλο και στη συνέχεια στην Κρήτη. Με την άνοδο των αντιβενιζελικών στην εξουσία, θα καλούνταν πίσω και θα βρισκόταν στο Μικρασιατικό Μέτωπο ως επιτελάρχης ταξιαρχίας και αργότερα μεραρχίας Ιππικού. Θα ανακαλούνταν το 1926 με την οικουμενική κυβέρνηση ως συνταγματάρχης, για να υπηρετήσει σε διάφορες θέσεις από την επόμενη χρονιά. Με τον βαθμό του υποστρατήγου θα τοποθετούνταν επί Ελευθερίου Βενιζέλου στο Γενικό Επιτελείο Στρατού ως υπουργός του, ενώ το 1934, ως αντιστράτηγος, θα αναλάμβανε τη διοίκηση του Γ΄ και ύστερα του Α΄ Σώματος Στρατού. Το ζήτημα της επαναφοράς του Γεωργίου Β΄ θα τον οδηγούσε να λάβει ενεργό δράση, στέλνοντας διάβημα (μαζί με τον αντιναύαρχο Οικονόμου και τον πτέραρχο Ρέππα) και οδηγώντας τον πρωθυπουργό Τσαλδάρη σε παραίτηση και στον σχηματισμό νέας κυβέρνησης υπό τον Κονδύλη.

Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά-1
Ουάσιγκτον, 7 Δεκεμβρίου 1946. Ο στρατηγός Αλ. Παπάγος (δεξιά) ανταλλάσσει χειραψία με τον Αμερικανό πρόεδρο Τρούμαν, κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στον Λευκό Οίκο (Fox Photos/Hulton Archive/Getty Images/Ideal Image).

Στις νέες συνθήκες, ο Αλέξανδρος Παπάγος θα τοποθετούνταν στη θέση του υπουργού των Στρατιωτικών, ενώ το 1936 θα αναλάμβανε την αρχηγία του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Από αυτή τη θέση θα επιζητούσε άμεση ανανέωση του τρόπου οργάνωσης, καθώς θεωρούσε ότι η Ελλάδα, μπροστά στον κίνδυνο που αναδυόταν, βρισκόταν απροετοίμαστη, όπως αυτό αποτυπώνεται σε σχετικό υπόμνημα που κατέθεσε προς την κυβέρνηση στις 15 ∆εκεμβρίου 1936: «Μετά τον Μέγαν Πόλεμον, άπαντα τα κράτη ανεγνώρισαν ότι τόσο η από της ειρήνης προπαρασκευή όλων των κλάδων της εθνικής αμύνης, όσο και η εν πολέμω Ανωτάτη ∆ιεύθυνσις των Επιχειρήσεων δεν επιτυγχάνονται επαρκώς διά της απλής συνεργασίας των τριών πολεμικών υπουργείων. Επιβάλλεται το πρόβλημα της εθνικής αμύνης να αντιμετωπίζηται εν τω συνόλω του ως εν ενιαίον και αδιάσπαστον σύνολον». Συγκεκριμένα, ο Παπάγος ζητούσε να υπάρχει εν καιρώ ειρήνης προπαρασκευή κάτω από ειδικό όργανο, το οποίο βάσει πολιτικής θα ήταν «συνυπεύθυνον» για τη χάραξη του γενικού προγράμματος προπαρασκευής των πολεμικών δυνάμεων της χώρας. Γι’ αυτό ήταν απαραίτητη «η ύπαρξις του αμερολήπτου τούτου ρυθμιστού… […] Ίνα ανταποκριθή εις τον ρόλον του ο ρυθμιστής και εμψυχωτής της όλης πολεμικής προπαρασκευής  της χώρας δέον να ασκή εξουσίαν εφ’ όλων των κλάδων της εθνικής αμύνης, να διαθέτη την αναγκαίαν υπηρεσίαν η οποία να προπαρασκευάζη και να κοινοποιή τας λαμβανομένας αποφάσεις και να παρακολουθή την εκτέλεσιν αυτών».1

Ο Παπάγος ζητούσε να υπάρχει εν καιρώ ειρήνης προπαρασκευή κάτω από ειδικό όργανο, το οποίο βάσει πολιτικής θα ήταν «συνυπεύθυνον» για τη χάραξη του γενικού προγράμματος προπαρασκευής των πολεμικών δυνάμεων της χώρας.

Το ζήτημα της διοίκησης τόσο εν καιρώ ειρήνης όσο και εν καιρώ πολέμου ήταν κάτι που είχε απασχολήσει τις μεγάλες ευρωπαϊκές ∆υνάμεις και άλλα μεγάλα έθνη πέραν αυτής, και τα οποία ο Παπάγος είχε παρακολουθήσει, αναφερόμενος σε ειδικές περιπτώσεις ως επιχειρήματα για να στηρίξει την άποψή του. Πιο συγκεκριμένα γίνεται μια παρουσίαση της κατάστασης στη Μεγάλη Βρετανία, η οποία, ως «χώρα νησιωτική και αποικιακή, είναι υποχρεωμένη να αντιμετωπίζη συγχρόνως την άμυναν του εθνικού εδάφους, την άμυναν των αποικιών της και την προστασίαν των γραμμών συγκοινωνίας της Αυτοκρατορίας, εκτεινομένων καθ’ όλον τον κόσμον. Ούτως εξηγείται η πρωτεύουσα σημασία ήτις μέχρι σήμερον δίδεται εν Αγγλία εις το ναυτικόν». Ο Παπάγος προχωρεί στην παρουσίαση του συντονισμού των τριών υπουργείων και στο ότι τα γεγονότα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου οδήγησαν σε έναν «αγώνα» για τη δημιουργία ενιαίας διοίκησης, ο οποίος «κατέληξεν εις τον διορισμόν, την 13ην Μαρτίου 1936, ενός «Υπουργού διά τον συντονισμόν της Αμύνης». «Ούτος, διατελών υπό την διεύθυνσιν του Πρωθυπουργού, ορίζεται ως Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Αμύνης». Είναι επίσης «Πρόεδρος της Επιτροπής της Πολιτικής και των Αναγκών της Αμύνης, δημιουργηθείσης κατά το 1935. Βοηθείται υπό Επιτελείου εξ αξιωματικών οίτινες ηκολούθησαν τα μαθήματα της Σχολής της Αυτοκρατορικής Αμύνης».

Παράλληλα, ο Παπάγος αναφέρεται σε κράτη μικρότερης εμβέλειας στην ευρωπαϊκή ήπειρο, όπως η Ρουμανία και η Πολωνία, ενώ κάνει λόγο και για τις ΗΠΑ, οι οποίες, ως κράτος «με πολίτευμα ∆ημοκρατικόν», έχουν συγκεντρώσει τη διοίκηση των Ενόπλων ∆υνάμεων στα χέρια του προέδρου.

Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά-2
Φωτογραφικό πορτρέτο του Αλέξανδρου Παπάγου (Keystone-France/Getty Images/Ideal Image).  

Για τον ίδιο, η ανάγκη για ενότητα της Εθνικής Άμυνας της Ελλάδας ήταν καταφανής και έχρηζε προτεραιότητας η μη σπατάλη των πενιχρών μέσων που διέθετε η χώρα, αλλά να υπάρχει το μέγιστο όφελος. Η πείρα του παρελθόντος, όπως υποστηρίζει στο σχετικό υπόμνημα, αρκεί για να επέλθουν οι απαραίτητες αλλαγές. Πιο συγκεκριμένα, φέρνοντας ως παράδειγμα τα αποτελέσματα του Ελληνοτουρκικού Πολέμου του 1897, τονίζει ότι η σωστή οργάνωση ενώ η χώρα έχει κληθεί σε πολεμική σύρραξη είναι εξίσου σημαντική με αυτήν εν καιρώ ειρήνης, καθώς κρίνει ως απαραίτητη την τοποθέτηση στη διοίκηση του στρατού ενός προσώπου που κατέχει ήδη από πριν την αρμόζουσα εκπαίδευση, την υλική οργάνωση και ό,τι άλλο απαιτείται: «Χωρίς ποσώς να λαμβάνω υπ’ όψιν μου προσωπικούς λόγους, θεωρώ ότι θα είναι μειωμέναι η ευθύνη και η απόδοσις εκείνου όστις θα εκαλείτο την τελευταίαν στιγμήν να αναλάβη την βαρείαν […] εντολήν, αν δεν είναι τουλάχιστον εις εκ των ενεργώς και υπευθύνως μετασχόντων εις την ∆ιοίκησιν του Στρατού από του καιρού της ειρήνης».

Ανάμεσα στις προτάσεις στις οποίες προβαίνει ο Αλέξανδρος Παπάγος, ξεχωρίζουν αυτή για τη συγκρότηση Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, με υπουργό τον πρόεδρο της κυβέρνησης, «τον πρώτον υπεύθυνον Κυβερνήτην της Χώρας», όπως χαρακτηρίζει τον Ιωάννη Μεταξά. Αποστολή του συγκεκριμένου υπουργείου θα ήταν η ρύθμιση του γενικού προγράμματος προπαρασκευής των πολεμικών δυνάμεων της χώρας και η κατανομή των διατεθειμένων πιστώσεων μεταξύ των διαφόρων κλάδων της Εθνικής Άμυνας. «Βάσει του πολιτικού σκοπού του πολέμου και των συμβατικών υποχρεώσεων της χώρας, θα συντάσση το Σχέδιο Αμύνης του κράτους εις το οποίον θα καθορίζη τους επιδιωκτέους στρατηγικούς αντικειμενικούς σκοπούς, την αποστολήν τών κατά ξηράν, θάλασσαν και αέρα πολεμικών δυνάμεων και τας γενικάς συνθήκας συνεργασίας των. […] Τα σημερινά τρία πολεμικά υπουργεία να παραμείνωσι, μετονομαζόμενα εις υφυπουργεία, διά να είναι καταφανής η ιεραρχική κλίμαξ εν σχέσει με το Υπουργείον Εθνικής Αμύνης. Παρά τω Υπουργείω Εθνικής Αμύνης να συγκροτηθεί Γενικόν Επιτελείον Εθνικής Αμύνης, του οποίου η σύνθεσις θα είναι περιωρισμένη και θα περιλαμβάνη πέντε Επιτελικά Γραφεία γενικού διά την όλην εθνικήν άμυναν ενδιαφέροντος».

Από τον Β΄ Παγκόσμιο στον Εμφύλιο Πόλεμο

Οι προτάσεις για το Μέτωπο, οι σχέσεις με Συμμάχους, η παραμονή σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και ο τιμητικός βαθμός του στρατάρχη.

Ησυνεργασία με την κυβέρνηση όλο αυτό το διάστημα ήταν ιδιαίτερα στενή. Ήδη από το 1939 υπήρχαν τακτικές αναφορές όχι μόνο αναφορικά με τις εξελίξεις, αλλά και με τις συνομιλίες που τυχόν είχε, όπως στην περίπτωση του Ιταλού στρατιωτικού υπευθύνου στην Αλβανία, ο οποίος ζητούσε εξηγήσεις για τη μεταφορά στρατιωτών κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα.2 Ταυτόχρονα όμως, έδινε τη γνώμη του αναφορικά με την κατάσταση και τις πιθανές κινήσεις της χώρας στη συνέχεια. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά περί της επέκτασης της σύρραξης στη Βαλκανική χερσόνησο του Φεβρουαρίου 1940:

«Λαμβάνω την τιμήν, κατόπιν των όσων προφορικώς μοι εγνωρίσατε περί διεξαγωγής ενταύθα από του προσεχούς Μαρτίου συνεννοήσεων των στρατιωτικών ακολούθων των βαλκανικών κρατών υπό την προεδρίαν μου, διά την εξέτασιν του τρόπου αντιμετωπίσεως της συνεργασίας των εν περιπτώσει επεκτάσεως της συρράξεως εν Βαλκανικήν, να υποβάλω υπό την κρίσιν Υμών τα κάτωθι: Από στρατιωτικής απόψεως, η συμφερωτέρα λύσις προς αντιμετώπισιν μιας εισβολής εις την Βαλκανικήν από Βορρά είναι να επιτύχωμεν να αντιτάξωμεν εις τον εισβολέα τον μείζονα δυνατόν όγκον των βαλκανικών στρατιωτικών δυνάμεων συνηνωμένων· η λύσις αυτή προσκρούει αφ’ ενός μεν εις την έλλειψιν συγκοινωνιών σημαντικής αποδόσεως και το ευπαθές των υπαρχουσών τοιούτων, αφ’ ετέρου δε εις την παρουσίαν εν τω εσωτερικώ της Βαλκανικής πιθανών αντιπάλων (Βουλγαρία). […] Προς δημιουργίαν όθεν ευνοϊκωτέρων συνθηκών επιτεύξεως της επί το αυτό συγκεντρώσεως του όγκου των βαλκανικών δυνάμεων, παρίσταται επιτακτική ανάγκη να εξασφαλισθή η έγκαιρος λήψις αποφάσεων εκ μέρους της πολιτικής διά την εκ μέρους του συνόλου των βαλκανικών κρατών πραγματοποίησιν, παραλλήλως προς τα του αντιπάλου, μέτρων, ήτοι: έγκαιρος προώθησις της επιστρατεύσεως και της συγκεντρώσεως, έγκαιρος επέμβασις των αγγλογαλλικών δυνάμεων εν τη Βαλκανική, εκκαθάρισις έγκαιρος της θέσεως της Βουλγαρίας».3

Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά-3
Πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Daily Sketch (23 Νοεμβρίου 1940), με θέμα τις νίκες του ελληνικού στρατού στο Αλβανικό Μέτωπο. Ο Αλ. Παπάγος χαρακτηρίζεται ως θριαμβευτής ηγέτης (John Frost Newspapers/Alamy/Visualhellas.gr).

Σύμφωνα με τον ίδιο, ύστερα από τη λήψη της συγκεκριμένης αναφοράς, 
ο πρόεδρος της κυβέρνησης του επικοινώνησε ότι θα ερχόταν στο Γενικό 
Επιτελείο του Στρατού για να συζητήσουν «εν εκτάσει επί των εν τη αναφορά μου εκτιθεμένων». Η συνάντηση πράγματι πραγματοποιήθηκε στις αρχές Μαρτίου 1940, όπου η συνεργασία μεταξύ των δύο αντρών αποδείχθηκε «μακροτάτη». Οι απόψεις του Παπάγου διατυπώθηκαν και εγγράφως σε άλλη αναφορά, της 13ης Μαρτίου, όπου ζητούσε την άδεια –σε περίπτωση που δινόταν η έγκριση– να τη στείλει ως αντίγραφο στα Συμμαχικά Επιτελεία «ίνα έχωσι ταύτας υπ’ όψιν διά τας μελλούσας να λάβωσι χώραν εν Αθήναις και υπό την προεδρίαν μου βαλκανικές συνεννοήσεις».4

Κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο Παπάγος, ως αρχιστράτηγος του Ελληνικού Στρατού, θα βρισκόταν σε συνεχή συνεννόηση με τα Συμμαχικά Επιτελεία. Ωστόσο, εκεί θα ερχόταν και η ρήξη με τους Βρετανούς. Τον Φεβρουάριο του 1941, στη σύσκεψη μεταξύ του υπουργού Εξωτερικών Άντονι Ίντεν και του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου, στρατηγού Ντιλ, από τη μια, και του βασιλιά Γεωργίου Β΄, του Αλέξανδρου Παπάγου και άλλων στρατιωτικών, από την άλλη, διαφάνηκε η αντίθεση μεταξύ των δύο πλευρών, καθώς ο Παπάγος δεν επιθυμούσε να εγκαταλειφθεί η Αλβανία από τον ελληνικό στρατό:

«— Θα εξακολουθήσετε ενεργούντες επιθετικώς κατά των Ιταλών εν Αλβανία;

— Έδωσα ήδη διαταγήν αμυντικής στάσεως και διέταξα να εκτελεσθούν αι αναγκαίαι μόνον περιωρισμέναι επιθετικαί ενέργειαι […].

— Είναι δυνατή η μεταφορά δυνάμεων εκ του Αλβανικού μετώπου εις το Μέτωπον της Ανατολικής Μακεδονίας;

— Όχι, δεν είναι δυνατή η μείωσις των εις το Αλβανικόν θέατρον δυνάμεών μας, καθ’ όσον οι Ιταλοί υπερέχουν σήμερον αριθμητικώς ημών5 […]».

Όλο αυτό το διάστημα, οι δύο πλευρές θα είχαν συνεχείς επαφές. Στα μέσα Απριλίου, Παπάγος και Ίντεν θα συναντιούνταν εκ νέου. Ο Παπάγος φέρεται να πρότεινε την αποχώρηση του βρετανικού στρατού, σε μια προσπάθεια αποφυγής περισσότερων απωλειών. Πλέον, οι συνθήκες έχουν αλλάξει.

Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά-4
Από αριστερά: Ο Ιωάννης Πιτσίκας, ο στρατηγός Παναγιώτης Δεμέστιχας και ο αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος στο Αλβανικό Μέτωπο, το 1940. Φωτ.: Δημήτρης Α. Χαρισιάδης (Μουσείο Μπενάκη/Φωτογραφικά Αρχεία).

Η τελευταία διαταγή του Παπάγου θα δινόταν την ίδια ημέρα με την ορκωμοσία του Εμμανουήλ Τσουδερού, στις 21 Απριλίου 1941, σε μια προσπάθεια να αποσοβηθεί η συνθηκολόγηση του Τσολάκογλου. Ο ίδιος θα υπέβαλλε την παραίτησή του στις 23 Απριλίου και θα γινόταν αμέσως δεκτή από την κυβέρνηση, η οποία μαζί με τον βασιλιά βρισκόταν ήδη στην Κρήτη. Σύμφωνα με το Βασιλικό ∆ιάταγμα που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της 24ης Απριλίου: «Τίθεται εν αποστρατεία τη αιτήσει του και δι’ αρχαιότητα υπηρεσίας ο αντιστράτηγος Παπάγος του Λεωνίδα και εκφράζεται αυτώ η Βασιλική ευαρέσκεια, διότι διετέλεσε Αρχιστράτηγος του Ελληνικού Στρατού κατά την ενδοξοτέραν και λαμπροτέραν αυτού εποποιίαν».

Σύμφωνα με τον στρατηγό Θ. Παπαθανασιάδη, ο Παπάγος μπορούσε να ακολουθήσει και εκείνος την κυβέρνηση στην Κρήτη αρχικά και ύστερα στη Μέση Ανατολή, αλλά φαίνεται, κατά μαρτυρίες, ότι ο ίδιος επιθυμούσε να «υποστεί την τύχη των συμπολεμιστών του», τιμώντας τις στρατιωτικές παραδόσεις. Σύντομα ο Παπάγος, ο οποίος με την είσοδο των Γερμανών στην ελληνική πρωτεύουσα βρισκόταν σε κατ’ οίκον περιορισμό, θα βρισκόταν μπροστά στο ενδεχόμενο εκτέλεσης. Στις 15 Μαΐου 1941 εκδόθηκε Νομοθετικό ∆ιάταγμα σύμφωνα με το οποίο ο αρχιστράτηγος και οι υφυπουργοί των τριών πολεμικών υπουργείων δεν εμπόδισαν την κήρυξη του πολέμου κατά των δυνάμεων του Άξονα, τον οποίο οργάνωσαν με χείριστο τρόπο. «Εις τους ενόχους, κατά την κυριαρχικήν κρίσιν του ∆ικαστηρίου επιβάλλονται ποιναί εν αις και του θανάτου». Ωστόσο, πιθανόν ύστερα από γερμανική εντολή, θα εγκαταλειπόταν η ιδέα της παραπομπής σε δίκη και θα αναστελλόταν η δίωξη χωρίς να δοθεί καμία εξήγηση από πλευράς της κυβέρνησης Τσολάκογλου.6

Παρ’ όλα αυτά, οι περιπέτειες δεν θα τελείωναν εδώ. Στις αρχές του 1943, ο Παπάγος μαζί με άλλους πέντε αντιστρατήγους (Γεώργιος Κοσμάς, Ιωάννης Πιτσίκας, Κωνσταντίνος Μπακόπουλος, Παναγιώτης ∆έδες και ∆ημήτριος Παπαδόπουλος) θα ίδρυαν την οργάνωση «Στρατιωτική Ιεραρχία», επιθυμώντας να συνδράμει καθοριστικά στον συντονισμό των αντιστασιακών δυνάμεων. Στόχος ήταν η αποκατάσταση των επαφών με την ελληνική εξόριστη κυβέρνηση, καθώς και με τις αντιστασιακές οργανώσεις. Ωστόσο, το εγχείρημα θα ήταν σύντομο. Τον Ιούλιο του 1943 θα συλλαμβανόταν και θα μεταφερόταν εκτός Ελλάδας, όπου και κλείστηκε διαδοχικά σε διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης –ανάμεσα στα οποία στο Οράνιενμπουργκ και στο Νταχάου– για ένα διάστημα δύο ετών. Ο ίδιος περιγράφει ζοφερά τις στιγμές, όπως αποτυπώνονται στα παρακάτω αποσπάσματα7:

«Ήτο η αυγή της 16 Ιουλίου 1943, ημερομηνίας, η οποία θα παραμείνη βαθύτατα χαραγμένη εις την μνήμην μου. Θα επλησίαζεν η 5η πρωινή όταν με αφύπνισαν επίμονα κτυπήματα εις την εξώθυραν της οικίας μου, που συνωδεύοντο από παρατεταμένα κουδουνίσματα. Προφανώς, συνέβαινε κάτι το εκτάκτως σοβαρόν. Και πράγματι, γεγονός σημαντικώτατον είχεν αναγγελθή ανά τα πέρατα του κόσμου. Εις την Ρώμην είχε εκραγή επανάστασις υπό τον στρατηγόν Μπαντόλιο. Ο Μπενίτο Μουσολίνι είχεν ανατραπή και φυλακισθή. Το καθεστώς του φασισμού είχε καταρρεύσει ως χάρτινος πύργος. Έξω εις τον δρόμον ηκούετο ο ρυθμικός θόρυβος της μηχανής ενός αυτοκινήτου. Προφανώς είχε σταθμεύσει προ της οικίας μου. Σημείον ανησυχαστικόν, και μάλιστα όταν ζη κανείς υπό εχθρικήν κατοχήν, η οποία κατεπάτησε και το ύστατον ίχνος ∆ιεθνούς ∆ικαίου.

»“ Ένας Γερμανός αξιωματικός απαιτεί να σε δη αμέσως”, μου είπεν η σύζυγός μου, δυσκόλως αποκρύπτουσα την ταραχήν της. “Και δεν είναι μόνος. Τον συνοδεύουν δύο στρατιώτες. Νομίζω μάλιστα ότι έχει περικυκλωθή όλο το τετράγωνο”.

»Την καθησύχασα όσο μου ήτο δυνατόν και την παρεκάλεσα να διαμηνύση εις τον Γερμανόν αξιωματικόν, ότι εντός ολίγων λεπτών θα είμαι έτοιμος να τον δεχθώ. […] Ο Γερμανός αξιωματικός εστάθη εις προσοχήν όταν με ητένισε και μ’ εχαιρέτησε με την γνωστήν τυπικότητα της φυλής του. Χωρίς περιστροφάς, μου είπε να τον ακολουθήσω, με την δικαιολογίαν ότι ο Στρατιωτικός ∆ιοικητής των Αθηνών Στρατηγός Σπάιντελ επεθύμει να μου υποβάλη ωρισμένας ερωτήσεις. Και διά να με πείση τρόπον τινά περί της βασιμότητος της δικαιολογίας του, προσέθεσε:

»“Στρατηγέ μου, δεν είναι ανάγκη να πάρετε τίποτα μαζί σας. Εντός μιας ώρας θα έχετε επιστρέψει”.

Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά-5
Η ηγεσία του Εθνικού Στρατού κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, στον κήπο της «Μεγάλης Βρεταννίας» με τον Βρετανό πρέσβη Κλίφορντ Νόρτον. Δεξιά του στην εικόνα, ο αρχιστράτηγος Αλ. Παπάγος, ο υπουργός Στρατιωτικών Π. Κανελλόπουλος και ο στρατηγός Θρ. Τσακαλώτος (πηγή: Ιορδάνης Καπασακάλης, 55 Χρόνια φωτορεπορτάζ, Φερενίκη, Αθήνα 2003).

»Συνεμορφώθην με την υπόδειξίν του, όχι διότι επείσθην εις τας διαβεβαιώσεις του. Εθεώρησα την σύστασιν ως διαταγήν της υπηρεσίας, η οποία τον απέστειλε διά να προβή εις την σύλληψίν μου. ∆εν επετρέπετο να έχω μαζί μου αποσκευάς. Αλλά διά ποίον λόγον; Επέβημεν του αυτοκινήτου, το οποίο μας ανέμενε. Ο δρόμος ήτο έρημος διαβατών, αν και η νύκτα είχεν υποχωρήσει εις το φως της ημέρας και συνεπώς επετρέπετο πλέον η ελευθέρα κυκλοφορία των πολιτών. […] Μετά διαδρομήν ενός περίπου τετάρτου της ώρας, το αυτοκίνητον εστάθμευσεν εις την κιγκλιδόφρακτον εξώθυραν μιας επαύλεως του Ψυχικού. […] Κατηυθύνθημεν εις μίαν μεγάλην αίθουσαν του ισογείου διαμερίσματος. Εκεί ευρέθην προ ζωηροτάτης εκπλήξεως. Με υπεδέχθησαν οι αντιστράτηγοι Μπακόπουλος, Κοσμάς και ∆έδες. Μετ’ ολίγον κατέφθασεν υπό συνοδείαν και ο αντιστράτηγος κ. Πιτσίκας. Και αυτοί είχον απαχθή από τας οικίας των κατά τον αυτόν τρόπον και με την ιδίαν πρόφασιν.

»Περί την 7η πρωινήν μάς ανεκοίνωσαν ότι θα μεταφερόμεθα εις την Θεσσαλονίκην, διότι κατά νεωτέραν διαταγήν η ανάκρισίς μας έπρεπε να γίνη από τον εκεί στρατιωτικόν διοικητήν. Αυτό διέλυσε και την ελαχίστην αμφιβολίαν την οποίαν ήτο δυνατόν να έχωμεν ακόμη διά τους πραγματικούς σκοπούς της συλλήψεώς μας. Η αλήθεια μας παρείχετο κατά δόσεις. […] ∆ιέρρευσε το πρώτον εικοσιτετράωρον, διέρρευσε το δεύτερον, το τρίτον, αλλ’ ούτε εις ανάκρισιν μας εκάλουν, ούτε έστω και μίαν ερώτησιν ήρχοντο να μας απευθύνουν. Όλοι διερωτώμεθα: Ποία θα ήτο η τύχη μας και προς ποίον σκοπόν μάς απήγαγαν; […] Την 3ην πρωινήν της τετάρτης ημέρας, μας εξύπνησαν αποτόμως. Μας διέταξαν να ετοιμασθώμεν αμέσως διότι είχε φθάσει διαταγή νέας μετακινήσεως. Ενεδύθημεν ταχέως και ηκολουθήσαμεν τους δεσμοφύλακάς μας. Υπό κουστωδίαν πολυάριθμον μετεφέρθημεν εις τον σιδηροδρομικόν σταθμόν. Εκεί μας έκλεισαν εις ένα βαγόνι μαζί με δεκαπέντε φρουρούς, επί κεφαλής των οποίων ήσαν δύο υπαξιωματικοί. […] Αι συνεχείς ερωτήσεις που τους απηυθύναμε εθραύοντο εις την επίμονον σιωπήν των. Κατά καλήν τύχην με ανεγνώρισε ο σταθμάρχης Θεσσαλονίκης. Με πολλάς προφυλάξεις κατώρθωσε να με πλησιάση και να μου ψιθυρίση ότι το τραίνο θα κατηυθύνετο εις την Βιέννην. Εις την Αυστρίαν, λοιπόν, μας ωδήγουν. […]

»Εις το Φλόσενμπουργκ παρεμείναμεν επί τέσσαρας ημέρας και εκείθεν μετεφέρθημεν εις τον πύργον του Φάλκεμπεργκ (Πύργος του Ιέρακος), 30 περίπου χιλιόμετρα βορείως του Βάιντεν. Ο πύργος ούτος ήτο παλαιόν μεσσαιωνικόν φρούριον ανήκον εις τον κόμητα φον Σούλεμπουργκ και είχεν επισκευασθή υπ’ αυτού προ ολίγων ετών. […] Όταν μετεφέρθημεν εις το μεσσαιωνικόν εκείνο φρούριον, ο κόμης φον Σούλεμπουργκ είχεν απαγχονισθή προ πολλού ως ύποπτος αντιχιτλερικός. Τούτο μας επληροφόρησαν η μήτηρ και η αδελφή του που εξηκολούθουν να διαμένουν εις τον πύργον. […] Εις τον πύργον διεβιώσαμεν οκτώ ημέρας. […] Αίφνης το απόγευμα της ογδόης ημέρας […] μας επιβίβασαν κλειστού φορτηγού και μας μετέφεραν εκ νέου εις το Φλόσενμπουργκ. Εκεί μας εφυλάκισαν εις τα αυτά κελλία που κατείχομεν προηγουμένως. Κατά το ταξείδιον, το οποίον διήρκεσε τρεις περίπου ώρες εταλαιπωρήθημεν πολύ. Μας συνώδευσε η εκ 15 ανδρών φρουρά των Ες-Ες και δύο αξιωματικοί. Το αδιαχώρητον του αυτοκινήτου είχε παραβιασθή. Ήτο αδύνατον ούτε να καθήσωμεν ούτε όρθιοι να ιστάμεθα.

»Όσον αφορά τας αποσκευάς μας, ουδέποτε τας επανείδομεν. Η απώλεια αύτη με ελύπησεν εξαιρετικά διότι μεταξύ των αποσκευών μου ήτο και εν βαλιτσάκι που εχρησιμοποίουν ως χαρτοφύλακα. Περιείχε πολλάς ενδιαφέρουσας σημειώσεις τας οποίας έγραψα καθ’ όλην την διάρκειαν της εγκαθείρξεώς μου. Πιστεύω ότι η περί αποσκευών διαταγή δεν θα αφεώρα και το μικροσκοπικόν αυτό αντικείμενον το εκράτουν ανά χείρας. Ένας νεαρός αξιωματικός των Ες-Ες το αντελήφθη και μου το απέσπασε με βαναυσότατον τρόπον.

»“∆εν ηκούσατε”, μου είπεν απότομα, “ότι δεν θα πάρετε μαζί σας απολύτως τίποτε;”

»Τον ητένισα με οίκτον και δεν του απήντησα.

Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά-6
Ο στρατάρχης Αλ. Παπάγος σε επίσημη τελετή με τη σύζυγό του (πηγή: Ιορδάνης Καπασακάλης, 55 Χρόνια φωτορεπορτάζ, Φερενίκη, Αθήνα 2003).

»Εις Φλόσενμπουργκ δεν ανεπαύθημεν πλέον των είκοσι ωρών. Την επαύριον ειδοποιήθημεν ότι θα μεταφερθώμεν εις Νταχάου. Κατάκοποι εκ των συνεχών μετακινήσεων επέβημεν του ιδίου κλειστού φορτηγού αυτοκινήτου ομού με δύο Άγγλους, τινάς Ρώσσους αξιωματικούς, τον Πρίγκιπα της Έσσης και μερικούς ∆ανούς, Νορβηγούς και Πολωνούς. […] Εις το στρατόπεδον του Νταχάου υπήρξαν και πολλαί […] προσωπικότητες.8 Η πλέον ενδιαφέρουσα […] ήτο ένας Γάλλος επίσκοπος του Κλερμόν Φεράν. Ο Γάλλος αυτός επίσκοπος ενεφάνιζε τον τύπον του αγαθού, πράου και εξόχως καλλιεργημένου κληρικού. […] Εις το Ντίσελντορφ έκανε λειτουργίαν, καθώς επίσης και εις το παρεκκλήσιον του ξενοδοχείου, όπου μας μετέφεραν κατόπιν παρά την λίμνην Βιλτζέε. […] Ουδέποτε θα λησμονήσω την συγκινητικήν εκείνην ιεροτελεστίαν που διήρκεσεν επί μίαν ώραν. Την παρηκολουθήσαμεν ασκεπείς και εν σιγή».

Ο Παπάγος θα επέστρεφε στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 1945. Τον Νοέμβριο επισκέφτηκε την Αίγυπτο και τα Ιεροσόλυμα, ενώ έναν χρόνο αργότερα στις ΗΠΑ γνώρισε μεγάλες τιμές και στην Αγγλία παρευρέθηκε στις εορτές της νίκης. Τον Ιούλιο του 1947, θα του απονεμόταν τιμητικά ο βαθμός του στρατηγού. ∆ύο χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο του 1949 και ενώ ακόμα ο Εμφύλιος Πόλεμος βρισκόταν σε εξέλιξη, θα διοριζόταν από την κυβέρνηση Σοφούλη αρχιστράτηγος με σημαντικές αρμοδιότητες. Τον Αύγουστο του ίδιου έτους, οι μάχες στον Γράμμο και στο Βίτσι θα έφερναν την πλήρη επικράτηση του Ελληνικού Στρατού έναντι του ∆ημοκρατικού Στρατού Ελλάδος, οδηγώντας στο τέλος του Εμφυλίου Πολέμου. Τον Οκτώβριο ο Παπάγος θα ανακηρυσσόταν τιμητικά στρατάρχης και θα πραγματοποιούσε την αναδιοργάνωση του στρατού, την οποία επιθυμούσε ήδη από το 1936, ενοποιώντας τα τρία υπουργεία με την ίδρυση του υπουργείου Εθνικής Άμυνας και του ενιαίου Γενικού Επιτελείου Στρατού.

Η αντιπαράθεση με το Παλάτι

Οι παρεμβάσεις του βασιλιά και η παραίτηση του στρατάρχη.

Στις αρχές του 1950 ο Παπάγος θα πραγματοποιούσε το μεγάλο βήμα. Στις 30 Μαΐου 1951, επικαλούμενος λόγους υγείας, θα πα­­ραιτούνταν από την αρχιστρατηγία και λίγους μήνες αργότερα θα ίδρυε τον Ελληνικό Συναγερμό, με το οποίο επίσημα έμπαινε στην πολιτική αρένα. Η μεταστροφή αυτή, τον Ιούλιο του 1951, ήταν αποτέλεσμα εξωθεσμικής παρέμβασης, καθώς το εγχείρημα υποστήριζαν τόσο οι ΗΠΑ όσο και σημαντικοί οικονομικοί –και όχι μόνο– παράγοντες στο εσωτερικό, όπως ο Μποδοσάκης Αθανασιάδης και ο Χριστόφορος Στράτος, αλλά και εκδότες, όπως ο ∆ημήτριος Λαμπράκης και ο Γεώργιος Βλάχος. Ιδιαίτερα μεγάλης βαρύτητας όμως ήταν το κύρος που είχε αποκτήσει ο Παπάγος ανάμεσα στην ελληνική κοινή γνώμη μετά τις επιτυχίες του στο αλβανικό μέτωπο και, στη συνέχεια, στον Εμφύλιο πόλεμο.

Καθοριστικό ρόλο θα έπαιζε η οξύτατη αντιπαράθεσή του με το Παλάτι. Πηγή αυτής υπήρξαν οι παρεμβάσεις του Παλατιού όλο αυτό το διάστημα. Ο Παύλος, τονίζοντας πως στο διάστημα της βασιλείας του είχαν ήδη υπάρξει 13 κυβερνήσεις, απαίτησε από τους αρχηγούς να «παρουσιάσητε κυβέρνησιν αποτελουμένην από εκπροσώπους όλων ή όσον το δυνατόν περισσοτέρων κομμάτων. Κυβέρνησιν η οποία, εμφανιζομένη ενώπιον της Βουλής, θα είναι ικανή να τύχη της εμπιστοσύνης αυτής. Αν αι εκλογαί είναι απαραίτητοι, ας προετοιμάση η Κυβέρνησις αύτη τα των εκλογών, αλλά μέχρι της ημέρας εκείνης η χώρα δεν δύναται να μείνη ακυβέρνητος, κατατριβομένη με συζητήσεις, κρίσεις και επικρίσεις».

Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά-7
Μέσα δεκαετίας 1950. Ο στρατάρχης Αλ. Παπάγος υποδέχεται στην προβλήτα του Πειραιά τον βασιλιά Παύλο (Φωτογραφικά Αρχεία ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ).

Ο Παπάγος θα άνοιγε τα χαρτιά του το βράδυ της 30ής Ιουλίου, ημέρας προκήρυξης των εκλογών της 9ης Σεπτεμβρίου, όταν κάλεσε τους εκπροσώπους του Τύπου στο σπίτι του στην Εκάλη και προχώρησε στην παρακάτω δήλωση:
«Έχων επίγνωσιν της σοβαρότητος των στιγμών, τας οποίας διέρχεται η Πατρίς, και σταθμίσας τας ευθύνας μου απέναντι της Ιστορίας, απεφάσισα να κατέλθω εις τον εκλογικόν αγώνα. Καλώ τους Έλληνας να με περιβάλλουν διά της εμπιστοσύνης των, ίνα απαλλαγή η Ελλάς της ακυβερνησίας και αποκτήση την σταθεράν Κυβέρνησιν, της οποίας έχει ανάγκην». Στη συνέχεια υποσχέθηκε ότι «με σύμβολον τους Βασιλείς μας και εις τα πλαίσια του δημοκρατικού πολιτεύματος» θα έφερνε την «πραγματικήν αλλαγήν την οποίαν ζητεί το Έθνος».

Λίγες ημέρες αργότερα, στις 4 Αυγούστου, το «Μέγα Βασιλικόν Αυλαρχείον» εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση από πλευράς του: «Καθ’ υψηλήν επιταγήν και κατόπιν εισηγήσεως του κ. Προέδρου της Κυβερνήσεως προς την Α. Μ. τον Βασιλέα, το Μέγα Αυλαρχείον ανακοινοί ότι, επειδή εις προσφάτους δηλώσεις και συνεντεύξεις εκλογικού χαρακτήρος γίνεται μνεία του ονόματος του Βασιλέως ως “Συμβόλου”, αλλαχού δε παρίσταται ότι η επιτυχία του προβάντος εις τας δηλώσεις υποψηφίου “θα στερεώση τον θρόνον”, δέον να υπομνησθή το άτοπον της αναμίξεως του Στέμματος κατά τον αρξάμενον εκλογικόν αγώνα, έστω και υπό μορφήν εκδηλώσεως αφοσιώσεως προς Αυτό».9

Η αντιπαράθεση υπήρξε ιδιαίτερα έντονη και δημόσια, με τον βασιλιά Παύλο να αναφέρει στους New York Times ότι δεν αντιλήφθηκε τους πραγματικούς λόγους παραίτησης του Παπάγου, ούτε τους θεώρησε επαρκείς.10

Η απόφαση του Παπάγου για μεταστροφή στην πολιτική ήταν αμετάκλητη και θα αποτελούσε, μετά τη μεγάλη επικράτησή του, σημαντική καμπή στη μεταπολεμική πολιτική ιστορία, καθώς εγκαινιάστηκε μια μακρόχρονη περίοδος διακυβέρνησης της χώρας από τη συντηρητική παράταξη.

Ο Ελληνικός Συναγερμός

Η άνοδος στην εξουσία και τα πρώτα σύννεφα.

Ο Παπάγος υπήρξε μια αδιαμφισβήτητη προσωπικότητα, που είχε τεράστιο κύρος, χάρη σε όλα όσα είχε πετύχει τα προηγούμενα χρόνια. Παράλληλα, το ευρύτερο κλίμα, όπως έδειχνε η επικράτηση των συντηρητικών δυνάμεων –οι Ρεπουμπλικάνοι με τον Αϊζενχάουερ στις ΗΠΑ (1952), οι Συντηρητικοί με τον Τσώρτσιλ στη Μεγάλη Βρετανία (1951)–, έδειχνε ότι υπήρχε μια «αναζωπύρωση» του χώρου της δεξιάς σε διεθνές επίπεδο. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ο Παπάγος πέτυχε όχι μόνο τη συσπείρωση της Δεξιάς στην Ελλάδα, αλλά και την αναμόρφωσή της σε μεγάλο βαθμό, η οποία φάνηκε να αποτελεί εγγύηση για τη σταθερότητα που επιζητούσε η χώρα και οι πολίτες, μετά το διάστημα αστάθειας που είχε παρατηρηθεί με τις κυβερνήσεις του κέντρου.

Ο Σαρλ ντε Γκωλ στη Γαλλία και ο Συναγερμός του Γαλλικού Λαού (Ras­semblement du Peuple Français – RPF) –που είχε ιδρυθεί ως κίνημα το 1947 και το 1951 θα μετασχηματιζόταν σε κόμμα– θα αποτελούσε «πηγή έμπνευσης» για τον Έλληνα στρατιωτικό, ο οποίος τον Ιούλιο του 1951 θα ίδρυε τον Ελληνικό Συναγερμό. Η δημιουργία του επρόκειτο να μεταβάλει το πολιτικό σκηνικό, καθώς αναδείχθηκε σε δυναμικό μόρφωμα της ευρύτερης συντηρητικής παράταξης. Χαρακτηριστικό είναι το πρωτοσέλιδο της 2ας Αυγούστου 1951 της Καθημερινής: «Τηλεγραφήματα, τα οποία καταφθάνουν εκ των επαρχιών, ομιλούν περί της καταστάσεως ενθουσιώδους συναγερμού, η οποία παρατηρείται εις την ύπαιθρον εκ της αποφάσεως του Στρατάρχου Παπάγου όπως κατέλθη εις τον εκλογικόν αγώνα. ∆ιά πρώτην φοράν εις την μεταπολεμικήν ιστορίαν της χώρας σημειούται τόσος λαϊκός ενθουσιασμός και εκινήθη τόσον το πολιτικόν ενδιαφέρον περί τας επικειμένας εκλογάς».

Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά-8
Ο Αλέξανδρος Παπάγος στη Θεσσαλονίκη, κατά τη διάρκεια της εκλογικής αναμέτρησης της 16ης Νοεμβρίου 1952 (Συλλογή Νίκου Πολίτη).

Η δυναμική του Παπάγου ήταν αδιαμφισβήτητη, και αυτήν ακριβώς η δυναμική αποτυπωνόταν ξεκάθαρα στον «Ελληνικό Συναγερμό», ο οποίος ήταν βαθιά προσωποκεντρικός. Χάρη σε αυτή τη δυναμική, άλλωστε, είχε πετύχει τις προσχωρήσεις πολιτικών και από άλλους χώρους. Μία περίπτωση πολιτικού που είχε προωθήσει το σενάριο της ανόδου του Παπάγου στην πολιτική σκηνή ήταν αυτή του Μαρκεζίνη. Ο ίδιος, μετά το καλοκαίρι του 1951, θα εξελισσόταν σε βασικό «επιτελή» του κόμματος, αφού τον Νοέμβριο του 1952 ο Μαρκεζίνης, ως υπουργός Συντονισμού, θα ήταν υπεύθυνος της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης Παπάγου (υποτίμηση της δραχμής του 1953 και σταθεροποίηση, συνεχίζοντας στο πλαίσιο που είχε χαράξει και εφαρμόσει ο Γεώργιος Καρτάλης της τελευταίας κυβέρνησης του Κέντρου). Άλλα ηγετικά στελέχη ήταν οι Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Στέφανος Στεφανόπουλος και Εμμανουήλ Τσουδερός.

Η κυβέρνηση Παπάγου είχε να διαχειριστεί κρίσιμα ζητήματα σε πολλούς τομείς, όπως στην οικονομία και στην εξωτερική πολιτική, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατον να μην εμφανιστούν κάποια στιγμή ρήγματα στο εσωτερικό της.

Στις 29 Μαρτίου 1954 ήταν προγραμματισμένο να διεξαχθεί το συντονιστικό συμβούλιο της κυβέρνησης. Ο Παπάγος έφυγε από το σπίτι του στην Εκάλη στις 10.30 το πρωί. Η οικογένειά του περίμενε ότι θα επέστρεφε μετά τις δυόμισι το μεσημέρι, όταν επανεμφανίστηκε κατά τις 12.30 φανερά εκνευρισμένος. Σύμφωνα με περιγραφές της οικογένειάς του, χωρίς να ανταλλάξει λέξη ούτε με τη σύζυγο αλλά ούτε και με τον γιο του, κλείστηκε στο γραφείο του, όπου βημάτιζε συνεχώς. Μόνο όταν ύστερα από μία ώρα τον ενημέρωσαν ότι μπορούσε να πάει στην τραπεζαρία για το μεσημεριανό του γεύμα τούς ανακοίνωσε με «βαριά φωνή» ότι είχε έρθει σε πλήρη ρήξη με τον Μαρκεζίνη.

Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά-9
Ο στρατάρχης Αλέξανδρος Παπάγος μπροστά στην κάλπη, στις εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου 1951 (TopFoto).

Η είδηση αυτή εξέπληξε, καθώς δεν υπήρχαν δημόσια προμηνύματα της διαφωνίας του με τον πρωθυπουργό. Ο Μαρκεζίνης επικαλέστηκε την επιθυμία αναζήτησης οικονομικής βοήθειας από τη Σοβιετική Ένωση μετά τη μη κερδοφόρα επίσκεψη στις ΗΠΑ και τη διαφωνία του αναφορικά με τις αποφάσεις για το Κυπριακό. Σημαντικός παράγοντας φάνηκε ακόμα να είναι και το γεγονός ότι απέβλεπε στην ανάληψη του υπουργείου Εξωτερικών. Ωστόσο, η διαφωνία μάλλον είχε πιο έντονα προσωπική χροιά, καθώς υπήρχε παρερμηνεία βασικών δεδομένων στη σχέση του με τον Παπάγο αλλά και στη συγκρότηση της βάσης ισχύος των δύο πλευρών. Φαίνεται ότι ο Μαρκεζίνης είχε υπερεκτιμήσει σε έναν βαθμό τον ρόλο του στην κάθοδο του Παπάγου στην πολιτική σε σχέση με την προσωπική δυναμική παρουσία ανάμεσα στους εκλογείς αλλά και στον ίδιο τον στρατό.11

Η σχέση θα έφτανε πια εκείνη την ημέρα στην πλήρη ρήξη.

Ο Μαρκεζίνης είχε υπερεκτιμήσει σε έναν βαθμό τον ρόλο του στην κάθοδο του Παπάγου στην πολιτική σε σχέση με την προσωπική δυναμική παρουσία ανάμεσα στους εκλογείς αλλά και στον ίδιο τον στρατό.

Ο Μαρκεζίνης φάνηκε να μη δίνει σημασία σε παρατήρηση που του έκανε ο Παπάγος με αποτέλεσμα ο τελευταίος να αντιδράσει έντονα:

— Αυτό που σου λέγω. Απαιτώ σεβασμό. Εγώ διοικώ.

— Τότε εγώ φεύγω, ήταν η απάντηση του Μαρκεζίνη, με την οποία ουσιαστικά δήλωσε την αποχώρησή του.

— ∆ιά της βίας δεν κρατούμε εδώ κανέναν.12

Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά-10
Πλήθος κόσμου υποδέχεται τον Αλέξανδρο Παπάγο στη Σπάρτη, πριν από τις εκλογές της 16ης Νοεμβρίου 1952 (Συλλογή Νίκου Πολίτη).

Μπορεί αυτή η κρίση να μην ήταν άμεσα οριστική, από την άποψη ότι φίλοι από το περιβάλλον του Μαρκεζίνη διατήρησαν σημαντικές θέσεις στην κυβέρνηση, ωστόσο αυτή θα ερχόταν τον Νοέμβριο του 1954, όταν ο Παπάγος θεώρησε ότι ο Μαρκεζίνης είχε δεσμεύσει την ελληνική κυβέρνηση το Νοέμβριο του 1953 για παραγγελίες σε γερμανικές εταιρείες στον τομέα των τηλεπικοινωνιών και της ραδιοφωνίας. Πάντως η όλη κατάσταση φάνηκε να επηρεάζει τον Παπάγο. Αρκετοί παρατήρησαν ότι ο πρωθυπουργός είχε γίνει οξύθυμος και ακόμα πιο αυταρχικός από πριν, όπως φάνηκε και από την απομάκρυνση του γενικού διευθυντή του πολιτικού του γραφείου, Χρήστου Καρατζένη, στις 29 Ιουνίου 1954, και του αρχηγού της αστυνομίας Άγγελου Έβερτ, στις 18 Σεπτεμβρίου. Ταυτόχρονα παρατηρήθηκε και μια τάση για περισσότερη προβολή του στον Τύπο, κάτι που δεν συνήθιζε.

Το σίγουρο είναι ότι τα σύννεφα επρόκειτο να πυκνώσουν ακόμα περισσότερο όσο περνούσε ο καιρός, καθώς ο Παπάγος σταδιακά γινόταν σκιά του εαυτού του.

Η «μυστηριώδης» ασθένεια και το τέλος

Η παραμονή στην πρωθυπουργία παρά την κλονισμένη υγεία του.

Τα προβλήματα άρχισαν να παρουσιάζονται από το φθινόπωρο του 1954 και αρχικά τα συμπτώματα αποδόθηκαν σε παλαιότερη φυματίωση που είχε περάσει. Καθώς όμως προχωρούσε ο καιρός, ο Παπάγος απέφευγε να βγαίνει από το σπίτι και στις 15 ∆εκεμβρίου προχώρησε σε ευρύτατο ανασχηματισμό της κυβέρνησης με τη δημιουργία δύο θέσεων αντιπροέδρων, τις οποίες κατέλαβαν οι Παναγιώτης Κανελλόπουλος και Στέφανος Στεφανόπουλος. Τον Μάρτιο του 1955 μετέβη σε κλινική της Ελβετίας, της οποίας το ανακοινωθέν δεν έκανε λόγο για κάτι σοβαρό. Αντίθετα, ανάπαυση λίγων ημερών θα αρκούσε και ο Παπάγος θα ήταν σε θέση να επιστρέψει στα καθήκοντά του. Στις 26 Μαρτίου, ωστόσο, όταν γύρισε στην Αθήνα, η εικόνα του ήταν τελείως διαφορετική. Τα σημάδια της εξάντλησης στο υπερβολικά αδύνατο σώμα του ήταν ορατά. Το μυστήριο της ασθένειας θα εξακολουθούσε να αποτελεί παράγοντα διαστρέβλωσης της πραγματικότητας. Η υγεία του χειροτέρευε με σταθερό ρυθμό, περιορίζοντάς του τη δυνατότητα να ασκήσει τα καθήκοντά του. Ο ίδιος παρέμενε κλεισμένος στο σπίτι του ενώ είχε ελάχιστη επαφή με τους δύο αντιπροέδρους, οι οποίοι αδυνατούσαν να πάρουν πρωτοβουλίες. Ταυτόχρονα, όμως, το διεθνές του κύρος συνηγορούσε στη διατήρησή του ακόμη στην πρωθυπουργία.

Τα ιατρικά ανακοινωθέντα εξακολουθούσαν να δίνουν έναν τόνο αισιοδοξίας, όπως μαρτυρά και αυτό της 7ης Ιουλίου 1955, σύμφωνα με το οποίο «ο στρατάρχης διατελών από δεκαπενθημέρου τελείως απύρετος και απηλλαγμένος πλέον παντός ενοχλήματος εισήλθεν ήδη σταθερώς εις το στάδιον της πλήρους αναρρώσεως». Περίπου δύο μήνες μετά, όμως, η πολυπόθητη ανάρρωση δεν ερχόταν. Στα τέλη Αυγούστου κατέφθασε στην ελληνική πρωτεύουσα ο Γάλλος καθηγητής Ρενέ Μορό, ο οποίος έκανε λόγο για φανερή «σωματικήν εξάντλησιν και ψυχικήν καταπόνησιν» και ότι «παρόλη την ενεργητικότητα [ο Παπάγος] είναι ανίκανος να καταβάλει προσπάθειαν διαρκείας. Εν πάσει περιπτώσει, οφείλει να ακολουθήσει την θεραπευτική αγωγή, επ’ αόριστον να αποφεύγει την υπερκόπωση». Ταυτόχρονα προέβλεπε ότι «θα είναι δε εκτεθειμένος εις οξείας διαταραχάς επινεφριδικής ανεπαρκείας και ειδικότερον εις τον αιφνίδιον θάνατον».

Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά-11
Ο πρωθυπουργός Αλ. Παπάγος, η σύζυγός του και άλλα μέλη του κόμματός του φτάνουν στη Νάπολη για μονοήμερη επίσκεψη, καθώς ταξίδευαν προς την Ισπανία (Bettmann/Getty Images/Ideal Image).

Την 1η Οκτωβρίου πραγματοποιήθηκε συνέλευση της κοινοβουλευτικής ομάδας του Συναγερμού, στην οποία εγκρίθηκε ψήφισμα που εξέφραζε «την απεριόριστον εμπιστοσύνιν και αφοσίωσίν της προς τον αρχηγόν του Συναγερμού και πρόεδρον της κυβερνήσεως, στρατάρχην Παπάγον, και αναθέτει εις αυτόν εν λευκώ τη συνέχισιν του μεγάλου του έργου κατά τους δυσκόλους και μεγάλας στιγμάς που διέρχεται το έθνος».

Η προσπάθεια αυτή όμως να παραμείνει ο Παπάγος στην εξουσία δεν έμελλε να κρατήσει για μεγάλο διάστημα. Οι εξελίξεις βρίσκονταν μπροστά. Ο βασιλιάς Παύλος είχε επιχειρήσει να έρθει σε άμεση επαφή με τον άρρωστο πρωθυπουργό αρκετές φορές, καθώς έπρεπε να εξακριβώσει την πραγματική του κατάσταση για να κρίνει αν ο Παπάγος ήταν σε θέση να ασκήσει τα καθήκοντά του ή όχι. Το περιβάλλον του ωστόσο –συγγενικό και ιατρικό– απέκλειε οποιαδήποτε επίσκεψη. Τελικά, το απόγευμα της 3ης Σεπτεμβρίου, ο βασιλιάς θα επισκεπτόταν απροειδοποίητα το σπίτι του Παπάγου, όπου, σύμφωνα με τα λόγια του γραμματέα του Στέλιου Χουρμούζιου, ο πρωθυπουργός μόλις και μετά βίας μπόρεσε να συνομιλήσει μαζί του, ενώ δυσκολεύτηκε ακόμα και να τον αναγνωρίσει.

Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά-12
Ο Γερμανός καγκελάριος Κόνραντ Αντενάουερ (αριστερά) και ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξανδρος Παπάγος (δεξιά) στην Αθήνα, στις 15 Μαρτίου 1954 (Georg Brock/picture alliance μέσω Getty Images/Ideal Image). 

Σύμφωνα με τον θεράποντα ιατρό του, Νίκο Μπόμπολα,13 ο ασθενής παρουσίαζε ακόμα και σε αυτό το στάδιο «στρατιωτικήν ψυχραιμίαν και απόλυτον διαύγειαν πνεύματος». Ο Παπάγος θα όριζε διάδοχό του τον Στέφανο Στεφανόπουλο στις 4 Οκτωβρίου 1955, αλλά λίγες ώρες αργότερα την ίδια μέρα, στις 11.35 το βράδυ, θα άφηνε την τελευταία του πνοή. Η έκβαση ανακοινώθηκε με τρόπο λακωνικό στον Τύπο:

«Ενώ η κατάστασις της υγείας του στρατάρχου ιδία κατά τας τελευταίας ημέρας παρουσίαζεν ικανοποιητικήν βελτίωσιν, προχθές ∆ευτέραν και περί την 8ην μ.μ. ήρχισεν αποτόμως δεικνύουσα τα πρώτα σημεία γενικής κάμψεως. Ο στρατάρχης διήλθε την νύκτα ανήσυχος. Χθες Τρίτην 8.30 πρωινήν έσχε την πρώτην από του στόματος απώλειαν αίματος. Η αιμορραγία αυτή προοδευτικώς βαίνουσα αυξανομένη κατά το διάστημα της ημέρας κατορθώθη να ανασταλή μόνον μέχρι της 9.30 μ.μ., ότε νέαι συνεχείς αιμορραγίαι επηκολούθησαν. Αι γενόμεναι μεταγγίσεις, αιμοστατικά κ.λπ. ουδέν κατώρθωσαν και ο στρατάρχης υπέκυψε περί ώραν 11.35 μ.μ., διατηρών μέχρι τελευταίας στιγμής την πλήρη πνευματικήν διαύγειάν του».

Παραπομπές

1. Παπάγος Αλέξανδρος, Ο ελληνικός στρατός και η προς πόλεμον προπαρασκευή του από Αυγούστου 1923 μέχρι Οκτωβρίου 1940, Αθήνα 1997, σσ. 521-536.
2. Παπάγος Αλέξανδρος, Ο πόλεμος της Ελλάδος 1940-1941, Αθήνα 1995.
3. Ό.π., σσ. 180-182.
4. Παπάγος Αλέξανδρος, Ο πόλεμος της Ελλάδος 1940-1941, Αθήνα 1945, σ. 62.
5. Κοραντής Α. Ι., Αλέξανδρος Παπάγος και ο πόλεμος της Ελλάδος, Αθήνα 1995, σ. 84.
6. Ό.π., σσ. 306-309.
7. Παπάγος Αλέξανδρος, Δύο χρόνια στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως της Γερμανίας, Αθήνα 1945.
8. Ο Παπάγος αναφέρει μεταξύ άλλων τον πρίγκιπα Φρειδερίκο Λεοπόλδο της Πρωσίας, γιο του πρίγκιπα Ερρίκου, αδελφού του τελευταίου αυτοκράτορα της Αυστρίας, Γουλιέλμου, τον πρίγκιπα Ξαβιέ των Βουρβώνων-Πάρμας, τον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Καλάι και τον Ιταλό στρατηγό Γκαριμπάλντι.
9. Λιναρδάτος Σπύρος, Από τον Εμφύλιο στη χούντα, τ. Α΄, Αθήνα 1977.
10. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΣΤ΄, Αθήνα 2000, σ. 177.
11. Ριζάς Σωτήρης, «Η κρίση στις σχέσεις Παπάγου-Μαρκεζίνη», Η Καθημερινή, 15 Σεπτεμβρίου 2013.
12. Γρηγοριάδης Σόλων, Τα φοβερά ντοκουμέντα μετά τον Εμφύλιο. Η άνοδος του Παπάγου στην εξουσία, Αθήνα 2010.
13. Μπόμπολας Νίκος, Η ασθένεια του Αλέξανδρου Παπάγου και τα αίτιά της, Αθήνα 1956.

Αλέξανδρος Παπάγος – Ο στρατάρχης με τη σημαντική κληρονομιά-13
Μελέτη και σημειώσεις του Γιάννη Μόραλη για προσωπογραφία του Α. Παπάγου (ΜΙΕΤ – Καλλιτεχνικά Αρχεία & Ψηφιακές Συλλογές, Αρχείο Ι. Μόραλη).
comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT