Το 985 ο Βασίλειος Β΄ αποφάσισε να απαλλαγεί από την κηδεμονία του θείου του, παρακοιμώμενου Βασίλειου Λεκαπηνού, και να αναλάβει ο ίδιος τα ηνία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Διέταξε τη σύλληψη του Λεκαπηνού, δήμευσε την τεράστια περιουσία του και, επιθυμώντας να αφήσει το στίγμα του στην Ιστορία, οργάνωσε μια εκστρατεία για την καθυπόταξη των Βουλγάρων, οι οποίοι υπό την ηγεσία του Σαμουήλ διεκδικούσαν να καταλάβουν βυζαντινά εδάφη στα Βαλκάνια. Η εκστρατεία αυτή, όμως, δεν κατέληξε με το επιθυμητό για τον αυτοκράτορα αποτέλεσμα. Τα στρατεύματά του κατατροπώθηκαν το 986, δίνοντας την αφορμή στον Βάρδα Φωκά να αμφισβητήσει την εξουσία του. Στις 15 Αυγούστου 987, ο Φωκάς αυτοανακηρύχθηκε αυτοκράτορας στη Μικρά Ασία και κατευθύνθηκε δυτικά προκειμένου να αναμετρηθεί με τον στρατό του Βασιλείου.
Αναζητώντας συμμάχους, ο Βασίλειος απευθύνθηκε για βοήθεια στον Ρώσο πρίγκιπα Βλαδίμηρο. Εκείνος ζήτησε ως αντάλλαγμα για τη βοήθεια που θα παρείχε στον Βασίλειο, το χέρι της αδερφής του, Αννας Πορφυρογέννητης. Ευρισκόμενος σε δύσκολη θέση, ο Βυζαντινός αυτοκράτορας αποδέχθηκε το αίτημα του πρίγκιπα του Κιέβου, θέτοντας όμως τον όρο να βαπτιστεί χριστιανός. Η βάπτιση του Βλαδίμηρου και των ανδρών του έγινε το 988. Τον Απρίλιο του 989 τα στρατεύματα του Βασίλειου, ενισχυμένα από τους πολύπειρους στον πόλεμο Ρως, νίκησαν σε μάχη στην Αβυδο τα στρατεύματα του Φωκά, εξαλείφοντας ουσιαστικά τους εσωτερικούς του εχθρούς. Τα επόμενα χρόνια επιδόθηκε σε έναν πόλεμο εναντίον των Βουλγάρων για την αποκατάσταση του βυζαντινού κύρους στα Βαλκάνια.
Μετά τον πρόωρο θάνατο του Οθωνα Β΄, στον θρόνο ανήλθε ο τρίχρονος γιος του, ο οποίος, υπό την κηδεμονία της Θεοφανούς, υιοθέτησε πολλές από τις συνήθειες των Βυζαντινών.
Ισχυρό πλήγμα στο διεθνές κύρος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, όμως, η οποία εξακολουθούσε να τιτλοφορείται επισήμως ως «Ρωμαϊκή» και οι υπήκοοί της να αποκαλούνται «Ρωμαίοι», αποτέλεσαν οι στέψεις των Γερμανών βασιλέων ως «Ρωμαίων Αυτοκρατόρων» από την Αγία Εδρα στη Ρώμη. Τον Φεβρουάριο του 962 ο Οθων Α΄ στέφθηκε αυτοκράτορας Ρωμαίων από τον Πάπα Ιωάννη ΙΒ΄, αναβιώνοντας τον τίτλο που πρώτος έλαβε ο Καρλομάγνος τα Χριστούγεννα του 800. Τον Οθωνα Α΄ διαδέχθηκε στον θρόνο ο νεότερος γιος του Οθων Β΄, ο οποίος παντρεύτηκε τη Βυζαντινή πριγκίπισσα Θεοφανώ, ανιψιά του αυτοκράτορα Τζιμισκή.
Μετά τον πρόωρο θάνατο του Οθωνα Β΄ το 983, στον θρόνο ανήλθε ο τρίχρονος γιος του Οθων Γ΄ ο οποίος, μεγαλώνοντας υπό την κηδεμονία της Θεοφανούς, υιοθέτησε πολλές από τις συνήθειες των Βυζαντινών. Ανέλαβε επίσημα την εξουσία προτού ενηλικιωθεί, σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών. Επιθυμώντας να συνεχίσει την παράδοση της στέψης, ο Οθων έλαβε τον τίτλο του αυτοκράτορα από τον Πάπα Γρηγόριο Ε΄ σε μια ειδική τελετή στις 21 Μαΐου 996.
Στα λίγα έτη που παρέμεινε στην εξουσία, ο Οθων Γ΄ προσπάθησε να εισαγάγει στην Αυλή του στοιχεία της βυζαντινής εθιμοτυπίας, διατηρώντας ωστόσο την παράδοση που εγκαινίασε ο Καρλομάγνος, τον οποίο θαύμαζε. Στο πλαίσιο της προσπάθειας σύσφιξης των σχέσεων μεταξύ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας των Οθωνιδών, συμφωνήθηκε να παντρευτεί ο Οθων Γ΄ την ανιψιά του Βασιλείου Β΄ και κόρη του συναυτοκράτορα Κωνσταντίνου Η΄, Ζωή Πορφυρογέννητη. Οπως φάνηκε στην περίπτωση του Βλαδίμηρου των Ρως, ο γάμος των Βυζαντινών πριγκιπισσών με ηγεμόνες από γειτονικά κράτη, στο πλαίσιο της περίφημης «βυζαντινής διπλωματίας», αποτελούσε καθιερωμένη τακτική των Βυζαντινών αυτοκρατόρων συντελώντας στη σύναψη συμμαχιών. Ο γάμος ωστόσο δεν έμελλε να πραγματοποιηθεί, καθώς ο Οθων πέθανε, πιθανώς από ελονοσία, τον Ιανουάριο του 1002, όταν η Ζωή βρισκόταν καθ’ οδόν προς τη Ρώμη.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

