Το Σύνταγμα της Νορβηγίας υπήρξε ένα από τα πολλά αποτελέσματα της πολιτικής αναταραχής την οποία προκάλεσαν οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι τον 19ο αιώνα.
Εκείνη την περίοδο, η Νορβηγία ήταν ενωμένη με τη Δανία. Ο ηγεμόνας Φρειδερίκος ΣΤ΄, ωστόσο, διέμενε στη Δανία και θεωρούσε τον εαυτό του πρωτίστως Δανό βασιλιά. Κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων Πολέμων, ο Φρειδερίκος συμμάχησε με τους Γάλλους εναντίον της Μεγάλης Βρετανίας και της Σουηδίας. Το γεγονός αυτό προκάλεσε προβλήματα στη Νορβηγία, καθώς η ναυτιλία της περιορίστηκε λόγω του βρετανικού αποκλεισμού, τα δε εκτεταμένα σύνορά της με τη Σουηδία ήταν πηγή κινδύνου και ανησυχίας. Η κατάσταση θα γινόταν ακόμα πιο περίπλοκη όταν Βρετανοί, Ρώσοι και Πρώσοι συμφώνησαν να επιτρέψουν στη Σουηδία να προσαρτήσει τη Νορβηγία μετά την τελική ήττα του Γάλλου αυτοκράτορα, όπως και τελικά έγινε.
Η είδηση της Συνθήκης του Κιέλου, με την οποία ρυθμίζονταν αυτές οι αλλαγές, προκάλεσαν την οργή των Νορβηγών. Αποτέλεσμα τούτου ήταν το ότι ο πρίγκιπας διάδοχος Φρειδερίκος Χριστιανός Αύγουστος, ξάδελφος του βασιλιά Φρειδερίκου ΣΤ΄, που υπηρέτησε ως αρχιστράτηγός του στη Νορβηγία, εξέφρασε δισταγμό να εγκαταλείψει την κληρονομική του αξίωση στον θρόνο και να προσπαθήσει να μετατρέψει τη Νορβηγία σε ανεξάρτητο έθνος. Πολλοί Νορβηγοί, ωστόσο, υποστήριξαν ότι μετά την αποκήρυξη της κυριαρχίας του Φρειδερίκου ΣΤ΄, η κυριαρχία είχε επιστρέψει στον λαό της Νορβηγίας˙ κάτι, που εντέλει το αποδέχτηκε ο πρίγκιπας και συγκάλεσε Συνέλευση για τη σύνταξη Συντάγματος.
Το Σύνταγμα καθιέρωνε μια περιορισμένη, κληρονομική μοναρχία και προέβλεπε κατανομή των εξουσιών.
Οι εργασίες της Συνέλευσης ολοκληρώθηκαν στις 17 Μαΐου 1814, οπότε και υπογράφηκε το Σύνταγμα της χώρας και ο Φρειδερίκος Χριστιανός Αύγουστος ανακηρύχθηκε βασιλιάς. Το Σύνταγμα αυτό καθιέρωνε μια περιορισμένη, κληρονομική μοναρχία και προέβλεπε την κατανομή των εξουσιών μεταξύ των εκτελεστικών, νομοθετικών και δικαστικών κλάδων της κυβέρνησης: ο βασιλιάς, μαζί με ένα υπουργικό συμβούλιο, ασκούσε την εκτελεστική εξουσία. Η νομοθετική εξουσία ανήκε στην Εθνοσυνέλευση, ενώ η δικαστική ήταν προνόμιο των δικαστηρίων του έθνους. Το Σύνταγμα του 1814 αντανακλούσε μια φιλελεύθερη πολιτική οπτική, καθώς περιελάμβανε εγγυήσεις για τα βασικά ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα.
Ταυτόχρονα, θεωρητικά τουλάχιστον, καθιέρωσε ένα «ελεύθερο, ανεξάρτητο, αδιαίρετο και αναφαίρετο βασίλειο». Στην πράξη, όμως, το έθνος δεν είχε τη δύναμη να εγγυηθεί κάτι τέτοιο. Τον Ιούλιο του 1814 τα στρατεύματα της Σουηδίας εισέβαλαν στη Νορβηγία για να επιβάλουν τις διατάξεις της Συνθήκης του Κιέλου, καταφέρνοντας να επιβληθούν σε μερικές μόνο εβδομάδες. Τελικά, οι δύο πλευρές συμφώνησαν στην Πράξη της Ενωσης τον Αύγουστο του 1815, στην οποία, ωστόσο, αναγνωρίστηκε η κυριαρχία της Νορβηγίας.
Το Σύνταγμα του 1814 εξακολουθεί να αποτελεί το βασικό πλαίσιο διακυβέρνησης της Νορβηγίας.
Το Σύνταγμα του 1814, αν και τροποποιήθηκε πολλές φορές κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο αιώνων, εξακολουθεί να αποτελεί το βασικό πλαίσιο διακυβέρνησης της Νορβηγίας. Μάλιστα, είναι το δεύτερο παλαιότερο γραπτό Σύνταγμα που εξακολουθεί να ισχύει μέχρι σήμερα.
Η 17η Μαΐου είναι ημέρα εορτής στη Νορβηγία. Ο εορτασμός αυτός ξεκίνησε αυθόρμητα μεταξύ των φοιτητών και άλλων ομάδων. Μετά την ένωση με τη Σουηδία, βέβαια, θεωρήθηκε ένα είδος διαμαρτυρίας, ακόμη και εξέγερσης, κατά της ένωσης. Σταδιακά, όμως, στα χρόνια που ακολούθησαν παρατηρήθηκε αλλαγή στάσης από την πλευρά της Σουηδίας. Μετά το 1864, η ημέρα απέκτησε μεγαλύτερη επισημότητα και έγινε στη νορβηγική πρωτεύουσα η πρώτη παιδική παρέλαση, στην οποία συμμετείχαν μόνο αγόρια ενώ η συμμετοχή κοριτσιών επετράπη μόλις το 1899. Μετά τη διάλυση της ένωσης, το 1905, στην ημέρα αυτή αποδόθηκε ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα, ενώ μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έχει προστεθεί μια νέα και ευρύτερη σημασία που αντικατοπτρίζει και τη νίκη επί των Ναζί.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

