Στέφανος Σαράφης – Στρατιωτικός ηγέτης του βενιζελισμού και της Αριστεράς

Στέφανος Σαράφης – Στρατιωτικός ηγέτης του βενιζελισμού και της Αριστεράς

«Η Ελλάς διά των σημερινών της αγώνων, συνεχίζουσα τον επικό αγώνα του αλβανικού μετώπου και των οχυρών, δημιουργεί νέους τίτλους τιμής». (Στ. Σαράφης, «Ο ανταρτοπόλεμος και ο εθνικοαπελευθερωτικός αγών», εφημ. Ελεύθερη Ελλάδα, φ. 20, 19 Μαΐου 1943)

στέφανος-σαράφης-στρατιωτικός-ηγέτ-563598106 Ο Στέφανος Σαράφης το 1944 (Πηγή: Dmitri Kessel, Ελλάδα 1944, Άμμος, Αθήνα 1997).
Ο Στέφανος Σαράφης το 1944 (Πηγή: Dmitri Kessel, Ελλάδα 1944, Άμμος, Αθήνα 1997).

Ο Στέφανος Σαράφης γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 1890 στα Τρίκαλα Θεσσαλίας, πρεσβύτερος από τα δύο αδέρφια του. Ο πατέρας του ήταν έμπορος, που όμως αντιμετώπιζε δυσκολίες στην επαγγελματική του δραστηριότητα, με αποτέλεσμα η οικογένειά του να δυσκολεύεται οικονομικά. Μόλις τελείωσε το Γυμνάσιο, το 1907, ο Σαράφης εγγράφηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν κατάφερε να ολοκληρώσει τις σπουδές του λόγω οικονομικής στενότητας.

Μετά την Επανάσταση του Γουδή το 1909 και την άνοδο του Βενιζέλου στην εξουσία, ο Σαράφης επηρεάστηκε από το φιλοπολεμικό κλίμα της εποχής και εγκατέλειψε τη Νομική Σχολή, πιστεύοντας ότι θα έφτιαχνε το μέλλον του στον στρατό. Έτσι, στις 5 Μαΐου 1910 κατατάχθηκε ως λοχίας στο 5ο Σύνταγμα Πεζικού στα Τρίκαλα, έχοντας πρόθεση να εισέλθει στη Σχολή Ευελπίδων και να γίνει αξιωματικός (Στέφανος Σαράφης, Ιστορικές αναμνήσεις, Επικαιρότητα, Αθήνα 1980, σ. 37). Το 1911 ο λοχαγός Αλέξανδρος Οθωναίος τοποθετήθηκε διοικητής του λόχου όπου υπηρετούσε ο Σαράφης, οι δύο στρατιωτικοί γνωρίστηκαν και σύντομα συνδέθηκαν με στενή φιλία και αμοιβαία αλληλοεκτίμηση, που θα διαρκούσε σχεδόν πέντε δεκαετίες.

Το καλοκαίρι του 1912 ο Σαράφης έδωσε εισιτήριες εξετάσεις στη Σχολή Ευελπίδων, αλλά απέτυχε, κάτι που ο ίδιος θεώρησε ότι συνέβη γιατί δεν ήθελε να χρησιμοποιήσει πολιτικό μέσο, όπως έκαναν άλλοι επιτυχόντες. Σε κάθε περίπτωση η αποτυχία αυτή απογοήτευσε βαθιά τον Σαράφη, που έκανε σκέψεις ακόμη και να εγκαταλείψει τον στρατό.

Από τους Βαλκανικούς Πολέμους στη Μικρασιατική Εκστρατεία

Η προσχώρηση στον βενιζελισμό.

Η έκρηξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου πρόλαβε την τελική απόφαση του Σαράφη, ο οποίος παρέμεινε στον στρατό και συμμετείχε στις πολεμικές συρράξεις που ακολούθησαν. Κατά τη μάχη του Σαρανταπόρου, ο λόχος του Σαράφη κινήθηκε σε μια ορεινή, δύσκολη πορεία προς τα Σέρβια μέσω του δυσπρόσιτου υψώματος της Καστανιάς, καταλαμβάνοντας το Βελβεντό Κοζάνης. Στη συνέχεια, η μονάδα του εισήλθε στη Θεσσαλονίκη ανάμεσα στις απελευθερώτριες δυνάμεις του ελληνικού στρατού, γνωρίζοντας την αποθέωση από τους κατοίκους (Σαράφης, Ιστορικές αναμνήσεις, σ. 54), ο ίδιος προήχθη σε επιλοχία την 1η ∆εκεμβρίου 1912 και αποφάσισε οριστικά να μείνει στον στρατό. Στον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο, η μονάδα του Σαράφη κινήθηκε προς το Κιλκίς, για να ενισχύσει τη δοκιμαζόμενη VΙ Μεραρχία. Στην πολύνεκρη αυτή μάχη οι Έλληνες συνέτριψαν τους Βούλγαρους, που υποχώρησαν άτακτα προς τη ∆οϊράνη. Ο λόχος του Σαράφη διακρίθηκε και στη μάχη των Στενών της Κρέσνας, και ο Σαράφης προήχθη σε ανθυπασπιστή για τη γενναιότητα που επέδειξε στο πεδίο της μάχης.

Στέφανος Σαράφης – Στρατιωτικός ηγέτης του βενιζελισμού και της Αριστεράς-1
Αθήνα, Δεκέμβριος 1944. Ο Στ. Σαράφης (αριστερά) με τους Ρ. Σκόμπι (κέντρο), αρχιστράτηγο των βρετανικών δυνάμεων στην Ελλάδα, και Ν. Ζέρβα, ηγέτη του ΕΔΕΣ (AP Photo).

Μετά το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων, ο Σαράφης εισήλθε στη Σχολή Υπαξιωματικών, απ’ όπου αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός. Κατά τον Εθνικό ∆ιχασμό που ακολούθησε, ο Σαράφης στήριξε τους Φιλελεύθερους και τον Βενιζέλο και αποφάσισε να προσχωρήσει στο βενιζελικό Κίνημα της Άμυνας στη Θεσσαλονίκη. Η πρόθεσή του αυτή τον έθεσε στο στόχαστρο των Αρχών, ο ίδιος στην προσπάθειά του να μεταβεί στη Θεσσαλονίκη συνελήφθη και φυλακίστηκε στα Γρεβενά. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου και παραπέμφθηκε σε στρατοδικείο με τις κατηγορίες της λιποταξίας και της εσχάτης προδοσίας. Τελικά, μετά την παρέμβαση των συμμαχικών πρεσβειών, ο Σαράφης, μαζί με άλλους βενιζελικούς αξιωματικούς που κατηγορούνταν για τον ίδιο λόγο, αφέθηκε ελεύθερος, αφού υπέβαλε την παραίτησή του τον Νοέμβριο του 1916 από τις τάξεις του ελληνικού στρατού (ΑΣΚΙ, Αρχείο Στέφανου Σαράφη, φ.1, αποδοχή παραίτησης Στέφανου Σαράφη από τον ελληνικό στρατό, 16.11.1916).

Μετά από πολλές δυσκολίες και περιπέτειες, ο Σαράφης έφτασε τελικά στη Θεσσαλονίκη την 1η Ιανουαρίου 1917 και παρουσιάστηκε στον Παναγιώτη ∆αγκλή. Αρχικά τοποθετήθηκε στη Μεραρχία Κυκλάδων, που βρισκόταν σε διαδικασία δημιουργίας στη Σύρο υπό τις διαταγές του Οθωναίου, ενώ έλαβε τον βαθμό του υπολοχαγού. Μετά την ενοποίηση του κράτους υπό τον Βενιζέλο τον Ιούνιο του 1917, όλοι οι αξιωματικοί της Άμυνας αμνηστεύθηκαν και ο Σαράφης επέστρεψε στις τάξεις του ελληνικού στρατού με τον βαθμό που είχε λάβει στο ενδιάμεσο. Υπηρέτησε στο Μακεδονικό Μέτωπο στο 7ο Σύνταγμα Κρητών υπό τον Οθωναίο, ενώ στις 15 ∆εκεμβρίου 1917 έλαβε τον βαθμό του λοχαγού, ευνοημένος από τον Νόμο 927 του περίφημου δεκάμηνου (Σαράφης, Ιστορικές αναμνήσεις, σ. 145). Όταν ο Οθωναίος ανέλαβε προσωπάρχης στο υπουργείο Στρατιωτικών τον Ιανουάριο του 1918, τον μετακάλεσε στην Αθήνα και τον διόρισε υπεύθυνο στρατιωτικού προσωπικού, αν και ο ίδιος σύμφωνα με τα απομνημονεύματά του προτιμούσε να παραμείνει στο μέτωπο.

Μετά από παρέμβαση των συμμαχικών πρεσβειών, ο Σαράφης, μαζί με άλλους βενιζελικούς αξιωματικούς, αφέθηκε ελεύθερος, αφού υπέβαλε την παραίτησή του τον Νοέμβριο του 1916 από τις τάξεις του ελληνικού στρατού.

Πρακτικά ο Σαράφης δεν είχε λάβει μέρος σε καμία μάχη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και νιώθοντας μειονεκτικά ζήτησε και πέτυχε να συμπεριληφθεί στο ελληνικό εκστρατευτικό σώμα στην εκστρατεία της Ουκρανίας. Ο Σαράφης ανέλαβε το ΙV γραφείο του Α΄ Σώματος Στρατού υπό τον υποστράτηγο Νίδερ, με αποστολή τον ανεφοδιασμό όλου του εκστρατευτικού σώματος από τη Ρουμανία. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του προς το Γαλάτσι Ρουμανίας στις 19 Απριλίου 1919, ο Σαράφης ενημερώθηκε από το υπουργείο Στρατιωτικών ότι είχε προαχθεί σε ταγματάρχη σε ηλικία μόλις 29 ετών!

Μετά την αποτυχία της εκστρατείας στην Ουκρανία, όλες οι ελληνικές δυνάμεις που είχαν οπισθοχωρήσει στη Ρουμανία μεταφέρθηκαν ακτοπλοϊκώς στη Σμύρνη, όπου έφτασαν τον Ιούνιο του 1919. Η πρώτη τοποθέτηση του Σαράφη στη Μικρά Ασία ήταν στο 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων υπό τον συνταγματάρχη Νικόλαο Πλαστήρα. Τον Φεβρουάριο του 1920 τοποθετήθηκε στο Ι γραφείο της νεοσύστατης Μεραρχίας Κυδωνιών υπό τον Αλέξανδρο Οθωναίο. Η Μεραρχία Κυδωνιών ανέλαβε τον τομέα στο Σαλιχλί, όπου και παρέμεινε μέχρι την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών.

Στα μέσα Σεπτεμβρίου του 1920, η Μεραρχία Κυδωνιών μεταφέρθηκε στην Αθήνα ώστε να επιβλέψει τη δημόσια τάξη εκεί κατά την προεκλογική περίοδο και την ημέρα των εκλογών. Ο Σαράφης ανέλαβε επιτελάρχης της μεραρχίας και διένειμε τις δυνάμεις της στην Αττική και τη Βοιωτία. Την επομένη των εκλογών της 1ης Νοεμβρίου 1920, όταν μαθεύτηκε ότι οι αντιβενιζελικοί πλειοψηφούσαν σε όλη την Ελλάδα, έγιναν εκτεταμένα επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας, ακόμη και με ανταλλαγή πυροβολισμών μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών. Τμήματα της Μεραρχίας Κυδωνιών αποκατέστησαν την τάξη, ενώ ο Σαράφης συγκέντρωσε όλους τους στρατιώτες του Τάγματος Γύπαρη και τους έστειλε με σιδηροδρομικό συρμό στη Θράκη για να τους γλιτώσει, καθώς συγκέντρωναν την οργή των αντιβενιζελικών για την περίοδο καταπίεσης που είχε προηγηθεί, αλλά και για τη δολοφονία του Ίωνος ∆ραγούμη (Σαράφης, Ιστορικές αναμνήσεις, σ. 200).

Στέφανος Σαράφης – Στρατιωτικός ηγέτης του βενιζελισμού και της Αριστεράς-2
Η άλωσις των απόρθητων στενών της Κρέσνας. Χρωμολιθογραφία του λαϊκού ζωγράφου Σωτηρίου Χρηστίδη (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Μετά την απρόσμενη εκλογική ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920, ο Σαράφης, ως Αμυνίτης αξιωματικός, βρέθηκε υπό τη δυσμένεια των αντιβενιζελικών κυβερνήσεων. Αμέσως έλαβε δυσμενή μετάθεση για το 36ο Σύνταγμα Πεζικού στη Φλώρινα, όπου έφτασε με μεγάλη καθυστέρηση τα Χριστούγεννα του 1920. Από εκεί έλαβε φύλλο πορείας για την Καλαμάτα, όπου είχαν σταλεί και άλλοι 30 Αμυνίτες αξιωματικοί, ώστε να μην αποτελούν κίνδυνο για την οργάνωση κάποιου κινήματος. Εκεί ο Σαράφης ενημερώθηκε ότι το υπουργείο Στρατιωτικών τον είχε θέσει σε αυτεπάγγελτη διαθεσιμότητα, κάτι που σήμαινε ότι έχανε τα δύο τρίτα του μισθού του. Στη συνέχεια ο Σαράφης έλαβε φύλλο πορείας για το Γύθειο, όπου και παρέμεινε σε αδράνεια κάνοντας σκέψεις για παραίτηση από τον στρατό, μέχρι το μοιραίο καλοκαίρι του 1922…

Στις συνωμοσίες των μεσοπολεμικών κινημάτων

Ο κομβικός ρόλος στον Στρατιωτικό Σύνδεσμο.

Η Μικρασιατική Καταστροφή βρήκε τον Σαράφη στην Αθήνα μαζί με άλλους 300 βενιζελικούς αξιωματικούς (απόστρατοι ή σε διαθεσιμότητα) να συνωμοτούν ώστε να οργανωθεί ένα στρατιωτικό πραξικόπημα ανατροπής της κυβέρνησης Τριανταφυλλάκου. Επικεφαλής των συνωμοσιών ήταν ο απόστρατος υποστράτηγος Θεόδωρος Πάγκαλος, που ανέθεσε στον Σαράφη την απαγωγή του φρουράρχου Αθηνών, Γεωργίου Τσόντου-Βάρδα. Ο Σαράφης, όμως, θεώρησε την τακτική αυτή απαράδεκτη (τη χαρακτήρισε γκανγκστερική) και αρνήθηκε να υλοποιήσει το σχέδιο αν δεν συνοδευόταν με γενική ενέργεια ανατροπής της κυβέρνησης (Σαράφης, Ιστορικές αναμνήσεις, σ. 216).

Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1922, οι βενιζελικοί συνωμότες των Αθηνών έμαθαν ότι σχεδιαζόταν ένα κίνημα του στρατού στα νησιά Χίο και Μυτιλήνη. Το κίνημα της «Επανάστασης του 1922» εκδηλώθηκε τελικά στις 12 Σεπτεμβρίου 1922 και οι κινηματίες εισήλθαν θριαμβευτικά στην Αθήνα τρεις ημέρες μετά. Την ημέρα επικράτησης του κινήματος, ο Σαράφης ενημέρωσε για τις καταιγιστικές εξελίξεις τον Οθωναίο, που βρισκόταν στον Πόρο, ζητώντας του να επιστρέψει στην Αθήνα το συντομότερο. Ακολούθησε σύσκεψη μεταξύ Πλαστήρα, Οθωναίου και Σαράφη, κανονισμένη από τον τελευταίο, όπου συζητήθηκαν οι μελλοντικές κινήσεις του νέου στρατιωτικού καθεστώτος. Ο Σαράφης δεν έμεινε ικανοποιημένος, καθώς θεωρούσε υπερβολικά μετριοπαθείς τις ενωτικές πρωτοβουλίες του Πλαστήρα έναντι των αντιβενιζελικών, ενώ θεώρησε βασικό στρατηγικό λάθος το ότι στην «Επανάσταση» είχαν γίνει δεκτοί να συμμετάσχουν και βασιλόφρονες αξιωματικοί.

Στη συνέχεια ο Σαράφης ανακλήθηκε από τη διαθεσιμότητα από την «Επανάσταση» και ορίστηκε επιτελάρχης στην Ι Μεραρχία Θεσσαλίας, αλλά πρακτικά ανέλαβε διοικητής της, καθώς ο Οθωναίος παρέμεινε στην Αθήνα για να προεδρεύσει του στρατοδικείου της ∆ίκης των Έξι. Ο Σαράφης βρήκε την Ι Μεραρχία σε αποσύνθεση, χωρίς πειθαρχία και ηθικό, και αναγκάστηκε να λάβει δρακόντεια μέτρα για να την επαναφέρει σε μια σχετική τάξη (Σαράφης, Ιστορικές αναμνήσεις, σ. 219).

Στέφανος Σαράφης – Στρατιωτικός ηγέτης του βενιζελισμού και της Αριστεράς-3
Οι ηγέτες της «Επανάστασης του 1922», όπως τους απεικόνισε ο Σωτ. Χρηστίδης [πηγή: Απ. Δούρβαρης, Σωτήριος Χρηστίδης (1858-1940), ΕΛΙΑ, Αθήνα 1993].

Μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης, ο Σαράφης ενημερώθηκε για μια κίνηση αντιβενιζελικών αξιωματικών με στόχο την ανατροπή της «Επανάστασης του 1922». Σε συνάντησή του με τον λοχαγό ∆ημήτριο Ψαρρό, ενημερώθηκε για τις συνεννοήσεις πολλών βενιζελικών αξιωματικών να ιδρύσουν τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο στη Θεσσαλονίκη, ως εμπόδιο στην αντιβενιζελική σχεδιαζόμενη αντεπανάσταση, και προσχώρησε από τους πρώτους. Μετά την αποστράτευση του ελληνικού στρατού λόγω της υπογραφής της τελικής ειρήνης με την Τουρκία, ο Σαράφης ανέλαβε τη διεύθυνση του Ι Γραφείου στο Γ΄ Σώμα Στρατού υπό τον υποστράτηγο Αλέξανδρο Οθωναίο, που ήταν και ο αρχηγός του Στρατιωτικού Συνδέσμου.

Σε όλες τις μυστικές συσκέψεις του Στρατιωτικού Συνδέσμου που γίνονταν στη Θεσσαλονίκη, στις συζητήσεις αλλά και στις ψηφοφορίες που ακολουθούσαν, ο Σαράφης είχε πρωταγωνιστικό ρόλο εκπροσωπώντας το Γ΄ Σώμα Στρατού. Το απόγευμα της 22ας Οκτωβρίου 1923, ο Σαράφης ενημερώθηκε τυχαία ότι οι αντιβενιζελικοί αξιωματικοί σκόπευαν το απόγευμα της ίδιας ημέρας να κινηθούν. Αμέσως συγκάλεσε γενική σύσκεψη του Στρατιωτικού Συνδέσμου, στην οποία συμμετείχε και ο Κονδύλης, που είχε βρεθεί συμπτωματικά στη Θεσσαλονίκη, αλλά όχι και ο Οθωναίος, που βρισκόταν στην Αθήνα για στρατολογικές υποθέσεις.

Στη σύσκεψη συμμετείχαν, ανάμεσα σε άλλους, ο λοχαγός ∆ημήτριος Ψαρρός, ο ταγματάρχης Ευριπίδης Μπακιρτζής, ο λοχαγός Ιωάννης Στεφανάκος και ο συνταγματάρχης Μανώλης Τζανακάκης. Οι αποφάσεις της σύσκεψης υλοποιήθηκαν γρήγορα, όλοι οι βασιλόφρονες ή ύποπτοι αξιωματικοί στη Θεσσαλονίκη συνελήφθησαν από τους στρατιώτες του Τάγματος Φρουράς (μετέπειτα Γ΄ ∆ημοκρατικό Τάγμα) και οι δυνάμεις των βενιζελικών, με ασφαλή τα νώτα τους, προωθήθηκαν ταχύτατα στο Νάρες υπό τις γενικές διαταγές του Κονδύλη.

Μετά τη συντριβή των αντεπαναστατών του Ζήρα στο Νάρες, ο Σαράφης έκανε όλες τις απαραίτητες ενέργειες ώστε δυνάμεις των κυβερνητικών υπό τον Κονδύλη να μεταφερθούν σιδηροδρομικώς προς τον νότο, προκειμένου τελικά να συντριβούν οι αντεπαναστάτες που προχωρούσαν από την Πελοπόννησο προς την Αθήνα. Στη δίκη των πρωταιτίων η οποία ακολούθησε στη Θεσσαλονίκη, ο Σαράφης προσπάθησε να ελαφρύνει τη θέση τους, ενώ τηλεγράφησε στον Πλαστήρα να μην εκτελεστούν οι τρεις καταδίκες σε θάνατο (Πιτσίκας, Σπανοβαγγέλης, Σακελλαρίου) που είχε αποφασίσει το αρμόδιο στρατοδικείο.

Μετά τη συντριβή του Κινήματος Γαργαλίδη – Λεοναρδόπουλου, ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος συνέχισε να πιέζει για την οριστική έξωση του βασιλιά Γεωργίου Β΄. Την ημέρα των εκλογών της 17ης ∆εκεμβρίου 1923, ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος στη Θεσσαλονίκη συγκέντρωσε υπογραφές αξιωματικών ώστε να επιβληθεί η έξωση του Γεωργίου Β΄ από την Ελλάδα. Στη συγκέντρωση υπογραφών πρωτοστάτησε ο Σαράφης, που ως μέλος τριμελούς επιτροπής παρέδωσε τις συγκεντρωμένες υπογραφές στον Οθωναίο, ώστε αυτός να εκβιάσει την κυβέρνηση Γονατά. Το pronunciamento του Στρατιωτικού Συνδέσμου πέτυχε και ο Γεώργιος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Ελλάδα, στις 19 ∆εκεμβρίου 1923, με το ατμόπλοιο της γραμμής «∆άφνη».

Μετά την εγκαθίδρυση της Αβασίλευτης ∆ημοκρατίας με το δημοψήφισμα της 13ης Απριλίου 1924, θεωρητικά ο στρατός θα αποσυρόταν στους στρατώνες του, αλλά αυτό δεν συνέβη. Ο Σαράφης ενημερώθηκε για ένα πρωτόκολλο που διακινούσαν αξιωματικοί για νέα επέμβαση του στρατού ώστε να ανέβει ο Θεόδωρος Πάγκαλος στην εξουσία. Ο ίδιος ο Πάγκαλος συνάντησε τον Σαράφη τις παραμονές του κινήματος και προσπάθησε να τον πείσει να συμμετάσχει, αλλά ο δεύτερος έκοψε κάθε συζήτηση, προειδοποιώντας τον Πάγκαλο ότι η κίνηση που ετοίμαζε θα δίχαζε τον βενιζελισμό και θα ευνοούσε τους βασιλικούς.

Στέφανος Σαράφης – Στρατιωτικός ηγέτης του βενιζελισμού και της Αριστεράς-4
9 Σεπτεμβρίου 1926. Στιγμιότυπο από τη λαϊκή εξέγερση στο κέντρο της Αθήνας την ημέρα διάλυσης των Δημοκρατικών Ταγμάτων (Photo by ullstein bild/ullstein bild via Getty Images).

Μετά την άνοδο του Πάγκαλου στην εξουσία, ο Σαράφης παρέμεινε αντίπαλός του, συνωμοτώντας με άλλους αξιωματικούς για την ανατροπή του, ενώ στις αρχές του 1926 ζήτησε από τον Οθωναίο να ηγηθεί της προσπάθειας. Ο Οθωναίος αρνήθηκε και του πρότεινε να συνεργαστεί με τον Κονδύλη, αλλά ο Σαράφης τον χαρακτήρισε «τυχοδιώκτη περιστοιχισμένο από κόλακες». Ο Πάγκαλος εμπιστεύτηκε τον Οθωναίο και τον όρισε διοικητή του Γ΄ Σώματος Στρατού, και αυτός ανάμεσα σε άλλους αντιπαγκαλικούς αξιωματικούς όρισε διευθυντή του ΙΙΙ γραφείου τον Σαράφη. Από την πρώτη στιγμή που βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, ο Σαράφης ήταν υπό παρακολούθηση παγκαλικών αξιωματικών που τον υποπτεύονταν.

∆εν άργησε να εξυφανθεί νέα συνωμοσία στις φρουρές της Β. Ελλάδας μεταξύ των αξιωματικών που επηρέαζε ο Πλαστήρας για την ανατροπή του Πάγκαλου. Ο Σαράφης ενημερώθηκε για την κίνηση και απευθύνθηκε στον Οθωναίο, όμως αυτός αρνήθηκε να δώσει το πράσινο φως. Ο Καφαντάρης, με επιστολή του στον Οθωναίο στις αρχές Αυγούστου του 1926, τον ενημέρωσε ότι ο Πάγκαλος ετοιμαζόταν να παραχωρήσει το λιμάνι της Θεσσαλονίκης υπέρ των Σέρβων και του ζήτησε να δράσει οπωσδήποτε. Ο Οθωναίος κάμφθηκε και μετά από συνεννόηση με τον διοικητή του Β΄ Σώματος Στρατού, Κ. Μανέτα, αποφάσισε να κινηθεί. Ο Σαράφης επιφορτίστηκε με τη μύηση των αξιωματικών του Γ΄ Σώματος Στρατού, ενώ έκρινε σκόπιμο να μην ενημερώσει σχετικά και τους κληρωτούς στρατιώτες, αφού από προηγούμενη εμπειρία ήξερε ότι δεν θα αντιδρούσαν, αλλά θα εκτελούσαν τις διαταγές που θα λάμβαναν από τους ανωτέρους τους.

Το κίνημα όμως στη Θεσσαλονίκη δεν εκδηλώθηκε, καθώς το πρόλαβε ο Κονδύλης με το κίνημα των ∆ημοκρατικών Ταγμάτων που επικράτησε στην Αθήνα και ανέτρεψε τον Πάγκαλο. Ο Πάγκαλος όμως, που βρισκόταν στις Σπέτσες, απειλούσε ακόμη τους κινηματίες με τη Μοίρα ΝαυτικώνΓυμνασίων υπό τον Κολιαλέξη. Ο Σαράφης παρουσιάστηκε αμέσως στον Οθωναίο και τον προειδοποίησε ότι υπήρχε κίνδυνος ο Πάγκαλος να αποβιβαστεί στη Θεσσαλονίκη. Το Γ΄ Σώμα Στρατού τέθηκε αμέσως σε επιφυλακή, ο Σαράφης προετοιμαζόταν να συλλάβει τον Πάγκαλο αν εμφανιζόταν στον Θερμαϊκό, αλλά διέκρινε με ανησυχία ύποπτες κινήσεις παγκαλικών αξιωματικών που προετοιμάζονταν για να υποστηρίξουν τον Πάγκαλο. Τελικά οι κυριότερες μονάδες της Μοίρας Γυμνασίων αποσκίρτησαν υπέρ της κυβέρνησης, ο Πάγκαλος αντελήφθη το μάταιο των προσπαθειών του και παραδόθηκε…

Πρωταγωνιστής στο βενιζελικό κίνημα του 1935

Η Ελληνική Στρατιωτική Οργάνωσις και η επικίνδυνη αποστολή του Σαράφη.

Οι προετοιμασίες για την εκδήλωση του βενιζελικού κινήματος της 1ης Μαρτίου 1935 είχαν ξεκινήσει ήδη από το καλοκαίρι του 1933, λίγο μετά την απόπειρα δολοφονίας κατά του Βενιζέλου. Σε δύο διαδοχικές συσκέψεις σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα προσωπικοτήτων του βενιζελισμού (Καφαντάρης, Μυλωνάς, Μαρής, Παπαναστασίου, Σοφιανόπουλος) υπό τον ίδιο τον Βενιζέλο, αποφασίστηκε η σταδιακή μύηση των δημοκρατικών αξιωματικών σε μια μυστική στρατιωτική οργάνωση κατά τα πρότυπα του Στρατιωτικού Συνδέσμου.

Στις αρχές του 1932 είχε συσταθεί μια μυστική βενιζελική οργάνωση λοχαγών υπό την επωνυμία ΕΣΟ (Ελληνική Στρατιωτική Οργάνωσις), ως αντίδραση στην αυξανόμενη επιρροή του Γεωργίου Κονδύλη στον στρατό, αλλά και σε αυτήν του Πλαστήρα (Θάνος Βερέμης, Οι επεμβάσεις του στρατού στην ελληνική πολιτική (1916-1936), Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2018, σσ. 216-218). Η ΕΣΟ πρέσβευε την αξιοκρατία και είχε ως βασικά μέλη της τους λοχαγούς Χριστόδουλο και Ιωάννη Τσιγάντε, Π. Γερακάρη, Τσούμα και Κλαδάκη.

Τον Φεβρουάριο του 1934, η οργάνωση μύησε τον Σαράφη, στον οποίο και ανέθεσε τη γενική της αρχηγία. Αυτός ήρθε σε επαφή με τον Βενιζέλο μέσω του Αλέξανδρου Ζάννα και συντόνισε την ΕΣΟ με τις υπόλοιπες παραστρατιωτικές και πολιτικές βενιζελικές οργανώσεις για κοινή δράση. Ευθύς αμέσως προέκυψαν σοβαρές διαφορές και προστριβές μεταξύ των απόστρατων πλαστηρικών αξιωματικών, της ∆ημοκρατικής Άμυνας και της ΕΣΟ για τον τρόπο δράσης, καθώς οι εν ενεργεία αξιωματικοί επιθυμούσαν το στρατιωτικό κίνημα μόνο ως τελευταίο στάδιο άμυνας, ενώ οι υπόλοιποι πίεζαν για άμεση ενέργεια. Επίσης υπήρχαν σοβαρές διαφορές και για το τι θα έπρεπε να γίνει μετά την επικράτηση του κινήματος, καθώς οι πλαστηρικοί επιθυμούσαν μια τυπική στρατιωτική δικτατορία, ενώ οι αξιωματικοί της ΕΣΟ τη θεσμική ενίσχυση της Αβασίλευτης.

Ο Σαράφης και οι υποστηρικτές του μύησαν υψηλόβαθμους αξιωματικούς του Γ΄ και του ∆΄ Σώματος Στρατού, τα οποία ουσιαστικά ήλεγχαν, ενώ υπήρχε και σοβαρή διείσδυση στον στόλο. Σε δύο περιπτώσεις ο Σαράφης ματαίωσε πρόωρες κινήσεις που οργάνωσαν οι πλαστηρικοί, οι οποίοι είχαν εξοργιστεί μαζί του, ενώ ο Πλαστήρας με επιστολή του τον κατηγορούσε ότι είχε νοοτροπία συνταγματάρχη που σύντομα θα γινόταν υποστράτηγος. Ο Πλαστήρας από τη Γαλλία και οι υποστηρικτές του στην Ελλάδα συνέχισαν να πιέζουν ασφυκτικά τον Σαράφη όλο τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 1935 να εκδηλωθεί το κίνημα (Μουσείο Μπενάκη, Αρχείο Ελευθέριου Βενιζέλου, φάκ. 4-48, επιστολή Παπούλα προς Βενιζέλο, 6ης Φεβρουαρίου 1935). Αυτός παρέμενε διστακτικός, καθώς γνώριζε ότι ο Κονδύλης ήταν ενήμερος για τις συνωμοσίες, υπήρχαν πολλοί αμφιταλαντευόμενοι αξιωματικοί, ενώ οι κινηματίες διέθεταν πολύ μικρές δυνάμεις στην Αθήνα (Μουσείο Μπενάκη, Αρχείο Ελευθέριου Βενιζέλου, φάκ. 4-15, επιστολή Βλάχου, Κολιαλέξη, Σαράφη προς Βενιζέλο, 18ης Ιανουαρίου 1935).

Άλλο εμπόδιο ήταν το ότι οι φρουρές της Βόρειας Ελλάδας ήταν αποψιλωμένες από στρατιώτες και νέοι κληρωτοί θα προσέρχονταν στις 15 Φεβρουαρίου. Επίσης το κίνημα δεν διέθετε έναν αδιαφιλονίκητο αρχηγό, καθώς ο Πλαστήρας βρισκόταν στη Γαλλία και ούτως ή άλλως δεν τον ήθελε ο Σαράφης για γενικό αρχηγό, ενώ ο Οθωναίος είχε αρνηθεί να αναλάβει την αρχηγία. Η τριμελής επιτροπή Βλάχου, Σαράφη, Κολιαλέξη πίεσε τον Βενιζέλο να αναλάβει αρχηγός του κινήματος, αλλά ο τελευταίος αρνήθηκε λόγω του προχωρημένου της ηλικίας του.

Στέφανος Σαράφης – Στρατιωτικός ηγέτης του βενιζελισμού και της Αριστεράς-5
18-30 Μαρτίου 1935. Από τη δίκη των αξιωματικών που συμμετείχαν στο κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935. Από αριστερά: Στέφανος Σαράφης, Χριστόδουλος Τσιγάντες, Ιωάννης Στεφανάκος, Χρ. Τριανταφυλλίδης, Ιωάννης Τσιγάντες (Φωτογραφικά Αρχεία ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ).

Τελικά, ο ορισμός της 1ης Μαρτίου 1935 από τον υπουργό Ναυτικών Χατζηκυριάκο ως ημέρα έναρξης γυμνασίων του στόλου, που έτσι θα ανεφοδιαζόταν πλήρως για τον λόγο αυτόν, εξανάγκασε τον Σαράφη να ενδώσει και να δώσει το πράσινο φως (Γρηγόρης ∆αφνής, Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων (1923-1940), τόμος Β΄, Κάκτος, Αθήνα 1999, σσ. 298-299). Ο Σαράφης προοριζόταν να αναλάβει την ηγεσία του Γ΄ Σώματος Στρατού, αλλά, επειδή βρισκόταν υπό στενή παρακολούθηση από τις Αρχές, αποφάσισε να στείλει στη θέση του τον ταγματάρχη Σφέτσιο. Ο ίδιος ανέλαβε την πιο επικίνδυνη αποστολή: να ηγηθεί ενός παραπλανητικού κινήματος στην Αθήνα το βράδυ της 1ης Μαρτίου, ώστε οι βενιζελικοί να καταλάβουν ανενόχλητοι τον στόλο.

Στις 20.00 το βράδυ, ο Σαράφης ενημερώθηκε τηλεφωνικά από τον Ιωάννη Τσιγάντε ότι η επιχείρηση στον στόλο εξελισσόταν καλά. Αμέσως τηλεφώνησε στη Θεσσαλονίκη για να κινηθεί το Γ΄ Σώμα Στρατού, αλλά ο Ζάννας τον ενημέρωσε ότι ο Σφέτσιος τους είχε πει ότι αναβλήθηκε το κίνημα και δεν είχε γίνει καμία προετοιμασία. Ο Σαράφης βρέθηκε στο κενό, αλλά δεν μπορούσε πλέον να κάνει πίσω, καθώς ο στόλος βρισκόταν σε κίνηση. Είπε στον Ζάννα να εξασκήσει όλη την επιρροή του ώστε να κινηθεί το Γ΄ Σώμα Στρατού και οι φρουρές της Β. Ελλάδας, έκλεισε το τηλέφωνο και, συνοδευόμενος από τους Γιάννη Στεφανάκο, Χρήστο Τσιγάντε και άλλους μυημένους βενιζελικούς αξιωματικούς, εισήλθε στο Τάγμα Μακρυγιάννη, το έθεσε σε επιφυλακή και ανέλαβε τη διοίκησή του. Η κίνηση ήταν τολμηρή, 400 οπλίτες είχαν πλέον στοιχηθεί στο πλευρό των κινηματιών και είχε δημιουργηθεί ένας επικίνδυνος θύλακας κοντά στην καρδιά του κράτους.

Λίγες ώρες μετά, το Τάγμα Μακρυγιάννη είχε κυκλωθεί από ισχυρές μονάδες Πεζικού, άρματα μάχης υπό τον κονδυλικό ταγματάρχη Κουσίντα, ενώ μια πυροβολαρχία υπό τον κονδυλικό λοχαγό Κουρούκλη βομβάρδισε ανηλεώς τα κτίρια του τάγματος. Πολύ σύντομα οι στρατιώτες του τάγματος εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και κρύφτηκαν στα υπόγεια, ενώ ο Σαράφης, μιλώντας τηλεφωνικά με τον αδερφό του, έμαθε ότι δεν είχε κινηθεί καμία άλλη μονάδα στην Αττική. Το νέο απογοήτευσε σφόδρα τον Σαράφη, υπολόγισε ότι ο στόλος θα είχε ήδη αποπλεύσει, άρα είχε επιτύχει στην αποστολή του και αποφάσισε να παραδοθεί, αφού έδωσε λίγο χρόνο σε δύο αξιωματικούς του να δοκιμάσουν να διαφύγουν.

Ο Σαράφης συνελήφθη επιτόπου και φυλακίστηκε στο φρουραρχείο Αθηνών, ενώ ομοίως είχε αποτύχει και η ενέργεια των κινηματιών στη Σχολή Ευελπίδων. Από τον Τύπο έμαθε ότι ο στόλος είχε κινηθεί προς την Κρήτη και όχι προς τη Θεσσαλονίκη, όπως προέβλεπε το σχέδιο, ότι το Γ΄ Σώμα Στρατού είχε αδρανήσει και είχε κινηθεί μόνο το ∆΄ Σώμα Στρατού υπό τον υποστράτηγο Καμμένο. Στις 10 Μαρτίου 1935, οι δυνάμεις των κινηματιών στον Στρυμόνα κατέρρευσαν, το κίνημα απέτυχε, ο Βενιζέλος από την Κρήτη έφυγε στο εξωτερικό μέσω ∆ωδεκανήσων και οι κινηματίες των Αθηνών παραπέμπονταν σε στρατοδικείο με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, που επέσειε την ποινή του θανάτου.

Ο Σαράφης αποφάσισε να αναλάβει τις ευθύνες του και να περιγράψει με κάθε ειλικρίνεια τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στο κίνημα, με την κρυφή ελπίδα ότι ίσως έτσι ελάφραινε τη θέση των υπόλοιπων κατηγορουμένων. Η δίκη ξεκίνησε στις 18 Μαρτίου 1935 και από την πρώτη στιγμή έγινε φανερό ότι η έδρα με πρόεδρο τον αντιβενιζελικό υποστράτηγο Κωνσταντίνο Μπακόπουλο τηρούσε ευνοϊκή στάση έναντι των κατηγορουμένων. Αν και ο εισαγγελέας ζήτησε την καταδίκη των κατηγορουμένων σε θάνατο, η τελική απόφαση στις 30 Μαρτίου 1935 έκανε λόγο για μέτρια σύγχυση, επιβάλλοντας την ποινή των ισόβιων δεσμών.

Οι κατηγορούμενοι και οι δικηγόροι τους ξέσπασαν σε πανηγυρισμούς με το άκουσμα της ποινής, αλλά ακολούθησε η διαπόμπευσή τους με τη δημόσια καθαίρεσή τους, ώστε να ικανοποιηθούν οι αδιάλλακτοι αντιβενιζελικοί. Ο Σαράφης, που ήταν με πολιτικά, στη δίκη φόρεσε τη στολή του για να συμπαρασταθεί και στους υπόλοιπους κατά την διάρκεια αυτής της βάρβαρης διαδικασίας. Στις 2 Απριλίου 1935, όλοι οι κατηγορούμενοι αξιωματικοί μπήκαν σε σειρά και με τελετουργικό τρόπο τους ξήλωναν τις επωμίδες, τα κουμπιά και τα εθνόσημα από τα πηλήκιά τους, ενώ τους ανήγγειλαν την καθαίρεσή τους από τον στρατό. Γύρω από την αυλή των στρατιωτικών παραπηγμάτων όπου εκτυλισσόταν αυτό το θέαμα είχαν συγκεντρωθεί αντιβενιζελικοί πολίτες που τους εξύβριζαν χυδαία, τους αποκαλούσαν προδότες και τους έφτυναν. Αν και στα απομνημονεύματά του ο Σαράφης υποστηρίζει ότι παρέμεινε απαθής και αυτή η ταπείνωση δεν τον επηρέασε καθόλου, διαβάζοντας μέσα από τις γραμμές της μνήμης του και από τις λεπτομέρειες που παραθέτει, καταλαβαίνει κανείς πόσο τον έθιξε ως αξιωματικό και ως άνθρωπο.

Από το δημοκρατικό αντάρτικο στην ηγεσία του ΕΛΑΣ

Πώς οδηγήθηκε στην αριστερή αντίσταση.

Ο Σαράφης θεωρούσε ότι τόσο οι αντιβενιζελικές κυβερνήσεις όσο και η δικτατορία της 4ης Αυγούστου δεν εξόπλισαν, δεν προετοίμασαν και δεν ανεφοδίασαν επαρκώς τις ένοπλες δυνάμεις, θεωρούσε εντελώς ανίκανη την ηγεσία του στρατού στον πόλεμο του 1940, καθεστωτικό στρατό και όχι εθνικό τον στρατό που πολέμησε το 1940, επειδή δεν συμμετείχαν οι απότακτοι του 1935 όπως ο ίδιος. Πίστευε ότι το ηρωικό ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου 1940 δεν το είπε ο Ιωάννης Μεταξάς, αλλά ο ελληνικό λαός. Τέλος, θεωρούσε ότι όλες οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του 1940-1941 ήταν άτολμες, συντηρητικές, έγιναν με βραδύ ρυθμό από διστακτικούς και ανίκανους καθεστωτικούς αξιωματικούς γιατί έλειπαν «τα ικανά και τολμηρά ορμητικά δημοκρατικά στελέχη» (Στέφανος Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, Επικαιρότητα, Αθήνα 1980, σελ. 16-23).

Στέφανος Σαράφης – Στρατιωτικός ηγέτης του βενιζελισμού και της Αριστεράς-6
Ο Στέφανος Σαράφης με τον Άρη Βελουχιώτη το 1942. Ανάμεσά τους ο υπασπιστής του Βελουχιώτη, Κωστούλας Αγραφιώτης (Πολεμικό Μουσείο, Αθήνα). 

Στους πρώτους μήνες της Κατοχής, ο Σαράφης απέκλεισε την πιθανότητα να αποδράσει στη Μέση Ανατολή, καθώς δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να υπηρετήσει υπό βασιλικό καθεστώς. Η πρόθεση του Σαράφη ήταν να δημιουργηθεί ένα πανδημοκρατικό μέτωπο με σκοπό την αντίσταση στον κατακτητή, τον αποκλεισμό της επιστροφής του Γεώργιου Β΄ στην Ελλάδα και την τιμωρία όλων των υπευθύνων της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου (Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, σελ. 38). Για τη σύμπτυξη ενός τέτοιου μετώπου, ο Σαράφης βρισκόταν σε συνεχή επαφή σε όλο το πρώτο εξάμηνο του 1942 με τους απόστρατους βενιζελικούς αξιωματικούς Ευριπίδη Μπακιρτζή, ∆. Φλούλη, Νεόκοσμο Γρηγοριάδη, ∆. Ψαρρό, Κ. Μανέτα, Κ. Βεντήρη, αλλά και τους Θεμιστοκλή Σοφούλη και Αλέξανδρο Σβώλο. Οι επαφές αυτές οδήγησαν, τον Οκτώβριο του 1942, στην ίδρυση της αντιστασιακής οργάνωσης 3Α (Αγών – Απελευθέρωση – Ανεξαρτησία).

Είναι σαφές ότι υπήρχαν προϋποθέσεις για να αναπτυχθούν δημοκρατικές δυνάμεις αντίστασης στο βουνό (αξιωματικοί, εθελοντές), αλλά έλειπαν τα όπλα και τα χρήματα. Αυτά που έλειπαν στον Σαράφη τού τα πρόσφερε απλόχερα ο ταγματάρχης Ιωάννης Τσιγάντες ως απεσταλμένος της ελληνικής κυβέρνησης της Μέσης Ανατολής στην Αθήνα. Σύμφωνα με τον Σαράφη, ο Τσιγάντες πρόσφερε όπλα και χρήματα χωρίς να του ζητήσει οποιαδήποτε δέσμευση υπέρ της εξόριστης κυβέρνησης και του βασιλιά. Ο Σαράφης ήταν πάντοτε πολύ επιφυλακτικός με το Συμμαχικό Στρατηγείο και επιθυμούσε να κάνει αγώνα ελληνικό και όχι συμμαχικό, αλλά δέχτηκε να λάβει όπλα με ρίψεις από αεροπλάνα των Συμμάχων, ώστε να ξεκινήσει η προσπάθεια. Οι βενιζελικοί πολιτικοί όμως ήταν αντίθετοι καθώς θεωρούσαν ότι αυτές οι ομάδες θα πρόσφεραν μικρές υπηρεσίες στον Συμμαχικό Αγώνα ενώ θα προκαλούσαν αντίποινα από τις κατοχικές αρχές και θα ερημωνόταν η ύπαιθρος, ενώ ήταν απολύτως εχθρικοί προς τον ΕΑΜ-ΕΛΑΣ (Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, σελ. 47).

Στέφανος Σαράφης – Στρατιωτικός ηγέτης του βενιζελισμού και της Αριστεράς-7
Ο Στέφανος Σαράφης με επιτελείς του το 1943 (Πολεμικό Μουσείο, Αθήνα).

Μετά από δισταγμούς ο Σαράφης αποφάσισε να αναλάβει τη δημιουργία αντιστασιακών ομάδων ανταρτών στη Θεσσαλία, και με αυτόν τον σκοπό έφτασε στη Λάρισα στις 12 Ιανουαρίου 1943. Μετά από επαφές και συνεννοήσεις εκεί, συναντήθηκε στην Πιάλεια Τρικάλων με τον ταγματάρχη Κωστόπουλο, που είχε αναπτύξει ήδη μια μικρή ομάδα 80 ενόπλων στην ύπαιθρο της ευρύτερης περιοχής, με σαφή αντιεαμικό προσανατολισμό. Ενώ βρισκόταν εκεί, ο Σαράφης ενημερώθηκε από αγγελιαφόρο για τη δολοφονία του Ιωάννη Τσιγάντε στην Αθήνα και πρακτικά βρέθηκε στο κενό, γιατί δεν είχε πλέον σύνδεσμο με το Συμμαχικό Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής και εξέλιπαν πλέον οι προϋποθέσεις για να αναπτύξει τις ομάδες του.

Η προσχώρηση Σαράφη αποτέλεσε μια μεγάλη επιτυχία του ΕΛΑΣ, καθώς απέκτησε ως επικεφαλής μόνιμο αξιωματικό με μεγάλη φήμη.

Πιεζόμενος από αυτή την εξέλιξη, ο Σαράφης αναγκάστηκε να μεταβεί στην Ήπειρο, ώστε να συναντήσει τον Ναπολέοντα Ζέρβα, ηγέτη του Ε∆ΕΣ, αλλά και τον Chris Woodhouse, που ήταν ο συμμαχικός του σύνδεσμος. Το ταξίδι από τα Τρίκαλα προς την Ήπειρο μέσω των Αγράφων, εν μέσω σφοδρού χειμώνα, με ημιόνους αποδείχθηκε δύσκολο και μαρτυρικό, σε σημείο ο Σαράφης να μην πιστεύει ότι τελικά θα φτάσει με τους συνοδούς του στον προορισμό του. Στις 6 Φεβρουαρίου 1943, ο Σαράφης έφτασε στην Ήπειρο και αρχικά συναντήθηκε με τον Κομνηνό Πυρομάγλου, που τον κατατόπισε για το καταστατικό και τους σκοπούς του Ε∆ΕΣ.

Ο Σαράφης συνάντησε διάφορες ομάδες ανταρτών του Ε∆ΕΣ, για τις οποίες σχημάτισε κακή εντύπωση (απείθαρχοι, με ντύσιμο πολυποίκιλο), ενώ οι φήμες που έφτασαν στον Σαράφη ήταν ότι οι αντάρτες του Ε∆ΕΣ πεινούσαν, ενώ ο Ζέρβας και οι αξιωματικοί του καλοέτρωγαν και γλεντούσαν (Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, σελ. 59). Στην κοινή του συνάντηση με Ζέρβα και Chris, αφού ο Σαράφης πολιτικολόγησε κατηγορώντας την 4η Αυγούστου ότι διεξήγαγε τον πόλεμο με ανίκανες στρατιωτικές διοικήσεις, ανέπτυξε τις δυνατότητες δημιουργίας ακόμη και συνταγμάτων ανταρτών στην Θεσσαλία με προοπτική δημιουργίας ενός ενιαίου εθνικού στρατού. Ο Chris όμως του εξήγησε ότι είχε δυνατότητα να τον προμηθεύσει μόνο 300 όπλα για την δημιουργία μικρών αντιστασιακών ομάδων για σαμποτάζ. Ο Σαράφης αρχικά απογοητεύτηκε, αλλά σε δεύτερο χρόνο σκέφτηκε ότι μαζί με την ομάδα Κωστόπουλου θα μπορούσε να φτάσει τους 700-800 ενόπλους και τελικά αποδέχθηκε την πρόταση. Η τελική συμφωνία προέβλεπε και χρηματοδότηση μια λίρα ανά αντάρτη τον μήνα, αλλά κανείς δεν θα λάμβανε μισθό. (Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, σελ. 61).

Με αυτή τη συμφωνία, ο Σαράφης ξεκίνησε στις 10 Φεβρουαρίου 1943 το μακρύ ταξίδι επιστροφής στα Τρίκαλα, που αποδείχθηκε επίσης περιπετειώδες και δύσκολο λόγω των καιρικών συνθηκών. Όσο έλειπε ο Σαράφης στην Ήπειρο, η ομάδα Κωστόπουλου είχε έρθει σε προστριβές με τον τοπικό ΕΛΑΣ, στις οποίες κατά τον Σαράφη έφταιγε μόνο ο Κωστόπουλος και γι’ αυτόν τον λόγο τον επιτίμησε. Στις 26 Φεβρουαρίου, ο Κωστόπουλος έλαβε ένα μήνυμα για τη σύλληψη του υποστηρικτή και φίλου του ταγματάρχη Κ. Αντωνόπουλου στην Καρδίτσα και κινήθηκε με όλη τη δύναμή του (120 αντάρτες) προς την περιοχή για να τον απελευθερώσει.

Στέφανος Σαράφης – Στρατιωτικός ηγέτης του βενιζελισμού και της Αριστεράς-8
Ο Στ. Σαράφης (δεξιά) με τους Π. Ρούσσο (αριστερά) και Αλ. Σβώλο στην ορεινή Ευρυτανία, το 1944 (πηγή: Σπύρος Μελετζής, Με τους αντάρτες στα βουνά, ιδιωτική έκδοση, Αθήνα 1996).

Όταν πλησίαζαν στο Μορφοβούνι (Βουνέσι) Καρδίτσας, ο Σαράφης παρατήρησε ότι δυνάμεις του ΕΛΑΣ κύκλωναν την τοποθεσία και συμβούλεψε τον Κωστόπουλο να υποχωρήσουν γιατί, εκτός απροόπτου, θα δέχονταν επίθεση. Ο Κωστόπουλος αρνήθηκε και η ομάδα του με τον Σαράφη συνέχισαν τη μοιραία του πορεία, φτάνοντας στο χωριό το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου 1943, συναντώντας τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ υπό τον καπετάνιο Κώστα Καφαντάρη (Νικηταρά). Ο Σαράφης ενθουσιάστηκε με την εμφάνιση των στρατιωτών του ΕΛΑΣ (πειθαρχία, στρατιωτικό παράστημα, ίδιες στολές, καλή εκπαίδευση) (Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, σελ. 68).

Τη νύχτα, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ, κατά τη συνήθη κατοχική τους τακτική διάλυσης κάθε άλλης αντιστασιακής ομάδας, συνέλαβαν και αφόπλισαν τους στρατιώτες του τμήματος Κωστόπουλου, οι βασιλόφρονες Κωστορίζος και τρεις ακόμη αντάρτες εκτελέστηκαν μετά από δίκη στη Σπερχειάδα με την κατηγορία ότι σκόπευαν να δηλητηριάσουν τον Άρη Βελουχιώτη [Σπύρος Γασπαρινάτος, Η Κατοχή (τόμος Α΄), Σιδέρης, Αθήνα 1998, σελ. 393-394]. Τους Κωστόπουλο και Σαράφη τούς έδεσαν πισθάγκωνα και τους οδήγησαν μετά από πολλούς ενδιάμεσους σταθμούς (όπου οι κάτοικοι, κατά κανόνα, τους κατηγορούσαν και τους διαπόμπευαν), στο ορεινό χωριό Κολοκυθιά Φωκίδας.

Στέφανος Σαράφης – Στρατιωτικός ηγέτης του βενιζελισμού και της Αριστεράς-9
Ο Στέφανος Σαράφης και ο Μιλτιάδης Πορφυρογένης φτάνουν στο Κάιρο για να συμμετάσχουν στη Διάσκεψη του Λιβάνου, τον Μάιο του 1944 (πηγή: Συλλογικό, Δημήτρης Παπαδήμος, Ταξιδιώτης φωτογράφος, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2011).

Εκεί, στις αρχές Απριλίου του 1943 έφτασαν από την Αθήνα οι Άρης Βελουχιώτης, Βασίλης Σαμαρινιώτης, Φοίβος Γρηγοριάδης και Θύμιος Ζούλας. Στις 7 Απριλίου 1943, ο Σαράφης συναντήθηκε με τους Βελουχιώτη και Σαμαρινιώτη, οι οποίοι του πρότειναν να συνεργαστεί με τον ΕΛΑΣ. Ο Σαράφης ψυχικά είχε ήδη προσχωρήσει στο ΕΑΜ πολύ καιρό πριν και η αποδοχή της πρότασης που του έγινε ήταν η τυπική επιβεβαίωση αυτού του γεγονότος (Σαράφης, Ο ΕΛΑΣ, σελ. 77). Η προσχώρηση Σαράφη αποτέλεσε μια μεγάλη επιτυχία του ΕΛΑΣ, καθώς απέκτησε ως επικεφαλής μόνιμο αξιωματικό με μεγάλη φήμη που βοήθησε αποφασιστικά στην καλύτερη οργάνωσή του. Η παρουσία του Σαράφη αύξησε το γόητρο του ΕΛΑΣ στους αγροτικούς πληθυσμούς, ενώ αποτέλεσε έναυσμα για την προσχώρηση και άλλων βενιζελικών αξιωματικών απότακτων του 1935 (Οθωναίος, Μπακιρτζής, Γρηγοριάδης, Φλούλης και Μάντακας).

Η προσχώρηση στην Ε∆Α και η μεταπολεμική δράση

Ο Εμφύλιος, η εξορία και η εκλογή ως βουλευτή.

Μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Βάρκιζας, ο Σαράφης, που βρισκόταν στα Τρίκαλα, δέχτηκε να υπογράψει την αποστράτευση του ΕΛΑΣ στις 15 Φεβρουαρίου 1945. Στη συνέχεια, μετέβη στην Αθήνα οδικώς και τέθηκε τυπικά στη διάθεση του Υπουργείου Στρατιωτικών. Το σύνολο των μόνιμων αξιωματικών που είχαν προσχωρήσει στον ΕΛΑΣ αποστρατεύτηκαν, αλλά ειδικά για τους Σαράφη, Μάντακα και Μπακιρτζή δεν ελήφθη αντίστοιχη απόφαση.

Την επομένη της υπογραφής της Συνθήκης της Βάρκιζας εξαπολύθηκαν διώξεις εναντίον στελεχών του ΕΛΑΣ από δεξιές συμμορίες σε όλη την Ελλάδα, ενώ πολλοί αντιμετώπιζαν και κατηγορίες για εγκλήματα κατά την Κατοχή. Ο Σαράφης ένιωθε μεγάλη ανασφάλεια για την τύχη του και ανέμενε τη σύλληψή του ανά πάσα στιγμή, αν και δεν είχαν απαγγελθεί κατηγορίες εναντίον του. Για λόγους ασφαλείας κρύφτηκε επί τρεις μήνες σε οικίες φίλων του, όπου παρέμεινε σε σχετική απομόνωση διαβάζοντας και γράφοντας τις «ιστορικές αναμνήσεις» (Στέφανος Σαράφης, Μετά τη Βάρκιζα, Επικαιρότητα, Αθήνα 1979, σελ. 22-30). Καθώς όμως όσοι τον έκρυβαν είχαν εκτεθεί σε προφανή κίνδυνο, ο Σαράφης επέστρεψε στην οικία του τον Ιούλιο του 1945, όπου και παρέμεινε μόνιμα, και ξεκίνησε να γράφει τα απομνημονεύματά του για τον ΕΛΑΣ, τα οποία ολοκλήρωσε τον Μάρτιο του 1946 και κυκλοφόρησαν έξι μήνες μετά.

Την ίδια περίοδο, ο Σαράφης βρισκόταν σε συνεχή επαφή με τον Νίκο Ζαχαριάδη, τον Γιώργη Σιάντο και τα υπόλοιπα κορυφαία στελέχη του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, συμμετέχοντας στις ζυμώσεις και στις συνεννοήσεις για το πώς έπρεπε να αντιμετωπιστεί η κατάσταση όπως αυτή είχε διαμορφωθεί, ενώ συμμετείχε ενεργά και στην οργάνωση των δυναμικών κομμουνιστικών συλλαλητηρίων της περιόδου. Ο ίδιος ήθελε να παραιτηθεί από τον Στρατό και να πολιτευτεί με την Αριστερά, αλλά τον εμπόδιζε η ηγεσία του ΕΑΜ που του ζήτησε να παραμείνει εκπροσωπώντας την Εθνική Αντίσταση.

Στέφανος Σαράφης – Στρατιωτικός ηγέτης του βενιζελισμού και της Αριστεράς-10
Οι εξόριστοι Στέφανος Σαράφης και Δημήτρης Φωτιάδης και η επισκέπτρια Κατίνα Φωτιάδου στην παραλία του Άη Στράτη (Φωτογραφικά αρχεία ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ).

Μετά την έναρξη του εμφυλίου, ο Σαράφης αλλά και πολλοί άλλοι υψηλόβαθμοι πρώην αξιωματικοί του ΕΛΑΣ (Μάντακας, Μπακιρτζής, Μουστεράκης, Καλαμπαλίκης) εκτοπίστηκαν στην Ικαρία και στη Μακρόνησο βάσει διαταγής του Υπουργείου Στρατιωτικών, στο οποίο ακόμη υπάγονταν (Ριζοσπάστης, 20.9.1946). Τον Οκτώβριο του 1946, ο Σαράφης αποστρατεύτηκε οριστικά, αλλά παρέμεινε εξόριστος στην Ικαρία, μέχρι και τις 26 Νοεμβρίου, όταν και εξορίστηκε στη Σέριφο επί ένα έτος. Το σκεπτικό της Επιτροπής Ασφαλείας για την εκτόπισή του ήταν ότι τον θεωρούσε επικίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια, καθώς συμμετείχε σε συσκέψεις ανώτερων στελεχών του ΚΚΕ που οργάνωσαν τις «αναρχικές συμμορίες της υπαίθρου», αλλά και επειδή, όντας στρατιωτικός, συμμετείχε σε κομμουνιστικά συλλαλητήρια και άλλες πολιτικές συγκεντρώσεις (Ριζοσπάστης, 24.11.1946).

Ακολούθως, ο Σαράφης εκτοπίστηκε στη Λήμνο το 1948 και στον Άγιο Ευστράτιο το 1950, όπου παρέμεινε για ένα έτος. Την 30ή Οκτωβρίου 1951, η Σοβιετική Ένωση διένειμε στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ επιστολή 2.840 εκτοπισμένων στον Άγιο Ευστράτιο, υπογεγραμμένη από τον Σαράφη, με την οποία, αφού περιέγραφαν τους κακούς όρους διαβίωσής τους, ζητούσαν την απελευθέρωσή τους άνευ όρων (Η Καθημερινή, 1.11.1950). Η εξορία του Σαράφη διακόπηκε με την ίδρυση της Ενιαίας ∆ημοκρατικής Αριστεράς (Ε∆Α) τον Αύγουστο του 1951, ενός συνασπισμού αριστερών κομμάτων που παλαιότερα είχαν ενταχθεί στο ΕΑΜ. Το νέο κόμμα ιδρύθηκε με τη συμβολή του καταζητούμενου Ν. Πλουμίδη, είχε άμεση σχέση με το εκτός νόμου ΚΚΕ και πρακτικά αποτελούσε τη νομιμοφανή του πολιτική παρουσία στην Ελλάδα, η οποία καθοριζόταν μέσω σημάτων σε παράνομο ασύρματο που χειριζόταν ο Νίκος Βαβούδης. Η κρύπτη ανακαλύφθηκε από τις Αρχές, καθώς και τα σήματα που στέλνονταν, ενώ ο Βαβούδης αυτοκτόνησε κατά την εισβολή της αστυνομίας στην κρύπτη.

Ο άτυπος επικεφαλής του κόμματος, Ιωάννης Πασαλίδης, δέχτηκε τις σχετικές υποδείξεις του ΚΚΕ, εντάσσοντας στα ψηφοδέλτια του κόμματος αριστερούς πολιτικούς εξορίστους και φυλακισμένους (Σαράφης, Γλέζος, Τσιμπουκίδης), σε μια προσπάθεια να ασκηθεί πρόσθετη πίεση στην κυβέρνηση για την απελευθέρωσή τους. Στις εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου 1951, η Ε∆Α έλαβε 180.640 ψήφους (ποσοστό 10,57%), εκλέγοντας 10 βουλευτές, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Σαράφης.

Στέφανος Σαράφης – Στρατιωτικός ηγέτης του βενιζελισμού και της Αριστεράς-11
Ο Στέφανος Σαράφης την εποχή που ήταν βουλευτής της ΕΔΑ (Alamy/Visualhellas.gr).

Η μεταφορά των εξόριστων βουλευτών από τον Άγιο Ευστράτιο έγινε υπό άκρα μυστικότητα στις 8 Νοεμβρίου 1951, ώστε να αποφευχθούν τυχόν εκδηλώσεις Αριστερών στην Αθήνα, και αυτοί ορκίστηκαν σε ειδική συνεδρίαση της Βουλής στις 12 Νοεμβρίου. Η παρουσία των εξόριστων βουλευτών στα βουλευτικά έδρανα προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών από βουλευτές του Εθνικού Συναγερμού αλλά και από τον Αλέξανδρο Παπάγο, που πάντως χαρακτήρισε τη διαδικασία «νομότυπη» [Σπύρος Λιναρδάτος, Από τον εμφύλιο στη χούντα (τόμος Α΄), Αθήνα 2009, σελ. 361]. Μετά από ενστάσεις που υποβλήθηκαν στο εκλογοδικείο λίγες εβδομάδες μετά, ακυρώθηκε η εκλογή του Σαράφη (Η Καθημερινή, 24.11.1951), όμως δεν εκτοπίστηκε εκ νέου, αλλά αφέθηκε ελεύθερος.

Στα τέλη του 1951, ο Σαράφης εξελέγη αναπληρωματικό μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, ενώ εντάχθηκε και στη διοικούσα επιτροπή της Ε∆Α. Στις εκλογές της 16ης Νοεμβρίου 1952, ο Σαράφης δεν κατάφερε να εκλεγεί βουλευτής, καθώς, λόγω πλειοψηφικού εκλογικού συστήματος και της προεκλογικής τακτικής της που επιβλήθηκε από τον Ζαχαριάδη (τι Πλαστήρας τι Παπάγος), η Ε∆Α έμεινε εκτός Βουλής. Στις επαναληπτικές εκλογές του Έβρου το 1953, η Ε∆Α κατέβασε για υποψήφιο τον Σαράφη, που κατάφερε να αποσπάσει 12% των ψήφων, αυξάνοντας το ποσοστό του κόμματος που πήρε στις εθνικές εκλογές κατά πέντε μονάδες. Σε ομιλία του Σαράφη στην Ορεστιάδα, όμως, προκλήθηκαν επεισόδια με εθνικόφρονες πολίτες που του πέταξαν λαχανικά όταν μίλησε για συναδέλφωση με τον βουλγαρικό λαό (Η Καθημερινή, 26.9.1953). Στις εκλογές της 19ης Φεβρουαρίου 1956, ο Σαράφης εξελέγη βουλευτής Λάρισας, καθώς η Ε∆Α συνεργάστηκε με τους Φιλελευθέρους, εκλέγοντας συνολικά 19 βουλευτές.

Ο Στέφανος Σαράφης σκοτώθηκε στον Άλιμο στις 13 Μαΐου 1957, όταν, διασχίζοντας τον δρόμο της παραλιακής με τη σύζυγό του Μάριον, ένα αυτοκίνητο, έχοντας αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα, έπεσε πάνω τους. Οδηγός του μοιραίου αυτοκινήτου ήταν ο Αμερικανός υποσμηνίας Μάριο Μουζάλι, που υπηρετούσε στην 22η Μοίρα ∆ιαβιβάσεων της αμερικανικής αεροπορικής βάσης του Ελληνικού.

Στέφανος Σαράφης – Στρατιωτικός ηγέτης του βενιζελισμού και της Αριστεράς-12
Ο Στέφανος Σαράφης μιλώντας σε αντάρτες στο Κεράσοβο (Γενικά Αρχεία του Κράτους – Κεντρική Υπηρεσία, Αρχείο Σπύρου Μελετζή).
comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT