Στις 22 Απριλίου 1500, ο Πορτογάλος θαλασσοπόρος Πέδρο Αλβαρες Καμπράλ έφτασε στη βορειοανατολική ακτή της Νότιας Αμερικής, πραγματοποιώντας ένα ταξίδι που έμελλε να αφήσει ανεξίτηλο αποτύπωμα στην παγκόσμια Ιστορία. Η ανακάλυψη της Βραζιλίας, όπως καθιερώθηκε να λέγεται από την ευρωπαϊκή ιστοριογραφία, δεν αποτέλεσε μονάχα μια νέα γεωγραφική αποκάλυψη, αλλά και την απαρχή μιας μακράς αποικιοκρατικής περιόδου, γεμάτης αντιφάσεις, συγκρούσεις και ριζικές μεταβολές για τους πληθυσμούς και τα εδάφη αυτής της περιοχής.
Ο Καμπράλ, επικεφαλής ενός στόλου δεκατριών πλοίων και περίπου 1.200 ανδρών, είχε αποπλεύσει από τη Λισαβόνα στις 9 Μαρτίου 1500, με σκοπό να επαναλάβει τη διαδρομή του Βάσκο ντα Γκάμα προς την Ινδία, αναζητώντας νέες εμπορικές ευκαιρίες για το πορτογαλικό Στέμμα. Το ταξίδι ακολούθησε την ευρεία πορεία που προέβλεπε η τότε ναυτική πρακτική: κατευθύνθηκαν νοτιοδυτικά, προς τα ανοιχτά του Ατλαντικού, για να εκμεταλλευτούν τους ευνοϊκούς ανέμους της περιοχής. Παραμένει αντικείμενο επιστημονικής συζήτησης αν η αλλαγή πορείας προς τα δυτικά ήταν αποτέλεσμα καιρικών συνθηκών ή σκόπιμη επιλογή. Υπάρχουν ενδείξεις πως η Πορτογαλία υποπτευόταν ήδη την ύπαρξη ξηράς στα δυτικά του Ατλαντικού, εντός της δικής της σφαίρας επιρροής, όπως είχε οριστεί με τη Συνθήκη της Τορδεσίγιας το 1494.
Το όνομα «Βραζιλία» επικράτησε με βάση το κόκκινο ξύλο pau-brasil, ένα από τα πρώτα εξαγώγιμα προϊόντα που τράβηξαν το πορτογαλικό ενδιαφέρον.
Στις 22 Απριλίου, το πλήρωμα του Καμπράλ είδε για πρώτη φορά την ακτογραμμή της Νότιας Αμερικής –μια εικόνα που τους εντυπωσίασε με την καταπράσινη βλάστηση και τις δασώδεις εκτάσεις της. Ο ίδιος ο Καμπράλ κατέγραψε την εμπειρία του με προσοχή, ενώ ο γραμματέας του στόλου, Πέρο Βαζ ντε Καμίνια, έστειλε επιστολή προς τον βασιλιά Εμμανουήλ Α΄ της Πορτογαλίας, περιγράφοντας με λεπτομέρειες τη νέα γη και τους ανθρώπους της. Αρχικά, η περιοχή θεωρήθηκε νησί και ονομάστηκε «Ilha de Vera Cruz» (Νησί του Αληθινού Σταυρού). Λίγο αργότερα, η ονομασία τροποποιήθηκε σε «Terra de Santa Cruz», ενώ το όνομα «Βραζιλία» επικράτησε οριστικά με βάση το κόκκινο ξύλο pau-brasil, ένα από τα πρώτα εξαγώγιμα προϊόντα που τράβηξαν το πορτογαλικό ενδιαφέρον.
Η επαφή με τους ιθαγενείς υπήρξε από την αρχή καθοριστική. Οι Πορτογάλοι περιγράφουν τους κατοίκους ως γυμνούς, φιλικούς, γεμάτους περιέργεια – πιθανότατα μέλη των Τούπι, μιας φυλής που ζούσε κατά μήκος των ακτών. Καταγράφονται ανταλλαγές δώρων, τελετουργικά, καθώς και η τέλεση της πρώτης καθολικής λειτουργίας στη νέα ήπειρο από τον ιερέα Φρέι Ενρίκε ντε Κοΐμπρα, την Κυριακή του Πάσχα. Η θρησκευτική αυτή τελετή, εκτός από το ότι ήταν συμβολική, σφράγισε την πρόθεση της Πορτογαλίας να διεκδικήσει και πνευματική – πολιτισμική εξουσία επί της νέας γης.
Μέσα σε λίγα χρόνια, άρχισαν να οργανώνονται νέες αποστολές εξερεύνησης και καταγραφής.
Ο Καμπράλ παρέμεινε για περίπου δέκα ημέρες στην περιοχή. Εστησε έναν πρόχειρο καταυλισμό, επισκεύασε πλοία και προχώρησε σε καταγραφή των φυσικών χαρακτηριστικών του τόπου. Στις 2 Μαΐου, άφησε πίσω του μια μικρή δύναμη ανδρών και συνέχισε το ταξίδι του προς τις Ινδίες. Η αποστολή του, ωστόσο, είχε ήδη ανοίξει τον δρόμο για τη συστηματική παρουσία της Πορτογαλίας στον Νέο Κόσμο. Μέσα σε λίγα χρόνια, άρχισαν να οργανώνονται νέες αποστολές εξερεύνησης και καταγραφής, και από το 1530 και μετά ξεκίνησε επίσημα η αποικιακή διοίκηση.
Η ανακάλυψη της Βραζιλίας από τον Καμπράλ ήταν ένας σταθμός που συνδύαζε τη ναυτική τόλμη με γεωπολιτικούς υπολογισμούς και οικονομικές βλέψεις. Ηταν το πρώτο βήμα μιας διαδικασίας που δεν περιορίστηκε στην ανταλλαγή γνώσεων ή προϊόντων, αλλά πυροδότησε βαθιές ανακατατάξεις στον πληθυσμό, την κοινωνική δομή και το φυσικό περιβάλλον μιας τεράστιας ηπείρου. Και μολονότι η ίδια η ανακάλυψη έγινε από την πλευρά των Πορτογάλων με αίσθημα θριάμβου, δεν ήταν τίποτε λιγότερο από την αρχή μιας νέας ιστορικής πραγματικότητας για εκατομμύρια ανθρώπους που έμελλαν να δουν τον κόσμο τους να αλλάζει ριζικά.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

