Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας

«Αναφέρω ότι το σύνολο περίπου Αξιωματικών Στρατεύματος υπέγραψε κατά μονάδα ψήφισμα δι’ ου αποφαίνονται ότι η έκπτωση της Δυναστείας των Γλύστβουργ (sic) είναι εθνική ανάγκη...». (τηλεγράφημα Οθωναίου σε Γονατά, 17ης Δεκεμβρίου 1923)

αλέξανδρος-οθωναίος-στις-επάλξεις-τ-563566045 Ο Αλέξανδρος Οθωναίος (The History Collection / Alamy / Visualhellas.gr).
Ο Αλέξανδρος Οθωναίος (The History Collection / Alamy / Visualhellas.gr).

Ο Αλέξανδρος Οθωναίος γεννήθηκε στο Γύθειο της Σπάρτης, το 1879. Εισήλθε στη Σχολή Ευελπίδων, από όπου αποφοίτησε το 1900 ως ανθυπολοχαγός Πεζικού. Έλαβε μέρος στον Μακεδονικό Αγώνα με το ψευδώνυμο «καπετάν Παλαμήδης» και ηγήθηκε των ανταρτικών ομάδων στις περιοχές Έδεσσας, Γευγελής και ∆οϊράνης. Όταν επέστρεψε στην Αθήνα ως νεαρός υπολοχαγός, συμμετείχε από τους πρώτους στις σχετικές συνωμοσίες και ακολούθως στο Κίνημα του Γουδή, της 15ης Αυγούστου 1909. Ακολούθως, ο Οθωναίος έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους ως υπασπιστής του 5ου Συντάγματος Πεζικού, ενώ το 1914 προήχθη σε ταγματάρχη. Κατά τον Εθνικό ∆ιχασμό υποστήριξε τον Βενιζέλο, προσχωρώντας στο Κίνημα της Εθνικής Άμυνας το 1916 και συνδέοντας οριστικά την τύχη του με τον βενιζελισμό.

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-1
Ελαιογραφία που απεικονίζει αξιωματικούς του Μακεδονικού Αγώνα το 1909. Ο Αλέξανδρος Οθωναίος διακρίνεται όρθιος στην τελευταία σειρά, τρίτος από αριστερά (Συλλογή ΙΜΜΑ).

Μετά την ενοποίηση του κράτους υπό τον Βενιζέλο, τον Ιούνιο του 1917, ο Οθωναίος έλαβε τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη, ενώ επειδή ήταν αξιωματικός εμπιστοσύνης προοριζόταν το 1918 για διοικητής του Τάγματος Ασφαλείας, στο οποίο τελικά ορίστηκε διοικητής ο Γύπαρης (Ευάγγελος Ρόζος, Ο Βενιζέλος και η εποχή του, ∆ρυμός, Αθήνα 1996, σ. 244). Μετά από ένα σύντομο πέρασμά του στο Μακεδονικό Μέτωπο, ο Οθωναίος ορίστηκε προσωπάρχης στο υπουργείο Στρατιωτικών, αποκτώντας αρμοδιότητα στις τοποθετήσεις και τις προαγωγές των αξιωματικών. Λόγω της προνομιακής αυτής θέσης απέκτησε μεγάλη επιρροή και κύρος μεταξύ των βενιζελικών αξιωματικών, η οποία του επέτρεψε να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην παρασκηνιακή εκπροσώπησή τους μεσοπολεμικά. Από τη θέση αυτή ήρθε σε σύγκρουση με τον Θεόδωρο Πάγκαλο, τον οποίο με συνεχείς δυσμενείς μεταθέσεις προσπάθησε να τον εξωθήσει στην αποστρατεία, κάτι που αποφεύχθηκε μόνο με προσωπική παρέμβαση του Βενιζέλου [Θεόδωρος Πάγκαλος, Απομνημονεύματα (τόμος Β΄), Κέδρος, Αθήνα 1959, σσ. 222-227].

Από τη Μικρασιατική Εκστρατεία στη δίκη των Έξι

Πρόεδρος μιας από τις σημαντικότερες δίκες της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας.

Μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Οθωναίος ορίστηκε επιτελάρχης του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος στην Ουκρανία το 1919, ενώ έλαβε μέρος στη Μικρασιατική Εκστρατεία, αρχικά ως επιτελάρχης της Μεραρχίας Κυδωνιών και στη συνέχεια ως διοικητής της. Σε όλο το δεύτερο εξάμηνο του 1919, ο Οθωναίος είχε απευθείας αλληλογραφία με τον Βενιζέλο παρέχοντας σε αυτόν ενημέρωση για τις εξελίξεις στον στρατιωτικό τομέα ευθύνης του. Τον Ιούλιο του 1920, σε μια επιχείρηση της Μεραρχίας Κυδωνιών στην περιοχή Τσακ Τσιφλίκ, ένα τάγμα της αιφνιδιάστηκε από τον εχθρό και υποχώρησε άτακτα, πανικοβάλλοντας και τις υπόλοιπες μονάδες. Ο Οθωναίος έφιππος κάλπασε προς την πρώτη γραμμή, ώστε να συγκρατήσει τα υποχωρούντα τμήματα, αλλά δέχτηκε μια σφαίρα στο γόνατο. Τη διοίκηση της μεραρχίας ανέλαβε ο συνταγματάρχης Παναγιώτης Γαργαλίδης, που πέτυχε τον αντικειμενικό του σκοπό καταλαμβάνοντας το ∆εμερτζή. Ο δε Οθωναίος χειρουργήθηκε στο πόδι δώδεκα ώρες μετά τον σοβαρό τραυματισμό του. Η επέμβαση δεν ήταν επιτυχής και ο Οθωναίος κινδύνευε να χάσει το πόδι του από μόλυνση, ίσως και τη ζωή του. Για καλή του τύχη βρέθηκε τυχαία στο Σαλιχλί ο περίφημος χειρουργός Πολύβιος Κορύλλος, που διάνοιξε εκ νέου το τραύμα του και καθάρισε σωστά την πληγή [Στέφανος Σαράφης, Ιστορικές αναμνήσεις (τόμος Α΄), Επικαιρότητα, Αθήνα 1980, σσ. 197-198].

Μετά το τέλος των θερινών επιχειρήσεων του 1920, ο Οθωναίος προβιβάστηκε σε υποστράτηγο για τις εξαιρετικές υπηρεσίες του στο πεδίο της μάχης. Πριν από τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου του 1920, με διαταγή της κυβέρνησης, η Μεραρχία Κυδωνιών μεταφέρθηκε στην Αθήνα για την τήρηση της τάξης κατά την εκλογική διαδικασία. Ο Οθωναίος ορίστηκε στρατιωτικός διοικητής Αττικοβοιωτίας και επόπτης των εκλογών στην Αθήνα, με επιτελάρχη τον ταγματάρχη Στέφανο Σαράφη. Όταν ξέσπασαν αιματηρές ταραχές στις 2 Νοεμβρίου 1920, στο κέντρο της Αθήνας, μεταξύ αντιβενιζελικών οπαδών του Βενιζέλου και στρατιωτών του Γύπαρη, ο Οθωναίος έλαβε προσωπική εντολή από τον Βενιζέλο να επέμβει με τη μονάδα του και να αποκαταστήσει την τάξη, όπως και έγινε. Όταν ανέλαβε την εξουσία η αντιβενιζελική κυβέρνηση Ράλλη, διατήρησε τον Οθωναίο στρατιωτικό διοικητή Αττικοβοιωτίας, αλλά ο τελευταίος παραιτήθηκε για λόγους αρχής [Σαράφης, Αναμνήσεις (τόμος Α΄), σσ. 199-203].

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-2
Οι Στ. Γονατάς, Ν. Πλαστήρας και Αχ. Πρωτοσύγγελος, μέλη της Επαναστατικής Επιτροπής, έξω από τα βασιλικά ανάκτορα, κατά τη θριαμβευτική τους είσοδο μετά την παραίτηση του βασιλιά Κωνσταντίνου Α΄, τον Σεπτέμβριο του 1922 (AP Photo).

Τα δραματικά γεγονότα της Μικρασιατικής Καταστροφής συγκλόνισαν τον Οθωναίο, ο οποίος θεώρησε ως αποκλειστικά υπευθύνους τον βασιλιά Κωνσταντίνο και τις αντιβενιζελικές κυβερνήσεις της περιόδου 1920-22. Ειδοποιημένος από τον Στέφανο Σαράφη για τις καταιγιστικές εξελίξεις και την επικράτηση της Επανάστασης του 1922 στην Αθήνα, επανήλθε στην πρωτεύουσα από τον Πόρο όπου παραθέριζε και, με το αυξημένο κύρος του μεταξύ των βενιζελικών αξιωματικών, πίεσε ασφυκτικά τους Πλαστήρα – Γονατά για την τιμωρία των αντιβενιζελικών πολιτικών που άσκησαν εξουσία την προηγούμενη διετία. Πιο συγκεκριμένα, στον Πλαστήρα είπε ότι «μπαίνοντας στην Αθήνα, έπρεπε να κρεμάσεις κάθε ένοχο από ένα στύλο της Πλατείας Συντάγματος» [Σαράφης, Αναμνήσεις (τόμος Α΄), σσ. 199-203].

Οι καταιγιστικές αρνητικές εξελίξεις που ακολούθησαν, με την απώλεια της Ανατολικής Θράκης, πίεσαν περαιτέρω τους Πλαστήρα και Γονατά για τιμωρία των αντιβενιζελικών πολιτικών. Η Επαναστατική Επιτροπή αποφάσισε να μεταβιβάσει την ευθύνη των εκτελέσεων στους δύο αξιωματικούς που πίεζαν περισσότερο γι’ αυτές: όρισε τον Θεόδωρο Πάγκαλο επικεφαλής της ανακριτικής επιτροπής και τον Οθωναίο πρόεδρο του Στρατοδικείου που θα λάμβανε την τελική απόφαση.

Η δίκη των Έξι (ονομασία που παρέπεμπε στους έξι καταδικασθέντες, που τελικά εκτελέστηκαν) ήταν μία από τις σημαντικότερες πολιτικές δίκες της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Ο πρόεδρος της έδρας, Αλέξανδρος Οθωναίος, ως δηλωμένος οπαδός της εκτέλεσης των κατηγορουμένων, διεξήγαγε τη δίκη με φανερή μεροληψία. Στις παρεμβάσεις του διαφαινόταν η εχθρότητά του για τους κατηγορουμένους, τους αφαιρούσε βίαια τον λόγο, δεν τους επέτρεπε να απευθύνουν ελεύθερα ερωτήσεις στους μάρτυρες κατηγορίας, μιλούσε απαξιωτικά για τους συνηγόρους τους, ενώ ήταν εμφανώς νομικά μη καταρτισμένος για να διεξαγάγει μια τόσο σοβαρή και σύνθετη πολιτική δίκη. Τα ξημερώματα της 15ης Νοεμβρίου 1922, όταν ανήγγειλε την απόφαση, η φωνή του Οθωναίου έτρεμε, χτυπούσε το πόδι του νευρικά, ενώ από την ταραχή του εγκατέλειψε την αίθουσα της Παλαιάς Βουλής ξεχνώντας να λύσει τη συνεδρίαση.

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-3
Ο πρόεδρος του στρατοδικείου Αλέξανδρος Οθωναίος και άλλοι στρατοδίκες. Σκίτσο του Περικλή Βυζάντιου από τη Δίκη των Έξι, Νοέμβριος 1922 (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).

Μετά την εκτέλεση των Έξι, ο Οθωναίος ορίστηκε στις 5 ∆εκεμβρίου 1922 διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού, ενώ εκκρεμούσε η διένεξη με την Τουρκία στο μέτωπο του Έβρου. Οι Αρχές της πόλης, με συνεχείς αναφορές τους προς την κυβέρνηση, υπογράμμιζαν τον τετραπλασιασμό των περιστατικών εγκληματικότητας στη Θεσσαλονίκη λόγω της κατακόρυφης πληθυσμιακής της αύξησης [Κώστας Τζιάρας, ∆εν μας τρομάζει ο θάνατος… (από το συλλογικό Η Ελλάδα στον Μεσοπόλεμο)], Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2017, σ. 221). Καθώς η Χωροφυλακή δεν διέθετε επαρκείς δυνάμεις, ο Οθωναίος αποφάσισε να δημιουργήσει μια στρατιωτική μονάδα ασφαλείας, με σκοπό την τήρηση της τάξης στην πόλη (Ένωσις του Ελληνισμού, 25.7.1924). Σύμφωνα με μεταγενέστερη συνέντευξη του Οθωναίου, το Γ΄ ∆ημοκρατικό Τάγμα (που ονομάστηκε αρχικά Τάγμα Φρουράς), εκτός από την τήρηση της δημόσιας ασφάλειας στη Θεσσαλονίκη, έπρεπε να αντιμετωπίσει και την πρόκληση τόσο των αυτονομιστικών συνθημάτων του ΚΚΕ για τη Μακεδονία, όσο και την ανεπιφύλακτη ενίσχυση του προλεταριακού κόμματος από την εβραϊκή κοινότητα της πόλης (Έθνος, 22.1.1925).

Η στρατολογία για το Τάγμα πραγματοποιήθηκε με δημόσια προκήρυξη του Φρουραρχείου, που κοινοποιήθηκε στον ημερήσιο Τύπο και διήρκεσε από τις 23 ∆εκεμβρίου 1922 έως τις 10 Ιανουαρίου 1923 (Σκριπ, 23.12.1922). Η διαδικασία στρατολόγησης έγινε βάσει πολιτικών φρονημάτων, ήταν απολύτως ελεγχόμενη από τον Οθωναίο και γινόταν από μια επιτροπή τριών ανώτερων αξιωματικών του Γ΄ Σώματος Στρατού [Ιωάννης Β. ∆ασκαρόλης, ∆ημοκρατικά Τάγματα – Οι πραιτωριανοί της Β΄ Ελληνικής ∆ημοκρατίας (1923-1926), Παπαζήσης, Αθήνα 2019, σσ. 46-47]. Πρώτος διοικητής του Τάγματος Φρουράς ορίστηκε ο ταγματάρχης Νικόλαος Κροντηράς, γνωστός αξιωματικός βενιζελικών φρονημάτων.

Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος και οι πιέσεις υπέρ της Αβασίλευτης

Η στάση που αιφνιδίασε τον Βενιζέλο.

Το καλοκαίρι του 1923, ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη η περίφημη παραστρατιωτική οργάνωση Στρατιωτικός Σύνδεσμος, έχοντας ως επικεφαλής τον Αλέξανδρο Οθωναίο. Η οργάνωση αυτή είχε ως βασικό σκοπό την προστασία της βενιζελικής Επανάστασης του 1922 από κάθε αντιβενιζελική αντίδραση μέσα στον Στρατό. Επίσης, η οργάνωση υποστήριζε την άμεση έξωση της βασιλείας από την Ελλάδα, αλλά εξέφραζε και μια δυσπιστία προς τον κοινοβουλευτισμό ως καταφύγιο του παλαιοκομματισμού. Η δομή της οργάνωσης προέβλεπε τη δημιουργία κρυφών επιτροπών αξιωματικών σε όλες τις μεγάλες μονάδες Στρατού. Οι εκπρόσωποι των Σωμάτων Στρατού, μαζί με τους εκπροσώπους των φρουρών Αθήνας και Θεσσαλονίκης και έναν εκπρόσωπο του Ναυτικού αποτελούσαν την ανώτατη διοίκηση του Συνδέσμου, η οποία λειτουργούσε συμβουλευτικά προς τον Οθωναίο που λάμβανε την τελική απόφαση.

Ο Σύνδεσμος είχε την έδρα του στη Θεσσαλονίκη, είχε διεισδύσει σε όλες τις μεγάλες μονάδες ανά την επικράτεια, συγκροτώντας συμβούλια στα οποία συμμετείχαν και χαμηλόβαθμοι αξιωματικοί που μετέφεραν και τις απόψεις των απλών στρατιωτών (Θάνος Βερέμης, Ο στρατός στην Ελληνική Πολιτική, Κούριερ, Αθήνα 2000, σ. 125). Το τυπικό της οργάνωσης και της μύησης έμοιαζε με αυτό των τεκτονικών στοών, καθώς πολλά από τα ιδρυτικά μέλη του Συνδέσμου ήταν τέκτονες (Στέφανος Σαράφης, Ιστορικές αναμνήσεις, σ. 227).

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-4
Ο στρατηγός Οθωναίος, προεδρεύων στη Δίκη των Έξι (Φωτογραφικά Αρχεία ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ).

Σε πολλές περιπτώσεις συντασσόταν ένα πρωτόκολλο με τα αιτήματα ή τις απόψεις της ηγεσίας του Συνδέσμου, το οποίο περιφερόταν στις μονάδες ιδίως της Βόρειας Ελλάδας και υπογραφόταν από τους μυημένους αξιωματικούς. Το πρωτόκολλο αυτό το χρησιμοποιούσε ο Οθωναίος ως μοχλό πίεσης για να επιβάλλει στην πολιτική ηγεσία τις απόψεις του Στρατού. Με αυτόν τον τρόπο ο Οθωναίος εμφανιζόταν στις αντιπειθαρχικές του πρωτοβουλίες ως ενδιάμεσος και εκπρόσωπος ομάδας αξιωματικών και όχι ως άμεσα εμπλεκόμενος, ενώ ο αντιβενιζελικός Τύπος χαρακτήριζε τη Θεσσαλονίκη ως «Μέκκα των πρωτοκόλλων» (Απογευματινή, 4.5.1924).

Μετά το αντιβενιζελικής απόκλισης αποτυχημένο Κίνημα Γαργαλίδη – Λεοναρδόπουλου, τον Οκτώβριο του 1923, ο Οθωναίος ζήτησε αυστηρότερα μέτρα εναντίον των κινηματιών αντιβενιζελικών αξιωματικών, εκτέλεση των πρωταιτίων και στέρηση της σύνταξης όσων θα αποστρατεύονταν. Παράλληλα έστειλε επιστολή στον Πλαστήρα, ζητώντας την άμεση έξωση του Θρόνου από την Ελλάδα και την εγκαθίδρυση Αβασίλευτης ∆ημοκρατίας (Μουσείο Μπενάκη, Αρχείο Πλαστήρα, Επιστολή Οθωναίου σε Πλαστήρα, 31.10.1923). Σε όλη την περίοδο του Νοεμβρίου του 1923, ο Οθωναίος πίεζε για την πραξικοπηματική εγκαθίδρυση της Αβασίλευτης ∆ημοκρατίας. Όταν όμως ενημερώθηκε ότι ο Βενιζέλος ήταν αντίθετος στην εξέλιξη αυτή, πήγε στο Παρίσι στις 10 Νοεμβρίου 1923 ώστε να συναντηθεί μαζί του και να κατατοπιστεί επακριβώς για τις θέσεις του στο Πολιτειακό. Επιστρέφοντας στην Αθήνα, ενημέρωσε σχετικά την «Επαναστατική Επιτροπή» για τις απόψεις Βενιζέλου κατά της πραξικοπηματικής πολιτειακής αλλαγής, αλλά και ο ίδιος εκδηλώθηκε υπέρ της άποψης αυτής· έτσι η όλη υπόθεση έλαβε αναβολή για μετά τις εκλογές της 16ης ∆εκεμβρίου 1923.

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-5
Οι συλληφθέντες αξιωματικοί που συμμετείχαν στο Κίνημα Γαργαλίδη – Λεοναρδόπουλου, πάνω στο πλοίο-κρατητήριο, μεταφέρονται στην Ελευσίνα. Στο κέντρο διακρίνεται ο Π. Γαργαλίδης και δίπλα του από δεξιά ο Γ. Λεοναρδόπουλος (Συλλογή Πέτρου Πουλίδη, Αρχείο ΕΡΤ ΑΕ).

Το αιματηρό αντιβενιζελικό συλλαλητήριο της 9ης ∆εκεμβρίου ανέτρεψε εκ νέου τις εύθραυστες ισορροπίες στον Στρατό, καθώς έδειξε στους αδιάλλακτους ∆ημοκρατικούς ότι οι βασιλόφρονες διέθεταν ακόμη σημαντικά λαϊκά ερείσματα (Ιωάννης Β. ∆ασκαρόλης, Το αιματηρό συλλαλητήριο της 9ης ∆εκεμβρίου 1923 – Η ∆ύση της Βασιλείας στην Ελλάδα, Επίκεντρο, Αθήνα 2024, σσ. 141-145). Το απόγευμα της 17ης ∆εκεμβρίου, την επομένη των εκλογών και πριν ακόμη συγκροτηθεί η ∆΄ Εθνοσυνέλευση σε Σώμα, εμφανίστηκε ενώπιον των Πλαστήρα – Γονατά μια εικοσαμελής αντιπροσωπεία του Στρατού και του Ναυτικού, με επικεφαλής τους υποστρατήγους Παπαθανασίου και Τσιρογιάννη, απαιτώντας την άμεση εκθρόνιση του Γεωργίου και απειλώντας ότι σε αντίθετη περίπτωση δεν θα μπορούσαν να ελέγξουν τους υφισταμένους τους. Την ίδια ημέρα, ο Οθωναίος από τη Θεσσαλονίκη απέστειλε το περίφημο ιστορικό τηλεγράφημα στην κυβέρνηση εκ μέρους του Στρατιωτικού Συνδέσμου, με το οποίο ανακοίνωνε ότι όλοι οι βενιζελικοί αξιωματικοί των μονάδων της Βόρειας Ελλάδας είχαν υπογράψει πρωτόκολλο για την έκπτωση της δυναστείας, προειδοποιώντας για σοβαρούς κινδύνους σε αντίθετη περίπτωση (Μουσείο Μπενάκη, Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου, 86/33, τηλεγράφημα Οθωναίου προς Γονατά, 17ης ∆εκεμβρίου 1923).

Ο Γεώργιος Β΄ αναγκάστηκε να αποχωρήσει από την Ελλάδα στις 19 ∆εκεμβρίου 1923 με ατμόπλοιο της γραμμής ταπεινωμένος, ενώ το τιμητικό άγημα στην προκυμαία δεν απέδωσε τιμές μετά από διαταγή του Στρατιωτικού Συνδέσμου. Μετά τη φυγή του Γεωργίου, ο Οθωναίος θεώρησε ότι η οριστική πτώση του Στέμματος στην Ελλάδα ήταν θέμα χρόνου και έπαψε να πιέζει την κυβέρνηση Γονατά. Επίσης, με καθολικό παρακλητικό ψήφισμα όλων των αξιωματικών του Στρατιωτικού Συνδέσμου που έστειλε στον Βενιζέλο στο Παρίσι, του ζήτησε να επιστρέψει στην Ελλάδα. Ο Βενιζέλος λόγω του τηλεγραφήματος πίστεψε ότι ο Στρατός θα πειθαρχούσε στα κελεύσματά του κι έτσι επέστρεψε σχηματίζοντας κυβέρνηση αποτελούμενη από τους κορυφαίους βενιζελικούς πολιτικούς. Η πολιτική που εξήγγειλε στην Εθνοσυνέλευση για το Πολιτειακό ήταν παρελκυστική και αναβλητική, με φιλοβασιλικό προσανατολισμό, κάτι που δυσαρέστησε σφόδρα τον Οθωναίο και τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο.

Η εκδήλωση αυτής της δυσαρέσκειας ήταν η κάθοδος του Οθωναίου στην Αθήνα στις 23 Φεβρουαρίου 1924, για δήθεν «στρατολογικά ζητήματα», και πριν λάβει ψήφο εμπιστοσύνης η κυβέρνηση Καφαντάρη. Ο Οθωναίος προσπάθησε να εκβιάσει έμμεσα τους Καφαντάρη και Βενιζέλο, μεταφέροντας τους δήθεν φόβους των αξιωματικών ότι το δημοψήφισμα ίσως δεν κερδηθεί και διαβεβαιώνοντάς τους ότι, ακόμη και αν οι βασιλόφρονες κέρδιζαν το δημοψήφισμα, ο Στρατός δεν θα δεχόταν την επιστροφή του Γεωργίου. Το περιεχόμενο της επίσκεψης Οθωναίου διέρρευσε στον Τύπο, αναγκάζοντας τον υπουργό Στρατιωτικών Γόντικα να δηλώσει ότι η συνάντηση του τελευταίου με τους πολιτικούς ήταν απολύτως εθιμοτυπική, στην οποία απλώς «εξέφρασε την προσωπική του γνώμη». Ο Οθωναίος συνέχισε τις «εθιμοτυπικές» του επισκέψεις στον Κονδύλη και τον Παπαναστασίου, προσπαθώντας να βρει μια χρυσή τομή μεταξύ των δύο απόψεων που εκφράζονταν στην Εθνοσυνέλευση, αποδεκτή από τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο.

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-6
Πειραιάς, 19 Δεκεμβρίου 1923. Ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ και η βασίλισσα Ελισάβετ επιβιβάζονται στην ατμάκατο που θα τους μεταφέρει στο πλοίο «Δάφνη», για να αναχωρήσουν από την Ελλάδα με προορισμό τη Ρουμανία (TopFoto).

Ο Βενιζέλος αιφνιδιάστηκε από τη στάση του Οθωναίου, καθώς σε αυτόν στηριζόταν σε μεγάλο βαθμό για να εξασφαλίσει τη νομιμοφροσύνη του Στρατού. Όταν ο Οθωναίος φανερώθηκε απροσδόκητα υπέρ της άμεσης πολιτειακής μεταβολής, ο Βενιζέλος βρέθηκε στο κενό χωρίς επιρροή στον Στρατό, όπως φαίνεται από σχετική συζήτησή του με τον Henry Morgenthau (Henry Morgenthau, Η αποστολή μου στην Ελλάδα, Τροχαλία, σσ. 230-231). Έτσι, μετά από μια δεύτερη «εθιμοτυπική συνάντηση» με τον Οθωναίο στο σπίτι του Γ. Ρούσσου, ο Βενιζέλος σκέφτηκε να αλλάξει πολιτική και να κηρύξει στην Εθνοσυνέλευση έκπτωτη τη δυναστεία, καθώς αντιλαμβανόταν ότι η επάνοδος του Γεωργίου ήταν πλέον αδύνατη. Σύμφωνα με το νέο σενάριο, θα σχηματιζόταν κυβέρνηση ∆ημοκρατικών υπό τον Ρούσσο, η οποία και θα διεξήγε το δημοψήφισμα. Ο Βενιζέλος εξουσιοδότησε τον Οθωναίο να ενημερώσει τον Παπαναστασίου για τη λύση Ρούσσου και βολιδοσκόπησε τους βενιζελικούς πληρεξουσίους και ιδιαίτερα τον Μιχαλακόπουλο, που ήλεγχε τους συντηρητικούς Φιλελεύθερους, για το πώς έβλεπε αυτή την προοπτική.

Ο Μιχαλακόπουλος όμως αρνήθηκε κατηγορηματικά κάθε αλλαγή πολιτικής, καθώς είχε ήδη εκθέσει τις πολιτειακές απόψεις του δημοσίως, ενώ θεωρούσε απαράδεκτο ο Βενιζέλος και οι Φιλελεύθεροι να προσχωρήσουν στις απόψεις της μειοψηφίας, λόγω του Στρατού και του Οθωναίου. Ο Βενιζέλος επηρεάστηκε από τον Μιχαλακόπουλο και επέστρεψε στις φιλοβασιλικές του θέσεις, κάνοντας επιθετικές δηλώσεις κατά του Παπαναστασίου και των ∆ημοκρατικών στον Τύπο. Ο Οθωναίος από σεβασμό προς τον Βενιζέλο έπαψε τις πιέσεις του, αλλά τη σκυτάλη σε αυτές έλαβαν οι Πάγκαλος, Χατζηκυριάκος και Κονδύλης, που αποχαλινώθηκαν και με δηλώσεις τους στον Τύπο απειλούσαν με στρατιωτικό πραξικόπημα. Οι πιέσεις των αξιωματικών του Στρατού που ακολούθησαν τις πρώτες ημέρες του Φεβρουαρίου είχαν ως αποτέλεσμα την παραίτηση της κυβέρνησης Καφαντάρη στις 10 Φεβρουαρίου 1924 και την αναχώρηση του Βενιζέλου για το Παρίσι, ανοίγοντας τον δρόμο στον Αλέξανδρο Παπαναστασίου για την άνοδο στην εξουσία και την πολυπόθητη πολιτειακή αλλαγή.

Συνεχείς συνωμοσίες και στρατιωτικά κινήματα

Αποδοκιμασίες και σχεδόν φανερές συνωμοσίες.

Μετά το δημοψήφισμα της 13ης Απριλίου 1924 και την εγκαθίδρυση της Αβασίλευτης ∆ημοκρατίας, υποτίθεται ότι ο Στρατός θα αποχωρούσε από την πολιτική και θα περιοριζόταν στα στρατιωτικά του καθήκοντα, αλλά αυτό όχι μόνο δεν συνέβη, αλλά αντίθετα συνέχισε να επηρεάζει παρασκηνιακά τις πολιτικές εξελίξεις. Ο Οθωναίος, που επηρέαζε αποφασιστικά ένα μεγάλο τμήμα των βενιζελικών αξιωματικών (σύμφωνα με τον Μαζαράκη, συμπεριφερόταν λες και του ανήκε ο Στρατός), ήταν νομιμόφρων στις βενιζελικές κυβερνήσεις της περιόδου (Σοφούλη, Μιχαλακόπουλου) και ριζικά αντίθετος στις δικτατορικές τάσεις των Κονδύλη και Πάγκαλου, οι οποίοι ήλεγχαν μικρές ομάδες αξιωματικών και εποφθαλμιούσαν την άνοδό τους στην εξουσία μέσω στρατιωτικών κινημάτων.

Η αντίθεση μεταξύ των τριών ομάδων αξιωματικών εκδηλώθηκε στις αρχές του 1925, όταν ο Κονδύλης ως υπουργός Στρατιωτικών, με τις μεταθέσεις που διενήργησε στις μονάδες της Θεσσαλονίκης, ευνόησε τους αξιωματικούς που τον υποστήριζαν τοποθετώντας τους σε πλεονεκτικές θέσεις. Αμέσως ο Οθωναίος διαμαρτυρήθηκε με σχετικό τηλεγράφημά του στην κυβέρνηση, μεταφέροντας τα παράπονα αξιωματικών που του αναφέρθηκαν με «ιεραρχικό τρόπο». Έτσι όμως ο Οθωναίος παρουσιαζόταν εκ νέου ως εκπρόσωπος ομάδας αξιωματικών έναντι της κυβέρνησης, ανανεώνοντας τον φατριασμό εντός του Στρατού.

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-7
Ο Γεώργιος Κονδύλης εξερχόμενος από το υπουργείο Στρατιωτικών στην Αθήνα, πιθανώς τον Σεπτέμβριο του 1926 (Herrnleben/ullstein bild via Getty Images/Ideal Image).

Ο Οθωναίος ήταν επίσης αντίθετος σε μια πραξικοπηματική άνοδο του Πάγκαλου στην εξουσία και είχε ενημερώσει την κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου εγκαίρως για τις συνωμοσίες που εξυφαίνονταν, ζητώντας να ληφθούν επειγόντως πειθαρχικά μέτρα εναντίον των συνωμοτών. Ο Μιχαλακόπουλος σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει την επιρροή του Οθωναίου στον Στρατό και για τον λόγο αυτόν τον κάλεσε στην Αθήνα ώστε να τον ορίσει υπουργό Στρατιωτικών. Καθώς όμως ο Οθωναίος ταξίδευε με ατμόπλοιο προς την Αθήνα, εκδηλώθηκε το κίνημα του Πάγκαλου τα ξημερώματα της 25ης Ιουνίου 1925. Η απουσία του Οθωναίου από τη συμπρωτεύουσα παρέδωσε το Γ΄ Σώμα Στρατού στα χέρια των στασιαστών αξιωματικών Καρακούφα και Σπανόπουλου, αποτελώντας έναν βασικό παράγοντα που συντέλεσε στην τελική επικράτηση του κινήματος.

O Οθωναίος αποδοκίμασε έμμεσα το κίνημα του Πάγκαλου με δηλώσεις του στον Τύπο την επομένη της επικράτησής του (Εστία, 26.6.1925) και ο Πάγκαλος τον αποστράτευσε μία ημέρα μετά, στις 27 Ιουνίου 1925. Στο επόμενο διάστημα, όμως, κάπως απρόσμενα λόγω της προϊστορίας του, ο Οθωναίος απείχε από τις πυκνές επαφές και συνωμοσίες των βενιζελικών αξιωματικών για την πτώση του Πάγκαλου, κάτι που φαίνεται ότι εκτίμησε ο δικτάτορας. Επίσης φαίνεται ότι ενδιάμεσος στη χρησιμοποίηση του Οθωναίου από τη δικτατορία του Πάγκαλου ήταν ο ισχυρός οικονομικός παράγοντας Μποδοσάκης-Αθανασιάδης (Μουσείο Μπενάκη, Αρχείο Ελ. Βενιζέλου, 274/49, επιστολή Κ. Κύρου προς Βενιζέλο, 1927). Έτσι, τον Μάιο του 1926, ο Πάγκαλος, εντελώς αιφνιδιαστικά, επανέφερε τον Οθωναίο στην ενεργό υπηρεσία και του ανέθεσε τη διοίκηση του Γ΄ Σώματος Στρατού. Οι αξιωματικοί που επέλεξε στο επιτελείο του ο Οθωναίος ήταν όλοι γνωστοί αντιπαγκαλικοί και οπαδοί του Πλαστήρα (Σαράφης, Βεντήρης, ∆ιάμεσης, Σπαής). Ο Πάγκαλος γνώριζε τις προθέσεις τους, περιέργως όμως δεν τους φοβόταν, επιτρέποντας να δημιουργηθεί ένας ισχυρός αντιπαγκαλικός θύλακας αξιωματικών στη Θεσσαλονίκη.

Τον Ιούλιο του 1926, ο Οθωναίος έλαβε επιστολή από τον Γ. Καφαντάρη, που του ζητούσε να οργανωθεί κίνημα για την πτώση του Πάγκαλου το συντομότερο, καθώς η ελληνοσερβική συνθήκη που διαπραγματευόταν η δικτατορία περιλάμβανε παραχωρήσεις στα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης [Σαράφης, Ιστορικές αναμνήσεις (τόμος Α΄), σ. 264]. Ακολούθως, ο Οθωναίος ήρθε σε επαφή με τον Κονδύλη, ενημερώθηκε και ενέκρινε το σχεδιαζόμενο κίνημά του στην Αθήνα με τη συμμετοχή των ∆ημοκρατικών Ταγμάτων, ως τη μόνη κίνηση που μπορούσε να ανατρέψει τον Πάγκαλο.

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-8
Ο Ανδρέας Μιχαλακόπουλος στο γραφείο του (Φωτογραφικά Αρχεία ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ, Αρχείο Ανδρέα Μιχαλακόπουλου).

Όταν εκδηλώθηκε το κίνημα Κονδύλη, στις 22 Αυγούστου 1926, στην Αθήνα, ο Οθωναίος και το επιτελείο του ήταν ήδη μυημένοι και στήριξαν αμέσως την κίνηση. Τις πρώτες ώρες μετά την έκρηξη του κινήματος, ο Οθωναίος κάλεσε τους επικεφαλής των μονάδων στην πόλη και τους ανήγγειλε το γεγονός, ζητώντας τυφλή υπακοή στη νέα κατάσταση. Όλοι οι παριστάμενοι προσχώρησαν, και έτσι η μεταβολή επήλθε χωρίς καν να μετακινηθεί κάποια μονάδα ή να δημιουργηθεί η παραμικρή αναταραχή στην πόλη.

Το αποτέλεσμα των εκλογών της 13ης Νοεμβρίου 1926 ήταν μια εν πολλοίς αναμενόμενη ισοπαλία μεταξύ των κομμάτων του βενιζελισμού και του αντιβενιζελισμού. Η εξέλιξη αυτή έθεσε εκ των πραγμάτων το ζήτημα της συνεργασίας τους για να σχηματιστεί μια κυβέρνηση συνεργασίας, που έμεινε γνωστή ως Οικουμενική Κυβέρνηση. Το Λαϊκό Κόμμα, υπό τον Παναγή Τσαλδάρη, έθεσε ως προϋπόθεση για να συμμετάσχει στην Οικουμενική την αποστράτευση του Αλέξανδρου Οθωναίου, επειδή ήταν ο πρόεδρος του δικαστηρίου που καταδίκασε τους Έξι εις θάνατον. Ο Οθωναίος, παρά τις ισχυρές πιέσεις που δέχτηκε, αρνήθηκε να παραιτηθεί και η κυβέρνηση τον έθεσε σε αυτεπάγγελτη αποστρατεία. Έτσι όμως η Οικουμενική Κυβέρνηση απέκτησε έναν ισχυρό άσπονδο εχθρό εντός του Στρατού πριν ακόμα εκκινήσει τη θητεία της.

Ο Οθωναίος ταπεινώθηκε από την αποπομπή του, βυσσοδομούσε κατά της Οικουμενικής και βρήκε την ευκαιρία να εκδικηθεί λίγους μήνες μετά, με αφορμή το κρίσιμο ζήτημα του αποτακτικού. Για να συμμετάσχουν τα αντιβενιζελικά κόμματα στην Οικουμενική Κυβέρνηση, είχαν θέσει ως βασική προϋπόθεση την επαναφορά των αντιβενιζελικών αξιωματικών που είχαν αποταχθεί μαζικά μετά το αποτυχημένο κίνημα Γαργαλίδη-Λεοναρδόπουλου. Η σχετική επιτροπή αξιωματικών που ασχολήθηκε με το ζήτημα ήταν βενιζελικής πλειοψηφίας και ενέκρινε την επιστροφή μόλις 350 αξιωματικών σε σύνολο άνω των 2.000 περιπτώσεων που εξετάστηκαν. Αλλά και αυτός ο συμβιβασμός δεν ήταν αποδεκτός από πολλούς βενιζελικούς αξιωματικούς που προσπαθούσαν να τορπιλίσουν τη συμφωνία και είχαν επιλέξει άτυπα τον Αλέξανδρο Οθωναίο ως εκπρόσωπό τους.

Ο Οθωναίος συνωμότησε σχεδόν φανερά με τους Θ. Μανέτα, Λ. Σπαή, Παπαθανασίου και Αχιλλέα Πρωτοσύγγελο, σχεδιάζοντας μάλλον ένα pronunciamento, δηλαδή μια στρατιωτική απεργία στο προηγούμενο αυτής του Γουδή το 1909. Οι πιέσεις έναντι της κυβέρνησης έφτασαν στο σημείο βενιζελικοί αξιωματικοί να πλησιάσουν με έμμεσο τρόπο τον Παναγή Τσαλδάρη και να του ζητήσουν να αποχωρήσει από την κυβέρνηση (Βραδυνή, 30.5.1927).

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-9
Ο στρατηγός Θεόδωρος Πάγκαλος συλλαμβάνεται στο Στρόμπολι της Ιταλίας, το 1926 (Keystone-France/Gamma-Rapho via Getty Images/Ideal Image).

Ο Οθωναίος κινήθηκε επιδέξια και προς την κατεύθυνση του Βενιζέλου, που εν τω μεταξύ είχε επιστρέψει στην Ελλάδα και ιδιώτευε στην Κρήτη, αλλά επηρέαζε εκ νέου αποφασιστικά τις πολιτικές εξελίξεις. Ο Οθωναίος συναντήθηκε μαζί του τον Μάιο του 1927 στη Χαλέπα και τον έπεισε ότι οι βενιζελικοί αξιωματικοί δεν θα αποδέχονταν την επιστροφή των αντιβενιζελικών αξιωματικών υπό οποιουσδήποτε όρους. Έτσι, στις 25 Μαΐου, ο Βενιζέλος απέστειλε επιστολή στον Καφαντάρη, ζητώντας να μην προχωρήσει η επίλυση του αποτακτικού, πρότεινε την παραίτηση της Οικουμενικής, συγκρότηση αμιγώς δημοκρατικής κυβέρνησης και άμεση προσφυγή στις κάλπες με πλειοψηφικό (Μουσείο Μπενάκη, Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου, 274/26, Επιστολή Βενιζέλου προς Καφαντάρη 25ης Μαΐου 1927).

Απρόσμενα, ο Πλαστήρας έβγαλε την κυβέρνηση από το αδιέξοδο, προσφέροντας την υποστήριξή του και επηρεάζοντας τους βενιζελικούς αξιωματικούς προς έναν συμβιβασμό αποδοχής της σχεδιαζόμενης λύσης. Η επέμβαση του Πλαστήρα εξισορρόπησε την κατάσταση, η κυβέρνηση με μια τολμηρή κίνηση δημοσίευσε τους πίνακες επαναφοράς των αντιβενιζελικών αξιωματικών, ενώ ο υποστράτηγος Τσαγγαρίδης εγκατέστησε μια μόνιμη στρατιωτική φρουρά μπροστά στο κτίριο της Βουλής, έτοιμη προς άμεση επέμβαση σε ενδεχόμενο στρατιωτικό κίνημα. Η στάση του Πλαστήρα υπέρ της κυβέρνησης πιθανόν να οφείλεται στο γεγονός ότι είχε εξασφαλίσει, μέσω της μεσιτείας του Γ. Παπανδρέου στον Καφαντάρη, να οριστεί αρχηγός ΓΕΣ. Επίσης, ίσως η στάση του να υπαγορεύτηκε από τον προσωπικό ανταγωνισμό του με τον Οθωναίο. Ο Βενιζέλος, με επιστολή στον υπουργό Στρατιωτικών Μαζαράκη, απολογήθηκε για τη στάση του, που προκλήθηκε από τις λανθασμένες πληροφορίες που του μετέφερε ο Οθωναίος (Μουσείο Μπενάκη, Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου, 274/42, επιστολή Βενιζέλου προς Μαζαράκη, 2 Ιουνίου 1927).

Από την τετραήμερη πρωθυπουργία στο βενιζελικό κίνημα του 1935

Μια αμοιβαία απογοήτευση.

Ως απόστρατος, ο Οθωναίος αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης στα τέλη του 1927, αλλά ο Βενιζέλος ενημερώθηκε σχετικά και τον συνέδραμε οικονομικά (Μουσείο Μπενάκη, Αρχείο Ελ. Βενιζέλου, 329/59, επιστολή Κατεχάκη σε Βενιζέλο, 23ης ∆εκεμβρίου 1927). Μετά τον θρίαμβο των εκλογών της 19ης Αυγούστου 1928, ο Βενιζέλος επανάφερε τον Οθωναίο στο στράτευμα ως Γενικό Επιθεωρητή Στρατού και βασικό του σύμβουλο σε ζητήματα ορισμών των διοικητών στις μεγάλες στρατιωτικές μονάδες.

Από τη θέση αυτή, ο Οθωναίος αντιτάχθηκε στις περικοπές των στρατιωτικών δαπανών και στη μείωση της θητείας που τελικά επέβαλε ο Βενιζέλος για εξοικονόμηση πόρων. Όταν το Λαϊκό Κόμμα και ο αντιβενιζελισμός βρέθηκε για πρώτη φορά στον προθάλαμο της εξουσίας μετά τις εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου 1932, ο Βενιζέλος ενεργοποίησε εκ νέου τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο μέσω του Οθωναίου. Ο τελευταίος, εκπροσωπώντας τον Στρατό, δήλωσε ότι ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος δεν θα επέτρεπε στο Λαϊκό Κόμμα να αναλάβει την εξουσία αν η ηγεσία του δεν αναγνώριζε ανεπιφύλακτα την Αβασίλευτη ∆ημοκρατία ως το οριστικό πολίτευμα της χώρας.

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-10
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στις 6 Ιανουαρίου 1933, στην Αθήνα (AP Photo).

Ο Τσαλδάρης προέβη στην απαιτούμενη διευκρινιστική δήλωση στις 30 Οκτωβρίου 1932, λαμβάνοντας εντολή σχηματισμού κυβέρνησης από τον Πρόεδρο της ∆ημοκρατίας Αλέξανδρο Ζαΐμη, ενώ ο Οθωναίος ανακοίνωσε την οριστική διάλυση του Στρατιωτικού Συνδέσμου μετά την εξέλιξη αυτή. Η πολιτική κατάσταση όμως περιπλέχθηκε μετά την εκλογική νίκη του αντιβενιζελισμού στις εκλογές της 5ης Μαρτίου 1933. Μετά τα πρώτα αρνητικά εκλογικά αποτελέσματα από τις επαρχίες που έφτασαν στην οικία του Βενιζέλου τη νύχτα των εκλογών, ο Ν. Πλαστήρας μετέβη απευθείας στο Υπουργείο Στρατιωτικών, το οποίο κατέλαβε κηρύσσοντας στρατιωτικό κίνημα. Αμέσως στασίασε το ισχυρό 1ο Σύνταγμα Πεζικού υπό τον συνταγματάρχη Ηλία ∆ιάμεση, που είχε έδρα την Αθήνα, ενώ μια μικρή ομάδα βενιζελικών αξιωματικών πλαισίωσαν το κίνημα.

Το πρωινό της 6ης Μαρτίου, όταν έγινε γνωστό το κίνημα, μεγάλα πλήθη αντιβενιζελικών αλλά και κομμουνιστών συγκεντρώθηκαν αυθόρμητα στην Ομόνοια και βάδισαν με απειλητικές διαθέσεις προς το Υπουργείο Στρατιωτικών, όπου συγκρούστηκαν με ισχυρές δυνάμεις του Στρατού. Το γεγονός όμως που αδιαμφισβήτητα οδήγησε το κίνημα σε αποτυχία ήταν η αρνητική στάση του Αλέξανδρου Οθωναίου, ανταγωνιστή του Πλαστήρα στον Στρατό, αλλά και των υπόλοιπων βενιζελικών στρατηγών (Σ. Τσιμικάλης, Θ. Μανέτας, Κ. Μανέτας). Η άρνησή τους να στηρίξουν το κίνημα του Πλαστήρα ήταν αυτή που μάλλον εξανάγκασε και τον Βενιζέλο να κρατήσει τελικά αποστάσεις από το κίνημα.

Τις πρώτες απογευματινές ώρες της 6ης Μαρτίου, ο Βενιζέλος και ο νικητής των εκλογών Παναγής Τσαλδάρης συναντήθηκαν με τον Πρόεδρο της ∆ημοκρατίας Αλέξανδρο Ζαΐμη προς άρση του αδιεξόδου. Ο Βενιζέλος, επικουρούμενος και από τον Οθωναίο, που ήταν παρών στη συνάντηση, πρότεινε αρχικά μια νέα πραξικοπηματική επέμβαση του Στρατού υπό τη σκέπη των δύο μεγάλων κομμάτων, κάτι που ο Τσαλδάρης αρνήθηκε κατηγορηματικά, ζητώντας επιτακτικά να του παραδοθεί η εξουσία αμέσως, ώστε να αντιμετωπίσει την κρίση. Τότε, με κοινή συνεννόηση των δύο πολιτικών αρχηγών με τον Ζαΐμη και για να αποφευχθεί η αιματοχυσία, ορκίστηκε αυθημερόν μεταβατική κυβέρνηση στρατηγών με πρωθυπουργό τον Αλέξανδρο Οθωναίο, η οποία, αφού θα ξεκαθάριζε την εμπλοκή του κινήματος Πλαστήρα, θα παρέδιδε την εξουσία στον Τσαλδάρη.

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-11
Ο Γ. Κονδύλης εν μέσω κατοίκων της Θεσσαλονίκης, μετά την επιτυχή καταστολή του Κινήματος του 1935 (Photo by Eric Borchert/ullstein bild via Getty Images).

Το απόγευμα της ίδιας ταραγμένης ημέρας, ο Οθωναίος, μαζί με μέλη της νέας στρατιωτικής κυβέρνησης, που μόλις είχε ορκιστεί, επισκέφτηκαν τον Πλαστήρα στο Υπουργείο Στρατιωτικών και του ζήτησαν να παραδώσει την εξουσία. Σύμφωνα με μεταγενέστερες εκμυστηρεύσεις του Πλαστήρα, ο Οθωναίος τού παρείχε διαβεβαιώσεις ότι το Λαϊκό Κόμμα θα σεβόταν την Αβασίλευτη ∆ημοκρατία, του έδωσε εγγυήσεις για την ατιμωρησία όλων των στασιαστών, τον διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνησή του θα διατηρούσε την εξουσία για έναν μήνα, ενώ τον ενημέρωσε ότι ο Βενιζέλος στήριζε την πρωτοβουλία τους (Αρχείο Πηνελόπης ∆έλτα, Νικόλαος Πλαστήρας, Ερμής, Αθήνα 1979, σσ. 66-67). Τότε ο Πλαστήρας, απογοητευμένος, παρέδωσε το Υπουργείο Στρατιωτικών αποχωρώντας, και ο Οθωναίος παρέμεινε μεταβατικός πρωθυπουργός για τέσσερις ημέρες, αποκαθιστώντας τη δημόσια τάξη. Στη συνέχεια παρέδωσε την εξουσία στον Παναγή Τσαλδάρη, αλλά κατηγορήθηκε από τους βενιζελικούς επειδή δεν αμνήστευσε τον Πλαστήρα και τους βενιζελικούς κινηματίες (Θανάσης ∆ιαμαντόπουλος, Χωρίς Στέμμα – Η αβασίλευτη του Μεσοπολέμου, Πατάκης, Αθήνα 2023, σ. 307).

Η άνοδος των αντιβενιζελικών στην εξουσία, η άσκηση διώξεων κατά όσων βενιζελικών αξιωματικών πρωτοστάτησαν στο κίνημα Πλαστήρα αλλά και η ιταμή δολοφονική απόπειρα κατά του Βενιζέλου βάθυναν επικίνδυνα το χάσμα μεταξύ των δύο παρατάξεων. Τον Μάρτιο του 1934, ο υπουργός Στρατιωτικών Γεώργιος Κονδύλης προσπάθησε με νομοσχέδιο να τροποποιήσει υπέρ των αντιβενιζελικών αξιωματικών την έως τότε ισχύουσα στρατιωτική επετηρίδα, αλλά ο Οθωναίος, ως πρόεδρος του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβούλιου, αρνήθηκε κατηγορηματικά να δεχτεί την αλλαγή και τελικά αυτή δεν εφαρμόστηκε λόγω των δραματικών γεγονότων που ακολούθησαν [Γρηγόρης ∆αφνής, Η Ελλάς μεταξύ των δύο πολέμων (τόμος Β΄), Κάκτος, Αθήνα 1999, σσ. 257-259]. Τον Σεπτέμβριο του 1934, ο Οθωναίος, ακολουθούμενος από τον Σαράφη, επιθεώρησε τις μονάδες του ∆΄ Σώματος Στρατού στη Θράκη, μιλώντας ανοιχτά υπέρ της Αβασίλευτης ∆ημοκρατίας και καλώντας τους στρατιώτες να είναι έτοιμοι να την υπερασπιστούν αν βρεθεί σε κίνδυνο [Σαράφης, Αναμνήσεις (τόμος Α΄), σ. 348].

Ο Βενιζέλος οργάνωσε ένα στρατιωτικό κίνημα για την πραξικοπηματική ανάληψη της εξουσίας, αλλά, επειδή η συνωμοσία ήταν πολυπλόκαμη και περιλάμβανε πολλές εφαπτόμενες ομάδες αξιωματικών και πολιτικών, υπήρχε επιτακτική ανάγκη ενός αναγνωρισμένου αρχηγού με κύρος. Στις 19 Φεβρουαρίου 1935, ο Βενιζέλος από την Κρήτη απέστειλε επιστολή στον Οθωναίο, στην οποία, αφού διεκτραγωδούσε την εσωτερική κατάσταση, του ζητούσε να αναλάβει την αρχηγία του κινήματος. Η αποστολή του θα ήταν να συντονίσει τις μονάδες που θα προσχωρούσαν, να διατηρήσει τον αμιγώς στρατιωτικό χαρακτήρα του κινήματος και να προλάβει τυχόν παρεκτροπές. Τέλος, του υποσχέθηκε απεριόριστη εξουσία στους κινηματίες, την οποία θα αποδεχόταν εγγράφως ο Πλαστήρας [∆αφνής, Η Ελλάς μεταξύ των δύο πολέμων (τόμος Β΄), σ. 285-287].

Ο Οθωναίος απάντησε με την επιστολή της 25ης Φεβρουαρίου, απορρίπτοντας την πρόταση και απογοητεύοντας τον Βενιζέλο. Στην επιστολή ο Οθωναίος παραδεχόταν ότι η εσωτερική κατάσταση δεν ήταν καλή, αλλά δήλωνε ότι ο ίδιος πλέον ήταν εναντίον των επεμβάσεων του Στρατού στην πολιτική. Σε περιοδείες του στις φρουρές όλης της Ελλάδας είχε καλέσει τους αξιωματικούς να απέχουν από την πολιτική, αλλά τους είχε ζητήσει να είναι σε εγρήγορση και να αντιτεθούν αποφασιστικά σε κάθε περίπτωση κήρυξης δικτατορίας ή επιχειρούμενης Παλινόρθωσης της Βασιλείας. Ο Οθωναίος ολοκλήρωνε τις σκέψεις του διαβεβαιώνοντας τον Βενιζέλο ότι κατά την εκδήλωση του κινήματος θα τηρούσε αυστηρή ουδετερότητα, ενώ δεν απέκλειε να προσφέρει τις υπηρεσίες του αν αυτό πετύχαινε.

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-12
Ο Παναγής Τσαλδάρης σε φωτογραφία του 1933 (Φωτογραφικά Αρχεία ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ).

Πιθανώς η άρνηση του Οθωναίου υπέκρυπτε το υπονοούμενο ότι, καθώς αυτός εναντιωνόταν δημοσίως σε μια βασιλική δικτατορία, θα ήταν υποκριτικό να στηρίξει μια βενιζελική στη θέση της. Πάντως, όταν έλαβε επιστολή από τον Καμμένο, που διοικούσε το ∆΄ Σώμα Στρατού και ζητούσε οδηγίες περί του πρακτέου, ο Οθωναίος τον προέτρεψε να προσχωρήσει στο κίνημα, ενώ του υποσχέθηκε ότι όλα θα κανονίζονταν μετά την οριστική επικράτηση των κινηματιών [Σαράφης, Αναμνήσεις (τόμος Α΄), σ. 356-7].

Ο Οθωναίος είχε απογοητευτεί από τη στάση του Βενιζέλου στο ζήτημα της επανεκλογής Ζαΐμη στην προεδρία της ∆ημοκρατίας. Πίστευε ότι στην επικείμενη αναμέτρηση καμία από τις δύο παρατάξεις δεν θα επικρατούσε εντελώς και πιθανώς θα τον καλούσαν ως διαιτητή. Οι προβλέψεις του όμως δεν επαληθεύτηκαν, οι βενιζελικοί κινηματίες ηττήθηκαν κατά κράτος και ο ίδιος αποστρατεύτηκε από την κυβέρνηση Τσαλδάρη.

Η προσχώρηση στο ΕΑΜ και η αντίθεση στην επιστροφή του Γεώργιου Β΄

Από αντικομμουνιστής σε κεντρική προσωπικότητα του κομμουνιστικού αντιβασιλικού αγώνα.

Κατά την Κατοχή, ο Οθωναίος συνεργάστηκε με το ΕΑΜ, παρά την έντονη αντικομμουνιστική του δράση κατά τον Μεσοπόλεμο. Μετά την Απελευθέρωση προτάθηκε από το ΚΚΕ να αναλάβει αρχηγός ΓΕΣ του νέου ελληνικού Στρατού, ως πρόσωπο κοινής αποδοχής όλων των κομμάτων που συμμετείχαν στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου αποδέχτηκε την πρόταση λόγω της βενιζελικής προϊστορίας του Οθωναίου. Τον ανακάλεσε από την αποστρατεία, ενώ σε δηλώσεις του στον Τύπο ο Παπανδρέου υποστήριξε ότι ο νέος ελληνικός στρατός όφειλε αυστηρά να απέχει από την πολιτική και να περιορίζεται στα στρατιωτικά του καθήκοντα.

Ο Οθωναίος όμως δεν έκρυψε τις προθέσεις και τις πολιτικές του προτιμήσεις και ήδη είχε στείλει ανοιχτή επιστολή στον παλαιό συμπολεμιστή και επιστήθιο φίλο του, Στέφανο Σαράφη, στρατιωτικό διοικητή του ΕΛΑΣ, στην οποία του ανήγγειλε ότι θα ήταν ο νέος υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου, καλώντας τον να έρθει στην Αθήνα και να αναλάβει καθήκοντα το συντομότερο δυνατό (Ριζοσπάστης, 11.11.1944). Η τοποθέτηση του Οθωναίου ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών από το Λαϊκό Κόμμα και από ενώσεις βασιλοφρόνων, καθώς ο Οθωναίος εκτός ότι συνεργαζόταν με το ΕΑΜ ήταν και δηλωμένος εχθρός της επιστροφής του Γεωργίου Β΄ στην Ελλάδα (Ελευθερία, 11.11.1944).

Ο Οθωναίος, πριν ακόμη αναλάβει επισήμως τα καθήκοντά του, απαίτησε εν λευκώ δικαιοδοσία στον διορισμό του επιτελείου του, αποφασιστική γνώμη για τον διορισμό των αξιωματικών στις μονάδες του νέου ελληνικού Στρατού, αλλά και η κυβέρνηση να τον ενημερώνει προκαταβολικά πριν υλοποιήσει οποιαδήποτε πρωτοβουλία σχετική με τον Στρατό (Ελευθερία, 17.11.1944). Ο Παπανδρέου θεώρησε υπερβολικές τις απαιτήσεις του, ενώ σαφώς το κρισιμότερο σημείο όλων όσα ζητούσε ο Οθωναίος ήταν ο απόλυτος έλεγχος της τοποθέτησης αξιωματικών στις νέες μονάδες. Επειδή ο Οθωναίος συνεργαζόταν με το ΚΚΕ, αν τοποθετούσε αξιωματικούς του ΕΛΑΣ σε κρίσιμες μονάδες, θα μπορούσε να δώσει τον απόλυτο έλεγχο του νέου ελληνικού Στρατού στο ΚΚΕ.

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-13
Αντάρτισσες και αντάρτες του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ βαδίζουν προς την Αθήνα, τον Οκτώβριο του 1944, μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την πρωτεύουσα (Mondadori via Getty Images/Ideal Image).

Ο Παπανδρέου επιζητούσε κάποιον συμβιβασμό στα στρατιωτικά ώστε η κατάσταση να μην οδηγηθεί στην ένοπλη αναμέτρηση, αλλά επ’ ουδενί δεν εμπιστευόταν το ΚΚΕ. Στις λύσεις του στρατιωτικού ζητήματος που πρότεινε, η κυβέρνηση διατηρούσε πάντοτε μια διακριτική αλλά σαφή, στρατιωτική υπεροχή έναντι του εν δυνάμει αντιπάλου της. Μέσα σε αυτό το κλίμα αμοιβαίας καχυποψίας ξέσπασε η κρίση αφοπλισμού και τα αιματηρά ∆εκεμβριανά στις 3 ∆εκεμβρίου 1944. Ο Οθωναίος θεώρησε την κυβέρνηση αποκλειστικά υπεύθυνη για την κρίση αλλά και για την εμφύλια σύρραξη στην Αθήνα και η κυβέρνηση, μετά την υπογραφή της συνθήκης της Βάρκιζας, τον αποστράτευσε οριστικά τον Φεβρουάριο του 1945.

Με συνέντευξη που έδωσε στο Βελιγράδι έξι μήνες μετά, ο Οθωναίος υποστήριξε ότι τα ικανότερα στρατιωτικά στελέχη εκδιώχθηκαν από τον ελληνικό Στρατό γιατί είχαν συνεργαστεί με το ΕΑΜ και αντικαταστάθηκαν με «ανίκανους αξιωματικούς που είχαν εγκαταλείψει την πατρίδα τους κατά την Κατοχή καταφεύγοντας στη Μέση Ανατολή». Τελείωνε με την παρατήρηση ότι δωσίλογοι και προδότες κατείχαν υψηλά αξιώματα του κράτους και ότι οι βασιλόφρονες σκόπευαν να επαναφέρουν τον Γεώργιο Β΄ υπό οποιοδήποτε κόστος, ακόμα και αν αυτό οδηγούσε τον τόπο σε εμφύλιο (Ελευθερία, 24.7.1945). Σε άλλες δηλώσεις του, την ίδια περίοδο, υποστήριξε ότι μόνο το ΕΑΜ μπορούσε να σώσει την Ελλάδα από τον εμφύλιο και ότι, αν δεν ερχόταν στην εξουσία, «ήταν μονόδρομος για κάθε τίμιο άνθρωπο να πάρει το όπλο και να καταφύγει στο βουνό για αντίσταση» (Καθημερινή, 2.10.1945).

Στο πλαίσιο αυτό ο Οθωναίος ανέλαβε πρωταγωνιστικό ρόλο στον κομμουνιστικό αντιβασιλικό αγώνα κατά της επιστροφής του Γεωργίου Β΄, ενώ ορίστηκε πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας ∆ημοκρατικών Συλλόγων Ελλάδας που δημιουργήθηκε από το ΕΑΜ. Οι σύλλογοι αυτοί με την υποστήριξη του ΚΚΕ οργάνωσαν ένα ογκώδες συλλαλητήριο στο Παναθηναϊκό Στάδιο στις 20 Ιανουαρίου 1946 με την αυτοπρόσωπη παρουσία του Νίκου Ζαχαριάδη και με κύριο ομιλητή τον Αλέξανδρο Οθωναίο.

Στην πύρινη αυτή ομιλία του ενώπιον χιλιάδων αλαλαζόντων κομμουνιστών και οπαδών του ΕΑΜ, ο Οθωναίος κατήγγειλε το στέμμα και τους αυλικούς του, «ως μια συμμορία που χρησιμοποιεί μηχανορραφίες, ραδιουργίες και συκοφαντίες για την εκμετάλλευση του ελληνικού λαού». Κατήγγειλε τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου και τον Ιωάννη Μεταξά επειδή το 1940 δεν διεξήγαγαν εθνικό πόλεμο αλλά κομματικό, παραδίδοντας την Ελλάδα στον εχθρό. Επίσης κατηγόρησε τους εθνικόφρονες αξιωματικούς για τη φυγή τους στη Μέση Ανατολή, αλλά και την αντικομμουνιστική στάση τους (Ριζοσπάστης, 22.1.1946).

Η φιλοεαμική στάση του Οθωναίου και οι δηλώσεις του είχαν ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων ανάμεσα στους εθνικόφρονες, ενώ η δραστηριότητά του καταγγέλθηκε από τους πολιτικούς του κέντρου και τους βενιζελισμού. Ο Θεμιστοκλής Σοφούλης χαρακτήρισε όλους τους δημοκρατικούς συλλόγους που εκπροσωπούσε ο Οθωναίος «κομμουνιστικούς» και τον Οθωναίο «οπαδό του ΚΚΕ» (Καθημερινή, 17.1.1946).

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-14
Βασιλόφρονες επευφημούν την επιστροφή του εξόριστου βασιλιά Γεωργίου Β΄ κατά τη διάρκεια μαζικής συγκέντρωσης στην πλατεία Συντάγματος, τις παραμονές του δημοψηφίσματος της 1ης Σεπτεμβρίου 1946 (Bettmann/Getty Images/Ideal Image).

Πριν από το πολιτειακό δημοψήφισμα της 1ης Σεπτεμβρίου 1946, ο Οθωναίος μίλησε σε συλλαλητήριο των δημοκρατικών στο Παναθηναϊκό Στάδιο που οργανώθηκε από το ΚΚΕ (Ριζοσπάστης, 23.8.1946), σε μια συγκέντρωση πάντως αισθητά μικρότερη από προηγούμενες. Επίσης, ο Οθωναίος προσπάθησε να έρθει σε επαφή με αντιβασιλικές οργανώσεις του εξωτερικού, αλλά και να οργανώσει μια επίσκεψη μελών του αμερικανικού Κογκρέσου στην Ελλάδα (ΕΛΙΑ, Αρχείο Αλέξανδρου Οθωναίου). Κατά τους πρώτους μήνες του εμφυλίου, ο Οθωναίος παρέμεινε στην Αθήνα, υποστηρίζοντας διακριτικά τον ∆ΣΕ, ώστε να αποφύγει τυχόν σύλληψή του (Ριζοσπάστης, 1.1.1947). Τον Ιούλιο του 1949, όμως, όταν και παραπέμφθηκε σε στρατιωτικό συμβούλιο με βαρύ κατηγορητήριο για υπονόμευση της άμυνας της χώρας, ο Οθωναίος αρνήθηκε ότι είχε προσχωρήσει στο ΕΑΜ, ενώ αποκήρυξε κατηγορηματικά το ΚΚΕ και τον ∆ΣΕ (Αρχείο Σοφοκλή Βενιζέλου, φακ. 18/23, επιστολή Οθωναίου προς την κυβέρνηση και τους αρχηγούς κομμάτων, 28ης Ιουλίου 1949).

Η αποκατάσταση της Βασιλείας και η συντριβή του ∆ΣΕ στον εμφύλιο έθεσαν οριστικά τον Οθωναίο στο περιθώριο της πολιτικής ζωής λόγω της προηγούμενης συμπόρευσής του με το ΚΚΕ. Έτσι, όταν συγκλήθηκε το Συμβούλιο του Στέμματος κατά την πολιτική κρίση του 1965, δεν κλήθηκε να λάβει μέρος «επειδή τον ξέχασαν» (Καθημερινή, 5.10.1965).

Ο Οθωναίος πέθανε στην Αθήνα στις 22 Σεπτεμβρίου 1970, σε ηλικία 91 ετών. Ήταν ο τελευταίος εν ζωή προπολεμικός πρωθυπουργός.

Αλέξανδρος Οθωναίος – Στις επάλξεις του βενιζελισμού και της Αβασίλευτης Δημοκρατίας-15
«Ο πρόεδρος του Δικαστηρίου». Σκίτσο του Περικλή Βυζάντιου από τη Δίκη των Έξι. Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος στις 9/22 Νοεμβρίου 1922 (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).
comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT