Στις 31 Μαρτίου 1968, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Λίντον Μπ. Τζόνσον, απηύθυνε ένα δραματικό διάγγελμα προς το αμερικανικό έθνος, ανακοινώνοντας τόσο τα νέα μέτρα του για την αποκλιμάκωση του πολέμου στο Βιετνάμ όσο και την απόφασή του να μη διεκδικήσει την επανεκλογή του στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου. Το διάγγελμα έγινε σε μία από τις πιο ταραχώδεις περιόδους της αμερικανικής ιστορίας, καθώς η χώρα ήταν διχασμένη λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου και των έντονων κοινωνικών αναταραχών.
Πράγματι, το 1968 ήταν μια κρίσιμη χρονιά για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο πόλεμος στο Βιετνάμ είχε κλιμακωθεί δραματικά υπό την προεδρία του Τζόνσον, με περισσότερους από 500.000 Αμερικανούς στρατιώτες να έχουν αναπτυχθεί στη νοτιοανατολική Ασία. Η Επίθεση του Τετ, που ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 1968 από τις δυνάμεις του Βόρειου Βιετνάμ και τους Βιετκόνγκ, είχε προκαλέσει σοκ στην αμερικανική κοινή γνώμη, καθώς αμφισβήτησε τις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονταν κοντά στη νίκη. Ταυτόχρονα, το αντιπολεμικό κίνημα στις ΗΠΑ γινόταν όλο και πιο ισχυρό, με διαδηλώσεις και συγκρούσεις να ξεσπούν σε πολλές πόλεις και πανεπιστήμια.
Στο διάγγελμα, ανακοίνωσε πως οι ΗΠΑ θα σταματούσαν τους βομβαρδισμούς στο μεγαλύτερο μέρος του Βόρειου Βιετνάμ.
Σε αυτές τις συνθήκες εύθραυστης ισορροπίας, το βράδυ της 31ης Μαρτίου, ο πρόεδρος Τζόνσον εμφανίστηκε στην τηλεόραση για να απευθυνθεί στο αμερικανικό έθνος. Στην αρχή του διαγγέλματος, ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ θα σταματούσαν τους βομβαρδισμούς στο μεγαλύτερο μέρος του Βόρειου Βιετνάμ, προκειμένου να ενθαρρύνουν την έναρξη ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων. Ακόμη, ανακοίνωσε ότι θα στείλει επιπλέον στρατεύματα στο Νότιο Βιετνάμ για να στηρίξουν τη κυβέρνηση, αλλά χωρίς να κλιμακώσει περαιτέρω τη σύγκρουση.
Ωστόσο, το πιο σημαντικό σημείο του διαγγέλματος ήρθε προς το τέλος, όταν ο Τζόνσον ανακοίνωσε ότι δεν θα ήταν υποψήφιος για επανεκλογή στο κορυφαίο αξίωμα των Ηνωμένων Πολιτειών. «Δεν θα επιδιώξω και δεν θα αποδεχθώ το χρίσμα του κόμματός μου για μία ακόμη θητεία ως πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών», δήλωσε, αφήνοντας άναυδο το πολιτικό κατεστημένο. Η απόφαση αυτή εξέπληξε πολλούς, καθώς μέχρι εκείνη τη στιγμή ο Τζόνσον θεωρούνταν πιθανός υποψήφιος, παρά τη μείωση της δημοτικότητάς του λόγω του πολέμου.
Το διάγγελμα της 31ης Μαρτίου 1968 παραμένει μία από τις πιο σημαντικές στιγμές στην ιστορία της αμερικανικής προεδρίας.
Η ανακοίνωση του Τζόνσον είχε άμεσες πολιτικές επιπτώσεις. Η αποχώρησή του από την κούρσα για την προεδρία άνοιξε τον δρόμο για μια έντονη μάχη στο Δημοκρατικό Κόμμα, με τους Ρόμπερτ Κένεντι, Γιουτζίν ΜακΚάρθι και τον αντιπρόεδρο Χιούμπερτ Χάμφρεϊ να αναδεικνύονται ως κύριοι διεκδικητές του χρίσματος. Ταυτόχρονα, το τέλος των μαζικών βομβαρδισμών στο Βόρειο Βιετνάμ έδωσε το έναυσμα για ειρηνευτικές συνομιλίες, αν και ο πόλεμος συνεχίστηκε για αρκετά χρόνια ακόμη.
Το διάγγελμα της 31ης Μαρτίου 1968 παραμένει μία από τις πιο σημαντικές στιγμές στην ιστορία της αμερικανικής προεδρίας, σηματοδοτώντας το τέλος της εποχής Τζόνσον και την αρχή μιας νέας, ακόμα πιο θυελλώδους περιόδου για τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

