Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα των Ηνωμένων Πολιτειών, γνωστό και ως «Grand Old Party» (GOP), ιδρύθηκε στις 20 Μαρτίου 1854, σε μια περίοδο έντονων κοινωνικών και πολιτικών αναταράξεων που προηγήθηκαν του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου. Η ίδρυσή του αποτέλεσε απάντηση στις αυξανόμενες εντάσεις γύρω από το ζήτημα της δουλείας και την επέκτασή της στα νέα εδάφη της χώρας.
Στα μέσα του 19ου αιώνα, οι ΗΠΑ επεκτείνονταν δυτικά, ενσωματώνοντας νέα εδάφη. Το κεντρικό ζήτημα που προέκυπτε ήταν αν η δουλεία θα επιτρεπόταν σε αυτές τις νέες περιοχές. Ο «Συμβιβασμός του Μιζούρι» του 1820 είχε προσωρινά επιλύσει το θέμα, καθορίζοντας μια γραμμή διαχωρισμού μεταξύ δουλοκτητικών και μη πολιτειών. Ωστόσο, η ψήφιση του «Νόμου Κάνσας-Νεμπράσκα» το 1854 ανέτρεψε αυτή τη συμφωνία, επιτρέποντας στους κατοίκους των νέων περιοχών να αποφασίσουν μέσω δημοψηφίσματος για το καθεστώς της δουλείας. Η εξέλιξη προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, ιδιαίτερα από εκείνους που ήταν αντίθετοι στην εξάπλωση της δουλείας.
Η αντίθεση στον «Νόμο Κάνσας-Νεμπράσκα» οδήγησε στη σύγκλιση διάφορων πολιτικών ομάδων και ατόμων που επιθυμούσαν κατάργηση της δουλείας. Στις 20 Μαρτίου 1854, στο Ρίππον του Ουισκόνσιν, πραγματοποιήθηκε μια συνάντηση που θεωρείται η ιδρυτική στιγμή του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Στη συνάντηση αυτή, συμμετείχαν πρώην μέλη του Κόμματος των Γουίγκς, του Κόμματος Free Soil και άλλοι που αντιδρούσαν στη δουλεία. Κύριος στόχος τους ήταν η αντίσταση στην επέκταση της δουλείας στα δυτικά εδάφη και η προώθηση της ελευθερίας και των πολιτικών δικαιωμάτων.
Στις εκλογές του 1856, οι Ρεπουμπλικανοί παρουσίασαν τον πρώτο τους προεδρικό υποψήφιο, τον Τζον Φρίμοντ.
Το νέο κόμμα αναπτύχθηκε ραγδαία, προσελκύοντας υποστηρικτές από διάφορες πολιτικές παρατάξεις που μοιράζονταν την αντίθεσή τους στη δουλεία. Στις εκλογές του 1856, οι Ρεπουμπλικανοί παρουσίασαν τον πρώτο τους προεδρικό υποψήφιο, τον Τζον Φρίμοντ, ο οποίος, αν και δεν κέρδισε, σημείωσε σημαντική επιτυχία για ένα νέο κόμμα. Η πραγματική όμως επιτυχία ήρθε το 1860, όταν ο Αβραάμ Λίνκολν εξελέγη πρόεδρος, σηματοδοτώντας μια καμπή στην αμερικανική πολιτική ιστορία. Η εκλογή του Λίνκολν προκάλεσε την απόσχιση αρκετών νότιων πολιτειών, οδηγώντας τελικά στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο (1861-1865).
Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της αμερικανικής πολιτικής σκηνής. Στις αρχές του 20ού αιώνα, υπήρξε ηγετική δύναμη στην προώθηση των οικονομικών μεταρρυθμίσεων, ενώ κατά τον Ψυχρό Πόλεμο υποστήριξε πολιτικές αντικομμουνισμού και στρατιωτικής ισχύος. Στη σύγχρονη εποχή, το κόμμα είναι γνωστό για τις συντηρητικές του θέσεις σε ζητήματα όπως η φορολογία, η άμυνα και οι κοινωνικές αξίες.
Με την πάροδο του χρόνου, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα μετατοπίστηκε προς πιο συντηρητικές θέσεις.
Αρχικά, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα υιοθέτησε ριζοσπαστικές θέσεις, όπως η κατάργηση της δουλείας και η προώθηση των πολιτικών δικαιωμάτων για τους Αφροαμερικανούς. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, μετατοπίστηκε προς πιο συντηρητικές θέσεις. Στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα, το κόμμα υποστήριξε την οικονομική ανάπτυξη, την ενίσχυση των επιχειρήσεων και την περιορισμένη κυβερνητική παρέμβαση στην οικονομία. Αυτή η μετατόπιση αντανακλούσε τις μεταβαλλόμενες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της χώρας.
Κατά τη δεκαετία του 1960, το κόμμα υιοθέτησε πιο συντηρητικές πολιτικές, ιδιαίτερα στον Νότο, ως αντίδραση στις κοινωνικές και φυλετικές αλλαγές που έφερε το Κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα. Η λεγόμενη «Νότια Στρατηγική» (Southern Strategy) χρησιμοποίησε τη δυσαρέσκεια πολλών λευκών ψηφοφόρων απέναντι στις μεταρρυθμίσεις υπέρ των Αφροαμερικανών, μετατρέποντας τον Νότο από προπύργιο των Δημοκρατικών σε βάση των Ρεπουμπλικανών. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, το κόμμα έχει ταυτιστεί με θέσεις όπως η ελεύθερη αγορά, η χαμηλή φορολογία, ο περιορισμένος κυβερνητικός παρεμβατισμός, η ενίσχυση της εθνικής άμυνας και η προάσπιση των παραδοσιακών κοινωνικών αξιών.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

