Μετά την αποτυχία των επαναστάσεων των ετών 1848-1849, η Ιταλία έγινε και πάλι για την ευρωπαϊκή διπλωματία μια απλή «γεωγραφική έκφραση». Στο ιταλικό έδαφος διαμορφώθηκαν επτά κράτη: το Βασίλειο του Πεδεμοντίου, το Βασίλειο των Δύο Σικελιών, το Παπικό κράτος και τα δουκάτα της Μοντένα, της Λούκα, της Τοσκάνης και της Πάρμα. Το φιλελεύθερο μήνυμα των επαναστάσεων εξανεμίστηκε και κυριάρχησαν τα απολυταρχικά καθεστώτα. Επιπλέον, η αυστριακή κηδεμονία άπλωσε παντού την επιρροή της, με εξαίρεση το Βασίλειο του Πεδεμοντίου.
Παρά την αρχική απογοήτευση, μετά το 1852 άρχισαν να διαμορφώνονται νέες ιδέες για το μέλλον της Ιταλίας. Αρχικά απορρίφθηκαν οι προτάσεις για ενοποίηση της Ιταλίας υπό δημοκρατικό (αβασίλευτο) πολίτευμα και κέρδισε έδαφος η ιδέα για την οργάνωση της χώρας σε μοναρχικό πρότυπο. Το Βασίλειο του Πεδεμοντίου αναδείχθηκε σε κυρίαρχη δύναμη μεταξύ των ιταλικών κρατών, προβάλλοντας διαρκώς το ιταλικό ζήτημα με σκοπό την επίλυσή του. Ο βασιλέας του Βίκτωρ Εμμανουήλ Β΄, ο οποίος είχε δώσει στον λαό του ένα αρκετά φιλελεύθερο σύνταγμα, δεν δίστασε να συγκρουστεί με την Αυστρία, προκειμένου να δώσει την τελική ώθηση στην επίλυση του ζητήματος.
Ο πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου του Πεδεμοντίου έπεισε τον Ναπολέοντα να παράσχει στρατιωτική βοήθεια.
Ο Βίκτωρ Εμμανουήλ βρήκε υποστηρικτή στον αγώνα του εναντίον της αυστριακής επιρροής τον Ναπολέοντα Γ΄ της Γαλλίας. Το 1858, ο πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου του Πεδεμοντίου, κόμης Καβούρ, κατάφερε να πείσει τον Βοναπάρτη αυτοκράτορα να παράσχει στρατιωτική βοήθεια στους Ιταλούς, στην προσπάθειά τους να επιτύχουν την εθνική τους αποκατάσταση σε ένα ενιαίο κράτος. Πέρα από τις προσωπικές συμπάθειες προς τον ιταλικό αγώνα για ενοποίηση, αναμφίβολα, στην υιοθέτηση αυτής της στάσης του Ναπολέοντα έπαιξε σημαντικό ρόλο η ελπίδα του να καταστήσει την Ιταλία ένα κράτος δορυφόρο στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή.
To 1859 ξέσπασε πόλεμος ανάμεσα στην Αυστρία, από τη μια πλευρά, και το Πεδεμόντιο και τη Γαλλία, από την άλλη. Παρά την κοινή συμμετοχή των στρατιωτών του Πεδεμοντίου και της Γαλλίας στις πολεμικές επιχειρήσεις, με πιο γνωστή τη νίκη επί των Αυστριακών στη μάχη της Ματζέντα, τον Ιούνιο του 1859, ο Ναπολέων ήρθε σε επαφή με τον αυτοκράτορα της Αυστρίας Φραγκίσκο Ιωσήφ και υπέγραψαν ανακωχή, τον Αύγουστο του ίδιου έτους. Οι διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν στη συνέχεια δεν ικανοποίησαν τους Ιταλούς. Τα εδαφικά κέρδη δεν ανταποκρίνονταν στις προσδοκίες για πλήρη ενοποίηση της Ιταλίας.
Οργανώθηκαν δημοψηφίσματα στα περισσότερα κρατίδια της ιταλικής χερσονήσου.
Στις αρχές του 1860, ο Καβούρ έθεσε σε εφαρμογή το δεύτερο μέρος του σχεδίου του για την ενοποίηση των Ιταλών σε ένα κράτος. Υπό την επιρροή του Καβούρ ή των πρακτόρων του, οργανώθηκαν δημοψηφίσματα στα περισσότερα κρατίδια της ιταλικής χερσονήσου. Το αποτέλεσμα απέδειξε ότι η πλειονότητα του πληθυσμού των κρατών αυτών επιθυμούσαν να τεθούν υπό το βασιλικό σκήπτρο του Βίκτωρα Εμμανουήλ Β΄. Χρησιμοποιώντας τον ανταγωνιστικό προς τα γαλλικά συμφέροντα βρετανικό παράγοντα, ο Καβούρ κατάφερε να πείσει τον Ναπολέοντα Γ΄ να δεχθεί την προσάρτηση των περιοχών της κεντρικής Ιταλίας στο Βασίλειο του Πεδεμοντίου, προσφέροντας ως αντάλλαγμα την πόλη Νίκαια και τη Σαβοΐα (Ιούνιος 1860).
Παράλληλα, ο επαναστάτης Τζουζέπε Γκαριμπάλντι οργάνωσε εκστρατεία στη Σικελία με σκοπό την απελευθέρωση της νήσου και της Κάτω Ιταλίας από την εξουσία των Βουρβόνων βασιλέων. Εντός μερικών μηνών, ο Γκαριμπάλντι κατόρθωσε να φθάσει με τους άνδρες του στη Νάπολη, στην οποία εισήλθε θριαμβευτής τον Ιούνιο του 1860. Εχοντας πείσει την Ευρώπη για την αναγκαιότητα της ένωσης των ιταλικών εδαφών υπό το μοναρχικό σκήπτρο του Πεδεμοντίου, ο Καβούρ έστειλε τον στρατό του στη Νάπολη τον Οκτώβριο του ίδιου έτους. Ακολούθησε η διεξαγωγή δημοψηφίσματος, στο οποίο επικράτησε συντριπτικά η επιλογή της ένωσης με το Πεδεμόντιο.
Στις 27 Ιανουαρίου και στις 3 Φεβρουαρίου 1861 διενεργήθηκαν οι εκλογές για την ανάδειξη των μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων. Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 18 Φεβρουαρίου συγκλήθηκε για πρώτη φορά η Βουλή στην πρωτεύουσα του Βασιλείου, το Τορίνο. Στις 17 Μαρτίου ο Βίκτωρ Εμμανουήλ Β΄ ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Ιταλίας. Μια νέα εποχή ανέτειλε για τους Ιταλούς.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

