Από τη στιγμή που οι Ευρωπαίοι έφτασαν στις αμερικανικές ακτές, τα σημεία όπου συναντιούνταν οι δυνάμεις και ο πολιτισμός τους με τον αδάμαστο φυσικό κόσμο των Ινδιάνων μετατράπηκαν σε περιοχές αντιτιθέμενων συμφερόντων και διαμαχών. Στην πραγματικότητα, προέκυψε μια διαρκής συγκρουσιακή κατάσταση στην οποία εμπλέκονταν ευρωπαϊκές δυνάμεις, άποικοι και αυτόχθονες πληθυσμοί οι οποίοι προσπαθούσαν να διατηρήσουν τη γη και τον τρόπο ζωής τους.
Τον 18ο αιώνα και συγκεκριμένα το 1758, έγινε μία από τις πρώτες απαγωγές λευκών από αυτόχθονες πληθυσμούς, αυτή της δεκάχρονης Μαίρης Κάμπελ. Το μικρό κορίτσι, παρότι δεν κινδύνευσε ποτέ στα έξι χρόνια παραμονής της δίπλα στους Ινδιάνους, επηρεάστηκε βαθιά. Επιπλέον, η ιστορία της λειτούργησε ως προειδοποίηση για τους λευκούς αποίκους, πυροδοτώντας τον φόβο για τους «άγριους» Ινδιάνους και τροφοδοτώντας μια ψυχολογία η οποία εξελίχθηκε σε μίσος απέναντι στους αυτόχθονες πληθυσμούς. Αυτό το μίσος θα οδηγούσε στη σφαγή που έλαβε χώρα στις 8 Μαρτίου 1782, στο Gnadenhutten του Οχάιο.
Δέκα χρόνια πριν, το 1772, στο Gnadenhutten, νότια της σημερινής Νέας Φιλαδέλφειας, εγκαταστάθηκαν Μοραβιανοί ιεραπόστολοι οι οποίοι προσπάθησαν να συνεχίσουν τον προσηλυτισμό Ινδιάνων στον χριστιανισμό. Οταν ξέσπασε η Αμερικανική Επανάσταση, οι Ινδιάνοι που είχαν προσηλυτιστεί και ήταν φιλήσυχοι χριστιανοί, ακριβώς επειδή ήταν ειρηνιστές και τηρούσαν στάση ουδετερότητας στον πόλεμο, κατηγορήθηκαν από τους Βρετανούς ότι πιθανώς ενεργούσαν ως κατάσκοποι εναντίον τους. Ως αποτέλεσμα των υποψιών αυτών, το 1781, οι Βρετανοί τούς απομάκρυναν από το Gnadenhutten και τους μετέφεραν στην περιοχή Upper Sandusky του Οχάιο.
Οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ ενέκριναν συνολικά περισσότερες από 1.500 επιθέσεις και επιδρομές εναντίον των Ινδιάνων.
Στις αρχές του 1782, μερικοί από τους Ινδιάνους που είχαν απομακρυνθεί επέστρεψαν στο Gnadenhutten με σκοπό την αναζήτηση τροφής. Ωστόσο, λίγο αργότερα κατηγορήθηκαν για τις πρόσφατες επιθέσεις εναντίον λευκών αποίκων στη δυτική Πενσιλβάνια. Ενώ, όμως, οι Ινδιάνοι της περιοχής Gnadenhutten δεν είχαν καμία σχέση με τις εν λόγω επιθέσεις, αυτό δεν εμπόδισε μια ομάδα πολιτοφυλάκων της Πενσιλβάνια, με επικεφαλής τον λοχαγό Ντέιβιντ Γουίλιαμσον, να συγκεντρωθεί στην περιοχή. Ο Γουίλιαμσον και 90 εθελοντές του, αναζητώντας εκδίκηση για τις προαναφερθείσες επιθέσεις, προσποιήθηκαν ότι έχουν φιλικές προθέσεις και έτσι κατάφεραν να αφοπλίσουν τα άτομα της φυλής.
Το πρωινό της 8ης Μαρτίου 1782, οι πολιτοφύλακες δολοφόνησαν εν ψυχρώ τους 96 Ινδιάνους που είχαν συγκεντρώσει, συμπεριλαμβανομένων και αρκετών παιδιών. Τελικά, κατάφερε να διασωθεί ένα μικρό αγόρι (ορισμένες πηγές αναφέρουν δύο αγόρια), το οποίο δραπέτευσε και έκανε γνωστή την ιστορία της σφαγής.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, είχαν απομείνει λιγότεροι από 238.000 αυτόχθονες.
Η συγκεκριμένη επίθεση σε μη μάχιμους αυτόχθονες είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια εμπιστοσύνης των Ινδιάνων στους μέχρι τότε συμμάχους τους στον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας, ενώ παράλληλα πυροδότησε αντίποινα, οδηγώντας σε αιχμαλωσίες ανθρώπων και κράτησή τους σε ινδιάνικα εδάφη.
Η ήδη οξυμένη κατάσταση δεν επρόκειτο να αλλάξει. Οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ ενέκριναν συνολικά περισσότερες από 1.500 επιθέσεις και επιδρομές εναντίον των Ινδιάνων. Αποτέλεσμα τούτων ήταν, στα τέλη του 19ου αιώνα, να έχουν απομείνει λιγότεροι από 238.000 αυτόχθονες, από τα 5-15 εκατομμύρια που υπολογίζεται ότι υπήρχαν κατά την άφιξη του Χριστόφορου Κολόμβου.
Σήμερα, στο Gnadenhutten έχει ανεγερθεί μνημείο σε μια έκταση 9 στρεμμάτων, που σηματοδοτεί την τοποθεσία της θηριωδίας αυτής του Μαρτίου του 1782.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

