Ο βασιλιάς του Πόντου Μιθριδάτης ΣΤ’ ο Ευπάτωρ θα αναδεικνυόταν σε ένας από τους πιο σημαντικούς αντιπάλους της Υστερης Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, καθώς προσπάθησε να επιβάλει την κυριαρχία του στα γειτονικά βασίλεια αλλά και στον ελλαδικό χώρο, που εκείνη την περίοδο ήταν ρωμαϊκή επαρχία. Αποτέλεσμα των κινήσεών του ήταν το ξέσπασμα του Α΄ Μιθριδατικού Πολέμου (88-84 π.Χ.) ανάμεσα στο βασίλειό του και στη Ρώμη.
Κατά τη διάρκειά του, οι Ρωμαίοι έφτασαν στον ελλαδικό χώρο την άνοιξη του 87 π.Χ. έχοντας επικεφαλής τον στρατηγό Λεύκιο Κορνήλιο Σύλλα. Ο αρχηγός του επιτελείου του, ο Λούκουλλος, ήδη προπορευόταν για να διαπραγματευτεί με τον Βρούτιο Σούρα, τον τότε Ρωμαίο διοικητή στην Ελλάδα, ώστε να τεθούν τα στρατεύματά του υπό τη διοίκηση του Σύλλα. Στη συνέχεια, στη Χαιρώνεια, πρεσβευτές από τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας συναντήθηκαν με τον Ρωμαίο στρατηγό, ο οποίος τους ανακοίνωσε την απόφαση της Ρώμης να επιτεθεί στον Μιθριδάτη.
Υστερα από τη συνάντηση αυτή, η πλειοψηφία των ελληνικών πόλεων-κρατών συμμάχησε με τους Ρωμαίους. Εξαίρεση αποτέλεσε η Αθήνα, η οποία δεν είχε καν στείλει πρεσβευτή για να συναντηθεί με τον Σύλλα, όπως είχαν πράξει οι άλλες ελληνικές πόλεις. Ο τύραννος της Αθήνας Αριστίωνας είχε επιβληθεί από τον Μιθριδάτη ΣΤ’, επομένως δεν υπήρχε περίπτωση να «συνθηκολογήσει με τους εισβολείς».
Ο Σύλλας ενημερώθηκε από Αθηναίους για την κακή κατάσταση μέρους των τειχών της πόλης.
Η άρνηση της συνθηκολόγησης, όμως, θα είχε ως αποτέλεσμα την πολιορκία της πόλης, η οποία διήρκεσε μεγάλο χρονικό διάστημα. Με τους κατοίκους να βρίσκονται πια στα πρόθυρα της πείνας, μετά από πέντε μήνες, εξηγείται γιατί ο Αριστίωνας γινόταν μέρα με τη μέρα λιγότερο δημοφιλής κι επίσης γιατί ο Σύλλας ενημερώθηκε από Αθηναίους για την κακή κατάσταση μέρους των τειχών της πόλης. Εχοντας αυτή την πληροφορία, έδωσε άμεσα εντολή στους στρατιώτες του να τα γκρεμίσουν στο συγκεκριμένο σημείο. Μετά από αυτό, η εισβολή στην πόλη ήταν πλέον εφικτή.
Ετσι, την 1η Μαρτίου 86 π.Χ. άρχισε η μεταμεσονύκτια λεηλασία της Αθήνας, η οποία αποδείχθηκε ιδιαίτερα σκληρή. Λέγεται ότι οι δρόμοι της πόλης είχαν κυριολεκτικά βαφτεί με αίμα κι ότι μόνο ύστερα από τις παρακλήσεις μερικών Ελλήνων φίλων του και τις εκκλήσεις των Ρωμαίων γερουσιαστών ο Σύλλας αποφάσισε να σταματήσει.
Από την άλλη, ο Αριστίωνας και οι δυνάμεις του κατέφυγαν στην Ακρόπολη, όπου είχαν συγκεντρώσει προμήθειες τις προηγούμενες εβδομάδες, αφού έβαλαν φωτιά σε μεγάλα τμήματα της πόλης. Το ίδιο έπραξε και ο Αρχέλαος, ο αρχηγός των υπό τον Μιθριδάτη ελληνικών δυνάμεων, ο οποίος εγκατέλειψε τον Πειραιά και συγκέντρωσε τις δυνάμεις του στην Ακρόπολη. Σε μια προσπάθεια να αποτραπεί η απόδραση του Αρχέλαου, ο οποίος, κατά τον Σύλλα, επρόκειτο να ενισχύσει τον στρατό που εντωμεταξύ είχε στείλει ο Μιθριδάτης ΣΤ’ στην Ελλάδα, ο επικεφαλής των ρωμαϊκών δυνάμεων ανέθεσε την κατάληψη της Ακρόπολης στον Γάιο Σκριμπόνιο Κούριο Μπουρμπουλιέο. Και σε αυτήν την περίπτωση, όμως, απέδειξε το ιδιαίτερα σκληρό του πρόσωπο. Εκαψε ολοσχερώς τον Πειραιά και στη συνέχεια προχώρησε στη Βοιωτία για να αντιμετωπίσει τον υπόλοιπο αντίπαλο στρατό και να τον απομακρύνει μια και καλή από την Ελλάδα.
Οι καταστροφές του Σύλλα παρέμειναν για αιώνες θρυλικές. Για ορισμένους, μάλιστα, το άσχημο τέλος του δεν φαίνεται να ήταν άσχετο από αυτές. Σύμφωνα με τον Παυσανία, για παράδειγμα, ο άνθρωπος αυτός, που είχε μανία ενάντια στις πόλεις και τους θεούς της Ελλάδας, τελικά πέθανε την πιο φρικτή ασθένεια που υπάρχει: με το σώμα του να έχει γεμίσει σκουλήκια.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

