Στις 21 Ιανουαρίου 1921 ιδρύθηκε στο Λιβόρνο το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα (Partito Comunista d’Italia, PCI), σηματοδοτώντας μια σημαντική στιγμή στην ιστορία του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος και της ιταλικής Αριστεράς. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε το αποκορύφωμα των ιδεολογικών αντιπαραθέσεων εντός του σοσιαλιστικού κινήματος της Ιταλίας και αντανακλούσε σε έναν βαθμό τις ευρύτερες πολιτικές ανακατατάξεις μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι οποίες αναδιαμόρφωναν την Ευρώπη.
Η ίδρυση του PCI σηματοδότησε την έναρξη μιας νέας εποχής για την ιταλική Αριστερά
Το PCI προέκυψε από τη διάσπαση του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (Partito Socialista Italiano, PSI) κατά τη διάρκεια του 17ου Συνεδρίου του, το οποίο πραγματοποιήθηκε στο Λιβόρνο. Στο συνέδριο κυριάρχησαν έντονες συζητήσεις σχετικά με τη μελλοντική κατεύθυνση του κόμματος, ιδίως όσον αφορά τη στάση του απέναντι στην επανάσταση των μπολσεβίκων τον Οκτώβριο του 1917 και την αναδυόμενη Κομμουνιστική Διεθνή (Κομιντέρν). Η παράταξη που θα σχημάτιζε το PCI, με επικεφαλής προσωπικότητες όπως ο Αμαντέο Μπορντίγκα και ο Αντόνιο Γκράμσι, υποστήριζε μια επαναστατική, λενινιστική προσέγγιση για την επίτευξη του σοσιαλισμού. Απέρριπτε αυτό που αντιλαμβάνονταν ως ρεφορμισμό του PSI και ανεπαρκή δέσμευση στη λογική της ταξικής πάλης.
Οι αρχές της δεκαετίας του 1920 ήταν μια ευμετάβλητη περίοδος στην Ιταλία, η οποία καθορίστηκε από την οικονομική αστάθεια, την αυξανόμενη κοινωνική αναταραχή και τα επακόλουθα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι στρατιώτες που επέστρεφαν από το μέτωπο αντιμετώπιζαν την ανεργία, ενώ οι βιομηχανικοί εργάτες και οι αγρότες έλκονταν όλο και περισσότερο από τα σοσιαλιστικά και κομμουνιστικά ιδεώδη, εμπνεόμενοι, μεταξύ άλλων, και από τη Ρωσική Επανάσταση. Απεργίες, καταλήψεις εργοστασίων και κατασχέσεις γης χαρακτήρισαν τη λεγόμενη “biennio rosso” (ερυθρά διετία) του 1919-1920, αυξάνοντας τις εντάσεις μεταξύ της εργατικής τάξης και της άρχουσας ελίτ.
Το PSI, η κυρίαρχη ιστορικά αριστερή δύναμη στην Ιταλία, αγωνίστηκε να πορευτεί σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς. Η ηγεσία του ήταν διχασμένη μεταξύ αυτών που επεδίωκαν σταδιακή αλλαγή με κοινοβουλευτικά μέσα και εκείνων που υποστήριζαν την επαναστατική ρητορική, αλλά δίσταζαν να αναλάβουν αποφασιστική δράση. Αυτή η αναποφασιστικότητα απομάκρυνε τη ριζοσπαστική πτέρυγα του κόμματος, δημιουργώντας τη δυνατότητα για την ίδρυση μιας ξεχωριστής κομμουνιστικής οργάνωσης.
Στο συνέδριο στο Λιβόρνο, το επαναστατική τμήμα, απογοητευμένο από την άρνηση του PSI να ευθυγραμμιστεί πλήρως με την Κομιντέρν, αποχώρησε. Με επικεφαλής τον Μπορντίγκα και τον Γκράμσι, μαζί και με τον Παλμίρο Τολιάτι και άλλα βασικά στελέχη, ίδρυσαν το PCI. Το νέο κόμμα υιοθέτησε ένα λενινιστικό πλαίσιο, δίνοντας έμφαση στην αυστηρή κομματική πειθαρχία, στον ρόλο του κόμματος ως καθοδηγητικής πρωτοπορίας του προλεταριάτου και στην αναγκαιότητα της επανάστασης για την ανατροπή του καπιταλισμού.
Το PCI άντεξε και εξελίχθηκε σε ισχυρή δύναμη στη μεταπολεμική Ιταλία, όπου έγινε ένα από τα μεγαλύτερα κομμουνιστικά κόμματα του δυτικού κόσμου
Ο Αμαντέο Μπορντίγκα, εξέχων θεωρητικός και πρώτος ηγέτης του PCI, επικεντρώθηκε στην ιδεολογική καθαρότητα και απέρριψε τις συμμαχίες με άλλες πολιτικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων των σοσιαλιστών ρεφορμιστών. Ο Αντόνιο Γκράμσι από την άλλη, έφερε μια διαφορετική προοπτική. Τα μεταγενέστερα γραπτά του, ιδίως για την πολιτισμική ηγεμονία και τον ρόλο των διανοουμένων στη διαμόρφωση των κοινωνικών προτύπων, θα επηρέαζαν βαθιά τη μαρξιστική σκέψη παγκοσμίως.
Η ίδρυση του PCI σηματοδότησε την έναρξη μιας νέας εποχής για την ιταλική Αριστερά. Αρχικά μικρό και αντιμέτωπο με σφοδρή καταστολή, το κόμμα αγωνίστηκε να κερδίσει έδαφος κατά τη διάρκεια της εγκαθίδρυσης του φασιστικού καθεστώτος του Μπενίτο Μουσολίνι, το οποίο επεδίωκε να συντρίψει κάθε αντιπολίτευση. Πολλοί ηγέτες του PCI, συμπεριλαμβανομένου του Γκράμσι, συνελήφθησαν και το κόμμα συρρικνώθηκε. Παρά τις προκλήσεις αυτές, το PCI άντεξε και εξελίχθηκε σε ισχυρή δύναμη στη μεταπολεμική Ιταλία, όπου έγινε ένα από τα μεγαλύτερα κομμουνιστικά κόμματα του δυτικού κόσμου.
Ο σχηματισμός του PCI δεν ήταν απλώς ένα εγχώριο γεγονός· ήταν μέρος ενός ευρύτερου κύματος κομμουνιστικών κινημάτων που εμπνεύστηκε από τη Ρωσική Επανάσταση και συντονίστηκε από την Κομιντέρν. Η μετέπειτα ιστορία του κόμματος αντανακλούσε την πολυπλοκότητα της εξισορρόπησης της ιδεολογικής δέσμευσης με την πρακτική πολιτική σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο. Σήμερα, η κληρονομιά του PCI συνεχίζει να μελετάται ως ένα κρίσιμο κεφάλαιο στην ιστορία του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, καθώς και ως ένα πρίσμα μέσα από το οποίο εξετάζονται οι προκλήσεις της οικοδόμησης ενός επαναστατικού κινήματος σε μια καπιταλιστική κοινωνία.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

