Ενας από τους λιγότερο προβεβλημένους αγωνιστές της Ελληνικής Επανάστασης είναι ο Ηλίας Μαυρομιχάλης. Ο Ηλίας ήταν ο πρωτότοκος γιος της Φωτεινής Δημητρακάκου και του Πετρόμπεη, ηγεμόνα της αυτόνομης, κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, επαρχίας της Μάνης. Μεγαλώνοντας στην οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων, μία εκ των ισχυρότερων στη Μάνη, εξοικειώθηκε από μικρή ηλικία στη χρήση όπλων, όπως άλλωστε οι περισσότεροι νέοι της περιοχής εκείνη την εποχή.
Οταν ενηλικιώθηκε, ο Ηλίας ανέλαβε από κοινού με τον θείο του Κυριακούλη την ηγεσία των ένοπλων ανδρών που βρίσκονταν υπό τις διαταγές του πατέρα του, καθότι εκείνος ταλαιπωρείτο συχνά από πόνους στα κάτω άκρα εξαιτίας της ποδάγρας και δεν μπορούσε να συμμετέχει σε πολλές από τις πολεμικές επιχειρήσεις. Ο Ηλίας υπήρξε από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της έναρξης της Ελληνικής Επανάστασης τον Μάρτιο του 1821. Συμμετείχε στην επιχείρηση για την κατάληψη της Καλαμάτας και στη συνέχεια πρωταγωνίστησε στη μάχη του Βαλτετσίου, όπου και διακρίθηκε για τη γενναιότητά του.
Τον Ιανουάριο του 1822 μετέβη στα Στύρα, προκειμένου να κυριεύσει τις αποθήκες σιτηρών των Οθωμανών.
Στις αρχές του Ιανουαρίου 1822 μετέβη στην Εύβοια, έχοντας αναλάβει την αρχηγία των στρατευμάτων της περιοχής. Στο πλευρό του βρισκόταν ο Κυριακούλης και άλλοι εξακόσιοι περίπου Μανιάτες. Οταν μετέβη στα Στύρα, στις 12 Ιανουαρίου 1822, προκειμένου να κυριεύσει τις αποθήκες σιτηρών των Οθωμανών, ήρθε σε σύγκρουση με τα στρατεύματα του Ομέρ Βρυώνη. Η μάχη δεν εξελίχθηκε με τον τρόπο που επιθυμούσαν οι Ελληνες αγωνιστές, με αποτέλεσμα οι Μανιάτες να βρεθούν σε δύσκολη θέση. Στην προσπάθειά του να ανοίξει δρόμο μέσα από τις γραμμές των Οθωμανών στρατιωτών, ο Ηλίας χτυπήθηκε από μια σφαίρα και πέθανε στο πεδίο της μάχης. Μόλις δύο από τους άνδρες της φρουράς του κατόρθωσαν να διαφύγουν.
Ο θάνατός του σκόρπισε στεναχώρια σε όλους τους Ελληνες, πρωτίστως στον πατέρα του Πετρόμπεη. Οταν έφθασαν τα νέα του θανάτου του στο στρατόπεδο των Ελλήνων στην Κόρινθο επικράτησε μεγάλη θλίψη. Εκείνος που έλαβε την πρωτοβουλία να ανακοινώσει στον Μαυρομιχάλη τα δυσάρεστα νέα ήταν ο Δημήτριος Υψηλάντης. Οπως αναφέρει ο Ιωάννης Φιλήμων, «ο Υψηλάντης, καθήσας παρ’ αυτώ, ήρξατο του λόγου μετά τας συνήθεις φιλοφρονήσεις, ως εξής: “Βέγη μου, είσαι Σπαρτιάτης και γνωρίζεις, ότι οι πρόγονοί σου οπόσον εδείκνυντο γενναίοι και εχαίροντο μάλιστα, όταν ήκουον, ότι οι υιοί των εθανατώθησαν μαχόμενοι υπέρ πατρίδος…” Εκ τούτου ο γέρων υπονοήσας του προλόγου, ηρώτησε συγκεκινημένη τη καρδία, πριν ή προχωρήση ο Υψηλάντης: “Σκοτώθη ο Ηλίας μου;” Τότε ηγέρθησαν ομοθυμαδόν άπαντες, και δι’ επίσης συγκεκινημένης καρδίας απέτεινον λόγους παρηγόρους, ότε ο αληθώς Σπαρτιάτης πατήρ απέφραξεν όλων τα στόματα ειπών: “Μη με συλλυπήσθε. Εγέννησα υιόν στρατιώτην και όχι μπακάλην. Το χρέος του έκαμε εις την πατρίδα”».
Ο Πετρόμπεης προτίμησε να μην εκδηλώσει τον θρήνο του μπροστά στους στρατιώτες.
Η απάντηση του Μαυρομιχάλη δείχνει την ουσιώδη αίσθηση καθήκοντος που τον διακατείχε, καθότι γνώριζε πως υποχρέωση όλων των επαναστατημένων Ελλήνων ήταν να θυσιάσουν τα πάντα για την ελευθερία τους, ακόμα και τη ζωή τους. Ο Πετρόμπεης προτίμησε να μην εκδηλώσει τον θρήνο του μπροστά στους στρατιώτες, εκτιμώντας ότι αυτή η ενέργεια θα τους αποθάρρυνε εξαιτίας της απώλειας ενός από τους ικανότερους στρατιωτικούς ηγέτες τους.
Την αξία του Ηλία αναγνώρισε ακόμη και ο γενικότερα φειδωλός σε καλούς λόγους για τους Ελληνες αγωνιστές, Τζορτζ Φίνλεϊ: «Τον θάνατον του Ηλία Μαυρομιχάλη εθρήνησεν όλη η Ελλάς. Είχεν επιδείξει στρατιωτικήν αξίαν, όπως και ανδρείαν λαμπράν, ήτις εχαρακτήριζε πολλούς εκ της οικογενείας του. Ουδείς στρατηγός ηγαπήθη τόσον υπό των στρατιωτιών του, καθότι ήτο επιμελής εις την ευημερίαν των, και αφιλοκερδής τον χαρακτήρα. Ήτο πολύ εμποτισμένος από τον νεανικόν εκείνον ενθουσιασμόν όστις επιζητεί την δόξαν μάλλον ή την δύναμιν».
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκη

