H δολοφονία του Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι, στις 22 Νοεμβρίου 1963, στην πλατεία Ντίλι στο Ντάλας του Τέξας, αποτελεί μία από τις πιο πολυσυζητημένες του 20ού αιώνα. Τα ακριβή περιστατικά και τα κίνητρα των ηθικών και φυσικών αυτουργών παραμένουν και σήμερα σε μεγάλο βαθμό άγνωστα, και η συζήτηση για το «ποιος σκότωσε τον Κένεντι» συνεχίζεται ακόμη.
Για την αστυνομία του Ντάλας, κατ’ εξοχήν αρμόδια για τη διαλεύκανση της υπόθεσης, ο φάκελος Κένεντι έκλεισε με τη δολοφονία του Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ. Ο Όσβαλντ συνελήφθη από το FBI λίγες ώρες μετά τη δολοφονία του Αμερικανού προέδρου, παρότι τα στοιχεία εναντίον του δεν ήταν πολύ ισχυρά, σύμφωνα με τηλεφωνική ενημέρωση του διοικητή του FBI Τζ. Έντγκαρ Χούβερ στον νέο πρόεδρο Τζόνσον. Δύο ημέρες αργότερα, στις 24 Νοεμβρίου, δολοφονήθηκε και ο Όσβαλντ από τον Τζακ Ρούμπι, γεγονός που προκάλεσε μεγαλύτερη αίσθηση ανασφάλειας στην αμερικανική κοινωνία και τροφοδότησε διάφορες θεωρίες συνωμοσίας έκτοτε.
Ο Όσβαλντ κρίθηκε ως ο μοναδικός ένοχος και από την Επιτροπή Ουόρεν, η οποία συστάθηκε για να διερευνήσει την υπόθεση. Ωστόσο, το πόρισμα της Επιτροπής, τον Σεπτέμβριο του 1964, δεν ήταν αρκετό ώστε να δοθούν τελεσίδικες απαντήσεις. Αντιθέτως, αμφισβητήθηκε τόσο στο εσωτερικό των ΗΠΑ όσο και από τον παγκόσμιο Τύπο και από προσωπικότητες διεθνούς εμβέλειας.
Αι στιγμαί της αγρίας δολοφονίας
ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ, 22. (Ιδιαιτέρα υπηρεσία). Ολόκληρος ο κόσμος συγκλονίζεται από την απίστευτον είδησιν της δολοφονίας του Προέδρου Τζων Κέννεντυ. Δεν είναι μόνον το αμερικανικό έθνος που δοκιμάζει τον σπαραγμόν διά την απώλειαν του πρώτου Αμερικανού, αλλ’ είναι όλοι οι άνθρωποι εις όλα τα σημεία της Υδρογείου που κατέχονται από βαθυτάτην οδύνην. Η δολοφονία του Προέδρου Κέννεντυ, επισυμβαίνει 98 έτη μετά την τραγικήν δολοφονία του μεγάλου Αμερικανού προέδρου Αβραάμ Λίνκολν και είναι η τέταρτη δολοφονία Προέδρου.

Εις την πόλιν Ντάλλας του Τέξας, ο Πρόεδρος συνοδευόμενος υπό της συζύγου του και του κυβερνήτου της Πολιτείας κ. Κόναλλι μετά της συζύγου του, μετέβαινεν επί ανοικτού αυτοκινήτου διά να παρακαθήση εις πρόγευμα παρατιθέμενον προς τιμήν του υπό του Δημοτικού Συμβουλίου της πόλεως, όταν αιφνιδίως επυροβολήθη υπό αγνώστου διά τυφεκίου εκ σχετικώς μακράς αποστάσεως. Βληθείς εις την κεφαλήν, ο Πρόεδρος έγειρεν εις τας αγκάλας της παρακαθημένης συζύγου του, ενώ ο κυβερνήτης Κόναλλι εσωριάζετο εντός του αυτοκινήτου βαρύτατα τραυματισμένος. Ευθύς ως οι φρουροί του αντελήφθησαν την δολοφονίαν μετέφερον τον πρόεδρον εσπευσμένως εις νοσοκομείον της πόλεως, όπου όμως, παρά τας απεγνωσμένας προσπαθείας των ιατρών, υπέκυψεν εις το μοιραίον, αφού προηγουμένως μετέλαβε των Αχράντων Μυστηρίων. Ολίγας ώρας μετά τον θάνατον του Προέδρου, ο αντιπρόεδρος κ. Λύντον Τζόνσον, ο οποίος ηκολούθει διά του επομένου αυτοκινήτου το προεδρικόν ζεύγος και παρέστη μάρτυς της δολοφονίας, ωρκίσθη εις το Ντάλλας Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ευθύς ως οι φρουροί του αντελήφθησαν την δολοφονίαν μετέφερον τον πρόεδρον εσπευσμένως εις νοσοκομείον της πόλεως, όπου όμως υπέκυψεν εις το μοιραίον.
Εις την δολοφονικήν απόπειραν εναντίον του Προέδρου Κέννεντυ μετέσχον εις και πιθανόν περισσότεροι δολοφόνοι, οι οποίοι έρριψαν, κατά την εντύπωσιν των αυτοπτών μαρτύρων, τρεις πυροβολισμούς. Η απόπειρα εγένετο εις το κέντρον της πόλεως Ντάλλας του Τέξας ενώ η συνοδεία των αυτοκινήτων του Προέδρου Κέννεντυ επλησίαζε προς συγκοινωνιακόν κόμβον με γεφύρας. Κατά τινας, το όπλον του δολοφόνου ενετοπίσθη εις το παράθυρον μιας οικίας, ενώ κατ’ άλλους ο δολοφόνος επυροβόλησεν από το ύψος υπερκειμένης γεφύρας δι’ όπλου 30-30. Το αυτοκίνητον του Προέδρου ήτο ανοικτόν και επέβαινον αυτού το ζεύγος Κέννεντυ και ο κυβερνήτης του Τέξας κ. Κόναλλι μετά της συζύγου του.

Η πρώτη σφαίρα ευρήκε τον Πρόεδρον εις την δεξιάν βρεγματικήν χώραν και διέτρησε το κρανίον, ενώ η Δευτέρα ευρήκε τον κ. Κόναλλι εις το στήθος. Πριν ή γίνη αντιληπτόν το τραγικόν γεγονός ο Πρόεδρος έχασε τας αισθήσεις του και έπεσε κύπτων προς τα εμπρός.
Η κυρία Κέννεντυ έκπληκτος και αλλόφρων συνεκράτησε τον σύζυγόν της και εστήριξε με τας χείρας της την κεφαλήν του από την οποίαν έτρεχον αίματα, κραυγάζουσα: «Όχι, όχι». Εν τω μεταξύ και ο τραυματισθείς κυβερνήτης απώλεσε τας αισθήσεις του και εσωρεύθη εις το δάπεδον του αυτοκινήτου. Ευθύς ως οι άνδρες ασφαλείας του Προέδρου αντελήφθησαν την απόπειραν κατήλθον του δευτέρου αυτοκινήτου, του οποίου επέβαινον και έτρεξαν προς το προεδρικόν αυτοκίνητον, όταν δε αντελήφθησαν την απελπιστικήν κατάστασιν των δύο επισήμων διέταξαν όπως τα αυτοκίνητα κατευθυνθούν ολοταχώς προς το νοσοκομείον Πάρκλαντ.

Ο Πρόεδρος, εις τας αγκάλας της συζύγου του, διεκομίσθη διά της λιμουζίνας, η οποία είχε κατακλυσθή από το αίμα, εις το νοσοκομείον όπου εισήχθη αμέσως εις το χειρουργείον, ειδοποιηθέντων εσπευσμένως των νευροχειρουργών και των αιμοδοτών. Ο Κλιντ Χιλλ, σωματοφύλαξ της κυρίας Κέννεντυ, είπεν: «Είναι νεκρός», όταν ο Πρόεδρος μετεφέρθη από το όπισθεν μέρος του αυτοκινήτου του Λευκού Οίκου, το οποίον ήτο αλεξίσφαιρον. Οι άλλοι επίσημοι του Λευκού Οίκου αμφέβαλλον περί του λεχθέντος, αλλ’ εις τους διαδρόμους του νοσοκομείου, όπου ούτος εισήχθη εσπευσμένως, επεκράτησεν αληθές πανδαιμόνιον. Εις το νοσοκομείον όπου μετεφέρθη ο κ. Κόναλλι εξηκριβώθη ότι ούτος ετραυματίσθη εις τον θώρακα, την κεφαλήν και τον καρπόν της χειρός.

Ο Πρόεδρος διετήρει τας αισθήσεις του όταν εισήχθη εις το νοσοκομείον. Ο πρωθιερεύς του Ρωμαιοκαθολικού ναού της Αγίας Τριάδος εκλήθη και εκοινώνησε τον αποθνήσκοντα Πρόεδρον των Αχράντων Μυστηρίων. Παρά τας προσπαθείας των ιατρών και την συνεχή μετάγγισιν αίματος ο Πρόεδρος Κέννεντυ απέθανε την 1ην μ.μ. τοπικήν ώραν (ώρα Ελλάδος 8η εσπερινή) εις ηλικίαν 46 ετών, χωρίς να ανακτήση τας αισθήσεις του. Η κ. Κέννεντυ ευρίσκετο εισέτι εις το νοσοκομείον.
Αύτη δεν είχε τραυματισθή υπό των σφαιρών τας οποίας έρριψεν ο δολοφόνος. Εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου ηρνήθη να σχολιάση την κατάστασιν αυτής.
Η είδησις περί του θανάτου του Αμερικανού Προέδρου μετεδόθη διά των δικτύων του ραδιοφώνου και της τηλεοράσεως ανά τας Ηνωμένας Πολιτείας.

Όταν εγνώσθη ο θάνατος του Προέδρου εις την Ουασιγκτώνα, αι γυναίκες εις τον Λευκόν Οίκον έκλαιον και οι κώδωνες των γύρω εκκλησιών ήχουν πενθίμως. Πλήθος περίλυπον και σιωπηλόν συνεκεντρώθη βαθμηδόν πλησίον του Λευκού Οίκου όπου η σημαία εκυμάτιζε μεσίστιος. Τόση ήτο η αγωνία του κόσμου να μάθη τα γενόμενα και λεπτομερείας της αποπείρας ώστε τα τηλεφωνικά κέντρα προσκαίρως ηχρηστεύθησαν και ήτο αδύνατος η επικοινωνία.
Πλήθος περίλυπον συνεκεντρώθη πλησίον του Λευκού Οίκου.
Ως εγνώσθη ευθύς μετά την απόπειραν διετάχθη το κλείσιμον των συνόρων Τέξας-Μεξικού. […]
Η αστυνομία κατεδίωξε τον Όσβαλντ, τον οποίον υπωπτεύετο ως δολοφόνον του προέδρου Κέννεντυ, εντός κινηματογράφου, όπου κατέφυγε. Ευθύς ως η αστυνομία ειδοποιήθη ότι ο Όσβαλντ είχεν εισέλθει εις τον κινηματογράφον, μετέβησαν επί τόπου οι αστυνομικοί Τζην Τίπιτ και Μ. Μακντόναλντ.

Εις υπάλληλος του κινηματογράφου τούς είπεν ότι εν άτομον, φέρον υποκάμισον χρώματος καφέ είχεν εισέλθει εις την σκοτεινήν αίθουσα του κινηματογράφου ολίγα λεπτά προηγουμένως. Οι αστυνομικοί επεσήμανον τον ύποπτον και ο Τίπιτ επυροβόλησε εναντίον του. Ο ύποπτος ανταπέδωκε τον πυροβολισμόν, με αποτέλεσμα τον φόνον του Τίπιτ. Ο Μακντόναλντ ώρμησεν εναντίον του υπόπτου, ο οποίος εψιθύρισεν: «Όλα ετελείωσαν τώρα». Οι δύο άνδρες επάλαισαν επί των καθισμάτων πριν ο Μακντόναλντ κατορθώση τελικώς να καταβάλη τον ύποπτον, ο οποίος τελικώς συνελήφθη. Το πρόσωπον του Μακντόναλντ έφερε τραύματα, προκληθέντα κατά την πάλην.
Ως εξηκριβώθη, ο συλληφθείς Λη Όσβαλντ, πρόεδρος της επιτροπής «Δικαιοσύνη διά την Κούβαν», θεωρείται ως ο κυριώτερος ύποπτος της δολοφονίας του προέδρου Κέννεντυ.
Ο αστυνομικός Πατ Γκαναουέι εδήλωσεν ότι ο συλληφθείς ειργάζετο ως υπάλληλος εις το κτίριον εις το οποίον ευρέθη το τυφέκιον. Επίσης προσέθεσεν ότι ούτος είχεν επισκεφθή την Ρωσίαν και ότι η σύζυγός του είναι Ρωσίς.

Οι αστυνομικοί της πόλεως Ντάλλας ανεκοίνωσαν ότι το όπλον διά του οποίου εδολοφονήθη ο πρόεδρος Κέννεντυ ήτο τύπου Μάουζερ των 7.65. Το ιταλικής κατασκευής στρατιωτικόν τυφέκιον είχε τηλεσκοπικόν φακόν, εντός δε της θαλάμης αυτού ευρίσκετο μία σφαίρα. Τρεις κάλυκες ανευρέθησαν πλησίον του. Το τυφέκιον ανευρέθη εις το κλιμακοστάσιον ενός κτιρίου και δη εις τον πέμπτο όροφον αυτού. Ο δολοφόνος ευρίσκετο εις το κτίριον επί τινα χρόνον, ως συνάγεται από τα ανευρεθέντα υπολείμματα της καταναλωθείσης υπ’ αυτού τροφής.
Ο Όσβαλντ, εις ηλικίαν 20 ετών, μετέβη εις Μόσχαν το 1959 ως τουρίστας, αφού υπηρέτησεν επί τριετίαν ως πεζοναύτης. Εκεί κατέθεσε το διαβατήριόν του εις την αμερικανικήν πρεσβείαν, ειπών ότι θα παραμείνη εις την Ρωσίαν. Πέρυσιν εν τούτοις εγκατέλειψε τον κομμουνιστικόν παράδεισον και επέστρεψεν εις Ην. Πολιτείας. Κατά την παραμονήν του εις την Ρωσίαν ειργάσθη εις εργοστάσιον του Μινσκ, αλλά φαίνεται ότι τον απεγοήτευσεν η ζωή των κομμουνιστών. Η πρεσβεία του εχορήγησε διαβατήριον επιστροφής μετά της Ρωσίδος συζύγου του και ενός μικρού τέκνου. Αι ρωσικαί αρχαί δεν προέβαλαν καμμίαν αντίρρησιν διά την έξοδόν του. Ο Όσβαλντ το 1959 είχεν είπει ότι εζήτησε να γίνη Ρώσος υπήκοος.

Ευθύς ως εγνώσθη η είδησις της δολοφονίας του προέδρου Κέννεντυ πάσα δραστηριότης εις τα αμερικανικά χρηματιστήρια εσταμάτησε. Έμποροι, μεσίται, τραπεζίται και επιχειρηματίαι του μεγάλου αυτού εμπορικού κέντρου, ήσαν κατάπληκτοι εκ της ειδήσεως.
Το μέγα χρηματιστήριον αξιών έκλεισε και η επιτροπή χρηματιστηρίων εζήτησεν όπως σταματήση πάσα συναλλαγή των χρηματομεσιτών, πράγμα το οποίον είχεν ήδη γίνει. Επίσης διεκόπησαν αμέσως όλαι αι συναλλαγαί του αμερικανικού και του μεσοδυτικού χρηματιστηρίου, καθώς και εκείνου του Ειρηνικού. Αι συναλλαγαί επί του βάμβακος, του ερίου, του καφέ, του κακάο και της ζαχάρεως εσταμάτησαν εις Ν. Υόρκην. Διεκόπη οσαύτως πάσα συναλλαγή επί του ξένου συναλλάγματος.
Η Καθημερινή, 23 Νοεμβρίου 1963
Ο Πρόεδρος Κέννεντυ δεν υπάρχει πλέον
Ο Πρόεδρος Κέννεντυ δεν υπάρχει πλέον. Δύο δολοφονικαί σφαίραι ετερμάτισαν προώρως μίαν εξαίρετον πολιτικήν σταδιοδρομίαν. Αι μοίραι, αι οποίαι, από της γεννήσεώς του, ουδεμίαν φειδώ επέδειξαν εις τα προς αυτόν δώρα των, απεφάσισαν, χθες, να αποσύρουν την προστασίαν των. Και ο ευγενής πολιτικός, ο αναδειχθείς Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, εις ηλικίαν μόλις 43 ετών, μετέστη εις την αθανασίαν. Είναι ο τέταρτος Πρόεδρος, μετά τον Αβραάμ Λίνκολν, τον Ιάκωβον Γκάρφηλντ και τον Γουλιέλμον Μακ Κίνλεϋ, ο οποίος πίπτει θύμα αποτροπαίου εγκλήματος. Ο θάνατός του δε έρχεται να επιβεβαιώση την πρόρρησιν ότι δεν θα επέζει της θητείας του, επειδή εξελέγη το 1960. Κατά περίεργον σύμπτωσιν, οι Πρόεδροι οι εκλεγέντες το 1840, το 1860, το 1880, το 1900, το 1920 και το 1940 απέθανον εν τη εκτελέσει των προεδρικών καθηκόντων των. Η σύμπτωσις αύτη εβάρυνεν επί του Τζων Κέννεντυ από της εσπέρας της εκλογής του, την 8ην Νοεμβρίου 1960.

Είναι δύσκολον να δοθή εις ολίγας γραμμάς η σκιαγραφία του εκλιπόντος Προέδρου. Οι θαυμασταί του πιστεύουν ότι είχεν ήδη λάβει θέσιν εις την σειράν των μεγάλων Προέδρων της Αμερικανικής Συμπολιτείας, παρά το πλευρόν του Ουάσιγκτων, του Τζέφφερσον, του Λίνκολν, του Ουίλσων, του Ρούσβελτ. Διότι, κατά τους 34 μήνας της προεδρικής θητείας του το γόητρον και η ισχύς της χώρας του έφθασαν εις το ζενίθ, ενώ συγχρόνως, η διεθνής ειρήνη εσταθεροποιήθη όσον ποτέ από της λήξεως του δευτέρου πολέμου. Επί πλέον, επρωτοστάτησεν εις την πραγματοποίησιν μεγάλων κοινωνικών μεταρρυθμίσεων και ηγήθη με αποφασιστικότητα του αγώνος διά την εξάλειψιν των φυλετικών διακρίσεων. Ίσως, οι δολοφόνοι του Τέξας τον αγώνα αυτόν δεν τον συνεχώρησαν. Μεγάλη μερίς των Νοτίων εξακολουθεί να κατέχεται από τα πλέγματα του προ εκατονταετίας εμφυλίου πολέμου. Το αίμα του Κέννεντυ, εάν εχύθη από τους παράφρονας αυτούς, ας ευχηθώμεν να είναι το τελευταίον και να συντελέση εις τον κατευνασμόν των παθών και την εξάλειψιν του φυλετικού μίσους.

Είχε την σφραγίδα της δωρεάς ο Τζων Κέννεντυ. Πνευματικός, κατ’ εξοχήν, άνθρωπος, αφιερώθη εις την υπηρεσίαν των ιδεών. Εθεώρει ότι η ανθρωπότης ήτο αδύνατον να γνωρίση καλυτέρας ημέρας, εάν δεν επίστευεν εις τας μεγάλας αρχάς αι οποίαι συνθέτουν τον δυτικόν πολιτισμόν. Απηχθάνετο την βίαν και όλας τας μεθόδους τας οδηγούσας εις μείωσιν της ανθρωπίνης αξιοπρεπείας. Αλλ’ η πίστις του δεν τον καθίστα μισαλλόδοξον. Ως ηγέτης του ισχυροτέρου έθνους του κόσμου ουδ’ επί στιγμήν απώλεσε την δυνατότητα να συλλαμβάνη ρεαλιστικώς τας καταστάσεις και να αναζητή διεξόδους αι οποίαι θα επέτρεπον την συνεννόησιν με τα αποτελούντα άρνησιν του δυτικού πολιτισμού καθεστώτα. Ανεγνώριζε την υφισταμένην πραγματικότητα και προσεπάθει να επιτύχη την απώθησιν του άλλου κόσμου διά της προόδου του ιδικού του εις κάθε τομέα. Η πολιτική του, συνδυάζουσα την σύνεσιν με την τόλμην, υπήρξεν ευεργετική δι’ όλον τον κόσμον. Ούτω, το κενόν, το οποίον αφίνει, δεν ημπορεί να πληρωθή, όσην καλήν διάθεσιν και να έχη ο κ. Τζόνσον.

Βαθυτάτη είναι η θλίψις του ελληνικού λαού διά την απώλειαν του εκλεκτού ηγέτου της Δύσεως. Και μετέχει ολοψύχως του πένθος του αμερικανικού λαού, του πένθους ολοκλήρου της ανθρωπότητος. Διότι ακόμη και οι Ανατολικοί δεν ημπορούν παρά να κλαύσουν τον νεκρόν του Τζων Κέννεντυ.
Η Καθημερινή, 23 Νοεμβρίου 1963
Ο Λη Όσβαλντ αρνείται την ενοχήν του
Ντάλλας (Τέξας), 23 (Ιδ. Υπ.) Συμφώνως προς τας απόψεις της αστυνομίας, η δολοφονία του προέδρου Κέννεντυ είχε προφανώς ετοιμασθή εις όλας της τας λεπτομερείας. Το κτίριον το οποίον χρησιμεύη δι’ αποθήκην σχολικών βιβλίων του Ντάλλας, ευρίσκεται ακριβώς επί της οδού εκ της οποίας θα διήρχετο η προεδρική συνοδεία. Μεταξύ της οδού και του κτιρίου αυτού ουδέν κώλυμα υφίσταται. Εκ του παραθύρου του δευτέρου ορόφου εκ του οποίου ερρίφθησαν οι πυροβολισμοί, ο δολοφόνος, ο οποίος ασφαλώς θα είναι άριστος σκοπευτής, θα ανέμενεν υπομονητικώς την άφιξιν του προέδρου. Το προεδρικόν δρομολόγιον είχε δημοσιευθή από πολλών ημερών εις όλας τας εφημερίδας του Ντάλλας.
Ο Λη Όσβαλντ, ο οποίος συνελήφθη χθες την νύκτα εντός μικρού κινηματογράφου κειμένου εις απόστασιν εξ περίπου χιλιομέτρων εκ του σημείου της δολοφονίας του προέδρου Κέννεντυ, υπηρέτησεν εις το Σώμα των Πεζοναυτών, εναντίον του δε διετυπώθη αρχικώς η κατηγορία διά τον φόνον ενός αστυνομικού.

Εις δημοσιογράφον ο οποίος τον ηρώτησεν εάν αυτός εφόνευσε τον πρόεδρον, ο Όσβαλντ απήντησεν: «Όχι. Ουδένα εφόνευσα». Ούτος φέρει εκχυμώσεις εις την μύτην και πέριξ των οφθαλμών του.
Εγνώσθη ότι ο Όσβαλντ είχε ζητήσει δι’ επιστολής του από τον τότε υπουργόν Ναυτικών κ. Κόναλλυ να τον επαναφέρη εις το σώμα των πεζοναυτών, από το οποίον είχεν αποβληθή. Ο κ. Κόναλλυ, σήμερον Κυβερνήτης του Τέξας, είχεν αρνηθή να δεχθή το αίτημα. Εκ της πλευράς αυτής προκύπτει το ερώτημα μήπως ο κ. Κόναλλυ και όχι ο κ. Κέννεντυ ήτο ο κύριος στόχος του δολοφόνου, αν αποδειχθή ότι ούτος είναι ο Όσβαλντ.
Ο Λη Όσβαλντ ωμολόγησεν ότι ήτο μέλος του κομμουνιστικού κόμματος, ως εδήλωσεν απόψε ο διευθυντής της Αστυνομίας του Ντάλλας κ. Κόρρυ, προσθέσας ότι ο Όσβαλντ είναι υπερήφανος διότι ήτο κομμουνιστής και δεν επεχείρησε να το αποκρύψη.

Ο Γενικός Εισαγγελεύς του Ντάλλας κ. Χένρι Γουέιντ εδήλωσε σήμερον ότι η δικαιοσύνη κατέχει «απτάς αποδείξεις» διά να κατηγορήση τον Λη Όσβαλντ επί δολοφονία του προέδρου Κέννεντυ και ενός αστυνομικού. Ο κ. Γουέιντ ηρνήθη να διευκρινίση ποίαι ήσαν αι αποδείξεις αυταί. Είπεν όμως ότι η σύζυγος του Όσβαλντ επεβεβαίωσεν ότι τυφέκιον όμοιον με εκείνο το οποίο ανευρέθη εις το κτίριον εκ του οποίου ερρίφθησαν οι πυροβολισμοί ευρίσκετο την προτεραίαν «εις το διαμέρισμά των».
Μέχρι στιγμής δεν διεπιστώθη εάν το τυφέκιον αυτό εχρησιμοποιήθη διά την δολοφονίαν του προέδρου, ως δε εδήλωσεν ο κ. Γουέιντ, τα πορίσματα των ερευνών του εργαστηρίου της Εφ-Μπι-Άι θα γνωσθούν σήμερον.

Ως διεπιστώθη, ο Όσβαλντ είχε προσληφθή την 14ην παρελθόντος Οκτωβρίου υπό της Δημαρχίας του Ντάλλας και ειργάζετο εις το κτίριον εκ του οποίου ερρίφθησαν οι πυροβολισμοί εναντίον του προέδρου Κέννεντυ. Λόγω του ότι ούτος ήτο γνωστός, ηδυνήθη να αναχωρήση εκείθεν αμέσως μετά την απόπειραν. Οι αστυνομικοί τον άφησαν να φύγη κατόπιν βεβαιώσεως του προϊσταμένου του ότι επρόκειτο περί υπαλλήλου του Δήμου.
Ο Όσβαλντ εσχάτως είχε προσληφθή υπό της Δημαρχίας του Ντάλλας.
Ο Λη απεμακρύνθη εκ του σημείου της αποπείρας, αλλά εις ένα σημείον της οδού ένας αστυνομικός τον εκάλεσε να σταματήση. Συμφώνως προς αυτόπτας μάρτυρας, ο Λη έσυρε το περίστροφόν του εκ του θυλακίου του και εφόνευσε τον αστυνομικόν σχεδόν εκ του πλησίον. Ούτος κατέφυγεν εν συνεχεία εντός κινηματογράφου, όπου οι αστυνομικοί τον συνέλαβον.
Δώδεκα ώρας μετά την δολοφονίαν του προέδρου Κέννεντυ, ο Όσβαλντ κατηγορήθη ότι εδολοφόνησε τον πρόεδρον Κέννεντυ, πυροβολήσας εναντίον του επανειλημμένως, διά τυφεκίου. […] Οι αστυνομικοί είναι βέβαιοι ότι εις το τέλος ο Όσβαλντ θα προβή εις ομολογίας. Ούτοι ανέμενον την έκθεσιν του εργαστηρίου σχετικώς με την εξέτασιν των δακτυλικών του αποτυπωμάτων.

Ανεκοινώθη επίσης ότι υπήρξαν «θετικαί» αι δοκιμαί της αστυνομίας επί των χειρών του Όσβαλντ, που είχον γίνη διά παραφίνης. Επίσης, ως ανεκοινώθη, ανευρέθησαν ίχνη πυρίτιδος.
Το τυφέκιον το οποίο εχρησιμοποιήθη διά την δολοφονίαν του προέδρου Κέννεντυ ανεκαλύφθη υπό της αστυνομίας του Ντάλλας. Πρόκειται περί όπλου μάουζερ ιαπωνικού και όχι ιταλικού. Το τυφέκιον είχε τοποθετηθή όπισθεν σωρού βιβλίων εντός διαμερίσματος ευρισκομένου εις τον δεύτερον όροφον του κτιρίου εκ του οποίου ο δολοφόνος έβαλε κατά του προέδρου.
Η Καθημερινή, 24 Νοεμβρίου 1963
Ο στρατηγός της ειρήνης
Μία φλόγα έσβησε δι’ όλον τον κόσμον, ο οποίος, ενώ ήλπιζεν εις δικαίαν ειρήνην και καλυτέραν ζωήν, κατέστη απόψε πολύ πτωχότερος, εδήλωσεν ο κυβερνήτης του Δυτικού Βερολίνου κ. Βίλλυ Μπραντ, ευθύς ως επληροφορήθη την δολοφονίαν του Προέδρου Κέννεντυ. Πράγματι, ο κόσμος έγινε πτωχότερος από προχθές και πλέον ανήσυχος. Διότι έχασε τον στρατηγόν της ειρήνης. Φαίνεται να υπάρχη αντίφασις μεταξύ των δύο αυτών όρων, αλλ’ ο εκλιπών Πρόεδρος είχεν ο ίδιος προβή εις την σύνδεσιν. Τελειώνων τον λόγον, τον οποίον εξεφώνησε την 10ην Ιουνίου 1963, εις το Πανεπιστήμιον της Ουασιγκτώνος, έλεγε: «Πλήρεις εμπιστοσύνης και χωρίς φόβον εξεργαζόμεθα την στρατηγικήν της ειρήνης και όχι την στρατηγικήν της εξολοθρεύσεως». Έδωσε δε το περιεχόμενον της νέας αυτής στρατηγικής, όταν απεκάλεσεν, όσους δεν πιστεύουν εις την εξεύρεσιν ειρηνικών λύσεων των διεθνών προβλημάτων, ηττοπαθείς. «Τα προβλήματά μας, είχε τονίσει, εδημιουργήθησαν από ανθρώπους, άρα ημορούν να λυθούν από ανθρώπους. Και ο άνθρωπος ημπορεί να γίνη τόσον μεγάλος όσον επιθυμεί. Ουδέν πρόβλημα είναι πέραν των ανθρωπίνων δυνατοτήτων. Το ανθρώπινον πνεύμα και η λογική επέτυχον, συχνά, να λύσουν ό,τι εφαίνετο ως άλυτον. Πιστεύομεν ότι τούτο δύναται να επαναληφθή».

Η στρατηγική της ειρήνης υπήρξε το μέγα πάθος του. Όταν προσδιώρισε τας γενικάς γραμμάς της νέας αυτής πολιτικής έπαυσε να διαπράττη λάθη. Η κρίσις της Κούβας τού επέτρεψε να την θέση εις εφαρμογήν και η συμφωνία της Μόσχας, της 4ης Αυγούστου 1963, να την προβάλη ως την μόνην αποτελεσματικήν μέθοδον χειρισμού των διεθνών θεμάτων. Δεν είχεν αυταπάτας. Δεν εφαντάζετο ότι η παγκόσμιος ειρήνη θα εξησφαλίζετο από της μιας ημέρας εις την άλλην. Δεν υπετίμα τας δυσχερείας και τας αντιδράσεις, φίλων και αντιπάλων. Αλλ’ ήτο βέβαιος ότι η συνεπής προσήλωσις εις την στρατηγική της ειρήνης, μίαν στρατηγικήν πολύ πλέον δύσκολον από την στρατηγικήν του πολέμου, εφ’ όσον αποκλείει την άσκησιν βίας και απορρίπτει την χρήσιν της απειλής, θα επέτρεπεν, έστω και μετά μακράς και επιπόνους διαπραγματεύσεις, την επαρκή προσέγγισιν απόψεων των δύο συνασπισμών, ώστε αυτομάτως να επέλθη η ρύθμισις των εκκρεμοτήτων.

Διά την επιτυχίαν της στρατηγικής της ειρήνης, ο Πρόεδρος Κέννεντυ επεδίωκε τον προσεταιρισμόν των κρατών του τρίτου κόσμου. Ήτο πεποίθησίς του ότι οιαδήποτε συμφωνία με την Μόσχαν θα εστερείτο αξίας, εάν τα δύο τρία της ανθρωπότητος εξηκολούθουν να ζουν υπό συνθήκας εξαθλιώσεως. Απέβλεπεν εις εξύψωσιν του βιοτικού και πολιτιστικού επιπέδου των υπαναπτύκτων, ώστε να μεταβληθούν από στοιχεία αναταραχής εις παράγοντας προόδου. Κάθε καθυστερημένη χώρα, εις την αντίληψίν του, ήτο και μία εστία αναφλέξεως, διότι απετέλει συνεχή πειρασμόν διά τους εμπόρους της ανατροπής. Επέμεινε μετά πείσματος και παρά την κωλυσιεργίαν του Κογκρέσσου, εις την διατήρησιν του προγράμματος εξωτερικής βοηθείας. Ανεζήτησεν άλλους τρόπους διά να σταματήση την διαρροήν του χρυσού αποθέματος και ούτε συνεζήτησε τας προτάσεις περί περιορισμού του ύψους των χορηγήσεων προς τους υπαναπτύκτους. Κάτι περισσότερον: Έπαυσε να συνδέη την παροχήν βοηθείας με πολιτικούς όρους. Διότι διεπίστωσεν ότι άφινεν ανεπούλωτα τραύματα η προσβολή της εθνικής υπερηφανείας ενός λαού. Μόλις προ ολίγων ημερών υπεγράμμισε το ολέθριον λάθος το διαπραχθέν υπό του μακαρίτου Ντάλλες εις την υπόθεσιν της χρηματοδοτήσεως του φράγματος του Ασσουάν.
Ο Πρόεδρος Κέννεντυ απέβλεπεν εις εξύψωσιν του επιπέδου των υπαναπτύκτων, ώστε να μεταβληθούν εις παράγοντας προόδου.
Παραμερίσας τον πόλεμον και υϊοθετήσας την ειρήνην, ως μέσον ασκήσεως της πολιτικής του, ο Πρόεδρος Κέννεντυ δεν εγκατέλειψε την προσπάθειαν αυξήσεως της ισχύος των Ην. Πολιτειών. Ένα μεγάλον κράτος δεν εισακούεται, όταν οι έχοντες κατακτητικάς ορέξεις οιασδήποτε μορφής το αισθάνωνται ανίσχυρον να επέμβη αμέσως και να ανακόψη τας επιθετικάς διαθέσεις των. Αι δημοκρατίαι υπέστησαν την θεομηνίαν του Χίτλερ, διότι δεν τον εσταμάτησαν εγκαίρως, ελλείψει δυνάμεως. Εις το λάθος αυτό δεν ήθελα να υποπέση η Αμερικανική Συμπολιτεία. Και την κατέστησεν, όσον ουδέποτε προηγουμένως, ισχυράν. Αλλά το οπλοστάσιόν της, το τρομερώτερον που υπήρξε ποτέ, δεν το χρειάζεται διά να υπαγορεύη τας θελήσεις της. Δι’ αυτού προστατεύει τους ανισχύρους και εξαναγκάζει τους ισχυρούς να συμμορφούνται προς τους κανόνας του δικαίου.

Η κληρονομία, την οποίαν καταλείπει ο πρόεδρος Κέννεντυ, έχει μέγα ενεργητικόν. Ένα ενεργητικόν, όμως, συνδεόμενον στενά με την προσωπικότητά του. Ημπορεί να μεταβληθή εις παθητικόν, εάν ο διάδοχός του αποστή της γραμμής της χαραχθείσης υπό του εκλιπόντος. Ο κ. Τζόνσον ήτο πιστός και αφωσιωμένος συνεργάτης του Προέδρου, ως δεύτερος. Τώρα, οπότε η μοίρα τον έταξε πρώτον, πρέπει να αντλήση από μόνον τον εαυτόν του τας απαραιτήτους διά την επιτυχή άσκησιν των καθηκόντων του δυνάμεις. Τας ιδικάς του πηγάς εμπνεύσεως, φαντασίας, πίστεως θα χρειασθή να επιστρατεύση. Έως προχθές παρηκολούθει τον Κέννεντυ να γράφη την ιστορίαν. Από χθες η ευθύνη βαρύνει αποκλειστικώς αυτόν και μόνον. Ένας προκάτοχός του, ο Χάρρυ Τρούμαν, επέτυχε να συντηρήση την κληρονομίαν του Ρούσβελτ. Ο Λύντον Τζόνσον θα κατορθώση να αξιοποιήση την κληρονομίαν του Κέννεντυ; Από την απάντησιν εις το ερώτημα αυτό θα κριθή το μέλλον της Δύσεως και της ανθρωπότητος. Φυσικά, μέχρις ότου διαπιστωθή ποίας αρετάς διαθέτει ο νέος Πρόεδρος και ποίαν κατεύθυνσιν θα ακολουθήση, θα είναι δύσκολον να διατυπωθούν προβλέψεις ως προς τας επί των διεθνών εξελίξεων επιπτώσεις της προχθεσινής τραγωδίας.

Ο Κέννεντυ είχε κερδήσει την εμπιστοσύνην του κ. Κρούστσεφ. Καθίστατο, ούτω, αποδοτική η μετ’ αυτού συνεννόησις. Εάν, τώρα, το Κρεμλίνον επανεύρη την παλαιάν καχυποψίαν του και, το χειρότερον, τας αμφιβολίας του διά την αποφασιστικότητα της αμερικανικής ηγεσίας, τότε, ασφαλώς, η επάνοδος εις τας ημέρας του ψυχρού πολέμου πρέπει να αναμένεται ως βεβαία. Δεν πρέπει να λησμονήται ότι ο δολοφονηθείς Πρόεδρος είχε πείσει τους αντιπάλους του ότι απέστεργε τον πόλεμον, αλλ’ ότι ήτο έτοιμος να πολεμήση διά να υπερασπίση την εν αξιοπρεπεία, δικαιοσύνη και ελευθερία ειρήνην.
Η Καθημερινή, 24 Νοεμβρίου 1963
Το συμπέρασμα της Επιτροπής Ουώρρεν
ΟΥΑΣΙΓΚΤΩΝ, Σεπτέμβριος. Η υπόθεσις Κέννεντυ έκλεισεν. Αυτό τουλάχιστον πιστεύει η μεγάλη πλειοψηφία των Αμερικανών έπειτα από την πρόσφατον δημοσίευσιν της εκθέσεως της επιτροπής Ουώρρεν. Υπό την προεδρίαν του προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ουώρρεν, φυσιογνωμίας της οποίας η αντικειμενικότης δεν αμφισβητείται παρ’ ουδενός, η επιτροπή αυτή ήκουσεν επί δέκα μήνας τας καταθέσεις 552 μαρτύρων και εμελέτησε 30.000 σελίδας αναφορών, εις τας οποίας ανεφέροντο υπό της ομοσπονδιακής αστυνομίας 27.000 μαρτυρικαί καταθέσεις. Η επιτροπή ηκολούθησεν όλας τας μεθόδους της συγχρόνου εγκληματολογικής επιστήμης, από της μελέτης των δακτυλικών αποτυπωμάτων μέχρι της φασματοσκοπικής αναλύσεως μιας τριχός που ευρέθη επί της θήκης του φονικού όπλου και η οποία παρουσίαζεν ομοιότητα με τας τρίχας της κεφαλής του Όσβαλντ. Τα συμπεράσματα της επιτροπής, ως και τα στοιχεία επί των οποίων εβασίσθησαν ταύτα, περιέχονται εις 887 σελίδας και φθάνουν εις 300.000 λέξεις. Όλα δε αυτά συνοψίζονται εις μίαν φράσιν: «Ο Όσβαλντ εδολοφόνησε τον Κέννεντυ μόνος και άνευ συνενόχων». […]

(AP Photo).
Ο Αμερικανός δικηγόρος κ. Μαρκ Λέιν, εις ανακοίνωσιν εκδοθείσαν χθες εις Λονδίνον, μερίμνη της βρεταννικής επιτροπής «Ποίος εδολοφόνησε τον Κέννεντυ;» δηλοί τα ακόλουθα: «Βεβαιούμεν ότι η επιτροπή Ουώρρεν συνεκροτήθη μόνον και μόνον διά να παρεμποδίση την διαλεύκανσιν της δολοφονίας του προέδρου Κέννεντυ και ότι μοναδικός της αντικειμενικός σκοπός υπήρξεν ουχί η αναζήτησις της αληθείας, αλλ’ η συγκάλυψίς της, προς τον σκοπόν δε αυτόν ουδεμιάς εφείσθη προσπαθείας».
Τα συμπεράσματα της επιτροπής συνοψίζονται εις μίαν φράσιν: «Ο Όσβαλντ εδολοφόνησε τον Κέννεντυ μόνος και άνευ συνενόχων».
Εξ άλλου, η εν λόγω βρεταννική επιτροπή εδημοσίευσε δήλωσιν του προέδρου αυτής φιλοσόφου κ. Μπέρτραντ Ράσσελ, εις την οποίαν ούτος τονίζει τα εξής: «Ιατρικαί αποδείξεις επλαστογραφήθησαν, εδόθησαν εις την δημοσιότητα τρεις αντιφατικαί εκδοχαί περί της δολοφονίας του προέδρου Κέννεντυ, ο χαρακτηρισμός του Όσβαλντ ως δολοφόνου του αστυνομικού Τίπιτ εγένετο 20 λεπτά προ της δολοφονίας του Τίπιτ. Αι αρχαί του Ντάλλας υπέβαλον πλαστήν έκδοσιν των γεγονότων, ηγνοήθησαν αυτόπται μάρτυρες, ψεύδη ελέχθησαν εν σχέσει με τον αριθμόν των ριφθεισών σφαιρών και, τέλος, εδόθησαν εις την δημοσιότητα σειραί πλαστών ενδείξεων και στοιχείων. Τα γεγονότα αυτά εξηκριβώθησαν κατόπιν σχετικής ερεύνης του κ. Μαρκ Λέιν». […]

Εις την Μόσχαν, το πρακτορείον ΤΑΣΣ ανεκοίνωσεν, ότι η μακροσκελής έκθεσις της επιτροπής Ουώρρεν ουδόλως διέλυσε τας αμφιβολίας και υποψίας που εγεννήθησαν εν σχέσει με το «έγκλημα του αιώνος». Η έκθεσις ενίσχυσε τον «αντιδραστικόν αμερικανικόν Τύπον» εις την προσπάθειάν του να εμφανίση τον Όσβαλντ ως αυτοδίδακτον μαρξιστήν.
Εις την Αγγλίαν, ενώ αι εφημερίδες σχολιάζουν κατά το πλείστον ευνοϊκώς την έκθεσιν, ο λόρδος Ράσσελ την κατήγγειλεν ως ανεύθυνον προσθέσας ότι η επιτροπή που την συνέταξεν στερείται ακεραιότητος.

Εις την Μόσχαν η «Κομσομόλσκαγια Πράβδα» όργανον της Νεολαίας ανέγραψεν ότι «η παγκόσμιος κοινή γνώμη είναι πεπεισμένη ότι η δολοφονία υπήρξεν αποτέλεσμα των πλέον αντιδραστικών δυνάμεων των ΗΠΑ και εις αυτήν έπαιξαν μοιραίον ρόλον αι μεγάλαι επιχειρήσεις πετρελαίων. Αι αμερικανικαί εφημερίδες απεδέχθησαν εις την μεγάλην πλειοψηφίαν των το συμπέρασμα περί ενοχής του Όσβαλντ. […]
Η εφημερίς «Ουάσιγκτων Ποστ» λέγει ότι η έκθεσις παρέχει παν δυνατόν μέσον προς καθησύχασιν των κυκλοφορουσών φημών και συμπερασμάτων. Εις το Ντάλλας, τον τόπον της δολοφονίας ο κ. Τζων Στέμμονς, πρόεδρος του πανισχύρου Συμβουλίου Πολιτών του Ντάλλας, εδήλωσεν ότι η έκθεσις παρέχει πλήρη απάντησιν εις τας κακοβούλους και ασυστόλους κατηγορίας ότι η πόλις του Ντάλλας είναι καταφύγιον κακοποιών. […]

Η ανεξάρτητος έγκυρος παρισινή εφημερίς «Λε Μοντ» μεταξύ άλλων, γράφει: «Η έκθεσις Ουώρρεν ασφαλώς θα πείση το μεγαλύτερον μέρος των Αμερικανών, αλλά ο γαλλικός λαός θα έχη πάντοτε κάποιαν δυσκολίαν εις το να πιστεύση ότι εν ανισόρροπον πρόσωπον επήρκει διά να κλονίση την μεγαλυτέραν δύναμιν εις τον κόσμον. Αντιθέτως όλα τείνουν προς την εντύπωσιν μιας πολιτικής δολοφονίας, κατά την οποίαν εις έτερος δολοφόνος εξουδετέρωσε τον πρώτον διά να εξασφαλισθή η σιωπή του».
Εκ Τόκυο αγγέλλεται ότι η μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίς «Μάινιτσι Σιμπούν» γράφει ότι αι ανακρίσεις της επιτροπής Ουώρρεν επί της δολοφονίας του αειμνήστου προέδρου Κέννεντυ, δεν δύνανται να χαρακτηρισθούν ως «πλήρως ακέραιαι». «Υπάρχουν –προσθέτει η εν λόγω εφημερίς– πολλά σημεία της εκθέσεως, εκ των οποίων δεικνύεται ότι αι ενέργειαι της επιτροπής Ουώρρεν δεν ήσαν πλήρως ακέραιαι. Υπάρχουν αμφιβολίαι όσον αφορά την εκλογήν των μελών της εν λόγω επιτροπής σχετικώς δε υπομιμνήσκεται ότι τρία εκ των τεσσάρων μελών του Κογκρέσσου, τα οποία μετέσχον της εν λόγω επιτροπής, προήρχοντο από τας νοτίους Πολιτείας».
Η Καθημερινή, 29 Σεπτεμβρίου 1964

