Ο Ρόναλντ Ρίγκαν (1911-2004), γεννημένος στη μικρή πόλη Ταμπίκο του Ιλινόι, γιος ενός πωλητή παπουτσιών ιρλανδικής καταγωγής και υποστηρικτή του Δημοκρατικού Κόμματος, θα ζούσε μια ζωή που θυμίζει κινηματογραφική ταινία. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του, δούλεψε ως αθλητικός ρεπόρτερ. Γρήγορα όμως θα μεταπηδούσε στον κινηματογράφο, όπου γύρισε πενήντα ταινίες, παίζοντας τον ρόλο του καλού καουμπόι. Θα ακολουθούσε ενεργή δράση στο Σωματείο Ηθοποιών, ενώ στη συνέχεια θα περιόδευε στις Ηνωμένες Πολιτείες για λογαριασμό της Τζένεραλ Ελέκτρικ. Στη δεκαετία του 1960, όμως, θα γινόταν η μεγάλη αλλαγή. Έχοντας πάντα ενδιαφέρον για την πολιτική, ο πρώην Δημοκρατικός θα μεταστρεφόταν σε έναν συντηρητικό Ρεπουμπλικανό, πιθανότατα υπό την επιρροή της οικογένειας της δεύτερης συζύγου του, Νάνσι. Με το επικοινωνιακό του ταλέντο να είναι αναμφισβήτητο, ο Ρίγκαν θα πετύχαινε το πρώτο βήμα στην πολιτεία της Καλιφόρνια, όπου και εκλέχθηκε 33ος κυβερνήτης με μεγάλη διαφορά, παρά την απειρία του, ενώ χρόνια αργότερα θα εκλεγόταν 40ός πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, υπηρετώντας δύο θητείες, από το 1981 έως το 1989. Παρά το γεγονός ότι τότε ήταν το γηραιότερο άτομο που εξελέγη ποτέ πρόεδρος –ένα θέμα που σχολιάστηκε και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις–, ο Ρίγκαν υπήρξε ένας «μεγάλος επικοινωνιολόγος», που γοήτευε τον κόσμο, με γρήγορο πνεύμα και ταλέντο στην αφήγηση, σύμφωνα με όσους τον γνώρισαν από κοντά. Στην παρούσα έκδοση ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να γνωρίσει πτυχές της ζωής και της προσωπικότητας του Ρίγκαν.
Μια πορεία μεταστροφών
Ο Ρόναλντ Ρίγκαν είναι αναμφίβολα μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του 20ού αιώνα. Η πορεία του από ηθοποιός β΄ κατηγορίας έως τον Λευκό Οίκο είναι αδύνατον να εκτιμηθεί χωρίς μια αντιπαραβολή με τα ιστορικά γεγονότα της εποχής του και την παράλληλη εξέλιξη του συντηρητικού κινήματος των ΗΠΑ. Σκοπός της εισαγωγής αυτής είναι η ανάδειξη των λιγότερο γνωστών πτυχών της πορείας του σπουδαίου αυτού πολιτικού.
Η ιδεολογική του διαδρομή
Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ΗΠΑ εισήλθαν σε μια νέα ιστορική περίοδο. Στη διεθνή σκηνή, η Αμερική αποδέχθηκε τον ρόλο της υπερδύναμης, υιοθέτησε το ∆όγμα Τρούμαν και αποτέλεσε τον ισχυρότερο πόλο του ελεύθερου κόσμου στον Ψυχρό Πόλεμο. Στο εσωτερικό της χώρας, οι πολιτικές του New Deal που είχε εισαγάγει ο πρόεδρος Ρούσβελτ την προηγούμενη δεκαετία απολάμβαναν καθολική αποδοχή σε τέτοιο βαθμό που ο σπουδαίος κριτικός λογοτεχνίας Λάιονελ Τρίλινγκ το 1950 τις χαρακτήριζε ως «όχι μόνο η κυρίαρχη, αλλά και η μοναδική διανοητική παράδοση». Εκείνη την περίοδο (1947-1952) ο Ρίγκαν υπηρετούσε ως πρόεδρος του σωματείου των ηθοποιών κινηματογράφου και τηλεόρασης (SAG) και ήταν ακόμα ένθερμος υποστηρικτής των πολιτικών των Δημοκρατικών. Το τέλος της θητείας του τον βρήκε με την καριέρα του ως ηθοποιού στη δύση της και με σημαντικά οικονομικά προβλήματα. Η περίοδος αυτή, όμως, δεν κράτησε για πολύ. Το 1954 τον προσέλαβε η General Electric για να παρουσιάζει το κυριακάτικο τηλεοπτικό πρόγραμμα στο CBS. Στο συμβόλαιό του υπήρχε ακόμη μία υποχρέωση: αυτή του εταιρικού εκπροσώπου, η οποία έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στην πολιτική και ιδεολογική εξέλιξη τόσο του ιδίου, όσο και της χώρας του.

Ως εταιρικός εκπρόσωπος της GE, ο Ρίγκαν όφειλε να είναι το πρόσωπο της εταιρείας προς τους εργαζομένους, να τους παρουσιάζει αποτελεσματικά τις θέσεις της και να ανυψώνει το ηθικό τους. Στην πραγματικότητα όμως, ο Ρίγκαν εξέφραζε τις ιδέες του αντιπροέδρου της GE, Λεμουήλ Μπουλγουέρ. Ο Μπούλγουερ ήταν ένας ανυποχώρητος υπερασπιστής της οικονομικής ελευθερίας και άριστος γνώστης της ψυχοσύνθεσης της εργατικής τάξης. Χάρη σε αυτόν, ο Ρίγκαν άρχισε να μελετά έργα του Χάζλιτ, του Φρίντριχ Χάγιεκ, τις μονογραφίες του Foundation for Economic Education και πολλούς ακόμα διανοητές υπέρμαχους της ελεύθερης αγοράς, μέσα από τους οποίους εκτέθηκε για πρώτη φορά σε μια εμπεριστατωμένη και συνεκτική αμφισβήτηση των πολιτικών που μέχρι πρότινος υποστήριζε.
Μέσα στην οκταετία 1954-1962, ο Ρίγκαν επισκέφθηκε και τα 139 εργοστάσια της GE και μίλησε σχεδόν σε όλους τους 235.000 εργαζομένους, δίνοντας μέχρι και 14 ομιλίες μέσα σε μία μέρα. Η καθημερινή επαφή του με τους εργάτες και τα στελέχη μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες του κόσμου τού έδωσε τη δυνατότητα να αναπτύξει το προφίλ ενός προσιτού ανθρώπου, να ακονίσει το ήδη μεγάλο επικοινωνιακό του χάρισμα και να δημιουργήσει μια φαρέτρα από ιδεολογικά φορτισμένα τσιτάτα, ανέκδοτα και ιστορίες που είχαν πολύ μεγάλη απήχηση και διεισδυτικότητα στο ευρύ κοινό. Επίσης, του έδωσε τη δυνατότητα να αναπτύξει μια ρητορική που είχε ιδιαίτερη απήχηση στους λευκούς ψηφοφόρους της εργατικής τάξης, ένα τμήμα του εκλογικού σώματος που παραδοσιακά ανήκε στους Δημοκρατικούς και το οποίο εν τέλει κατάφερε να αποσπάσει για λογαριασμό του.
Η ιδεολογική μεταμόρφωση του Ρίγκαν από φανατικό υποστηρικτή του New Deal σε ανυποχώρητο συντηρητικό συνέβη περίπου την ίδια περίοδο με την έναρξη της ιδεολογικής αντεπίθεσης των συντηρητικών. Τη δεκαετία του 1950 ξεκίνησε η έκδοση της μετέπειτα ναυαρχίδας της αμερικανικής Δεξιάς, National Review (1955), το μυθιστόρημα της Άιν Ραντ Ο Άτλας επαναστάτησε (1957) έγινε best seller, τα έργα των Αυστριακών οικονομολόγων Φρίντριχ Χάγιεκ και Λούντβιχ φον Μίζες άρχισαν να αποτελούν σημείο αναφοράς στους συντηρητικούς κύκλους. Παράλληλα, το ψυχροπολεμικό κλίμα της εποχής και ο αντικομμουνισμός της αμερικανικής κοινωνίας δημιουργούσαν πρόσφορο έδαφος για ιδέες, απόψεις και πολιτικές που αμφισβητούσαν τον συγκεντρωτισμό και τον παρεμβατισμό του New Deal.
Η επίδραση του Γκολντγουότερ
Αυτές οι πρώτες εξελίξεις στο συντηρητικό στρατόπεδο γρήγορα παρήγαγαν πολιτικά αποτελέσματα με την κατάκτηση του χρίσματος των Ρεπουμπλικάνων για τις προεδρικές εκλογές του 1964 από τον συντηρητικό Μπάρι Γκολντγουότερ. Ενώ η υποψηφιότητά του ήταν ανεπιτυχής, καθώς συνετρίβη από τον Λίντον Τζόνσον με διαφορά 22 ποσοστιαίων μονάδων, η εκστρατεία του έμεινε στην Ιστορία ως μία από τις επιδραστικότερες αποτυχημένες καμπάνιες. Τρεις είναι οι κύριοι λόγοι γι’ αυτό:
Ο Ρίγκαν άλλαξε τον ιδεολογικό προσανατολισμό όχι μόνο του κόμματός του, αλλά και ολόκληρης της αμερικανικής κοινωνίας.
Πρώτον, ο Γκολντγουότερ κατάφερε για πρώτη φορά μετά τη δεκαετία του 1920 να παρουσιάσει ένα συνεκτικό, ιδεολογικά συντηρητικό πλαίσιο με ευρεία απήχηση. Το πλαίσιο αυτό, που μετέπειτα κυριάρχησε στην αμερικανική κοινωνία και πολιτική, βασίστηκε στον αντικομμουνισμό, στις παραδοσιακές αξίες, στο περιορισμένο κράτος, στις ατομικές ελευθερίες και στην ελεύθερη αγορά. Αυτή η πλατφόρμα θα αποτελούσε και τη ραχοκοκαλιά της πολιτικής ατζέντας του Ρίγκαν μέχρι το τέλος της ζωής του το 2004.
Η δεύτερη και λιγότερο γνωστή συνεισφορά της εκστρατείας του Γκολντγουότερ αφορά τη δημιουργία του οικοσυστήματος που ακόμη και σήμερα αποτελεί το συντηρητικό κίνημα των ΗΠΑ. Ανάμεσα στους εθελοντές της καμπάνιας εκείνης βρέθηκαν αρκετοί μετέπειτα συντηρητικοί ηγέτες, όπως ο Ρίτσαρντ Βίγκερι και ο Μόρτον Μπλάκγουελ (με τους οποίους είχα την τιμή να συνεργαστώ), η Φίλις Σλάφλι, ο Πολ Γουάιρικ και ο Πατ Μπιουκάναν. Κατά τη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών, οι βετεράνοι της εκστρατείας του Γκολντγουότερ δημιούργησαν μέσα ενημέρωσης, δεξαμενές σκέψης, ακτιβιστικούς οργανισμούς, πανεπιστημιακά προγράμματα, εταιρείες παραγωγής τηλεοπτικών προγραμμάτων, ερευνητικά κέντρα και κοινωφελή ιδρύματα. Όλο αυτό το οικοσύστημα αποτέλεσε στη συνέχεια την κινητήρια δύναμη αλλά και την κύρια πηγή στελεχών και χρηματοδότησης της προεδρικής πορείας του Ρίγκαν.

Ο τρίτος και σπουδαιότερος λόγος είναι η είσοδος του Ρίγκαν στην κεντρική πολιτική σκηνή. Οι υπεύθυνοι της εκστρατείας του Γκολντγουότερ ζήτησαν από τον ταλαντούχο ηθοποιό να απευθύνει ένα υποστηρικτικό ημίωρο τηλεοπτικό προεκλογικό μήνυμα. Ο Ρίγκαν ανταποκρίθηκε, αξιοποίησε την τεράστια εμπειρία που είχε αποκτήσει στην GE και εκφώνησε μία από τις ιστορικότερες πολιτικές ομιλίες του 20ού αιώνα. Μετά το τέλος της τηλεοπτικής μετάδοσης της ομιλίας του, που είχε τίτλο «Η στιγμή των αποφάσεων», οι δωρεές των πολιτών προς την εκστρατεία του Γκολντγουότερ και γενικότερα των Ρεπουμπλικανών υποψηφίων εκτινάχθηκαν. Το κόμμα παρατήρησε τη θεαματική ανταπόκριση του κοινού στον Ρίγκαν και από εκείνη τη στιγμή ξεκίνησε η προσπάθεια να ενταχθεί στα ψηφοδέλτια του κόμματος.
Ο δρόμος προς την προεδρία – 40ός πρόεδρος των ΗΠΑ
Η προσπάθεια των Ρεπουμπλικανών να στρατολογήσουν τον Ρίγκαν δεν άργησε να καρποφορήσει. Το 1966 ο Ρίγκαν κέρδισε με μεγάλη άνεση τον απερχόμενο κυβερνήτη της Καλιφόρνια Πατ Μπράουν, εξασφαλίζοντας δύο θητείες σε ένα αξίωμα που θα του προσέφερε τον απαραίτητο αλτήρα για την προεδρία. Στη συνέχεια, διεκδίκησε ανεπιτυχώς το χρίσμα για την προεδρία το 1976, για να επανέλθει ως θριαμβευτής τέσσερα χρόνια αργότερα. Στις εκλογές του 1980 ο Ρίγκαν επικράτησε με ευκολία έναντι του Δημοκρατικού προέδρου Τζίμι Κάρτερ, που πριν από τέσσερα χρόνια είχε επικρατήσει έναντι του Φορντ. Στις εκλογές του 1984 επανεξελέγη θριαμβευτικά έναντι του Γουόλτερ Μόντεϊλ με ακόμα μεγαλύτερη ευκολία, χάνοντας την πλειοψηφία σε μόλις μία από τις 50 πολιτείες των ΗΠΑ.
Για τα πεπραγμένα της προεδρίας του πολλά έχουν γραφτεί, θετικά ή αρνητικά, και θα συνεχίσουν να γράφονται. Ποια ήταν όμως τα χαρακτηριστικά που κατέστησαν τον Ρόναλντ Ρίγκαν ως μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της σύγχρονης Ιστορίας; Αναλογιζόμενοι την πορεία του από την ασφαλή απόσταση μισού περίπου αιώνα, δεν μπορούμε να μην παρατηρήσουμε ότι υπήρξε γνήσιος υπηρέτης των αξιών που πρέσβευε. Ο Ρίγκαν δεν παρακολουθούσε τις δημοσκοπήσεις προκειμένου να τροποποιήσει τον λόγο ή τις πολιτικές του, αλλά για να μετρήσει τον αντίκτυπο που είχαν τα λόγια του και οι δράσεις του στην κοινωνία. Οδήγησε τη χώρα του και ευρύτερα τον ελεύθερο κόσμο στην επικράτηση επί της Σοβιετικής Ένωσης, ποντάροντας στις εγγενείς αδυναμίες του κεντρικού σχεδιασμού και στα πλεονεκτήματα της ανοιχτής κοινωνίας που συνδυάζει την ελεύθερη αγορά και το παγκόσμιο εμπόριο. Άλλαξε τον ιδεολογικό προσανατολισμό όχι μόνο του κόμματός του, αλλά και ολόκληρης της αμερικανικής κοινωνίας, επειδή πάντοτε προτιμούσε να παρουσιάζει αυτά που πίστευε με τον καλύτερο τρόπο αντί να υιοθετεί τις πιο δημοφιλείς απόψεις προκειμένου να είναι πάντα αρεστός.
Αλέξανδρος Σκούρας, Πρόεδρος του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών
Η ελευθερία δεν απέχει ποτέ περισσότερο από μία γενιά από τον αφανισμό. Δεν το μεταδώσαμε στα παιδιά μας στην κυκλοφορία του αίματος. Πρέπει να πολεμηθεί, να προστατευτεί και να παραδοθεί για να κάνουν το ίδιο, διαφορετικά μια μέρα θα περάσουμε τα χρόνια των γεραμάτων μας λέγοντας στα παιδιά μας και στα παιδιά των παιδιών μας πώς ήταν κάποτε στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου οι άνθρωποι ήταν ελεύθεροι.
Ρόναλντ Ρίγκαν
Ρήγκαν, ο νέος συντηρητικός ήρως
Υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος διά το αξίωμα του κυβερνήτου Καλιφορνίας. Η πολυτάραχος σταδιοδρομία του: Αθλητικός συντάκτης, ηθοποιός της οθόνης, μέλος διαφόρων φιλελευθέρων οργανώσεων, υποστηρικτής του Αϊζενχάουερ, περιοδεύων διαφημιστής της Τζένεραλ Ελέκτρικ, μέλος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, διαφημιστής του Γκολντγουώτερ.

Οι φίλοι του από τον στρατό τον ενθυμούνται καταβροχθίζοντα –και αφηγούμενον εν συνεχεία με κάθε λεπτομέρειαν– ολόκληρα άρθρα του «Ρήντερς Νταϊτζέστ». Οι συνάδελφοί του εις το Σωματείον των Ηθοποιών Κινηματογράφου αφηγούνται ότι είχε το πάθος της απαγγελίας εις τας συγκεντρώσεις των. Επί οκτώ έτη, περιήρχετο την χώραν υπό την αιγίδα της Τζένεραλ Ελέκτρικ, δίδων έως εξ διαλέξεις ημερησίως επί των επιτευγμάτων της ελευθέρας επιχειρηματικής πρωτοβουλίας. Η από τηλεοράσεως έκκλησις που απηύθυνε περί το τέλος της προεκλογικής εκστρατείας του 1964 υπέρ του Μπάρρυ Γκολντγουώτερ, απέδωσε τας περισσοτέρας συνεισφοράς εις τον αγώνα του υποψηφίου, από οιονδήποτε άλλον πολιτικόν λόγον της ιστορίας.
Σήμερον, εις ηλικίαν 55 ετών, ομιλών διά πρώτην φοράν χάριν της ιδικής του πολιτικής φιλοδοξίας, ο χρηματίσας διαδοχικώς εκφωνητής αθλητικών αγώνων, ηθοποιός, ομιλητής διαλέξεων και πολιτικός Ρόναλντ Ουίλσων Ρήγκαν κατήγαγε θριαμβευτικήν νίκην κατά του αντιπάλου του εις την προκριματικήν εκλογήν διά την ανάδειξιν του επισήμου υποψηφίου των Ρεπουμπλικανών και εξησφάλισε τον χαρακτηρισμόν του «ελαφρώς φαβορί» έναντι του ∆ημοκρατικού αντιπάλου του, Κυβερνήτου Έντμουντ Πατ Μπράουν, κατά τας εκλογάς του προσεχούς Νοεμβρίου εις την Καλιφόρνιαν, την μεγαλυτέραν εις έκτασιν Πολιτείαν των ΗΠΑ.

Ακόμη και εις την παρούσαν εποχήν, κατά την οποίαν ο διαχωρισμός μεταξύ θεάματος και πολιτικής καθίσταται ολονέν δυσκολώτερος, η επίδοσις του Ρήγκαν ως υποψηφίου εκτιθεμένου διά πρώτην φοράν, προεκάλεσεν έκπληξιν. «Πρέπει να ομολογήσω», είπεν ο ίδιος εις κάποιον που τον ηρώτησε περί των αντιδράσεών του όταν επληροφορήθη την έκτασιν της νίκης του, «ότι ησθάνθην κάποιο σοκ. Αλλά είναι μόλις ο πρώτος γύρος ακόμη».
Η οδός, που έφερε τον Ρήγκαν εις την αιφνιδίαν αυτήν διάκρισιν ως του νέου ήρωος των συντηρητικών της χώρας, υπήρξε περισσότερον κυκλική και πλήρης αντιθέσεων, παρ’ όσον οιανδήποτε άλλη εις την πολιτικήν.
Εγεννήθη εις την μικράν πόλιν του Ιλλινόις Ταμπίκο την 6ην Φεβρουαρίου 1911, από πατέρα Ιρλανδόν καθολικόν, πωλητήν υποδημάτων. Αφού απεφοίτησε του κολλεγίου του Γιουρήκα εις το κεντρικόν Ιλλινόις, προσελήφθη ως αθλητικός συντάκτης ραδιοσταθμού του Ντε Μόιν. Ενώ μετέβαινεν εις το στρατόπεδον εαρινής προπονήσεως της ομάδος μπαίηζ μπωλ «Καμπς» του Σικάγου, του επροτάθη να «γυρίση» δοκιμαστικήν ταινίαν κινηματογράφου, με αποτέλεσμα ν’ αρχίση την επικερδή, αλλά όχι ιδιαιτέρως αξιοσημείωτον κινηματογραφικήν σταδιοδρομίαν του, κατά την οποίαν έπαιξεν εις 50 περίπου ταινίας, εις ρόλους του «συμπαθούς νέου, που όμως δεν προτιμάται τελικώς υπό της πρωταγωνιστρίας».

Κατά την εποχήν ακριβώς της θητείας του ως ηθοποιού εγεύθη ο Ρήγκαν διά πρώτην φοράν την πολιτικήν ως πρόεδρος του Σωματείου Ηθοποιών και ως κατά περιόδους συνεργάτης εις φιλελευθέρας εκστρατείας του ∆ημοκρατικού κόμματος. Αι παλαιαί αυταί επαφαί του με φιλελευθέρας εκδηλώσεις, μερικαί των οποίων υπό οργανώσεων που εχαρακτηρίσθησαν αργότερον ως κομμουνιστικών τάσεων, εμνημονεύθησαν κατά τον τελευταίον προεκλογικόν αγώνα του, αλλά χωρίς, προφανώς, συνεπείας επί των νέων, Ρεπουμπλικανικών οπαδών του.
Το 1948 έλαβε διαζύγιον από την πρώτην σύζυγόν του, την ηθοποιόν Τζαίην Γκουάϋμαν. Το 1952 συνεζεύχθη την νυν σύζυγόν του, Νάνσυ Νταίηβις, επίσης ηθοποιόν. Η κ. Ρήγκαν είναι κόρη διακεκριμένου ιατρού του Σικάγου, του δρος Λόγιαλ Νταίηβις, που φημίζεται διά την συντηρητικότητά του, εις ένα κατ’ εξοχήν συντηρητικόν επάγγελμα.
Το 1952 ο Ρήγκαν ήτο επισήμως μέλος των ∆ημοκρατικών, υποστηρίξας την υποψηφιότητα του Αϊζενχάουερ, και μετά δέκα έτη, αφού προηγήθηκε η εργασία του στην Τζένεραλ Ελέκτρικ, μετεπήδησεν εκ του ενός κόμματος εις το άλλο και κατέστη μέλος των Ρεπουμπλικανών. Πολύ συντόμως δε ήτο ο συμπαθής τελετάρχης και εκφωνητής των μεγάλων συγκεντρώσεων του κόμματος. Ο Ρήγκαν, που ενεφανίζετο τελευταίως εις το πρόγραμμα της τηλεοράσεως «Ημέραι της Κοιλάδος του Θανάτου», διατηρεί εις τα 55 του την νεανικήν όψιν και τα μαλλιά ανθρώπου κατά 20 έτη νεωτέρου.

Το ζεύγος Ρήγκαν, μετά των δύο τέκνων του, της 13έτιδος Πατρίτσια και του 8ετούς Ρόναλντ νεωτέρου, διαθέτει έπαυλιν εις Πάλισεηντς, εις τας παρυφάς του Λος Άντζελες, αλλά προτιμά να διαμένη εις το εκτεταμένον ράντσο του πλησίον του Μάλιμπου, όπου ο Ρήγκαν εκτρέφει καθαρόαιμα άλογα.
∆εν καπνίζει, πίνει ελάχιστα (βότκα, μαρτίνι) και αναμιγνύει την σοβαράν πολιτικήν μελέτην που του επιβάλλουν οι διευθυνταί της εκστρατείας του, Στιούαρτ Σπενς και Μπιλ Ρόμπερτς, με περιπλανήσεις εις τον κόσμον των «κόμικς» (διασκεδάζει ιδιαιτέρως με τους «Πήνατς»). Τώρα ο Ρήγκαν εκκλησιάζεται εις τον χριστιανικόν ναόν Χόλλυγουντ Μπέβερλυ.
Η Καθημερινή, 15 Ιουνίου 1966
Ο «καλός καομπόυ» στο κατώφλι του Λευκού Οίκου
Ο ασυγκράτητος ενθουσιασμός και ο συγκινητικός πατριωτισμός διαπερνούσε ακόμη και τους τηλεθεατές. Τους έκανε να ρίγουν από εθνική έξαρση.
Στο Ντητρόιτ, η ατμόσφαιρα, σε όλη τη διάρκεια του συνεδρίου των Ρεπουμπλικανών, θύμιζε τσίρκο, πανηγύρι ή 4η Ιουλίου (εορτή της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας). Όλοι αισθάνονταν υπέροχα, ενώ ουρλιαχτά ενθουσιασμού αντηχούσαν κάθε φορά που κάποιος έλεγε «πως η Αμερική θα ξαναγίνει μεγάλη». Επιτέλους το πεσμένο ηθικό τους ξανάπαιρνε πάνω του.
Και ο Ρόναλντ Ρήγκαν, που κανείς πια δεν γελάει μαζί του και διεξήγαγε την όλη εκστρατεία σαν «σούπερ σταρ» και πραγματικός επαγγελματίας, χαμογελώντας στοργικά και επιβλητικά και… προεδρικά, εξηγούσε γιατί θα ξαναγίνει μεγάλη η Αμερική και τι προτίθεται να κάνει η κυβέρνησή του για να κυριαρχήσει πάλι η χώρα τους στο διεθνή στίβο μετά τα «τελευταία της χάλια λόγω Κάρτερ»…

Μια μέρα πριν λήξει το συνέδριο, διακόπηκε η σηματοδότηση για να πληροφορήσουν τον κόσμο για την υπόθεση του Μπίλλυ. Φυσικά, αυτό τους ήρθε λουκούμι. Αλλά λες και δεν το άκουσαν. Ο κ. Ρήγκαν είπε πως λυπάται, «αλλά δεν φταίει ο πρόεδρος για τους συγγενείς του» και κανείς δεν το ανέφερε στην διάρκεια των ομιλιών, συνεντεύξεων και συναντήσεων. Οι απαντήσεις όλων τους ήταν προσεκτικές και χωρίς καθόλου πάθος. Και δεν μπόρεσα να μην σκεφθώ τι θα γινόταν αν κάτι τέτοιο συνέβαινε όχι στον αδελφό του προέδρου στην προεκλογική περίοδο… αλλά στον ξάδελφο του γραμματέα κάποιου συλλόγου!!!
Οι επί των δημοσίων σχέσεων που έφτιαξαν τα πόστερς του Ρήγκαν με την χαρακτηριστική γκριμάτσα και το διαπεραστικό αλλά ευγενικό βλέμμα να κοιτάει έντονα κάτω από το καουμπόυκο καπέλλο του, γέμισαν τις αίθουσες του συνεδρίου. Τραχύς αλλά με άνεση, ένας ευγενικός σύγχρονος ιππότης. Ένας καομπόυ του καιρού μας… Άλλωστε, πάντα νικάνε οι καομπόυδες.
Αυτή ήταν κι η εικόνα που παρουσίασε σ’ όλη την διάρκεια του συνεδρίου.
Ρόναλντ Ρήγκαν, λοιπόν, ο άνθρωπος όλων των εποχών. Αθλητικός ρεπόρτερ, ηθοποιός (καλός ή κακός, έκανε γύρω στις πενήντα ταινίες), κυβερνήτης της Καλιφόρνια, ο «κύριος συντηρητικός» και, τα τελευταία δώδεκα χρόνια, μόνιμα υποψήφιος πρόεδρος…
Η εικόνα του, η εικόνα της πολύ όμορφης γυναίκας του, η εικόνα των παιδιών του, όπως και όλες οι εικόνες των πολιτικών, είναι λίγο πραγματικότητα και πιο πολύ, ή μάλλον πολύ, φαντασία. Κι ο Ρήγκαν ο πολιτικός είναι το σύμβολο του συντηρητισμού, που μ’ αυτό έγινε και γνωστός.
Αλλά η τυπική τελικά ψηφοφορία εκείνο το βράδυ στο Ντητρόιτ, με όλη σχεδόν την Αμερική να αλαλάζει από ενθουσιασμό και πατριωτισμό (συμφωνούν ή διαφωνούν μαζί του δεν είχε σημασία, συμφωνούσαν πάντως πως καιρός ήταν η Αμερική να ξαναπάρει τα πάνω της), ήταν επιβεβαίωση πως τα ίδια κύματα που έστειλαν τον Γκολντγουώτερ να καταποντιστεί το 1964 είναι τώρα μια πραγματικότητα και τα ίδια κύματα έκαναν τον κόσμο να ουρλιάζει από ενθουσιασμό μπροστά στον Ρήγκαν.

Ακόμα κι ο γερασμένος Γκολντγουώτερ καταχειροκροτήθηκε κι έκανε τους παρισταμένους να δακρύσουν… όταν είπε, ακουμπώντας στο μπράτσο του γιου του, πως το μεγάλο του λάθος «ήταν πως είχε δίκιο πολύ νωρίς».
Όταν ρώτησε πώς χειροκροτούσαν τον Γκολντγουώτερ, στο κάτω-κάτω τον είχαν καταμαυρίσει το ’64, άκουσα κατάπληκτη την απάντηση:
«Και τι καταλάβαμε που δεν τον ακούσαμε τότε; Άλλωστε, είναι όμορφο συναίσθημα να νοιώθεις νικητής…».
«Οι απαντήσεις κι οι λύσεις είναι απλές, αλλά όχι εύκολες», του άρεσε να λέει.
Η ομιλία του κυβερνήτη Ρήγκαν το 1964, υπέρ του Γκολντγουώτερ, ήταν και η αρχή της πολιτικής του καριέρας. Και περιείχε πολλά από τα στοιχεία που δημιούργησαν τον σημερινό πρόεδρο του κόμματος. Και τότε τα έβαλε με την «μεγάλη κυβέρνηση», την «κομμουνιστική απειλή» και τον «έρποντα σοσιαλισμό» αλλά στα ίσια. Κι αν εκείνη η ομιλία ήταν μια καλή παράσταση πολιτικής και θεάματος, το βράδυ του Ιουλίου 1980 στο Ντητρόιτ ήταν ένας πετυχημένος συνδυασμός και ένας θρίαμβος και των δύο.
«Μα ποτέ πριν ένας ηθοποιός δεν πήρε το χρίσμα για υποψήφιος πρόεδρος», παρατήρησε κάποιος. «Λες και το είχε πάρει φιστικάς πριν», τον αποστόμωσε φανατικός ρηγκανικός…
Ο κινηματογράφος έβγαλε στην επιφάνεια τον Ρόναλντ Ρήγκαν. Αν δεν ήταν ηθοποιός, ίσως δεν θα γινόταν ποτέ υποψήφιος πρόεδρος…

Οι ρίζες του Ρήγκαν, όπως και πολλών άλλων υποψηφίων προέδρων, είναι παράγωγο μικρών αμερικανικών πόλεων των μεσοδυτικών πολιτειών. Στην περίπτωσή του, η μικρή πόλη Ταμπίκο και η εξοχή του Ιλινόι. Ο πατέρας του, Ιρλανδός καθολικός που το έτσουζε για να μην ξεχνάει την καταγωγή του, ήταν φανατικός δημοκρατικός σε μια περιοχή ρεπουμπλικανών. Ο Ρόναλντ πήρε δίπλωμα στην Κοινωνιολογία και τα Οικονομικά το 1932 και, έστω κι αν έγινε από δημοκρατικός συντηρητικός ρεπουμπλικανός, οι απόψεις του δεν άλλαξαν. «Οι απαντήσεις κι οι λύσεις είναι απλές, αλλά όχι εύκολες», του άρεσε να λέει.
Η καριέρα του έχει όλα τα στοιχεία… χολλυγουντιανού σεναρίου. Κι όταν στα είκοσι έξι γύρισε ένα δοκιμαστικό, σκέφτηκαν πως μάλλον ανακάλυψαν τον «δεύτερο Ρόμπερτ Ταίηλορ» και του έκαναν ένα εξάμηνο συμβόλαιο. Ακολούθησαν οι πενήντα ταινίες. Φυσικά, ποτέ δεν προτάθηκε για Όσκαρ… ούτε καμία ταινία του έσπασε τα ταμεία. ∆εν ήταν και τόσο κακός ηθοποιός όσο λένε. Πολλοί συνομήλικοί του… τον θυμούνται με συμπάθεια. «Μήπως δεν ήμουν πάντα το καλό παιδί που κέρδιζε, στο τέλος, το κορίτσι;».
Και την πρώτη και την δεύτερη γυναίκα του τις γνώρισε ενώ γύριζαν μαζί ταινίες.
Μόνο όμως το 1966 αποφάσισε να ασχοληθεί με την πολιτική, παρ’ όλο που και πριν του είχε ζητηθεί. Και νίκησε τον Μπράουν, τον μέχρι τότε κυβερνήτη της Καλιφόρνια, με διαφορά 1.000.000 ψήφων. Τότε, ήταν ένας πολύ συντηρητικός ρεπουμπλικανός. Είπαν πως για την στροφή του (πριν ήταν φιλελεύθερος δημοκράτης) υπεύθυνη ήταν η δεύτερη γυναίκα του, η Νάνσυ, και ο πεθερός του.
Για να ξαναγυρίσουμε όμως στον σημερινό Ρήγκαν, που χωρίς χειρόγραφο και με συγκρατημένο πατριωτισμό μιλάει για την αναβίωση της «χρυσής εποχής» τόσο για την Αμερική όσο και για την κυβέρνησή της, για το πώς θα καταπολεμήσει την σπατάλη της διοικήσεως, πώς θα αναμορφώσει τις κοινωνικές ασφαλίσεις, πώς θα ξαναστήσει στα πόδια μια χρεωκοπημένη οικονομία και πώς θα ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό. Τους κάνει να θυμούνται τον κυβερνήτη της Καλιφόρνια (δεν χάνουν βέβαια την ευκαιρία να το θυμίζουν κάθε μέρα οι υπεύθυνοι της εκστρατείας του) που «πήρε μια χρεωκοπημένη Πολιτεία και παρέδωσε μια Πολιτεία ευημερούσα και με πλεόνασμα…».

Η πραγματικότητα συχνά μπερδεύεται με την ρητορική στην πολιτική. Ο νεορεπουμπλικανισμός ή νεοσυντηρητισμός, ή το ξαναμμένο πάθος… για τον ρηγκανισμό, ή όπως θέλει κανείς να ονομάσει αυτό που έγινε στο Ντητρόιτ, είναι η πραγματικότητα της σημερινής Αμερικής.
∆εν ήταν τόσο αυθόρμητα αγνά όπως περίμεναν οι πολύ συντηρητικοί, αλλά το αποτελούσαν κομμάτια του χαμένου τους εθνικισμού, των χαμένων ελπίδων, κομμάτια πατριωτισμού, αγάπης, θυμού, αλαζονείας και λαιμαργίας. Σε μερικούς ήρθε σιγά, σε άλλους μια στιγμή δακρύβρεχτη ή σε μια στιγμή μανίας για τον χαμένο παράδεισο. Ήταν η αλαζονεία της δυνάμεως, που για λίγο είχαν χάσει. Όμως ο Ρόναλντ Ρήγκαν δεν ήθελε να είναι ένας «δεύτερος Ρόμπερτ Ταίηλορ». Ήθελε κάτι παραπάνω. Αυτό που, ανεξάρτητα αποτελεσμάτων, κατάφερε και πέτυχε αφού προσπάθησε για δώδεκα χρόνια, στο Ντητρόιτ, εκείνο το βράδυ του Ιουλίου 1980.
Ισαβέλλα Παπαζήση, Η Καθημερινή, 17 Σεπτεμβρίου 1980
«Αυτά τα αφήνω σε σας τους ειδικούς»
Πριν από λίγες εβδομάδες, η ιστορική νομοθεσία περικοπής των φόρων του προέδρου Ρέηγκαν βρισκόταν στο στάδιο της διαμόρφωσής της, σε μια διαπραγματευτική συνεδρίαση που έγινε στον Λευκό Οίκο, με συμμάχους-κλειδιά του Κογκρέσσου. Καθώς πολλά θέματα και απόψεις ετίθεντο προς συζήτηση, ο υπουργός Οικονομικών κ. Ρήγκαν, ο οποίος προήδρευσε της συνεδριάσεως, υποχωρούσε σε ορισμένες απόψεις και απέρριπτε άλλες.
Σε κάποιο σημείο, ο πρόεδρος Ρέηγκαν επισκέφτηκε τους συνέδρους για να τους παροτρύνει να καταλήξουν το συντομότερο σε κάποια απόφαση. «Θα θέλατε να καθήσετε μαζί μας;» τον ρώτησε ο υπουργός Ρήγκαν. «Όχι», απάντησε ο πρόεδρος. «Αυτά τα αφήνω σε σας τους ειδικούς. ∆εν σκοπεύω να αναμιχθώ στις λεπτομέρειες».

Όπως την διηγήθηκε αργότερα ο υπουργός Οικονομικών, αυτή η συνομιλία αποκαλύπτει μια βασική πλευρά του εκπληκτικού στυλ διαπραγματεύσεως ενός προέδρου ο οποίος έχει επιτύχει αυτό που ακόμη και οι επικριτές του παραδέχονται ότι είναι μια από τις πιο σαρωτικές νίκες της αμερικανικής πολιτικής. Σε συνεντεύξεις, οι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου συμφώνησαν ότι ο κ. Ρέηγκαν έχει καταπλήξει τους σκεπτικιστές, όχι τόσο ανακοινώνοντας την πολιτική του, αλλά αναπτύσσοντας περισσότερο μια ικανότητα να συγκεντρώνει την ενεργητικότητά του πάνω στην «εικόνα συνόλου», όπως το τοποθέτησε κάποιος, αφήνοντας τους υφισταμένους του να κάνουν τις απαραίτητες νομοθετικές διαπραγματεύσεις.
Και επιπλέον, όπως είπαν οι προεδρικοί σύμβουλοι, ο κ. Ρέηγκαν έχει συνειδητά επιβάλει αυτό το στυλ και σε άλλα θέματα, ιδιαίτερα στην εξωτερική πολιτική. Π.χ. κατά τα πρόσφατα συνταρακτικά επεισόδια στη Μέση Ανατολή, ο πρόεδρος είχε περιορίσει τα δημόσια σχόλιά του σε εκκλήσεις για ειρήνη, ενώ οι σύμβουλοί του επέκριναν το Ισραήλ και συζητούσαν τις περιπλοκές της αποστολής του ειδικού απεσταλμένου στη Μέση Ανατολή κ. Φιλίπ Χαμπίμπ.
Μετά εξήμισι μήνες θητείας, ο κ. Ρέηγκαν αναχώρησε για ενός μηνός διακοπές στην Καλιφόρνια, αφήνοντας πίσω του μια άλλοτε σκεπτική πολιτική κοινότητα, κατάπληκτη με τις νομοθετικές του επιτυχίες στο Κογκρέσσο. Την ίδια στιγμή, σ’ αυτήν την κρίσιμη καμπή στην προεδρία του κ. Ρέηγκαν, παραμένει μυστήριο σ’ αυτούς που είναι έξω από τα πράγματα ποιον ακριβώς ρόλο παίζει ο ίδιος ο πρόεδρος στην λήψη αποφάσεων και τι ακριβώς αποφασίζεται από την κυβέρνησή του και μια ομάδα συμβούλων του Λευκού Οίκου, η οποία θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα ατού του.

Μ’ άλλα λόγια, με τις κινήσεις του να χορογραφούνται από μια ομάδα συμβούλων ιδιαίτερα ευαίσθητων στα θέματα ασφαλείας και μέσων μαζικής ενημέρωσης, ο Ρόναλντ Ρέηγκαν θεωρείται από την κοινή γνώμη ένα πολιτικά ισχυρό μίγμα άνετου χιούμορ και βαθιάς αποφασιστικότητας, σε ό,τι αφορά τις γενικές αρχές – αλλά πολύ λιγότερο ικανού να κινήσει μόνος του τους μοχλούς της κυβέρνησης. Οι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου είπαν ότι, με τις πολύωρες προσπάθειές του να διαμορφώσει το οικονομικό του πρόγραμμα, ο κ. Ρέηγκαν έχει απόλυτα εξαλείψει τις φήμες ότι είναι ένας φυγόπονος πρόεδρος. Αλλά οι σύμβουλοί του εξακολουθούν να επιδιώκουν να μην συζητάει επίμαχα θέματα δημοσίως. Γι’ αυτό το λόγο, μια ανακοίνωση που εξεδόθη πριν από μερικές ημέρες απαιτούσε από τους ρεπόρτερς του Λευκού Οίκου ν’ αποφεύγουν να θέτουν ερωτήσεις στον κ. Ρέηγκαν, όταν εκείνος ποζάρει για φωτογραφία με ξένους ηγέτες. «Του αρέσει να διηγείται ιστορίες, να κάνει αστεία και να λέει διάφορα ανέκδοτα», λέει ο Μάρμπελ Κόναμπλ, εξέχον μέλος της επιτροπής των Μέσων Μαζικής Ενημερώσεως, ο οποίος έχει συναντηθεί με τον κ. Ρέηγκαν. «∆είχνει ότι έχει επίγνωση των καταστάσεων και γνώση του τι συμβαίνει, κάνοντας έξυπνες ερωτήσεις και ακούγοντας προσεκτικά».
Ίσως η πιο ασυνήθιστη περιγραφή του κ. Ρέηγκαν να προέρχεται από τον πρωθυπουργό της Ιταλίας, Τζιοβάννι Σπαντολίνι, ο οποίος συναντήθηκε με τον Αμερικανό πρόεδρο τον περασμένο μήνα, στην οικονομική διάσκεψη κορυφής της Οττάβα. Ο κ. Σπαντολίνι είπε ότι ο κ. Ρέηγκαν του θυμίζει τον Νικήτα Χρουστσώφ, εξαιτίας του πλούτου των ιστοριών και των ανεκδότων που έχει να διηγηθεί και εξαιτίας αυτού που χαρακτήρισε σαν «χωριάτικη σοφία» του προέδρου.

Συζητώντας το στυλ ηγεσίας που έχει αναπτύξει ο Ρέηγκαν, οι σύμβουλοι του Λευκού Οίκου λένε ότι χρησιμοποιεί βασικά τις μεθόδους που ανέπτυξε ως κυβερνήτης της Καλιφόρνιας. Αλλά, στην πραγματικότητα, ο κάθε σύμβουλός του δεν σταματάει εκεί τους χαρακτηρισμούς του και λέει ότι ο πρόεδρος ακολουθεί μια διαφορετική διαδικασία προσέγγισης των θεμάτων απ’ ό,τι οι προηγούμενοι πρόεδροι, και κυρίως ο Τζίμμυ Κάρτερ, ο οποίος ως γνωστόν ήθελε να αναμιγνύεται και να επεμβαίνει σε όλες τις λεπτομέρειες.
«Επιστρέφουμε στη θεωρία ότι, πάνω σε ορισμένα θέματα, ο κ. Ρέηγκαν μπορεί ν’ αλλάξει τη φύση ενός διαλόγου ή την κατεύθυνση προς την οποία βαδίζει η χώρα», είπε ένας σύμβουλος. «Αλλά όχι σε οποιοδήποτε θέμα προκύψει. Εκτός αυτού, είναι πολύ σοφό να έχεις τους ανθρώπους σου πάντα στην γραμμή του μετώπου».
Πολλοί αξιωματούχοι, που συμφωνούν μ’ αυτήν την άποψη, ανέφεραν το γεγονός ότι δύο μέλη της κυβερνήσεως έγιναν στόχος των πυρών που στρέφονταν εναντίον της κυβερνητικής πολιτικής, χωρίς όμως αυτές οι επικρίσεις να επεκταθούν και στον πρόεδρο. Υπάρχουν κι άλλα πολλά παραδείγματα, για το πώς ο Λευκός Οίκος του κ. Ρέηγκαν έχει διαχωρίσει τη θέση του προέδρου από τα επίμαχα θέματα. Και κάποιος σύμβουλος ανέφερε την αποστολή του κ. Χαμπίμπ, ο οποίος πηγαινοερχόταν επί εβδομάδες στο Ισραήλ, το Λίβανο, τη Συρία και τη Σαουδική Αραβία, για να επιτύχει την πρόσφατη κατάπαυση του πυρός στο Λίβανο. «Μπορείτε να φανταστείτε τι θα ήταν η αποστολή Χαμπίμπ με τον Κάρτερ ή τον Νίξον στο Λευκό Οίκο;» είπε κάποιος σύμβουλος. «Θα βρίσκονταν συνεχώς σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον κ. Χαμπίμπ, ελέγχοντας την κάθε κίνηση που θα έπρεπε να κάνει». Βέβαια οι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου παραδέχονται ότι οι μέθοδοι του κ. Ρέηγκαν προκαλούν διάφορες αμφιβολίες σε ό,τι αφορά τις προθέσεις του, αλλά λένε ότι αυτό δίνει στον πρόεδρο μεγάλη ελαστικότητα.

∆ύο κορυφαίοι κυβερνητικοί εκπρόσωποι κατέκριναν έντονα το Ισραήλ, πρόσφατα, για τον βομβαρδισμό παλαιστινιακών θέσεων στη Βηρυτό, που προκάλεσε τον θάνατο εκατοντάδων πολιτών. Ο υπουργός Αμύνης, κ. Κάσπαρ Γουεϊνμπέρτζερ, και ο υφυπουργός Εξωτερικών κ. Γουίλιαμ Κλαρκ επέκριναν ειδικά τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μενταχέμ Μπέγκιν και ένας εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου είπε ότι οι απόψεις του αντιπροσώπευαν αυτές του προέδρου. Πάντως, την επομένη, ο κ. Μπέηκερ είπε ότι οι επικρίσεις εναντίον του κ. Μπέγκιν δεν αντιπροσώπευαν την πολιτική της κυβέρνησης. Ο κ. Ρέηγκαν δεν γνωστοποίησε τις απόψεις του πάνω στο θέμα. «Ο πρόεδρος διαλέγει τα πράγματα στα οποία αναμιγνύεται», είπε ένας εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου. «Και είναι πολύ ικανός να τοποθετεί με σειρά προτεραιότητας τα θέματα που πιστεύει ότι είναι πολύ σημαντικά».
Η Καθημερινή, 14 Αυγούστου 1981

