Οσοι δεν έζησαν την Ελλάδα των Βαλκανικών Πολέμων και την μετά τους πολέμους εκείνους βραχείαν, βραχυτάτην ατυχώς περίοδον της ελληνικής ευτυχίας, δεν ημπορούν να εκτιμήσουν επαρκώς το κατάντημα της σημερινής». Αυτά, μεταξύ άλλων, έγραφε ο Γεώργιος Α. Βλάχος, τον Μάρτιο του 1930, στο εισαγωγικό του σημείωμα για τη σειρά άρθρων που δημοσίευε στην Καθημερινή –σε συνεργασία με τον Ν. Κ. Βέρρο– υπό τον τίτλο «Η ιστορία των δεκαπέντε ετών (Φεβρουάριος 1915 – Φεβρουάριος 1930)».
Στο ανά χείρας τεύχος παρουσιάζεται η Ελλάδα των χρόνων του Εθνικού Διχασμού και ειδικότερα η εκδήλωση του Κινήματος της Θεσσαλονίκης το 1916, γνωστού ως Κινήματος Εθνικής Αμύνης. Αρχή της παρουσίασης είναι η ομιλία του Ελευθ. Βενιζέλου στην Αθήνα, στις 14 Αυγούστου 1916, και οι μετά από δύο ημέρες κινήσεις στη Θεσσαλονίκη. Στα κείμενα που ακολουθούν, υπάρχουν αναφορές στη στάση των Συμμάχων –και κυρίως στις παρασκηνιακές κινήσεις του στρατηγού Σαράιγ, επικεφαλής της Στρατιάς της Θεσσαλονίκης–, στους χειρισμούς του Ελευθέριου Βενιζέλου και στις απόψεις του βασιλιά Κωνσταντίνου. Σκιαγραφείται επίσης η κατάσταση τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και στην Αθήνα, μέχρι και την αναχώρηση του Βενιζέλου για την πρώτη.
Ο πρώτος επαναστατικός λόγος του κ. Βενιζέλου
Αι προκλητικαί κινήσεις των Γάλλων αφ’ ενός και αι στρατιωτικαί ανάγκαι αφ’ ετέρου ώθησαν τους Γερμανοβουλγάρους όπως εισδύσουν βαθύτερον εν τη Ανατολική Μακεδονία. Ούτω κατελήφθησαν αι πόλεις Σέρραι και Δράμα και ολόκληρος η περιοχή των.

Η εισβολή αύτη των Βουλγάρων παρήγαγεν ως επόμενον βαθυτάτην αίσθησιν επί του ελληνικού λαού, του οποίου την ψυχολογικήν κατάστασιν απεφάσισε να εκμεταλλευθή ο κ. Βενιζέλος. Κατόπιν προπαρασκευής την 14ην Αυγούστου 1916 οι Φιλελεύθεροι Αθηνών και Πειραιώς συνεκρότησαν συλλαλητήριον, κατά το οποίον ο κ. Βενιζέλος εξεφώνησεν από του εξώστου τής επί της οδού Πανεπιστημίου οικίας του λόγον μη επιτρέποντα πλέον ουδεμίαν αμφιβολίαν περί των διαθέσεών του.
Από τον μακρόν τούτον λόγον αποσπώμεν τας περικοπάς εκείνας τας απευθυνομένας προς τον Κωνσταντίνον.
«Συνιστώ λοιπόν προς υμάς να συγκροτήσετε επιτροπήν η οποία παρουσιαζομένη εις την Α. Μεγαλειότητα να είπη προς αυτήν ταύτα περίπου.
»Βασιλεύ,
»Έγινες θύμα ανθρώπων, οι οποίοι διά να καταστρέψουν το έργον της Επαναστάσεως, της οποίας αύριον είνε η εβδόμη επέτειος, και διά να επαναφέρουν την Φαυλοκρατίαν, δεν εδίστασαν να καπηλευθούν την προς το Στέμμα ευλάβειαν και την προς το πρόσωπόν σου αγάπην του λαού και δεν εδίστασαν να θέσουν εις κίνδυνον τα αποκτήματα πενταετούς ανορθωτικής εργασίας και δύο ενδόξων πολέμων διά να κτυπήσουν ένα των πρωτεργατών των αποκτημάτων τούτων.

»Έγινες θύμα των στρατιωτικών συμβούλων σου, οι οποίοι με την στενότητα της στρατιωτικής των αντιλήψεως και με τον πόθον της εγκαθιδρύσεως μιας απολυταρχίας, η οποία θα καθίστα αυτούς ουσιαστικώς κυρίους της καταστάσεως, σ’ έπεισαν ότι η Γερμανία θα εξέλθη νικήτρια εκ του Ευρωπαϊκού πολέμου.
»Έγινες τέλος θύμα της ιδικής σου φυσικής άλλως τε και ανθρωπίνης αδυναμίας, συνηθισμένος να θαυμάζης παν ό,τι Γερμανικόν, εκπεπληγμένος ενώπιον της απαραμίλλου στρατιωτικής και άλλης παντοδαπής γερμανικής οργανώσεως, δεν επίστευσες μόνον εις την γερμανικήν νίκην, αλλά και ηυχήθης αυτήν, ελπίζων να δυνηθής μετ’ αυτήν να συγκεντρώσης εις χείρας σου όλην την κυβερνητικήν εξουσίαν και να θέσης ουσιαστικώς κατά μέρος το ελεύθερον πολίτευμά μας.
»Και τα αποτελέσματα όλων αυτών των σφαλμάτων τα βλέπομεν σήμερον….
»Παραγνωρίσαντες τους βιολογικούς όρους του περιβάλλοντος, εντός του οποίου δύναται όχι μόνον να μεγαλώση, αλλά και απλώς να ζήση ως ανεξάρτητον Κράτος η Ελλάς, την σπρώχνομεν, Βασιλεύ, εις ασφαλή όλεθρον.
»Το σημερινόν πάνδημον συλλαλητήριον συνεκλήθη διά να εκφράση την οδύνην της εθνικής ψυχής και διαδηλώση εν νομιμόφρονι τάξει την λαϊκήν αγωνίαν και αγανάκτησιν διά τας συμφοράς, εις ας ωδηγήθη και οδηγείται ακόμη η χώρα εκ της ακολουθηθείσης πολιτικής.

»Και το πάνδημον τούτο συλλαλητήριον επιδιώκει να διαφωτίση σε, Βασιλεύ. Να σε πείση ότι παρά την γενομένην υπονομευτικήν εργασίαν ο λαός δεν εγκρίνει τα γενόμενα, ως ζητούν να σε παραπείσουν οι περί σε. Να κάμη έκκλησιν εις την φιλοπατρίαν σου, όπως δυνηθής ν’ απαλλαγής από τας ολεθρίας επιρροάς, αι οποίαι καπηλεύονται, ως είπομεν, την προς σε αγάπην του λαού και αι οποίαι σε παρασύρουν και μαζί με σε και τον Οίκον σου και την Ελλάδα και το Έθνος εις τας συνεπείας μιας καταστροφής.
»Αι εκλογαί είνε ανάγκη να γίνουν διά ν’ αποκτήση η χώρα εθνικήν αντιπροσωπείαν. Αλλά δεν δύνανται να λυθούν τα εκκρεμή ζητήματα κατά τρόπον σωτήριον διά την χώραν διά μόνον των εκλογών τούτων. Εφ’ όσον επιτρέπεις να χρησιμοποιήται ανευλαβώς το όνομά σου ως αντιπάλου ενός μεγάλου πολιτικού κόμματος, τι αγαθόν ειμπορεί να προέλθη από τας εκλογάς αυτάς, αι οποίαι υπό τοιούτους όρους περικαλύπτουν απλώς την διεξαγωγήν ενός ακηρύκτου εμφυλίου πολέμου;
»Τι θα ηδύνατο να περισώση το κόμμα των Φιλελευθέρων, θριαμβεύον κατά τας εκλογάς αυτάς και ερχόμενον εις την Εξουσίαν, όταν η εθνική ενότης, την οποίαν διέσπασεν η ανάμιξίς σου εις τους πολιτικούς αγώνας ουδαμώς θ’ αποκατασταθή διά του αποτελέσματος των εκλογών; Πώς θα δυνηθή να εφαρμοσθή η πολιτική του κόμματος των Φιλελευθέρων, εάν ήθελε κριθή αναγκαίον να χωρήσωμεν και πέραν της ευλόγως αξιουμένης από τας Δυνάμεις της Συνεννοήσεως ευμενούς προς αυτάς ουδετερότητος, αφού η εγκληματική πολιτεία του Γενικού Επιτελείου διέλυσεν ουσιαστικώς τον στρατόν και κατέστησεν άμαχον την Ελλάδα;

»Διότι πρέπει να μάθης και αυτήν την αλήθειαν, Βασιλεύ. Ότι και όταν ακόμη θα έκρινεν η Κυβέρνησίς σου αναγκαίαν την πολεμικήν επέμβασιν της Ελλάδος, δεν θα εύρισκες πλέον ελληνικόν στρατόν διά να τον οδηγήσης εις την νίκην. Τα τηλεγραφήματα του λεγομένου Πανελληνίου Συνδέσμου των επιστράτων ότι είνε έτοιμοι να χύσουν και πάλιν το αίμα των εις εν σου νεύμα, δεν ανταποκρίνονται εις τα πράγματα και στέλλονται μόνον διότι εις τους αποστέλλοντας ενέβαλον της πεποίθησιν ότι εν ουδεμιά περιπτώσει εννοείς να εξέλθης της ουδετερότητος.
»Η ακολουθηθείσα πολιτική και προ πάντων ο τρόπος καθ’ ον αύτη εφηρμόσθη επροκάλεσε βαρυτάτην νόσον εις όλον τον εθνικόν οργανισμόν. Δεν ισχυριζόμεθα ότι η νόσος αύτη είνε αθεράπευτος. Αλλ’ η θεραπεία απαιτεί την συγκέντρωσιν, όχι την διάσπασιν των εθνικών δυνάμεων και πρέπει να επιδιωχθή επειγόντως και αμέσως, διότι αύριον θα είνε ίσως αργά.
»Άφησε την θέσιν αρχηγού κόμματος, εις την οποίαν θέλουν να σε καταβιβάσουν οι κάπηλοι της δόξης σου. Ανέβα πάλιν τας βαθμίδας του θρόνου σου και στάσου εκεί υψηλά.
»Επεδιώχθη δι’ ανοσίας και σατανικής ενεργείας και, δυστυχώς, επετεύχθη διάσπασις εθνικών παραγόντων, εκ της συνεργασίας των οποίων και μόνον η εθνική ψυχή αναμένει και την σωτηρίαν και το μεγαλείον της Πατρίδος.

»Η συνεργασία αύτη κατέστη σήμερον δύσκολος. Ο αρχηγός των Φιλελευθέρων έχει αρκετήν αυταπάρνησιν διά να μη παρεμβάλη εις το έργον της σωτηρίας καμμίαν εκ προσωπικών λόγων δυσκολίαν. Βεβαίως δεν είνε ιδεώδεις αι υπηρεσιακαί Κυβερνήσεις και μάλιστα εις στιγμάς τόσον κρισίμους της εθνικής ιστορίας.
»Αλλ’ η παρούσα Κυβέρνησις κατέστη σήμερον εθνική ανάγκη, ηγείται δε αυτής σώφρων ανήρ, ο οποίος και εις άλλας κρισίμους περιπετείας προσέφερε πολυτίμους υπηρεσίας εις το Έθνος. Την υπηρεσιακήν ταύτην Κυβέρνησιν το κόμμα των Φιλελευθέρων είνε έτοιμον να περιβάλη διά της πολιτικής του εμπιστοσύνης. Ας θεωρηθή η Κυβέρνησις αύτη πολιτική Κυβέρνησις. Περίβαλέ την και συ διά της απολύτου εμπιστοσύνης σου. Απομάκρυνε από κοντά σου και κράτησε μακράν σου όλα εκείνα τα πρόσωπα, τα οποία αθεμίτως ενοσφίσθησαν ολίγον κατ’ ολίγον όλην την πολιτικήν εξουσίαν.


»Άφησε την Κυβέρνησίν σου να δώση οριστικώς την πολιτικήν κατεύθυνσιν του Κράτους προς τας Δυνάμεις της Συνεννοήσεως, ασφαλίζουσα εις αυτάς ειλικρινώς από τούδε την ζητουμένην από τοσούτου χρόνου υπεσχημένην ευμενεστάτην ουδετερότητα. Κατάγινε δε με την Κυβέρνησίν σου συντόμως, επικουρούμενος και από όλους ημάς, όπως ανυψώσης πάλιν το καταπεσόν εκ της μακράς επιστρατεύσεως, εκ της διδασκαλίας εις τους στρατώνας και εκ του δηλητηρίου της ξενικής προπαγάνδας εθνικόν φρόνημα διά ν’ αποκτήση και πάλιν η Ελλάς τον στρατόν της και δυνηθή, αν αι περιστάσεις το επιβάλουν, ως είμεθα βέβαιοι ότι θα το επιβάλουν, να προστατεύση τα ζωτικά συμφέροντά της καθ’ ο μέτρον είνε ακόμη τούτο δυνατόν, και συμπράξη μετά ισχυροτάτων την φοράν ταύτην συμμάχων, οίτινες είνε οι κατά παράδοσιν προστάται και ευεργέται αυτής.
»Ταύτα προτείνω να είπη η αντιπροσωπεία σας εις τον Βασιλέα και ταύτα ν’ ανακοινώση και προς τον Πρωθυπουργόν».
Ο ανωτέρω λόγος του κ. Βενιζέλου προυξένησε πραγματικήν κατάπληξιν διότι ουδείς ανέμενεν ότι θα ώθει τα πράγματα μέχρι τοιούτου σημείου, διατελών εν πλήρει συναισθήσει του ότι αφ’ ενός μεν αυτός ο ίδιος ήτο ο κύριος υπαίτιος της δημιουργηθείσης καταστάσεως, αφ’ ετέρου δε ότι τόσον ο Κωνσταντίνος όσον και αι αντίθετοι προς το κόμμα των Φιλελευθέρων κυβερνήσεις έπραξαν το καθήκον των και κατ’ ουδέν κατέστησαν υπαίτιοι των επελθόντων γεγονότων.
Επιπροσθέτως ο λόγος ούτος δεν άφινεν ουδεμίαν αμφιβολίαν περί των διαθέσεων του αρχηγού του κόμματος των Φιλελευθέρων, ο οποίος ήτο αποφασισμένος να πραγματοποιήση το σχέδιόν του, υπερπηδών πάντα τα εμπόδια και παραβλέπων πάσαν δυσχέρειαν.


Πολλοί αξιωματικοί εκ των μάλλον φανατικών βασιλοφρόνων συνήλθον την εσπέραν της ημέρας καθ’ ην ο κ. Βενιζέλος εξεφώνησε τον λόγον εκείνον και συνεζήτησαν την άποψιν της λήψεως δραστικών μέτρων εναντίον του κ. Βενιζέλου. Κατόπιν όμως μακράς συζητήσεως αι γνώμαι εδιχάσθησαν και εκρίθη σκόπιμον να αναβληθή η λήψις οιασδήποτε αποφάσεως.
Τεσσαράκοντα και οκτώ ώρας μετά το συλλαλητήριον των Φιλελευθέρων συνεκροτήθη μέγα συλλαλητήριον των αντιβενιζελικών, καθ’ ο ωμίλησαν οι Δ. Ράλλης και Δ. Γούναρης απαντήσαντες εις τον λόγον του κ. Βενιζέλου και υπεραμυνθέντες της πολιτικής των.
Η Καθημερινή, 17 Ιουνίου 1930
Το κίνημα της Θεσσαλονίκης
Οι εκ της Ανατολικής Μακεδονίας συρρέοντες εις Θεσσαλονίκην πρόσφυγες και η εκ της παρουσίας αυτών δημιουργουμένη ψυχολογική κατάστασις εφάνη πρόσφορος εις τον κ. Βενιζέλον και τους ως όργανον μεταχειριζομένους τούτον ξένους όπως θέσωσιν εις ενεργείαν τα από πολλού μελετώμενα και καταστρωνόμενα σχέδιά των. Τα σχέδια ταύτα συνίσταντο εις την ανατροπήν του νομίμου καθεστώτος και τον άνευ όρων και οιασδήποτε αυτοβουλίας εξαναγκασμόν της Ελλάδος όπως παράσχη τας στρατιωτικάς αυτής δυνάμεις προς εξυπηρέτησιν των σκοπών και των συμφερόντων των Συμμάχων.
Προς τον σκοπόν τούτον εσχηματίσθη η αποκληθείσα επιτροπή της «Εθνικής Αμύνης», η οποία είχε την αφέλειαν να πιστεύη ή διετείνετο ότι επίστευεν ότι θα κατήρτιζεν εθελοντικόν στρατόν δυνάμενον να δράση εν Ανατολική Μακεδονία αποδιώκων τους εισβαλόντας Γερμανοβουλγάρους. Ο στρατηγός Σαρράιγ ενεθάρρυνε τα σχέδια ταύτα, εσχηματίσθη δε ο πρώτος πυρήν της επιτροπής της Εθνικής Αμύνης την οποίαν συνεκρότησαν οι εξ Ανατολικής Μακεδονίας πολιτευταί κ.κ. Πάζης και Δίγκας και οι εκ Θεσσαλονίκης πολιτευόμενοι κ.κ. Αγγελάκης, Ζάννας και άλλοι οι οποίοι ήλθον εις επαφήν και μετά πολλών αξιωματικών του Γ΄ Σώματος Στρατού, ιδία δε μετά των αδελφών Εμμανουήλ Ζυμβρακάκη, υποστρατήγου και υπασπιστού του Κωνσταντίνου, και Επαμ. Ζυμβρακάκη, αντισυνταγματάρχου του ιππικού, Κωνσταντίνου Μαζαράκη Αινιάνος και άλλων.
Πάντες όχι μόνον ευρέθησαν σύμφωνοι, αλλά και έθεσαν τας βάσεις πολύ ευρυτέρων σχεδίων.
Η Επιτροπή της Εθνικής Αμύνης κατηρτίσθη μετά την προσχώρησιν και άλλων μελών ως εξής:
Επαμ. Ζυμβρακάκης, αντισυνταγματάρχης του ιππικού, πρόεδρος, Κ. Μαζαράκης, αντισυνταγματάρχης του πυροβολικού, Δημ. Κοκκαλάς, μοίραρχος, Περ. Αργυρόπουλος, Αλέξ. Ζάννας, Γ. Ζερβός, Δ. Πάζης και Ν. Γραίκος.
Εκ των ενόπλων τμημάτων πρώτον εξ όλων ανεχώρησεν ο λόχος χωροφυλακής υπό τον υπομοίραρχον κ. Μ. Τσάκωναν, το τμήμα δε τούτο ηκολούθησε σημαντικόν μέρος της εκ Κρητών ως επί το πλείστον αν μη σχεδόν αποκλειστικώς συγκειμένης Χωροφυλακής της Θεσσαλονίκης.
Τα τμήματα ταύτα της χωροφυλακής κατέλαβον το Διοικητήριον, εντός του οποίου εγκατεστάθη ο πρόεδρος της επιτροπής κ. Επαμ. Ζυμβρακάκης, ομάδες δε λαού προσήλθον σχηματισθείσης ούτω μεγάλης διαδηλώσεως.
Από του Διοικητηρίου επί κεφαλής της διαδηλώσεως ετέθη ο κ. Επαμ. Ζυμβρακάκης, εκείθεν δε οι διαδηλωταί κατηυθύνθησαν εις το Γαλλικόν Στρατηγείον, εις ο ανήλθεν ο αρχηγός του Κινήματος και εγένετο δεκτός υπό του στρατηγού Σαρράιγ.
Η παρά τω αρχιστρατήγω των συμμαχικών στρατευμάτων ακρόασις του κ. Ζυμβρακάκη διήρκεσεν ολίγα λεπτά, μεθ’ ο κατελθών ούτος ίππευσεν εκ νέου και αποταθείς προς τους ακολουθούντας αυτόν προσεφώνησεν αυτούς διά λόγου εκ του οποίου καταφαίνεται σαφώς ποία ήτο η σχέσις του στρατηγού Σαρράιγ προς τα γεγονότα ταύτα.
«Έσχον την τιμήν, είπεν ο κ. Ζυμβρακάκης, να γίνω δεκτός παρά τω αρχιστρατήγω των συμμαχικών στρατευμάτων και υπέβαλον αυτώ την εντολήν την οποίαν μοι ανεθέσατε, τουτέστι να πολεμήσωμεν προς εκδίωξιν των Βουλγάρων εκ του πατρίου εδάφους.
»Ο αρχιστράτηγος των συμμαχικών στρατευμάτων μοι απήντησε και μοι ενετείλατο να διαβιβάσω προς υμάς ότι είνε λίαν συγκεκινημένος διά τας εκδηλώσεις ταύτας και ότι θα ήτο λίαν ευτυχής αν κατά την στιγμήν ταύτην ήτο εδώ άπασα η φρουρά της Θεσσαλονίκης ετοίμη να αγωνισθή παρά το πλευρόν της Αντάντ. Καλώ λοιπόν όλον τον λαόν της Θεσσαλονίκης να ορκισθή ότι όταν θα κληθή θα σπεύση να εκτελέση το ύψιστον προς την Πατρίδα καθήκον».
Δηλαδή με άλλας λέξεις όλοι εκείνοι οι οποίοι ηκολούθησαν τον Επ. Ζυμβρακάκην και την επιτροπήν της «Εθνικής Αμύνης» είχον τεθή εις την υπηρεσίαν των Συμμάχων και ιδιαιτέρως των Γάλλων. Ποία υπήρξεν η ανταπόδοσις των Συμμάχων και των Γάλλων θα ίδωμεν κατά την εξέλιξιν των γεγονότων.
Εκ του γαλλικού Στρατηγείου διά της παραλιακής λεωφόρου Νίκης οι διαδηλωταί έφθασαν προ του οικήματος, το οποίον εχρησίμευσεν ως ελληνικόν Στρατηγείον κατά την εκδίωξιν των Βουλγάρων εκ Θεσσαλονίκης, την θύραν του οποίου παρεβίασαν και εγκατέστησαν εντός αυτού την επιτροπήν.
Εκείθεν η διαδήλωσις, ή μάλλον οι μετέχοντες του κηρυχθέντος πλέον Κινήματος, κατηυθύνθησαν προς το Πεδίον του Άρεως, όπου το Γ΄ Σώμα Στρατού, επιτροπή δε παρουσιάσθη εις τον επιτελάρχην αυτού αντισυνταγματάρχην τότε του πυροβολικού και ήδη αντιστράτηγον και νομάρχην Αττικής κ. Ν. Τρικούπην και εζήτησε την παράδοσιν των στρατώνων και την προσχώρησιν του στρατού.
Ο κ. Ν. Τρικούπης μετήλθεν αυστηράν γλώσσαν προς τους μετέχοντας του Κινήματος και ηρνήθη διαρρήδην να δεχθή οιανδήποτε μετ’ αυτών συζήτησιν.
Εν τω μεταξύ τα τρία συντάγματα της 11ης Μεραρχίας, το 13ον, το 27ον και το 28ον, παρέμενον εν επιφυλακή εις τους όπισθεν στρατώνας των, έτοιμα διά παν ενδεχόμενον.
Ούτω παρήλθεν η ιστορική εκείνη ημέρα, καθ’ όλην δε την νύκτα και αι προσχωρήσασαι εις το Κίνημα δυνάμεις και τα τμήματα του Γ΄ Σώματος παρέμειναν επί ποδός πολέμου και έστησαν προφυλακάς γύρω του Πεδίου του Άρεως.
Περί την 6ην πρωινήν ώραν κατέφθασε και ο αρχιστράτηγος Σαρράιγ.
Ταυτοχρόνως συμμαχικά αεροπλάνα ιπτάμενα υπέρ τους στρατώνας έρριπτον προκηρύξεις διά των οποίων προετρέποντο οι στρατιώται να αυτομολήσουν προς το Κίνημα. Αι προκηρύξεις αύται έφερον τας κάτωθι υπογραφάς:
Ε. Ζυμβρακάκης, αντισυνταγματάρχης ιππικού, Κ. Μαζαράκης, αντισυνταγματάρχης πυροβολικού, Δημ. Κοκκαλάς, μοίραρχος, Περ. Αργυρόπουλος, Αλέξ. Ζάννας, Γεωρ. Ζερβός, ιατρός, αντιπρόσωπος Δράμας, Δ. Πάζης, ιατρός, αντιπρόσωπος Σερρών, Π. Γραικός, δικηγόρος, αντιπρόσωπος Φλωρίνης.
Ήδη ας ίδωμεν τι περί τούτων γράφει εις το βιβλίον του ο στρατηγός Σαρράιγ.
«Την 17ην Αυγούστου, εις απάντησιν τρόπον τινά της εις Ανατολικήν Μακεδονίαν εισβολής των Βουλγάρων, εν Θεσσαλονίκη συνέβησαν γεγονότα ενέχοντα τον χαρακτήρα του πλήρους πραξικοπήματος.
»Κατά μήναν Μάιον, μετά την κατάληψιν του Ρούπελ, ειδοποιήθην, ως εξέθεσα εις έτερον κεφάλαιον του βιβλίου μου, ότι ο Βενιζέλος ήθελε να κηρύξη χωριστικόν κίνημα. Ο ναύαρχος ντε Ρόμπεκ δεν ήτο καθόλου ενάντιος εις την μεταφοράν εις Θεσσαλονίκην των οπαδών του Βενιζέλου. Εάν αι πληροφορίαι μου ήσαν αληθείς, και εν Παρισίοις ακόμη δεν υπήρχε πλήρης εναντιότης εις το κίνημα τούτο και ο Βενιζέλος, φίλος της Αντάντ, θα ηδύνατο να εγκατασταθή εν Θεσσαλονίκη τη βοηθεία των Συμμάχων, διά να αντιταχθή κατά βασιλέως όστις παρεβίαζε το Σύνταγμα.
»Εν άλλαις λέξεσι θα εκήρυττε νόμιμον επανάστασιν, την οποίαν όχι μόνον θα ηνείχοντο, αλλά και θα ηυνόουν αι προστάτιδες της Ελλάδος Δυνάμεις. Αλλ’ η Αγγλία δεν προσεχώρησεν εις την άποψιν ταύτην.
»Μήπως ο Κωνσταντίνος δεν ήτο γυναικάδελφος του Κάιζερ και ταυτοχρόνως εξάδελφος του βασιλέως της Αγγλίας;
»Εκείνο όμως, το οποίον δεν ετόλμησε να κάμη εις πρώην πρωθυπουργός και εις πρώην επαναστάτης, το έκαμον οι οπαδοί του, απηύθυνον δε εις Παρισίους την ακόλουθον αναφοράν περί των γεγονότων:
»Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας συνεκροτήθη εν Θεσσαλονίκη και εξέδωκε προκηρύξεις προς τον λαόν της Μακεδονίας καλούσα αυτόν όπως ταχθή παρά το πλευρόν της Αντάντ. Ο συνταγματάρχης Ζυμβρακάκης και ο αντισυνταγματάρχης Μαζαράκης κατέλαβον τας διαφόρους ελληνικάς υπηρεσίας, υποστηριζόμενοι παρ’ ολοκλήρου της χωροφυλακής και του πυροβολικού Θεσσαλονίκης.
»Εν τούτοις της 18ην Αυγούστου εξεδηλώθη φιλοβασιλική αντίδρασις.
Η Καθημερινή, 18 Ιουνίου 1930
Ο Σαρράιγ για το κίνημα της Θεσσαλονίκης
Εν Θεσσαλονίκη είχον άλλην πολύ σπουδαιοτέραν εργασίαν και αποστολήν, συνεχίζει ο στρατηγός Σαρράιγ, ώστε δεν ηδυνάμην να ανεχθώ διαταραχήν της τάξεως. Επωφελήθην άλλωστε της περιστάσεως διά να λύσω άπαξ διά παντός ζήτημα το οποίον δεν είχε μέχρι τότε λυθή και το οποίον εφαίνετο άλυτον, τουτέστι την εκείθεν απομάκρυνσιν των ελληνικών δυνάμεων.
»Κατά μήνα Ιούνιον, όταν εκήρυξα τον στρατιωτικόν νόμον, εζήτησα από την Κυβέρνησίν μου όπως μοι επιτρέψη να προβώ εις την απομάκρυνσιν ταύτην. Επειδή όμως οι Άγγλοι αντετάσσοντο, ηνέχθην το καθεστώς εκείνο διά να μη τους δυσαρεστήσω.
»Η εν τη πόλη παρουσία των στρατευμάτων τούτων, των οποίων αι προθέσεις ήσαν αμφίβολοι, ηδύνατο από στρατιωτικής απόψεως να δημιουργήση σοβαρόν κίνδυνον διά τους Συμμάχους.
»Από άλλης απόψεως, η παρουσία των και η παραμονή των εν Θεσσαλονίκη εξεπροσώπει την ελληνικήν κατοχήν της πόλεως. Δεν εναπέκειτο άλλως τε εις εμέ να λύσω προ του τέρματος των εχθροπραξιών ζήτημα διπλωματικόν ως το της οριστικής ρυθμίσεως της τύχης της Θεσσαλονίκης.
“Εις ποίον η Θεσσαλονίκη;” Εις το ερώτημα τούτο δεν ήμην εγώ ο ενδεδειγμένος όπως απαντήσω.
»Την 18ην Αυγούστου απηύθυνε εις Παρισίους την ακόλουθον αναφοράν, διά της οποίας καθώριζον τα γεγονότα:
“Συνταγματάρχης Τρικούπης, αρχηγός του Επιτελείου Γ’ Σώματος Στρατού, επεχείρησε την νύκτα εναντιωθή εμπράκτως κατά επαναστατικής κινήσεως, την οποίαν ανήγγειλον διά χθεσινού τηλεγραφήματός μου. Υπάρχουν τρεις νεκροί και πέντε τραυματίαι. Περικυκλωθείς υπό επαναστατών και ειδοποιηθείς παρ’ εμού ότι κατ’ ουδένα λόγον έπρεπε να διαταραχθή η τάξις εν Θεσσαλονίκη, ήρχισε διαπραγματεύσεις μεθ’ ημών αρνηθείς να συζητήση μετά επαναστατικής επιτροπής. Κατόπιν των διαπραγματεύσεων τούτων, πάντες οι αξιωματικοί μετά των όπλων των και πάντες οι στρατιώται άνευ όπλων ευρίσκονται την στιγμήν ταύτην εις χείρας μας. Αξιωματικοί και στρατιώται εκ των επιθυμούντων όπως πολεμήσουν υπέρ της Αντάντ θα ενισχύσουν τα σώματα των Ελλήνων εθελοντών. Εκ των μη επιθυμούντων να πολεμήσουν μεθ’ ημών, οι μεν στρατιώται ευρίσκονται περιωρισμένοι εις το γαλλικόν στρατόπεδον, οι δε αξιωματικοί εντός ατμοπλοίου και θα κατευθυνθώσιν, εκτός αν διαταχθή άλλως, προς Πειραιά. Την στιγμήν ταύτην η ελληνική Μεραρχία Θεσσαλονίκης δεν υφίσταται πλέον.
Σαρράιγ”
»Ακολουθών την γραμμήν την οποίαν εξ αρχής εχάραξα, δεν ανεμίχθην εις τα εσωτερικά γεγονότα και άφησα τους Έλληνας να ενεργούν ελευθέρως.
»Ο στρατηγός Ζυμβρακάκης αφιχθείς εξ Αθηνών ολίγον μετά τα γεγονότα της 17ης και 18ης Αυγούστου ανέλαβε την αρχηγίαν του Κινήματος. Ήμην ευτυχής, διότι εν τω προσώπω του επανεύρισκον τον παλαιόν γαλλόφιλον διοικητήν της 11ης Μεραρχίας, του οποίου είχον εκτιμήσει τον χαρακτήρα και τας στρατιωτικάς γνώσεις.
»Τέλος μοι ανηγγέλθη και η προσεχής άφιξις του Βενιζέλου.
»Από ελληνικής απόψεως, τα γεγονότα ταύτα απετέλουν δεξιώτατον ελιγμόν. Ερχόμενος εις Θεσσαλονίκην και τασσόμενος παρά το πλευρόν μας τι έκαμεν ο Βενιζέλος; Η Θεσσαλονίκη, η φθονουμένη και υπό πάντων επιθυμητή πόλις, θα έμενε διά παντός ελληνική, οιοσδήποτε και αν εξήρχετο νικητής εκ του παγκοσμίου πολέμου.
»Ο Κωνσταντίνος είχε ταχθή με την Γερμανίαν.
Ο Βενιζέλος με την Συνεννόησιν».
Ταύτα έγραφεν ο Σαρράιγ και ουδένα είνε δυνατόν να διαφύγη το πνεύμα των γραφομένων του τούτων.
Όπως δε αποκαλύπτει εις το κεφάλαιον του βιβλίου του, το οποίον παρεθέσαμεν ανωτέρω, είχε προ πολλού προτείνει την εκ Θεσσαλονίκης απομάκρυνσιν των ελληνικών δυνάμεων, αι οποίαι, ως ο ίδιος ομολογεί, εξεπροσώπουν την επί της υπό πάντων εποφθαλμιουμένης ταύτης πόλεως ελληνικήν κατοχήν. Διότι κατά τας αντιλήψεις του στρατηγού Σαρράιγ η οριστική τύχη της ελληνικωτάτης ταύτης πόλεως θα εκρίνετο μετά την έκβασιν του πολέμου!…
Αι αντιλήψεις αύται του στρατηγού Σαρράιγ, ως είδομεν εκ της εξιστορήσεως των γεγονότων, δεν ήσαν καθόλου αντίθετοι προς τας αντιλήψεις των Συμμάχων Κυβερνήσεων και ιδία της Ρωσσίας και της Γαλλίας, αι οποίαι εθεώρουν την Μακεδονίαν, ευθύς από της ενάρξεως του πολέμου, ως δόλωμα όπως προσελκύσωσι συμμάχους και υπέσχοντο αυτήν εις την Βουλγαρίαν, χωρίς να λαμβάνωσιν υπ’ όψιν ότι επί της χώρας ταύτης ουδέν απολύτως είχον δικαίωμα.
Η Ρωσσία επεδίωκε διά του πολέμου την πραγματοποίησιν των προαιωνίων σλαυικών ονείρων, τουτέστι την κάθοδον εις την Μεσόγειον και την κατάληψιν της Κωνσταντινουπόλεως και των Στενών. Και επειδή δεν ηδύνατο να ζητήση την προς την Θράκην και την Μακεδονίαν επέκτασίν της, επεδίωκε την προσάρτησιν ταύτης εις την Βουλγαρίαν, την οποίαν θα έσυρε παρά το πλευρόν της μεταχειριζομένη την ελληνικήν ταύτην χώραν ως δόλωμα.
Ενώ τα γεγονότα εξειλίσσοντο γοργώς εν Θεσσαλονίκη, την πρωίαν της 24ης Αυγούστου εγνώσθη εις τον Πειραιά ότι ισχυρός αγγλογαλλικός στόλος εθεάθη πλέων προς το ακρωτήριον Κυνόσουρα.
Το υπουργείον των Ναυτικών πληροφορηθέν την εμφάνισιν του συμμαχικού στόλου διέταξε το αντιτορπιλλικόν «Σφενδόνη», όπως πλεύση προς τα εκεί και εξακριβώση τα συμβαίνοντα, αλλ’ άμα τη εμφανίσει της «Σφενδόνης» ο συμμαχικός στόλος απήρεν ανοιχθείς εις το πέλαγος.
Την επομένην εν γαλλικόν καταδρομικόν κατέπλευσεν εις το Φάληρον, αλλά μετ’ ολίγον απέπλευσεν, ενώ εισέπλεεν εις τον Φαληρικόν όρμον εν αγγλικόν πολεμικόν.
Βραδύτερον, περί την 11ην πρωινήν ώραν, ο σηματογράφος του λιμένος Πειραιώς ανήγγειλε την εμφάνισιν εις ολίγα μίλια εκείθεν των Φλεβών ισχυρού στόλου πλέοντος προς τον Πειραιά. Η είδησις ανεκοινώθη αμέσως εις το Υπουργείον των Ναυτικών, ο δε υπουργός Δαμιανός έσπευσεν ανησυχών να μεταβή εις Ναύσταθμον όπου συνεννοήθη μετά του Διευθυντού του Ναυστάθμου και του αρχηγού της Υποβρυχίου Αμύνης, διαταχθέντος συγχρόνως του Λιμεναρχείου όπως ειδοποιήση άπαντας τους αξιωματικούς και ναύτας να μεταβώσιν εις τα πλοία των και ανακαλέση τας τυχόν χορηγηθείσας αδείας των.
Το απροσδόκητον και σοβαρόν γεγονός της εμφανίσεως τόσον ισχυρού Συμμαχικού στόλου προ των Φαληρικών υδάτων, γνωσθέν αστραπιαίως εις τον Πειραιά, προεκάλεσε κατάπληξιν ουχί άμικτον ανησυχίας.
Εν τω μεταξύ ο Συμμαχικός στόλος, αποτελούμενος εκ 37 όλων σκαφών, πλέων εις τάξιν παραγωγής, επλησίαζεν ολοέν με μεγαλοπρεπή βραδύτητα προς τον Ναύσταθμον.
Ο ισχυρός Συμμαχικός στόλος έπλευσε διά βραδειών κινήσεων προς τον κόλπον του Κερατσινίου και παρά την νησίδα Ψυττάλειαν.
Εκείθεν δύο αντιτορπιλλικά κατηυθύνθησαν μέχρι των συρματοπλεγμάτων του Ναυστάθμου, οπόθεν επανήλθον εις την ναυαρχίδα, εις τον διοικητήν της οποίας ανέφερον διαφόρους πληροφορίας εκ της κατοπτεύσεώς των.
Έτερον αντιτορπιλλικόν, αποσπασθέν του στόλου, εισήλθεν εις τον προλιμένα και ηγκυροβόλησε παρά τον βραχίονα της Ακτής Θεμιστοκλέους.
Μία άλλη μοίρα καταδρομικών περιέπλεε γύρω της Πειραϊκής χερσονήσου.
Αι κινήσεις αύται εξηκολούθησαν μέχρι της εσπέρας, οπότε ήρχισαν να καταφθάνουν και έτερα σκάφη, θωρηκτά, ως εφαίνοντο εκ του επιβλητικού των μεγέθους, τα οποία παρέπλεον μεταξύ του Φαληρικού κόλπου και του κόλπου του Κερατσινίου.
Εν τω μεταξύ αι δύο ατμάκατοι αι εκτελούσαι την συγκοινωνίαν Πειραιώς – Ναυστάθμου δεν ηδυνήθησαν ν’ αποπλεύσουν ούτε εκείθεν ούτε εντεύθεν.
Οι δε ναύται οι ευρισκόμενοι εις Πειραιά ηναγκάσθησαν να μεταβούν πεζή εις Πέραμα και εκείθεν να διαπεραιωθούν εις τον Ναύσταθμον. Επίσης και η τροφοδοσία των οπλιτών εν γένει εγένετο διά σουστών μέσω Περάματος.
Περί την 7ην εσπερινήν ώραν δύο ατμάκατοι γαλλικαί ρυμουλκούσαι αγήματα εικοσάδος περίπου ναυτών εισέπλευσαν εις τον λιμένα Πειραιώς και κατηυθύνθησαν εις την Ηετωνείαν ακτήν, όπου ήσαν ηγκυροβολημένα τα γερμανικά φορτηγά «Σκύρος», «Σέριφος», «Ανατολή» και «Τήνος», τα οποία είχον αποκλεισθή εκεί από της ενάρξεως του πανευρωπαϊκού πολέμου.
Μόλις προσήγγισαν αι ανωτέρω ατμάκατοι εις τα τέσσαρα γερμανικά πλοία, τα αγήματα των Γάλλων ναυτών ανελθόντα επί των γερμανικών ηχμαλώτισαν τα πληρώματά των, τα οποία επεβίβασαν επί των ατμακάτων των και ύψωσαν την γαλλικήν σημαίαν.
Ο Συμμαχικός στόλος προς το εσπέρας περιέβαλε το αγκυροβόλον του εν Ναυστάθμω διά συρματοπλεγμάτων καθ’ όλην την έκτασιν από Ψυτταλείας μέχρι του Κερατσινίου διά τον φόβον αιφνιδιασμού γερμανικών υποβρυχίων.
Ο τρόπος της εγκαταστάσεως των συρματοπλεγμάτων υπό του Συμμαχικού στόλου κατά τους ειδικούς δεν προέδιδε βραχείαν την εν Κερατσινίω διαμονήν του, τούτο δε ενισχύετο και εκ του γεγονότος ότι προέβησαν εις την κατάσχεσιν του λειτουργούντος εις την εκεί ακτήν ασυρμάτου τηλεγράφου. Εκτός των άλλων ενεργειών του καταπλεύσαντος Συμμαχικού στόλου παρημποδίσθη και ο απόπλους εκ Πειραιώς των ελληνικών ατμοπλοίων.
Ολίγον μετά μεσημβρίαν το αντιτορπιλλικόν «Ναυκρατούσα», πλέον προς τον Ναύσταθμον, διετάχθη υπό γαλλικού πολεμικού να σταματήση. Επειδή δε ο Έλλην κυβερνήτης δεν υπήκουσε, το γαλλικόν έρριψε κατ’ αυτής άσφαιρον βολήν, αλλ’ η «Ναυκρατούσα» εξηκολούθησε τον πλουν της.
Η Καθημερινή, 19 Ιουνίου 1930
Το ανθρωποκυνηγητόν εις τας οδούς των Αθηνών
Τας τρεις πρώτας νύκτας, αι οποίαι επηκολούθησαν την επίδοσιν της διακοινώσεως, αι οδοί των Αθηνών παρουσίασαν παράδοξον θέαμα.
Ευθύς ως έδυεν ο ήλιος, μακρά σειρά κλειστών αυτοκινήτων, επί των οποίων επέβαινον πράκτορες της συμμαχικής αστυνομίας, διέσχιζε τας συνοικίας της πόλεως, προς αναζήτησιν των υπόπτων επί κατασκοπεία ατόμων, τα οποία συνελαμβάνοντο και εντός αυτών ακόμη των οικιών των. Άλλοι πάλιν εκ τούτων φοβούμενοι να παραδοθώσι προσεπάθoυν να διαφύγουν την σύλληψιν διά της φυγής. Ήρχιζε τότε το ανθρωποκυνηγητόν.
Οι πράκτορες της συμμαχικής αστυνομίας κατήρχοντο τότε των αυτοκινήτων και με τα περίστροφα εις την χείρα περιεκύκλουν ολόκληρον την συνοικίαν, ήρχιζον δε τας ερεύνας εις τας οικίας ή έτρεχον διά να συλλάβουν τον φεύγοντα ύποπτον.
Πολλοί εκ τούτων αντέταξαν και αντίστασιν, συνήφθησαν δε πραγματικαί μάχαι εις τινας συνοικίας των Αθηνών.
Εννοείται ότι η ηχώ των γεγονότων τούτων δεν εξήρχετο των ορίων της Ελλάδος, διότι η αυστηρά λογοκρισία των Συμμάχων ημπόδιζε την αναγραφήν των. Και όχι μόνον τούτο, αλλά και η εν γένει εν Ελλάδι κατάστασις παριστάνετο υπό των επισήμων ως μη εμφανίζουσα τίποτε το εξαιρετικόν. Ιδού δε πώς ο πρωθυπουργός της Γαλλίας κ. Μπριάν παρέστησε ταύτην από του βήματος της γαλλικής Βουλής την 22αν Αυγούστου.
«Η εισβολή των Βουλγάρων εις την Μακεδονίαν χωρίς να συναντήση σοβαράν αντίστασιν εκ μέρους της Ελλάδος και η δράσις των εν Ελλάδι προπαγανδιστών και κατασκόπων πρακτόρων της Γερμανίας, ήτις εξηκολούθει ατιμωρητεί, έκαμε τους Συμμάχους να λάβουν ή ν’ απαιτήσουν απαραίτητα μέτρα διά την ασφάλειαν των στρατευμάτων μας. Η Κυβέρνησις του κ. Ζαΐμη, προς την ειλικρίνειαν του οποίου είνε δίκαιον ν’ αποδοθή φόρος τιμής, μας παρέσχε τας πρώτας ικανοποιήσεις τας οποίας επεθυμούμεν.
»Ελπίζομεν ότι ο Ελληνικός λαός θα κατανοήση τους λόγους και το αντικείμενον της επεμβάσεώς μας.
»Εκλήθημεν εις την Θεσσαλονίκην διά να συντελέσωμεν εις την άμυναν της Σερβίας, συμμάχου της Ελλάδος. Εξακολουθούμεν μέχρι τέλους το έργον, διά τον οποίον εγένετο έκκλησις προς την σύμπραξίν μας. Υπό τοιούτους όρους δεν θα ηδυνάμεθα να εκθέσωμεν εις κίνδυνον, λόγω της δράσεως των εχθρών μας και των συνενόχων των, την επιτυχίαν των επιχειρήσεων των διεξαγομένων υπό των συμμαχικών στρατευμάτων. Επεμβαίνοντες όμως τοιουτοτρόπως δεν εσκέφθημεν μόνον την ασφάλειαν των στρατευμάτων μας, αλλ’ ελάβομεν υπ’ όψιν και αυτό τούτο το συμφέρον της Ελλάδος. Ηθελήσαμεν άπαξ έτι να παίξωμεν τον εκ παραδόσεως ρόλον των Προστατίδων Δυνάμεων, αι οποίαι εννοούν να διαφυλάξουν τα ελληνικά εδάφη και να παράσχουν εις τον ελληνικόν λαόν, απειλούμενον υπό των πλεονεξιών των κοινών εχθρών του απαραίτητον βοήθειαν προς υπεράσπισιν της ανεξαρτησίας του».
Παρά του αντιστρατήγου κ. Μοσχοπούλου, σχετικώς με την υπό του Σαρράιγ κήρυξιν του στρατιωτικού νόμου εν Θεσσαλονίκη κατά την ημέραν της ονομαστικής εορτής του Βασιλέως Κωνσταντίνου, ελάβομεν την κάτωθι επιστολήν.
Προτού εκθέσω λεπτομερώς τα λαβόντα χώραν κατά την ημέραν εκείνην, ανάγκη να περιγράψω δύο γεγονότα εις α μέχρι της εποχής εκείνης ο αρχιστράτηγος των συμμαχικών στρατευμάτων εκ 350.000 μαχητών εστηρίχθη διά να δικαιολογήση την απέναντι του εχθρού αδράνειάν του.
Είνε αναμφισβήτητον ότι το πρώτον μέλημα ενός αρχηγού στρατηγού οιασδήποτε μονάδος ευρισκομένου απέναντι του εχθρού, είτε να εξασφαλίση το στράτευμά του δι’ όλων των εξασφαλιστικών μέσων άτινα διαθέτει. Ο στρατηγός όμως Σαρράιγ τα μέσα αυτά τα είχε πλήρως, επί πλέον δε ευρισκόμενος εις ξένον Κράτος και φιλοξενούμενος παρ’ αυτού, είχε λάβει επανειλημμένας επισήμους εγγυήσεις και εκ μέρους του Βασιλέως και εκ μέρους της Κυβερνήσεως Σκουλούδη περί της ασφαλείας των συμμαχικών στρατευμάτων.
Τα γεγονότα ταύτα ήσαν δύο ανοησίαι εξ ανοήτων προερχόμεναι, αίτινες εξεδηλώθησαν προ της κηρύξεως του στρατιωτικού νόμου, και όταν αργότερον συνηντήθην μετά της Α. Μεγαλειότητος του Βασιλέως και τας ανεκοίνωσα, τόσον εξωργίσθη ώστε εν τη δικαία του αγανακτήσει μοι είπε, «τοιαύτας μωρίας μόνον δεκανείς επιτρέπεται να κάμουν».
Η μία εκ τούτων ήτο το διάβημα του εφέδρου ανθυπολοχαγού Αυδή να ενώση διά σύρματος την τηλεφωνικήν γραμμήν των συμμαχικών στρατευμάτων την διερχομένην παραλλήλως και εγγύτατα της ελληνικής τηλεφωνικής γραμμής. Διά το λάθος τούτο εγένοντο αι δέουσαι παραστάσεις προς τον στρατηγόν Σαρράιγ να κατασκευάσωσιν εντελώς ιδίαν τηλεφωνικήν γραμμήν πολύ μακράν της ιδικής μας, δεν το εδέχθη όμως. Ο ανθυπολοχαγός Αυδής, φρονών ότι προσφέρει ανεκτιμήτους υπηρεσίας εις τον εντολέα του, προσεπάθει να υποκλέπτη τηλεφωνήματα προερχόμενα από διαφόρους στρατιωτικάς αρχάς των συμμαχικών, ήτοι τηλεφωνήματα της τρεχούσης υπηρεσίας, διότι σοβαρά τηλεφωνήματα αφορώντα πολεμικάς επιχειρήσεις και κινήσεις στρατευμάτων θα ήτο μωρία εκ μέρους ανωτάτων στρατιωτικών διοικήσεως ή και άλλων να διαβιβάζωνται τηλεφωνικώς, ή τουλάχιστον θα εδίδοντο κρυπτογραφικώς. Η δευτέρα ανοησία ήτο η έλευσις εξ Αθηνών εις Θεσσαλονίκην δι’ αυτοκινήτου τριών χωροφυλάκων εν περιβολή ιδιωτική, οίτινες ως εκ της υφισταμένης λογοκρισίας εκ μέρους των συμμάχων εκόμιζον υπηρεσιακά τίνα έγγραφα και επιστολάς προς τίνα άτομα. Οι χωροφύλακες ούτοι ανεκαλύφθησαν παρά των συμμάχων αλλά δεν ημποδίσθησαν να εκτελέσωσι την αποστολήν των, έτυχον όμως, στενοχωρηθείς διά τούτο, σφοδράς διαμαρτυρίας εκ μέρους του Σαρράιγ.
― Στρατηγέ μου, απήντησα, ταχυδρομεία δεν έχομεν, τηλεγραφεία επίσης, είμεθα εντελώς αποκεκομμένοι από την πρωτεύουσαν, πώς επί τέλους θα συνεννοούμεθα με την Κυβέρνησίν μας;
― Αυτό δι’ εμέ, απήντησεν, είνε, στρατηγέ μου, δευτερεύον ζήτημα. Εννοώ να εξασφαλίσω το στράτευμά μου.
Αυτάς τας δύο ανοησίας λαβών ο στρατηγός Σαρράιγ ως επιχείρημα, τις οίδε δε πώς τας παρέστησεν εν Παρισίοις, απεφάσισε την κήρυξιν του στρατιωτικού νόμου κατά το μεσονύκτιον της 20ής Μαΐου, διά τοιχοκολλήσεως εις τας οδούς την πρωΐαν της 21ης Μαΐου ημέραν ονομαστικής εορτής του Βασιλέως Κωνσταντίνου.
Την αγανάκτησίν του διά πρώτην φοράν ευρίσκω δικαίαν, ουχί όμως και σοβαράν ώστε να καταλήξη εις τοιαύτα άδικα και εξευτελιστικά μέτρα εναντίον του προσώπου του Βασιλέως Κωνσταντίνου, εις το πρόσωπον του οποίου ώφειλε την τιμήν του Γαλλικού Έθνους και την εξασφάλισιν επί πλέον των συμμαχικών στρατευμάτων εν Θεσσαλονίκη.
Η ονομαστική εορτή του Βασιλέως Κωνσταντίνου, τη κοινή συνεννοήσει μετά του νομάρχου κ. Αθηνογένους απεφασίσθη να τελεσθή μεγαλοπρεπώς. Προς τον σκοπόν τούτον διέταξα την παράταξιν ολοκλήρου της φρουράς Θεσσαλονίκης αποτελουμένης εκ της ΧΙ μεραρχίας και λοιπών στρατιωτικών σωμάτων υπό την διοίκησιν του υποστρατήγου Εμ. Ζυμβρακάκη, και την στιγμήν καθ’ ην αύτη είχε περατωθή, μοι ανηγγέλθη η τοιχοκόλλησις του στρατιωτικού νόμου και η κατάληψις των παρόδων της λεωφόρου ένθα ήτο παρατεταγμένος ο ελληνικός στρατός, διά τμημάτων γαλλικού στρατού, πολυβόλων και τεθωρακισμένων αυτοκινήτων.
Η αγανάκτησις του λαού και του στρατού υπήρξε τοιαύτη, ώστε δεν απεκλείετο από μίαν οιανδήποτε μικράν αφορμήν να προκληθή σύρραξις εν μέση οδώ μεταξύ συμμαχικού στρατού και ελληνικού τοιούτου, και εν τοιαύτη απροόπτω καταστάσει ευρεθείς, λαβών την πρωτοβουλίαν διέταξα αμέσως την επάνοδον των στρατευμάτων εις τους στρατώνας και ούτω η δοξολογία της ονομαστικής εορτής του Βασιλέως εματαιώθη.
Μη αρκεσθείς όμως εις τα ανωτέρω και επιθυμών να έχω και την γνώμην του διοικητού των Αγγλικών στρατευμάτων στρατηγού Μιλν, του στρατηγού Μαόν αναλαβόντος διοίκησιν εις άλλο μέτωπον, απέστειλα αμέσως τον επιτελάρχην Τρικούπην με την εντολήν να παρακαλέση εκ μέρους μου τον στρατηγόν Μιλν εάν ούτος επιδοκιμάζει την διαγωγήν που στρατηγού Σαρράιγ κατά την ημέραν της ονομαστικής εορτής του Βασιλέως Κωνσταντίνου.
Ο στρατηγός Μιλν, ακούσας μετά προσοχής τον επιτελάρχην Τρικούπην και ευρεθείς προ απροόπτου, παρεκάλεσε τον Τρικούπην να αναμείνη επί 10 λεπτά έως ότου συγκαλέση το επιτελείον του και εκδώση την απόφασίν του, και πράγματι μετά σύντομον σύσκεψιν ο στρατηγός Μιλν καλέσας τον Τρικούπην είπεν επί λέξει τα εξής:
― Αναγγείλατε, παρακαλώ, εις τον στρατηγόν, ότι αυτήν την στιγμήν αρχηγός των συμμαχικών στρατευμάτων τυγχάνει ο στρατηγός Σαρράιγ, κατά συνέπειαν αυτός φέρει και την ευθύνην των πράξεών του. Πάντως, όμως, το γεγονός θα το αναγγείλω εις την Κυβέρνησίν μου.
Την επομένην 22αν Μαΐου και ώραν 11ης πρωΐας ελθών εις το γραφείον μου ο επιτελάρχης του στρατηγού Μιλν μοι ανήγγειλεν εκ μέρους του ότι η Αγγλική Κυβέρνησις απεδοκίμασε την πράξιν ταύτην του στρατηγού Σαρράιγ.
Η απάντησις αύτη της Αγγλικής Κυβερνήσεως όχι μόνον ήτο ικανοποιητική διά το πρόσωπον του Βασιλέως Κωνσταντίνου αλλά και χαρακτηριστική απάντησις εις τας μωρολογίας του στρατηγού Σαρράιγ, τας δημοσιευθείσας εις τον Παρισινόν Τύπον, επιρρίπτοντος την ευθύνην της ματαιωθείσης δοξολογίας εις εμέ, προφασιζομένου ότι ουδέν το κοινόν υπήρχε μεταξύ της κηρύξεως του στρατιωτικού νόμου και της ονομαστικής εορτής του Βασιλέως Κωνσταντίνου.
Αντιστράτηγος Μοσχόπουλος, Η Καθημερινή, 21 Ιουνίου 1930
Οι αντιλήψεις του Κωνσταντίνου
ΟΒασιλεύς Κωνσταντίνος την επομένην της παραιτήσεως του κ. Ζαΐμη και πριν ακόμη σχηματισθή η νέα κυβέρνησις, προδιαγράφων τρόπον τινά την πολιτικήν ην θα ηκολούθει αύτη, ωμίλησε προς τον απεσταλμένον του «Ηνωμένου Τύπου» της Αμερικής κ. Πάξτον Χίμπεν, εκθέσας τας αντιλήψεις του:
Ενείχε κάτι τι το ουσιωδώς τραγικόν, γράφει ο κ. Πάξτον Χίμπεν, η εικών της ισχυράς και αθλητικής μορφής του «Κωνσταντίνου του Βουλγαροκτόνου», εξηπλωμένου επί ενός ανακλίντρου εις τον σκοτεινόν θάλαμον, ενώ εις την σκιάν συνεχομένων δωματίων εφαίνοντο αδελφαί νοσοκόμοι και κατωτέρω δύο ιατροί εγρηγορούντες, ενώ η τύχη της Ελλάδος εις την παγκόσμιον κρίσιν κρέμαται εις την πλάστιγγα και οι παλαιοί της εχθροί κατέχουσι και πάλιν εδάφη, τα οποία ο πάσχων Μονάρχης διά του ξίφους του τόσον γενναίως προ τινος απηλευθέρωσεν.
Ο αδιάλειπτος πυρετός και ο συνεχής ερεθισμός του τραύματος, όστις κρατεί τον Βασιλέα
–συνηθισμένον εις ενεργοτέραν ζωήν– όχι μόνον περιωρισμένον εις την έπαυλιν του Τατοΐου, αλλά και εις κατάστασιν στραθεράς φυσικής ενοχλήσεως –όταν δεν του προξενεί πόνον– είνε τίποτε παραβαλλόμενος προς την ηθικήν αγωνίαν της προσπαθείας, όπως ίδη καθαρά εις εν συγκεχυμένον μέλλον υπό περιστάσεις από ώρας εις ώραν μεταβαλλομένας.
― Γνωρίζετε καλά ως πας τις, είπεν ο Βασιλεύς –διότι πολλάκις σάς ωμίλησα– ότι ουδέποτε υπήρξεν οιονδήποτε ζήτημα ότι η Ελλάς δεν θα ήθελε να πολεμήση, όταν θα ηδύνατο να ίδη ωρισμένα και θετικά ωφελήματα εις αυτήν την ενέργειαν. Το να είπη τις ότι έχω δώσει τον λόγον μου να μη κάμω πόλεμον είνε ανοησία. Το μόνον πράγμα, το οποίον πάντοτε με εκίνησεν ήτο το καλόν της χώρας μου, και μέχρι σήμερον η κατάστασις δεν εφανέρωσεν επαρκή βεβαιότητα ωφελημάτων, τα οποία θα προσεπορίζετο η Ελλάς εις αντιστάθμισμα των κινδύνων και των αδιαφιλονεικήτων θυσιών εις υπάρξεις και περιουσίας, αι οποίαι υποχρεωτικώς θα ηκολούθουν την είσοδόν μας εις τον πόλεμον. Δι’ ημάς ουδόλως πρόκειται περί απλής εκλογής ως συμβαίνει διά την Ρουμανίαν. Οιαδήποτε φάσις πρέπει να ζυγίζεται μετά μεγίστης επιμελείας. Αναμφιβόλως η παρουσία των Βουλγάρων εις το ελληνικόν έδαφος και η είσοδος της Ρουμανίας εις τον πόλεμον περιπλέκουν μεγάλως την κατάστασιν. Είνε νέα στοιχεία τα οποία δύνανται να αλλοιώσωσι τας προϋποθέσεις, επί των οποίων μέχρι σήμερον εβασίσθη –και είμαι πεπεισμένος– όρθως εβασίσθη η πολιτική της Ελλάδος. Δεν λέγω ότι αύτη δεν είνε η περίπτωσις, αλλά λέγω –και όστις δεν θα ήθελε να είνε πολύ άδικος εις την Ελλάδα οφείλει να το εννοήση– ότι υπάρχουν περισσότερα στοιχεία, τα οποία δέον να ληφθώσιν υπ’ όψει εις την ιδικήν μας περίπτωσιν από όσα γενικώς νομίζεται ή είνε γνωστά.
Δεν είνε ζήτημα περί αποφάσεώς μου τι οφείλομεν να πράξωμεν υπό τας περιστάσεις ως αύται είνε σήμερον. Είνε ζήτημα δι’ όλους τους Έλληνας, εν Θράκη και Μικρά Ασία, ως και εν αυτή τη Ελλάδι, να φθάσουν εις απόφασιν, αφού ωρίμως σταθμίσουν το τρομερόν τίμημα, το οποίον πρέπει να πληρωθή κατά την περίπτωσιν πολέμου.
Εις παρομοίαν κρίσιν η φωνή της ψυχής της Ελλάδος δέον να υπαγορεύση το μέλλον της φυλής ημών».
Πάξτον Χίμπεν
Κατόπιν της οριστικής αρνήσεως του κ. Ζαΐμη όπως ανασχηματίση την Κυβέρνησιν και μετά την μη αποδοχήν της εντολής υπό του κ. Ν. Δημητρακοπούλου, ο Κωνσταντίνος απετάθη προς τον Ν. Καλογερόπουλον, ο οποίος ανέλαβε την εντολήν όπως σχηματίση Κυβέρνησιν. Πριν όμως παρέλθουν εικοσιτέσσαρες ώραι από του σχηματισμού της νέας Κυβερνήσεως, ολόκληρος ο Συμμαχικός Τύπος ήρχισεν επιτιθέμενος δριμύτατα κατά της Ελλάδος και του Κωνσταντίνου. […]
Η Καθημερινή, 28 Ιουνίου 1930
Η αναχώρησις του κ. Βενιζέλου εις Θεσσαλονίκην
Μολονότι η αναχώρησις του κ. Βενιζέλου ήτο γνωστή μόνον εις στενώτατον κύκλον εμπίστων του φίλων, εν τούτοις όμως εκοινολογήθη εγκαίρως, η δε έκτακτος κατά την νύκτα της 11ης προς την 12ην Σεπτεμβρίου κίνησις εν Πειραιεί ως και η εις Κερατσίνιον αθρόα κάθοδος των φίλων του και επιβίβασίς των εις τα μυστηριωδώς αποπλεύσαντα εκ του λιμένους ατμόπλοια «Ατρόμητος» και «Εσπερία» επεβεβαίωσαν την ληφθείσαν απόφασιν.
Περί την 3ην πρωινήν ώραν της 11ης Σεπτεμβρίου ο κ. Βενιζέλος επιβαίνων αυτοκινήτου φέροντος συμμαχικήν σημαίαν και συνοδευόμενος υπό του προσχωρήσαντος επίσης εις το Κίνημα αντιναυάρχου κ. Κουντουριώτου κατήλθεν εις το Νέον Φάληρον.
Επειδή δε παρ’ όλην την τηρηθείσαν μυστικότητα της αναχωρήσεως του κ. Βενιζέλου, υπήρχον φαίνεται διάφοροι φόβοι περί κυβερνητικών ή και αυθαιρέτων λαϊκών ενεργειών προς ματαίωσίν της, το αυτοκίνητον του κ. Βενιζέλου συνώδευον τρία άλλα τοιαύτα, των οποίων επέβαινον άνθρωποι της ιδιαιτέρας εμπιστευτικής σωματοφυλακής του, εις όλον δε το μήκος της λεωφόρου Συγγρού κατά διαστήματα ήσαν διεσπαρμένα αυτοκίνητα μετά συμμαχικών δυνάμεων προς εξασφάλισιν της ελευθέρας διόδου του απερχομένου αρχηγού της επαναστάσεως.
Εις τον κ. Βενιζέλον κατελθόντα εις την Ηετωνίαν ακτήν περί την 3ην και ημίσειαν πρωϊνήν ώραν εγένετο επίσημος δεξίωσις και προπομπή εκ μέρους των αναμενόντων εκεί αξιωματικών και άλλων φίλων του.
Αμέσως μετά ταύτα δύο ατμάκατοι παρέλαβον τον κ. Βενιζέλον και τους συνοδεύοντας αυτόν πρώην υπουργούς του και φίλους του κ. κ. Ρέπουλην, Α. Μιαούλην και Δ. Εμπειρίκον, και τον ιδιαίτερον γραμματέα του κ. Μαρκαντωνάκην, και τους μετέφερον επί του αναμένοντος υπό ατμόν ατμοπλοίου «Εσπερία», το οποίον την 4 και 30´απέπλευσε κατευθυνόμενον εις Κρήτην, συνοδευόμενον υπό συμμαχικών πλοίων.
Η Καθημερινή, 29 Ιουνίου 1930

