Την υψηλή αναντιστοιχία των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού και των προσφερόμενων θέσεων εργασίας στη χώρα μας επιβεβαιώνει ο ΟΟΣΑ, τονίζοντας ότι η Ελλάδα ανήκει στο γκρουπ των οικονομιών όπου τα πόστα με απαιτήσεις για συγκεκριμένες δεξιότητες καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο ποσοστό στις ανοιχτές θέσεις εργασίας· 70% και άνω. Ωστόσο, ελάχιστοι αναζητούντες εργασία εκδηλώνουν ενδιαφέρον για αναγγελίες απασχόλησης που κάνουν αναφορά σε συγκεκριμένες προδιαγραφές κατάρτισης· μόλις το 5%.
«Στην Ελλάδα, οι εργοδότες δημοσιεύουν ολοένα και περισσότερο κενές θέσεις εργασίας που βασίζονται σε δεξιότητες, αλλά το ενδιαφέρον των αναζητούντων εργασία είναι χαμηλό. Αντιθέτως, σε χώρες όπως η Ολλανδία το ενδιαφέρον είναι υψηλό, αλλά λίγες δημοσιεύσεις απασχόλησης δίνουν έμφαση στις δεξιότητες», αναφέρεται στη νεότερη έκθεση για τις δεξιότητες στις αγορές εργασίας του ΟΟΣΑ.
Το εύρημα έρχεται να επιβεβαιώσει έρευνες οι οποίες τεκμηριώνουν τη δυσκολία εξεύρεσης προσωπικού από τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην ελληνική οικονομία. Μία από αυτές, της ManpowerGroup, έχει καταδείξει ότι το 80% των εργοδοτών δυσκολεύεται στην κάλυψη των θέσεων εργασίας. Στο 76% τοποθετούσε τον ίδιο δείκτη έρευνα που διενήργησαν το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης, η Ελληνική Στατιστική Αρχή και ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων· απέδιδε το μειωμένο ενδιαφέρον των υποψηφίων στην έλλειψη των κατάλληλων δεξιοτήτων για την πλήρωση των θέσεων.
Στο σκέλος της απάντησης που θα πρέπει να δώσουν οι κυβερνήσεις σε χώρες όπως η Ελλάδα, οι οικονομολόγοι του ΟΟΣΑ μιλούν για την ανάγκη ανάπτυξης μιας νέας κουλτούρας στην αγορά εργασίας, η οποία θα δίνει προτεραιότητα στις δεξιότητες. Στο πλαίσιο αυτό τονίζουν τη χρησιμότητα εργαλείων όπως η ευρωπαϊκή ένωση δεξιοτήτων, η οποία επενδύει στη διά βίου μάθηση και στην επανεκπαίδευση, καθώς και το πρόγραμμα ESCO που υποστηρίζει την αντιστοίχιση των θέσεων εργασίας. Στο μεταξύ, εκ των ων ουκ άνευ θα πρέπει να θεωρούνται αφενός η καλύτερη σύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, αφετέρου η μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στο εγχείρημα του brain gain· η απώλεια του καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού που μετανάστευσε στα χρόνια της κρίσης είναι μέρος του δημογραφικού προβλήματος της χώρας και κατ’ επέκτασιν σημαντικός συντελεστής της μείωσης του εργατικού δυναμικού που προσφέρεται για την κάλυψη των θέσεων εργασίας, οι οποίες απαιτούν δεξιότητες. Η προσαρμογή των επαγγελματιών στις δεξιότητες που με ταχύτατους ρυθμούς δημιουργεί η τεχνητή νοημοσύνη αλλά και η εισαγωγή τεχνητής νοημοσύνης στις εφαρμογές διαχείρισης και πρόσληψης του ανθρώπινου δυναμικού από τις επιχειρήσεις είναι επίσης στοιχεία της κατεύθυνσης που ιδανικά θα πρέπει να λάβει η αγορά εργασίας.
Η προσφορά δεν συναντά τις εργοδοτικές ανάγκες για εξειδίκευση, γεγονός που συμβάλλει στις κενές θέσεις εργασίας.
Η αναντιστοιχία μεταξύ προσφερόμενων δεξιοτήτων και καταγεγραμμένων αναγκών στην ελληνική αγορά εργασίας εκτείνεται από τους τεχνολογικούς κλάδους που απαιτούν υψηλή ψηφιακή κατάρτιση μέχρι τις κατασκευές, την ενέργεια, τη μεταποίηση και τα logistics. Επιβαρυντικός παράγοντας είναι προφανώς και η δημογραφική γήρανση της χώρας, καθώς οι εργαζόμενοι που συνταξιοδοτούνται συχνά αφήνουν πίσω τους θέσεις εργασίας με υψηλές απαιτήσεις δεξιοτήτων, οι οποίες θα πρέπει πλέον να αντληθούν από μια συρρικνούμενη δεξαμενή ανθρώπινου δυναμικού.
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει πάντως να συνυπολογιστεί ακόμη μία διάσταση στο θέμα της αναντιστοιχίας των δεξιοτήτων με τις ανάγκες των επιχειρήσεων: ένα μέρος των αναζητούντων εργασία διαθέτει πτυχία που το καθιστούν όχι λιγότερο, αλλά περισσότερο εξειδικευμένο από αυτό που απαιτεί μια κενή θέση απασχόλησης, γεγονός το οποίο σε ένα βαθμό εξηγεί επίσης το χαμηλό ενδιαφέρον των υποψηφίων μπροστά στις επαγγελματικές ευκαιρίες που ανοίγουν στην αγορά.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό, οι τεχνοκράτες του ΟΟΣΑ αναφέρονται στον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει ο δημόσιος τομέας με προγράμματα κατάρτισης, με την ενοποίηση οικονομικών κινήτρων και ευκαιριών εκμάθησης σε ενιαίες πλατφόρμες για την ενθάρρυνση της διά βίου μάθησης και την ομαλότερη μετάβαση καριέρας, αλλά ενδεχομένως και με ενέργειες αποσύνδεσης των απαιτήσεων για πτυχία σε πόστα της δημόσιας διοίκησης· το Δημόσιο αντιπροσωπεύει περίπου το 20% των συνολικών θέσεων εργασίας στις χώρες του ΟΟΣΑ.
Υπενθυμίζεται ότι η έλλειψη εργατικού δυναμικού –η αναντιστοιχία δεξιοτήτων είναι μια μορφή της– θεωρείται από τους διεθνούς οίκους το βασικό εμπόδιο για τους μελλοντικούς ρυθμούς ανάπτυξης στην Ελλάδα, με την επισήμανση ότι οι μεταναστευτικές εισροές δεν φαίνεται να συνεισφέρουν στην κάλυψη των κενών θέσεων εργασίας, ιδίως όταν η συζήτηση αφορά τα αντικείμενα που απαιτούν υψηλές δεξιότητες.
Για την ακρίβεια, η χώρα μας αντιμετωπίζει ελλείψεις τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα, υπό την έννοια ότι οι υψηλές δεξιότητες είναι αυτές που αυξάνουν την παραγωγικότητα και προσελκύουν επενδύσεις υψηλής προστιθέμενης αξίας· όταν οι επιχειρήσεις δυσκολεύονται να καλύψουν αντίστοιχες θέσεις, αυτομάτως στερούνται της δυναμικής που θα τις οδηγήσει στην καινοτομία και στην εταιρική ανάπτυξη.

