Η Ελληνική Στατιστική Αρχή ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι ο δείκτης μισθολογικού κόστους στο β΄ τρίμηνο 2025 αυξήθηκε κατά 10,3% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2024, συνεχίζοντας μια έντονα ανοδική πορεία. Πρόκειται για την υψηλότερη μεταβολή της τελευταίας δεκαετίας, γεγονός που φανερώνει μια σαφή δυναμική στις αμοιβές. Δείχνει ότι κάτι κινείται. Οι εργαζόμενοι παίρνουν αυξήσεις, η αγοραστική δύναμη βελτιώνεται, η οικονομία δείχνει ζωντάνια. Μόνο που υπάρχει και η άλλη όψη. Οι επιχειρήσεις, κυρίως οι μικρομεσαίες, βλέπουν το κόστος εργασίας να εκτοξεύεται. Αν δεν ανεβάσουν τις τιμές, χάνουν κέρδη. Αν τις ανεβάσουν, χάνουν σε ανταγωνιστικότητα και τροφοδοτούν νέο πληθωρισμό. Πρόκειται για σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες.
Η εκτίναξη του δείκτη οφείλεται σε σειρά παραγόντων. Πρώτα από όλα οφείλεται στην πίεση που υπάρχει στην αγορά εργασίας. Η μείωση της ανεργίας και η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού αυξάνει τη διαπραγματευτική ισχύ των εργαζομένων. Στην τάση αυτή συμβάλλουν και νομοθετικές παρεμβάσεις, όπως οι σταδιακές αυξήσεις του κατώτατου μισθού και των κλαδικών συμβάσεων, οι οποίες ενίσχυσαν το μέσο ωρομίσθιο, αλλά και η ψηφιακή κάρτα εργασίας. Οι επιχειρήσεις, τέλος, αναγκάστηκαν να δώσουν αυξήσεις ώστε να αποφύγουν απώλειες προσωπικού, το οποίο δυσκολεύεται λόγω της ακρίβειας. Εδώ έρχεται ο ρόλος της φορολογικής πολιτικής.
Η μείωση των φόρων εισοδήματος, που εξήγγειλε η κυβέρνηση και θα ισχύσει από το 2026, μπορεί να λειτουργήσει ως εξισορροπητικός μηχανισμός. Για τους εργαζομένους, αυξάνει το καθαρό διαθέσιμο εισόδημα χωρίς να απαιτείται νέα άνοδος στον ονομαστικό μισθό. Για τις επιχειρήσεις, περιορίζει την πίεση για διαρκείς μισθολογικές αναπροσαρμογές και ενισχύει την ανταγωνιστικότητα, αφού συγκρατεί το τελικό εργασιακό κόστος. Σε μακροοικονομικό επίπεδο, η μείωση της φορολογίας μπορεί να οδηγήσει σε μια πιο βιώσιμη ισορροπία: Οι εργαζόμενοι να κερδίζουν πραγματικά από τις αυξήσεις, ενώ οι επιχειρήσεις να μην επιβαρύνονται δυσανάλογα. Για να εξηγούμαστε. Η άνοδος του μισθολογικού κόστους είναι καλό νέο, αλλά κρύβει κινδύνους εάν δεν συνοδευθεί από αύξηση της παραγωγικότητας. Η μείωση των φόρων εισοδήματος δεν είναι απλώς δημοσιονομικό μέτρο, είναι εργαλείο για να μετατραπεί η τρέχουσα δυναμική σε μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, χωρίς να εγκλωβιστεί η οικονομία σε φαύλο κύκλο πληθωρισμού και πιεσμένων επιχειρήσεων. Θα έλεγε κανείς ότι έρχεται στην πιο κατάλληλη στιγμή. Δημιουργεί μάλιστα μια υποχρέωση στην κυβέρνηση, αν θέλει να συνεχίσει να καταγράφει υγιείς ρυθμούς ανάπτυξης η χώρα. Να συνεχίσει με επιπλέον μειώσεις εισφορών και φόρων στην εργασία τον επόμενο χρόνο…

