«Δεν χρειαζόμαστε βοήθεια». Οι μεγαλύτεροι εργοδότες των ΗΠΑ στέλνουν ξεκάθαρο μήνυμα στους υπαλλήλους γραφείων, διαμορφώνοντας μια νέα ανησυχητική εργασιακή πραγματικότητα που επιταχύνεται, λόγω της αυτοματοποίησης. Η υιοθέτηση εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ), οι πιέσεις των επενδυτών για παραγωγικότητα και η αβεβαιότητα στο μακροοικονομικό περιβάλλον πυροδοτούν ένα μαζικό κύμα περικοπών σε θέσεις υψηλής ειδίκευσης και στέλνουν τόσο νέους όσο και έμπειρους εργαζομένους σε μια ολοένα και πιο αφιλόξενη αγορά εργασίας, όπου η ζήτηση για επαγγέλματα γραφείου έχει επιβραδυνθεί.
Εταιρείες-κολοσσοί έχουν ανακοινώσει το τελευταίο διάστημα χιλιάδες περικοπές. Η Amazon δήλωσε αυτή την εβδομάδα ότι θα μειώσει 14.000 θέσεις εργασίας, με σχέδια να καταργήσει έως και το 10% του εργατικού δυναμικού της. Η United Parcel Service (UPS) μείωσε το διοικητικό της δυναμικό κατά περίπου 14.000 θέσεις τους τελευταίους 22 μήνες, λίγες ημέρες αφότου η Target ανακοίνωσε ότι θα καταργήσει 1.800 εταιρικές θέσεις. Και νωρίτερα τον Οκτώβριο, χιλιάδες υπάλληλοι γραφείου από εταιρείες όπως οι Rivian Automotive, Molson Coors, Booz Allen Hamilton και General Motors έμαθαν ότι απολύθηκαν ή θα απολυθούν σύντομα.
Σύμφωνα με καταμέτρηση του Reuters, οι αμερικανικές εταιρείες έχουν ανακοινώσει περισσότερες από 25.000 περικοπές θέσεων εργασίας αυτόν τον μήνα, χωρίς να υπολογίζεται ο αριθμός των 48.000 θέσεων εργασίας της UPS, ο οποίος χρονολογείται από τις αρχές του 2025. Στην Ευρώπη, ο συνολικός αριθμός ξεπερνά τις 20.000, με τη Nestlé να αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος, μετά τη μείωση των 16.000 θέσεων εργασίας που ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα. Σχεδόν δύο εκατομμύρια άνθρωποι στις ΗΠΑ είναι άνεργοι για 27 εβδομάδες ή περισσότερο, σύμφωνα με πρόσφατα ομοσπονδιακά στοιχεία.
Αυτό που κάποτε ήταν μια σταθερή θέση, τώρα μοιάζει με «ωρολογιακή βόμβα».
Πίσω από αυτό το κύμα περικοπών βρίσκεται εν μέρει η υιοθέτηση της ΑΙ από τις εταιρείες. Τα στελέχη ελπίζουν ότι τα ψηφιακά εργαλεία μπορούν να χειριστούν μεγάλο μέρος της εργασίας που έκαναν οι καλά αμειβόμενοι υπάλληλοι γραφείου, υποκύπτοντας παράλληλα στις πιέσεις των επενδυτών για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, με λιγότερο προσωπικό.
Η εταιρεία διαδικτυακής μάθησης Chegg, λόγου χάρη, ανακοίνωσε μείωση 45% του εργατικού δυναμικού της, καθώς στρέφεται σε μοντέλο ΑΙ που απαντά αυτομάτως σε ερωτήσεις φοιτητών, ενώ στελέχη της Salesforce και της UPS έχουν συνδέσει άμεσα τις απολύσεις με τη μηχανική μάθηση. Ορισμένοι οικονομολόγοι επισημαίνουν ότι οι υψηλότερα αμειβόμενες θέσεις που απαιτούν πανεπιστημιακό πτυχίο είναι περισσότερο εκτεθειμένες στην ΑΙ.
Το κλίμα αυτό δημιουργεί ένα αίσθημα επισφάλειας για τους εργαζομένους γραφείου, καθώς αυτό που κάποτε ήταν μια σταθερή θέση, τώρα μοιάζει με «ωρολογιακή βόμβα». Πολλοί πρόσφατα απολυμένοι υπάλληλοι, όπως ο 33χρονος Κρις Ριντ, ο οποίος έχασε τη δουλειά του στις πωλήσεις τεχνολογίας, αντιμετωπίζουν τεράστιες δυσκολίες να βρουν νέα απασχόληση στον τομέα τους, με αποτέλεσμα να στρέφονται σε εργασίες όπως οι πωλήσεις αυτοκινήτων.
Και αυτό γιατί οι ευκαιρίες αυξάνονται για εργαζομένους πρώτης γραμμής ή χειρώνακτες. Οι εταιρείες αναφέρουν ελλείψεις σε εργαζομένους στους τομείς του εμπορίου, της υγειονομικής περίθαλψης, της φιλοξενίας και των κατασκευών, ενώ παράλληλα διακόπτουν την πρόσληψη συμβούλων και διευθυντών, απολύουν προσωπικό στο λιανικό εμπόριο και στα χρηματοοικονομικά και χρησιμοποιούν ΑΙ για να κάνουν εργασίες στη λογιστική και στην παρακολούθηση της απάτης.
Παρόλο που εταιρείες όπως η Amazon επιμένουν ότι πρέπει να «οργανωθούν πιο λιτά» με φόντο την επέλαση της ΑΙ, ορισμένοι αναλυτές εκφράζουν σκεπτικισμό για το κατά πόσον η ΑΙ φέρει την πλήρη ευθύνη για τις απολύσεις. Θεωρούν ότι πρόκειται για τυπικά μοτίβα προσλήψεων και απολύσεων που παρατηρούνται σε αυτό το σημείο του οικονομικού κύκλου, ενισχυμένα από τις υπερβολικές προσλήψεις της περιόδου της πανδημίας.
«Διστάζω να πω ότι ευθύνεται η ΑΙ προς το παρόν», συνοψίζει η Αλισον Σριβαστάβα, οικονομολόγος της Indeed Hiring Lab στο Saratoga Springs της Νέας Υόρκης, η οποία τόνισε ότι ο τεχνολογικός τομέας έχει αρχίσει να συρρικνώνεται από την κορύφωση του 2022. «Εχει τη δυνατότητα να επηρεάσει την αγορά εργασίας, αλλά δεν νομίζω ότι βλέπουμε τόσο ισχυρό αντίκτυπο αυτή τη στιγμή».

