Οι επενδυτές παγκοσμίως είναι αντιμέτωποι με δύο αντίθετες «δυνάμεις». Από τη μία έχουν το «μέτωπο» των θεσμών, οι οποίοι προειδοποιούν για σοβαρό ενδεχόμενο σημαντικής διόρθωσης στις αγορές προσεχώς. Και όταν αξιόπιστοι θεσμοί μιλούν για «έκτακτα» sell-off, σίγουρα αναβοσβήνει «συναγερμός». Από την άλλη πλευρά, μεγάλες επενδυτικές τράπεζες –στις οποίες πολλοί επενδυτές είναι πελάτες, ενώ οι ίδιες κινούν σε κάποιο βαθμό να «νήματα» των αγορών λόγω των σημαντικών θέσεων που κατέχουν σε διαφορά assets– εμφανίζονται όχι μόνο καθησυχαστικές, αλλά αντίθετα «τροφοδοτούν» την αύξηση των τοποθετήσεων στις αγορές, «διαψεύδοντας» τα σενάρια περί φούσκας ή συστημικού κινδύνου.
Το τεχνολογικό ράλι και οι αυξημένες αποτιμήσεις των εταιρειών του κλάδου της τεχνητής νοημοσύνης έχουν εγείρει ανησυχίες για μία ολοένα αυξανόμενη φούσκα που πρόκειται να σκάσει, ενώ πρόσφατα στο κάδρο των ανησυχιών προστέθηκε και η αποκάλυψη των πιστωτικών αδυναμιών στο χρηματοπιστωτικό σύστημα των ΗΠΑ, με αφορμή τα subprime δάνεια (ενυπόθηκα δάνεια χαμηλής εξασφάλισης) στον κλάδο του αυτοκινήτου. Αυτά επανέφεραν μνήμες του κραχ του dotcom του 2000 καθώς και της κρίσης του 2023 με την πτώχευση της Silicon Valley Bank αλλά και της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 και την κατάρρευση της Bear Stearns.
To μεγάλο «αίνιγμα», συνεπώς, που προκύπτει είναι, ποιος θα αποδειχθεί «σωστός» και πότε. Αυτό δεν είναι απλώς ερώτημα του ενός εκατομμυρίου. Είναι ερώτημα πολλών τρισεκατομμυρίων δολαρίων, εάν λάβουμε υπόψη την πρόσφατη εκτίμηση της πρώην αναπληρώτριας διευθύνουσας συμβούλου του ΔΝΤ, Γκίτα Γκόπιναθ, ότι το κραχ στην ΑΙ θα μπορούσε να «κάψει» 35 τρισ. δολ. από τον παγκόσμιο πλούτο. Για όποιους θυμούνται, όταν ο τότε επικεφαλής της Fed, Αλαν Γκρίνσπαν, προειδοποίησε για «παράλογη ευφορία» στις αγορές το 1996, οι τιμές αυξήθηκαν περαιτέρω για άλλα τέσσερα χρόνια πριν από την κατάρρευση του dotcom.
Φυσικά, στον επενδυτικό κόσμο ο καθένας είναι υπεύθυνος για τα ρίσκα (ή όχι) που παίρνει και για τις αποφάσεις και τις στρατηγικές που ακολουθεί. Ωστόσο, πέραν των επενδυτών, αυτή η… διάσταση απόψεων προκαλεί προβληματισμό και σίγουρα εντείνει την αβεβαιότητα για τις προοπτικές της οικονομίας, σε ένα περιβάλλον που κάθε άλλο παρά λείπουν τα «σύννεφα» και οι αβεβαιότητες.
Το πάρτι στην τεχνολογία και οι αυξημένες αποτιμήσεις των εταιρειών του κλάδου της τεχνητής νοημοσύνης αποτελούν τους βασικούς λόγους ανησυχίας.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Αντριου Μπέιλι, προειδοποίησε την περασμένη εβδομάδα ότι τα πρόσφατα γεγονότα στην αγορά ιδιωτικών πιστώσεων των ΗΠΑ αναζωπυρώνουν ανησυχίες σχετικά με την κρίση των ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου που πυροδότησε την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
Επενδυτικοί οίκοι όπως η UniCredit και η Goldman Sachs, ωστόσο, έσπευσαν να ρίξουν τους τόνους. «Ενώ ορισμένα πιστωτικά γεγονότα ενδέχεται να συμβούν τους επόμενους μήνες, πιθανότατα θα προκαλέσουν βραχυπρόθεσμη αστάθεια στην αγορά, αλλά δεν θα δημιουργήσουν κανένα συστημικό κίνδυνο», όπως τόνισε ο ιταλικός οίκος. Ενώ οι πρόσφατες καταγγελίες για απάτη/πτωχεύσεις στις First Brands, Tricolor και Cantor Group έχουν εγείρει ανησυχίες σχετικά με την υγεία των αμερικανικών τραπεζών και της ιδιωτικής αγοράς πιστώσεων, οι αναλυτές μας δεν βλέπουν λόγους για ιδιαίτερη ανησυχία», απάντησε από την πλευρά της η Goldman.
Από τις αρχές του φθινοπώρου η Τράπεζα της Αγγλίας καθώς και άλλοι θεσμοί όπως το ΔΝΤ, η ΕΚΤ και η Fed «στέλνουν» συνεχείς προειδοποιήσεις για την υπερβολική ευφορία που προκαλείται από την τεχνητή νοημοσύνη και η οποία έχει οδηγήσει στα ύψη τις αποτιμήσεις στις χρηματιστηριακές αγορές.
Για παράδειγμα, το ΔΝΤ προειδοποίησε ότι τα μοντέλα αποτίμησης δείχνουν πως οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων υψηλού κινδύνου έχουν υπερβεί τα θεμελιώδη μεγέθη, αυξάνοντας τον κίνδυνο απότομων διορθώσεων. Ο επικεφαλής οικονομολόγος του Ταμείου, Πιερ-Ολιβιέ Γκουρενσά, δήλωσε ότι υπάρχει πιθανότητα μια διόρθωση της τεχνητής νοημοσύνης να οδηγήσει σε ευρύτερη ανατιμολόγηση των περιουσιακών στοιχείων. Στις ίδιες γραμμές ήταν οι προειδοποιήσεις από αξιωματούχους της ΕΚΤ (Ιζαμπελ Σνάμπελ, Χοσέ Λουίς Εσκρίβα, Μάρτιν Κάζακς), τον επικεφαλής της Fed Τζερόμ Πάουελ καθώς και την Τράπεζα της Αγγλίας.
Η φούσκα dot-com και οι διαφορές
Η συνεχιζόμενη αισιοδοξία σχετικά με τις δυνατότητες της τεχνολογίας τεχνητής νοημοσύνης έχει οδηγήσει σε αύξηση των αποτιμήσεων τους τελευταίους μήνες. H αποτίμηση της OpenAI για παράδειγμα ξεπερνάει πλέον τα 500 δισ. δολάρια σε σύγκριση με 157 δισ. δολ. τον Οκτώβριο του 2024. Αυτό έχει τροφοδοτήσει ανησυχίες ότι οι αποτιμήσεις θα μπορούσαν να καταρρεύσουν εάν οι επενδυτές απογοητευτούν από την πρόοδο ή την υιοθέτηση της τεχνολογίας τεχνητής νοημοσύνης.
Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα στο περιβάλλον των διαχειριστών κεφαλαίων της Bank of America, περισσότεροι από τους μισούς πιστεύουν ότι οι μετοχές της τεχνητής νοημοσύνης βρίσκονται σε «φούσκα», με σχεδόν το ένα τρίτο να την χαρακτηρίζει τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τις αγορές σήμερα. Ωστόσο μεγάλες επενδυτικές τράπεζες διαφωνούν.
Αναλυτές της Goldman Sachs αναφέρουν ότι η αφήγηση για την τεχνητή νοημοσύνη μόλις ξεκινάει και αυτό που φαίνεται να είναι μια σημαντική επένδυση σήμερα θα αντισταθμιστεί από τα οφέλη που προσφέρει η τεχνητή νοημοσύνη στο μέλλον. Οι βασικές εκτιμήσεις της Goldman Sachs υποδηλώνουν ότι η πλήρης υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης θα μπορούσε να αυξήσει την παραγωγικότητα της εργασίας σε ολόκληρη την οικονομία των ΗΠΑ κατά συνολικά 15%.
Η Schroders δήλωσε ότι ενώ η χρηματιστηριακή αγορά των ΗΠΑ φαίνεται ακριβή, αυτό δεν σημαίνει ότι έρχεται διόρθωση. «Θα μπορούσαμε να δούμε τις αποτιμήσεις να παραμένουν πάνω από τον μέσο όρο για αρκετό χρονικό διάστημα – ή ακόμη και να αυξάνονται περαιτέρω», σημείωσε, προσθέτοντας πως ο ενθουσιασμός για την τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να διαρκέσει για κάποιο χρονικό διάστημα. «Βρισκόμαστε σε καλύτερη θέση σήμερα από ό,τι στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και από οικονομικής άποψης, οι σημερινοί τεχνολογικοί γίγαντες φαίνονται πολύ πιο υγιείς», όπως τόνισε.
Η Morgan Stanley πιστεύει ότι οι φόβοι για τη φούσκα της τεχνητής νοημοσύνης είναι «άστοχοι». «Ενας από τους κύριους λόγους για τους οποίους οι συζητήσεις για τη φούσκα της τεχνητής νοημοσύνης είναι άστοχες είναι ότι οι κορυφαίες εταιρείες της τεχνητής νοημοσύνης συνεχίζουν να απολαμβάνουν αυξημένη δύναμη κερδών. Αυτές δεν είναι οι εταιρείες dot-com πριν από 25 χρόνια που δεν είχαν κέρδη ή ακόμα και βιώσιμα επιχειρηματικά μοντέλα».
Μία από τις βασικές πεποιθήσεις του «γίγαντα» των επενδύσεων BlackRock είναι ότι οι επενδυτές θα πρέπει να δημιουργούν χαρτοφυλάκια γύρω από τις λεγόμενες μεγα-δυνάμεις, μία εκ των οποίων είναι η τεχνητή νοημοσύνη. Ο Μπεν Πάουελ, επικεφαλής επενδυτικής στρατηγικής του οίκου, πιστεύει ότι πολλοί από τους φόβους περί φούσκας της ΑΙ είναι υπερβολικοί.
Μόλις πριν από μία εβδομάδα και η HSBC δήλωσε ιδιαίτερα αισιόδοξη για τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης, προβλέποντας μάλιστα ότι η τιμή της μετοχής της Nvidia θα μπορούσε να αυξηθεί κατά σχεδόν 80%. Σημειώνεται πως η Nvidia, κορυφαία εταιρεία του κλάδου των τσιπ και της ΑΙ, ήταν η πρώτη εταιρεία στον κόσμο που ξεπέρασε το «ορόσημο» των 4 τρισ. δολ. σε κεφαλαιοποίηση.

