Εφτασε να αναλάβει αρχιμηχανικός λογισμικού στη Spotify πριν πάρει την απόφαση να επιστρέψει. Στην αρχή, όταν τον ρωτούσαν πόσο θα μείνει στη Σουηδία, δεν είχε μεγάλες προσδοκίες. «1-2 χρόνια», απαντούσε. Τελικά, όπως λέει, «αυτά έγιναν 11». «Ανήκω σε εκείνους που έφυγαν το 2010. Την εβδομάδα που ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου ανακοίνωνε από το Καστελλόριζο την είσοδό μας στα μνημόνια εγώ έκλεινα εισιτήριο για Σουηδία», θυμάται ο Κωνσταντίνος Χάιδος, ο οποίος κατέχει περίπου αντίστοιχη θέση στην Orfium, την ελληνικών καταβολών εταιρεία που αναπτύσσει λογισμικό για τη μουσική βιομηχανία.

Η πανδημία έπαιξε και για εκείνον καταλυτικό ρόλο, αφού άρχισε να «φλερτάρει» με την ιδέα της μόνιμης επιστροφής στην Ελλάδα, σε μια περίοδο όπου βρισκόταν στα σκαριά το φορολογικό κίνητρο της έκπτωσης 50% στον φόρο εισοδήματος για 7 χρόνια, σε όσους μεταφέρουν εδώ τη φορολογική τους έδρα. «Ημουν από τους πρώτους που έκαναν αίτηση το καλοκαίρι του 2021», λέει στη «Κ». «Παρότι, όταν ήρθα στην Ελλάδα, ο μεικτός μου μισθός μειώθηκε κατά 25%, στην ουσία, με αυτή τη ρύθμιση το καθαρό εισόδημα συρρικνώθηκε λιγότερο. Αυτό το φορολογικό κίνητρο ήταν το τελευταίο για να πω “εντάξει, γυρνάω”. Ο κ. Χάιδος συγκαταλέγεται στη σχετικά μακρά λίστα όσων αξιοποίησαν το ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς του 2020. Ηδη έχουν υποβληθεί περισσότερες από 8.000 αιτήσεις από άτομα που επιθυμούν να μεταφέρουν τη φορολογική κατοικία στην Ελλάδα και να εργαστούν εντός της ελληνικής επικράτειας, επωφελούμενοι από τη μείωση του φόρου εισοδήματος κατά 50%.
«Είναι η γενιά που είναι δύσκολο να τη φέρεις πίσω. Νέοι 30-35 ετών που έφυγαν στο εξωτερικό τα χρόνια της κρίσης, αλλά και ξένοι», αναφέρει στην «Κ» η Ελίνα Φιλίππου, tax partner στη Ζέπος & Γιαννόπουλος. «Υπάρχουν και πολυεθνικές που δημιούργησαν στην Ελλάδα είτε εταιρείες είτε υποκαταστήματα – από call centers μέχρι research labs. Για παράδειγμα, μια μεγάλη εταιρεία τηλεπικοινωνιών έστησε εδώ το R&D γύρω από το λογισμικό», εξηγεί η κ. Φιλίππου. «Εταιρείες έχουν τη δυνατότητα να μεταφέρουν προσωπικό από άλλες θυγατρικές του ομίλου, από οπουδήποτε στον κόσμο, να το εντάξουν στο ελληνικό φορολογικό καθεστώς και να επωφεληθούν οι εργαζόμενοι από το πλεονέκτημα της μείωσης φόρου 50%».
Πρόκειται για επιχειρήσεις από τον κλάδο των τηλεπικοινωνιών, της ενέργειας, της τεχνολογίας αλλά και της άμυνας. Υπάρχουν βέβαια και startups που αξιοποιούν αυτό το κίνητρο. «Εταιρείες που έχουν ανοίξει γραφεία στην Ελλάδα, αλλά παράλληλα έχουν ομάδες σε Ευρώπη αλλά και ΗΠΑ, θέλοντας να μεταφέρουν υπαλλήλους στην Ελλάδα, χρησιμοποιούν αυτό το φορολογικό καθεστώς», εξηγεί. Παρά τα οφέλη για τον επαναπατρισμό αλλά και την προσέλκυση ταλέντου, επικεφαλής επιχειρήσεων κάνουν λόγο για «τρομακτικές καθυστερήσεις» στη διαδικασία υπαγωγής, με αποτέλεσμα πολλοί να φορολογούνται σαν να μην είχαν πάρει το κίνητρο.

Σε έρευνα του BrainReGain διαπιστώθηκε πως 1 στους 2 αξιοποίησε τα φορολογικά κίνητρα για την επιστροφή του, την ίδια ώρα όμως περίπου αντίστοιχο ποσοστό, της τάξης του 51%, απάντησε πως η γραφειοκρατία συνιστά μία από τις σημαντικότερες προκλήσεις. «Οι καθυστερήσεις από τη στιγμή υποβολής της αίτησης ήταν μεγάλες, έως και 20 μήνες μέχρι και το 2023. Ωστόσο υπάρχει βελτίωση. Για τη χρονιά 2024-2025 είδαμε την επεξεργασία αιτήσεων ακόμη και στο εξάμηνο», αναφέρει η κ. Φιλίππου.
Η Ελληνοαμερικανίδα Μαρία Ψαθά μεγάλωσε και σπούδασε στη Νέα Υόρκη, πέρασε από μεγάλες εταιρείες, JP Morgan Chase, EY κ.λπ., ενώ πριν από περίπου ένα χρόνο ήρθε στην Ελλάδα και εργάζεται πλέον ως Chief of staff στην εταιρεία τεχνολογίας Ηack the Box. Μάλιστα περιμένει να εξεταστεί η αίτησή της, ώστε να επωφεληθεί και η ίδια από το φορολογικό κίνητρο. «Πολύς κόσμος, Ελληνες από Αμερική και Ελληνοαμερικανοί, με ρωτάει “αξίζει να έρθουμε;”. Η ίδια απαντά καταφατικά. «Στην Αμερική πράγματι όλα είναι πολύ γρήγορα και αποτελεσματικά, παραγγέλνεις κάτι σήμερα και το έχεις την αμέσως επόμενη στιγμή. Από την άλλη, στην Ελλάδα έχεις ποιότητα ζωής, χρόνο να μιλήσεις με κόσμο και να κάνεις δεσμούς».

