Είναι ο εφιάλτης της ελληνικής οικονομικής κρίσης του 2013, παρών στη γαλλική τρέχουσα οικονομική πολιτική; Ή είναι απλά ένα πολιτικό τέχνασμα εκφοβισμού της γαλλικής κοινής γνώμης από τη νέα γαλλική κυβέρνηση του Φρανσουά Μπαϊρού για να εγκριθούν από το γαλλικό κοινοβούλιο τα αντιδημοφιλή οικονομικά μέτρα του; Οι απαντήσεις στα δύο διαδοχικά ερωτήματα είναι «ναι» και «όχι», αντίστοιχα.
Τα δημόσια οικονομικά της Γαλλίας εξελίσσονται με αρνητικά πρόσημα τα τελευταία τρία χρόνια. Το τρέχον γαλλικό δημόσιο χρέος διαμορφώνεται στο 116,3% του ΑΕΠ με περαιτέρω αυξητικές τάσεις και το δημοσιονομικό έλλειμμά της στο 5,6% του ΑΕΠ (στοιχεία ΔΝΤ, Ιούλιος 2025). Παρ’ όλα αυτά, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παρουσιάζει αξιοσημείωτη και αξιοπερίεργη… ισορροπία, στο +0,2% του ΑΕΠ.
Στις 15 Ιουλίου 2025, μία ημέρα μετά την έκδοση της ετήσιας έκθεσης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για τη γαλλική οικονομία, ο «νέος» Γάλλος πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού επικαλέστηκε την κρίση χρέους της Ελλάδας το έτος 2013 ως προειδοποίηση για το τι μπορεί να συμβεί στη Γαλλία εάν δεν εγκριθεί από το γαλλικό κοινοβούλιο, τον Νοέμβριο του 2025, ο προϋπολογισμός του γαλλικού κράτους για το έτος 2026.
Ο στόχος του Γάλλου πρωθυπουργού είναι να καταφέρει να περιορίσει το δημοσιονομικό έλλειμμα, από το τρέχον 5,6%, στο 3% του γαλλικού ΑΕΠ, έως το έτος 2027. Σε αυτό το πλαίσιο και σύννομος με τις απαιτήσεις των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων, ο Γάλλος πρωθυπουργός προχώρησε στην ανακοίνωση περικοπών στις δημόσιες δαπάνες για τον προϋπολογισμό του έτους 2026, συνολικής αξίας 40 δισ. ευρώ.
Είναι όμως τα προτεινόμενα μέτρα ικανά να περιορίσουν την εκδήλωση οικονομικής κρίσης στη Γαλλία; Η απάντηση είναι «όχι». Η αξία των προτεινόμενων περικοπών για μια οικονομία της τάξεως της Γαλλίας, των 3,2 τρισ. δολαρίων, δεν είναι μεγάλη και, φυσικά, δεν ανταποκρίνεται σε μια οικονομία που χαρακτηρίζεται από τον ίδιο τον Γάλλο πρωθυπουργό της: «Οικονομία στα πρόθυρα κρίσης».
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει σχεδόν μηδενική οικονομική μεγέθυνση της γαλλικής οικονομίας για το 2025 (0,6%). Επιπλέον, από το τρέχον δημοσιονομικό έλλειμμα, της τάξεως του 5,6% του ΑΕΠ, το 3,39% του ΑΕΠ είναι πρωτογενές έλλειμμα. Για να περιοριστεί το δημόσιο έλλειμμα κάτω από το 3% του ΑΕΠ, οι δημόσιες περικοπές θα έπρεπε να ήταν της τάξεως τουλάχιστον των 90 δισ. ευρώ και όχι 40 δισ. ευρώ. Το πρωτογενές δημοσιονομικό έλλειμμα, αν δεν εντοπιστεί αμέσως, δηλαδή την επόμενη χρονιά, και μεταφερθεί στα επόμενα χρόνια, επιβαρύνει/μεγαλώνει το δημόσιο χρέος της οικονομίας.
Η προβλεπόμενη περιορισμένη οικονομική μεγέθυνση (σχεδόν μηδενική) του ΑΕΠ το 2025 και το 2026 περιορίζει τις προσδοκίες για την αυτόματη μείωση του δημόσιου χρέους και του δημοσιονομικού ελλείμματος, ως ποσοστού του ΑΕΠ.
Το δημόσιο χρέος και το δημοσιονομικό έλλειμμα επηρεάζουν τις επιδόσεις του τραπεζικού τομέα και της οικονομίας καθώς, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΝΤ, ο ρυθμός αύξησης των τραπεζικών πιστώσεων προς τις επιχειρήσεις μηδενίστηκε το 2024 και αναμένεται να είναι αρνητικός το 2025.
Το βασικό αρνητικό στοιχείο στη γαλλική οικονομία, όμως, είναι το υψηλό ιδιωτικό χρέος, το οποίο διαμορφώνεται στο 285% του ΑΕΠ. Συγκριτικά αναφέρουμε ότι το συνολικό ιδιωτικό χρέος της ελληνικής οικονομίας (συμπεριλαμβανομένου και του χρηματοπιστωτικού τομέα) διαμορφώνεται στο 116% του ΑΕΠ, το αντίστοιχο των ΗΠΑ στο 218% του ΑΕΠ, της Γερμανίας στο 173% του ΑΕΠ, του Ηνωμένου Βασιλείου στο 158% του ΑΕΠ.
Ο πυρήνας του προβλήματος στο υψηλό ιδιωτικό χρέος της Γαλλίας είναι το υψηλό χρέος των γαλλικών επιχειρήσεων, εξαιρουμένων των τραπεζών, των ασφαλιστικών εταιρειών, των επενδυτικών εταιρειών χαρτοφυλακίου, το οποίο διαμορφώνεται στο 149,47% του ΑΕΠ. Είναι χρέος κυρίως των μεγάλων βιομηχανιών, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών του κλάδου της ενέργειας.
Το βασικό αρνητικό στοιχείο στη γαλλική οικονομία είναι το υψηλό ιδιωτικό χρέος, το οποίο διαμορφώνεται στο 285% του ΑΕΠ.
Το συγκεντρωτικό τραπεζικό της σύστημα (τέσσερις τράπεζες ελέγχουν το 60% της τραπεζικής αγοράς) επηρεάζει την ανάπτυξη της οικονομίας. Το πρόβλημα χρέους των ιδιωτικών επιχειρήσεων μπορεί γρήγορα να μετατραπεί σε πρόβλημα χρέους των γαλλικών τραπεζών.
Τα ετήσια δημόσια έσοδα στη Γαλλία καλύπτουν το 52% του ΑΕΠ και οι δημόσιες δαπάνες ξεπερνούν το 57% του ΑΕΠ (ΔΝΤ 2025), ποσοστά πρωτόγνωρα για οικονομία που υποτίθεται ότι υποστηρίζει την ελεύθερη αγορά. Παρ’ όλα αυτά, το μέσο ετήσιο επιτόκιο αποπληρωμής του γαλλικού δημόσιου χρέους κυμαίνεται στο 1,9%. Για την έκδοση νέου χρέους ή/και την επανατροφοδότηση του παλαιού χρέους, το επιτόκιο πλέον αυξάνεται στο 3% το έτος 2025.
Με τα δημόσια έσοδα στο 50% του ΑΕΠ, το γαλλικό κράτος έχει εξαντλήσει τα περιθώρια φορολόγησης των Γάλλων πολιτών. Επιπλέον, οι δημόσιες (κοινωνικές) δαπάνες παρουσιάζονται ιδιαίτερα ανελαστικές. Και συνεχώς προστίθενται και άλλες: οι αμυντικές δαπάνες, οι δαπάνες για την ενεργειακή μετάβαση, τον εκσυγχρονισμό της βιομηχανίας (πυρηνικής) ενέργειας, την ψηφιακή οικονομία (AI, Data centers), την οικονομία του Διαστήματος, τον εκσυγχρονισμό της γαλλικής γεωργίας.
Από τι θα εξαρτηθεί αν η Γαλλία εισέλθει σε μια κρίση ελληνικού τύπου;
• Θα εξαρτηθεί από το πολιτικό σύστημα της Γαλλίας και την απαγκίστρωσή του από το συγκρουσιακό πνεύμα της τρέχουσας διαμάχης μεταξύ του λαϊκισμού με το κραταιό καθεστώς του υφέρποντος ελιτισμού (δηλαδή τη διατήρηση προνομίων).
• Θα εξαρτηθεί από τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τη νομισματική πολιτική της.
• Θα εξαρτηθεί από την ικανότητα και τη διάθεση της Ε.Ε., των κρατών-μελών της και κυρίως της Γερμανίας (των γερμανικών επιχειρήσεων και του γερμανικού τραπεζικού συστήματος) να στηρίξουν τη γαλλική οικονομία, λαμβάνοντας υπόψη ότι πλέον αμερικανικά, κινεζικά και ρωσικά κεφάλαια είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να εισρεύσουν στη γαλλική επικράτεια.
• Θα εξαρτηθεί από την ικανότητα και την ταχύτητα των ευρωπαϊκών μηχανισμών και των ευρωπαϊκών οργάνων να περιορίσουν τις συνέπειες εκδήλωσης οικονομικής κρίσης.
Η Γαλλία διαθέτει σχεδόν διπλάσιο κατά κεφαλήν ονομαστικό ΑΕΠ, συγκριτικά με αυτό της Ελλάδας: κυμαίνεται σε 46,8 χιλιάδες δολάρια έναντι 26.000 δολαρίων στην Ελλάδα. Γεγονός που δίνει μεγαλύτερα περιθώρια και επιλογές στο γαλλικό κράτος για περικοπές στα δημόσια οικονομικά, χωρίς να κλονίζεται ο βασικός πυρήνας της ευημερίας των Γάλλων πολιτών και, τελικά, χωρίς να επαναληφθεί το ελληνικό δράμα στη γαλλική κοινωνία.
*Ο κ. Βασίλειος Π. Πανουσόπουλος είναι οικονομολόγος – διεθνολόγος ΕΕΠ, βαθμός Α στην ελληνική δημόσια διοίκηση.

