Για σήμερα έχει προγραμματιστεί η έναρξη του διαλόγου μεταξύ κυβέρνησης και κοινωνικών εταίρων, προκειμένου έως το τέλος του χρόνου να έχει σχεδιαστεί ο οδικός χάρτης για την ενίσχυση του θεσμού των συλλογικών διαπραγματεύσεων στη χώρα μας. Η αρχή γίνεται με τη συνεδρίαση των εμπειρογνωμόνων που όρισαν οι κοινωνικοί εταίροι, έπειτα από πρόσκληση της υπουργού Εργασίας Νίκης Κεραμέως, σηματοδοτώντας την αρχή μιας διαδικασίας με στόχο την εναρμόνιση με την ευρωπαϊκή οδηγία 2022/2041 για επαρκείς κατώτατους μισθούς.
Επικεφαλής της σημερινής ομάδας εργασίας είναι ο γενικός γραμματέας Εργασιακών Σχέσεων Νίκος Μηλαπίδης και από την πλευρά των κοινωνικών εταίρων έχουν οριστεί οι Σοφία Καζάκου (ΓΣΕΕ), Κατερίνα Δασκαλάκη (ΣΕΒ), Νικόλαος Δήμας (ΓΣΕΒΕΕ), Ιωάννης Σταύρου (ΣΒΕ), Αντώνιος Μέγγουλης (ΕΣΕΕ) και Νίκος Ζωητός (ΣΕΤΕ). Στόχος της ομάδας των εμπειρογνωμόνων είναι η προετοιμασία του διαλόγου για το σχέδιο δράσης και την προώθηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας.
Σύμφωνα με την οδηγία, η Ελλάδα οφείλει να καταρτίσει σχέδιο δράσης έως τα τέλη του 2025. Το σχέδιο αυτό θα έχει διάρκεια εφαρμογής από ένα έως πέντε έτη, θα περιλαμβάνει σαφές χρονοδιάγραμμα και συγκεκριμένα μέτρα ενίσχυσης των συλλογικών διαπραγματεύσεων και θα σέβεται απόλυτα την αυτονομία των κοινωνικών εταίρων.
Κεντρική επιδίωξη είναι να αυξηθεί σημαντικά το ποσοστό των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις, ώστε να φθάσει στο 80%, όταν σήμερα εκτιμάται ότι μόλις το 25% με 30% των εργαζομένων στη χώρα μας καλύπτεται από κάποια σύμβαση.
Κατά τις τεχνικές συναντήσεις που ξεκινούν σήμερα, οι εκπρόσωποι των κοινωνικών εταίρων θα καταθέσουν μελέτες και καλές πρακτικές από άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ώστε οι προτάσεις που θα υποβληθούν στο πλαίσιο του διαλόγου να είναι ρεαλιστικές, εφαρμόσιμες και συμβατές με τις διεθνείς εξελίξεις.
Για παράδειγμα, κεντρικό ρόλο αναμένεται να διαδραματίσει το θέμα της επεκτασιμότητας των συμβάσεων, ήτοι η κήρυξη μιας ΣΣΕ ως γενικά υποχρεωτικής. Πλέον, έπειτα από μια σειρά νόμων, είναι εφικτή μόνο αν την υπογράψουν εργοδοτικές ενώσεις και σωματεία που καλύπτουν αποδεδειγμένα πάνω από το 50% των επιχειρήσεων και των εργαζομένων κάθε κλάδου. Αυτό αποδεικνύεται μέσα από τα αντίστοιχα μητρώα εργοδοτών και εργαζομένων. Μόνο που παρατηρείται πλέον το φαινόμενο κάποιοι εργοδότες να βγαίνουν εκτός της Ομοσπονδίας που τους εκπροσωπεί, άρα να θεωρούν ότι έχουν θέσει εαυτόν εκτός διαδικασίας διαπραγμάτευσης.
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της ΣΣΕ στον κλάδο των φαρμακευτικών επισκεπτών, η οποία υπεγράφη ύστερα από διαπραγματεύσεις και μεσολάβηση του ΟΜΕΔ. Κατατέθηκε στο υπουργείο Εργασίας στις αρχές Μαΐου με αίτηση επέκτασης, όμως από τις αρμόδιες υπηρεσίες διαπιστώθηκε ότι οι εργοδοτικές οργανώσεις που υπογράφουν τη σύμβαση δεν έχουν εγγραφεί στο Γενικό Μητρώο Οργανώσεων Εργοδοτών (ΓΕΜΗΟΕ). Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι δεν είναι εφικτός (λόγω έλλειψης στοιχείων) ο έλεγχος για το εάν οι τρεις οργανώσεις εκπροσωπούν πάνω από το 50% των εργοδοτών του κλάδου.
Αλλα θέματα, που πιθανότατα να αποτελέσουν σημείο αντιπαράθεσης μεταξύ των εταίρων, είναι η λειτουργία του ΟΜΕΔ, η μετενέργεια, η «συρροή συμβάσεων», αλλά και η καθολικότητα αυτών.

