Το αφήγημα παραδοσιακές τράπεζες εναντίον fintech εταιρειών δείχνει πως πλέον εγκαταλείπεται. Αυτό ήταν ένα από τα μηνύματα που εξέπεμψαν τόσο εκπρόσωποι των τραπεζών όσο και startuppers στο 4ο Scale Up Event της Deloitte που διεξήχθη πριν από λίγες ημέρες στην Αράχωβα, μιλώντας σε συζήτηση για το μέλλον των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Δύο κόσμοι που μέχρι πριν από λίγα χρόνια φάνταζαν ασύμβατοι, πλέον αναγνωρίζουν την ανάγκη συνεργασίας καθώς διαπίστωσαν πως ο ένας δεν απειλεί τον άλλον με αφανισμό, αλλά μάλλον τον συμπληρώνει. «Μαθαίνουμε πολλά από τον κόσμο του fintech», ανέφερε ο Μιχάλης Βλασταράκης, γενικός διευθυντής marketing και εταιρικής επικοινωνίας του ομίλου Eurobank, δίνοντας έμφαση στη δυναμική των fintech εταιρειών σε παγκόσμιο επίπεδο. «Η εποχή που οι τράπεζες πίστευαν πως γνωρίζουν τα πάντα έχει παρέλθει. Και θεωρούμε πως πρέπει να μαθαίνουμε κάθε μέρα, πρέπει να αλλάζουμε συνεχώς. Και οι εταιρείες fintech δείχνουν τον δρόμο» λέει στο πλαίσιο του event, όπου είχε παρουσία η «Κ». Αυτή η σχέση «αλληλεξάρτησης» έχει αρχίσει να διαφαίνεται, καιρό τώρα, και στην ελληνική αγορά. Πρόσφατα η Eurobank επένδυσε 10 εκατ. ευρώ στη νεοφυή εταιρεία Plum, προτείνοντας έτσι στους πελάτες της τράπεζας την υπηρεσίας της. H Plum έχει αναπτύξει εφαρμογή που, με την τεχνητή νοημοσύνη, βάζει σε τάξη τις αποταμιεύσεις και παρέχει τη δυνατότητα στους χρήστες να επενδύουν σε μετοχές κολοσσών, δηλαδή των Meta, Tesla, Amazon, επιτρέποντας να αποκτούν ακόμη και με μόλις 1 ευρώ κλάσματα μετοχών.
Δεν είναι όμως μόνον ο κλάδος του fintech που έχει αρχίσει να αναδύεται στην Ελλάδα. Το ίδιο συμβαίνει και με τον κλάδο της υγείας. «Σπούδασα computer engineering και μπορώ να παραδεχθώ πως οι καλύτεροι από το τμήμα μου ασχολήθηκαν έπειτα με αυτόν τον κλάδο», ανέφερε ο Νίκος Καλλιαγκόπουλος, εταίρος στο Big Pi Ventures, επενδυτικό κεφάλαιο που έχει επενδύσει σε εταιρείες τεχνολογιών υγείας αλλά και βιοτεχνολογίας, όπως η Anodyne Nanotech και η Intelligencia. Η τελευταία έχει αναπτύξει λογισμικό το οποίο με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης προβλέπει την πιθανότητα επιτυχίας μιας κλινικής έρευνας, ελαχιστοποιώντας τον κίνδυνο αποτυχίας κατά τη διαδικασία ανάπτυξης φαρμάκων. «Η τεχνητή νοημοσύνη αλλά και η μηχανική μάθηση έχουν συμβάλει στη δημιουργία φαρμάκων ταχύτερα και με μεγαλύτερη ακρίβεια» παρατηρεί μιλώντας για τις εξελίξεις στην αγορά, λίγο πριν παρουσιάσει τους ομιλητές του πάνελ της Deloitte, για τις επενδυτικές τάσεις και τις καινοτομίες του κλάδου της υγείας. Οσο κι αν διεισδύει η τεχνητή νοημοσύνη σε τεχνολογίες υγείας, ο ανθρώπινος παράγοντας δεν θα μπορέσει να «υποκατασταθεί». Αυτό ήταν ένα από τα συμπεράσματα της συζήτησης, με κάποιους ομιλητές, ανάμεσά τους ο Βαλέρι Πετρόφ, επικεφαλής του venture capital Eleven Ventures με έδρα τη Σόφια, να εστιάζουν την προσοχή τους και στις αμέτρητες δυνατότητες που έχει φέρει η επέλασή της. «Αυτό που παρατηρούμε είναι μια σημαντική στροφή σε λύσεις βασισμένες στην τεχνητή νοημοσύνη», τονίζει αναφερόμενος σε τομείς όπως η διάγνωση, η πρόληψη αλλά και τεχνολογίες για τη βελτίωση της απόδοσης των συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης.
H Plum έχει αναπτύξει εφαρμογή που, με την AI, βάζει σε τάξη τις αποταμιεύσεις και παρέχει τη δυνατότητα στους χρήστες να επενδύουν σε μετοχές κολοσσών.
Η Ελευθερία Ζούρου, ιδρύτρια και CEO της πλατφόρμας doctoranytime, και ο Γιώργος Λούντος, CEO και συνιδρυτής της Bioemtech, επιχειρούν με τις –made in Greece– τεχνολογίες τους να διευκολύνουν τη ζωή των ασθενών και να συμβάλουν στην ανάπτυξη νέων φαρμάκων. «Το επίπεδο υγειονομικής περίθαλψης που λαμβάνουμε είναι τραγικό», υπογράμμισε εμφατικά, μεταξύ άλλων, η κ. Ζούρου. «Οπότε προσπαθούμε να παρέχουμε στους ανθρώπους τα κατάλληλα δεδομένα για να πάρουν σωστές αποφάσεις για τον γιατρό που έχουν ανάγκη». Η πλατφόρμα δίνει τη δυνατότητα στους χρήστες να βρουν γιατρό ή πιστοποιημένο επαγγελματία υγείας, να κλείσουν ραντεβού, να πραγματοποιούν βιντεοκλήσεις με ειδικούς κ.λπ. Ουσιαστικά κάνει περίπου ό,τι έκανε η Uber στο κομμάτι των μεταφορών, αλλά στον κλάδο της παροχής υπηρεσιών υγείας. «Δραστηριοποιούμαστε σε οκτώ χώρες, στην πλατφόρμα είναι διαθέσιμοι περισσότεροι από 11.000 γιατροί, ενώ πραγματοποιούνται περισσότερα από 300.000 ραντεβού με γιατρούς τον μήνα. Επίσης, η εταιρεία είναι κερδοφόρος, αυτό είναι το μεγαλύτερό μας επίτευγμα».
H Intelligencia έχει αναπτύξει λογισμικό το οποίο προβλέπει την πιθανότητα επιτυχίας μιας κλινικής έρευνας, ελαχιστοποιώντας τον κίνδυνο αποτυχίας κατά τη διαδικασία ανάπτυξης φαρμάκων.
Αν και ξεκίνησε ως εταιρεία που αναπτύσσει απεικονιστικά συστήματα για ποντίκια τα οποία αξιοποιούνται στην προκλινική έρευνα, η νεοφυής εταιρείας Bioemtech εξελίχθηκε στη συνέχεια σε εταιρεία μελέτης ραδιοφαρμάκων για λογαριασμό φαρμακευτικών εταιρειών. «Συνεργαζόμαστε με 25 φαρμακευτικές εταιρείες από Αμερική, Ευρώπη, Ισραήλ, Αυστραλία κ.λπ.», λέει στην «Κ» ο Γιώργος Λούντος, CEO και συνιδρυτής, αναφερόμενος στη συνεργασία της startup με τις μεγάλες εταιρείες του φαρμακευτικού κλάδου. «Επιτυχία είναι να βγει στην αγορά ένα ραδιοφάρμακο που έχουμε μελετήσει. Προς το παρόν τα σκευάσματα ορισμένων φαρμακευτικών εταιρειών με τις οποίες συνεργαζόμαστε βρίσκονται σε κλινική φάση 1». «Ομως δεν θέλουμε να εγκλωβιστούμε στα ραδιοφάρμακα. Μελετάμε και φάρμακα γύρω από την καρδιολογία και την κυστική ίνωση», προσθέτει. «Πλέον πρέπει να είσαι ευέλικτος». Η εταιρεία μετράει 50 άτομα, έχει έσοδα 5 εκατ. με την προοπτική να φθάσει στα 6-7 εκατ. το επόμενο έτος και παράλληλα με το εργαστήριό της στον «Δημόκριτο» σύντομα θα επεκτείνει τις εγκαταστάσεις που διαθέτει στον Γέρακα. «Αφού μελετάμε φάρμακα για άλλους, μπορούμε να το κάνουμε και για εμάς» λέει, δίνοντας το στίγμα για τα επόμενα βήματα της ελληνικής εταιρείας. Αυτές οι εταιρείες αποτελούν τμήμα ενός εγχώριου οικοσυστήματος καινοτομίας, που κατά κοινή διαπίστωση όσων συμμετείχαν σε αυτή την ετήσια συνάντηση της Deloitte βρίσκεται σε πλήρη άνθηση.
«Κλειδί» η χρηματοδότηση
«Δείτε γύρω σας, ποτέ δεν ήμασταν τόσο πολλοί», ανέφερε γνωστός fund manager προτρέποντας να γυρίσουμε το βλέμμα μας προς την αίθουσα, που αποτελούσε γι’ αυτές τις δύο ημέρες το σημείο συνάντησης επενδυτών, scaleup εταιρειών αλλά και μεγάλων επιχειρήσεων. Αυτή η ετήσια συνάντηση που ξεκίνησε το 2022 με 40 συμμετέχοντας, έφθασε φέτος στους 105. Με φόντο τις ορεινές πλαγιές της γραφικής κωμόπολης φιλοξένησε 16 μεγάλες εταιρείες, 23 αναπτυσσόμενες εταιρείες (Ηellas Direct, Wealtyhood, Doctoranytime, Βioemtech), καθώς και 27 επενδυτικά funds που διαχειρίζονται κεφάλαια ύψους 1,4 δισ. ευρώ.
Διεθνοποίηση
«Τα τελευταία χρόνια το οικοσύστημα startups και scaleups εταιρειών στην Ελλάδα έχει αναπτυχθεί περισσότερο από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν», λέει στην «Κ» ο Αλέξης Δαμαλάς, εταίρος της Deloitte, επικεφαλής των συμβουλευτικών υπηρεσιών στρατηγικής, διαχείρισης κινδύνων και χρηματοοικονομικών συναλλαγών και εμπνευστής του Deloitte Scale Up Event. «Μέσω του οικοσυστήματος αυτού αναπτύσσονται εταιρείες που βασίζονται σε επιχειρηματικά μοντέλα με scalability, που προσανατολίζονται στη διεθνοποίηση, σε τομείς με μεγαλύτερη δυναμική, όπως οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες μέσω τεχνολογίας (fintech), η πληροφορική, τα marketplaces, η τεχνητή νοημοσύνη και οι τεχνολογίες deep tech», σχολίασε, μιλώντας για τους πιο δημοφιλείς κλάδους της αγοράς. «Κλειδί» όμως για την περαιτέρω ανάπτυξη των εταιρειών, ειδικά όσων βρίσκονται σε πρώιμα στάδια ανάπτυξης, είναι και η πρόσβαση σε χρηματοδότηση. Την αγορά λοιπόν σκανάρουν 33 venture capital και private equity funds που έχουν αντλήσει κεφάλαια από ιδιώτες και θεσμικούς επενδυτές, όπως η ΕΑΤΕ (Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα Επενδύσεων). Αυτά διαχειρίζονται 1,95 δισ. ευρώ και, όσα έχουν δραστηριότητα, έχουν επενδύσει από το 2020 700 εκατ. σε 170 εταιρείες. Οχι μόνο σε startups αλλά και σε ΜμΕ.
Συνάντηση 39 εταιρειών και 27 επενδυτικών funds στο Deloitte Scale Up Event.
Ποιες είναι όμως οι προκλήσεις με τις οποίες έρχονται αντιμέτωπα και τα private equities; «Η επίδραση της παγκόσμιας οικονομίας στο ενεργειακό κόστος, στις τιμές των πρώτων υλών και στις διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα είναι ιδιαίτερα αισθητή στην Ελλάδα.
Πολλές ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις λειτουργούν με χαμηλά περιθώρια κέρδους, καθιστώντας την αποτελεσματική διαχείριση του κόστους απόλυτη προτεραιότητα», επισήμανε μεταξύ άλλων η Ελένη Μπαθιανάκη, επικεφαλής του Halcyon Equity Partners, που έχει επενδύσει στην ελληνική εταιρεία μόδας Zeus+Dione και πρόσφατα στην εταιρεία Wheelsys. Εστιάζοντας στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, η κ. Μπαθιανάκη σε πάνελ σχετικό με τις επενδυτικές στρατηγικές των private equity τόνισε πως η πρώτη πρόκληση που αυτές πρέπει να ξεπεράσουν είναι «η αντίσταση στην αλλαγή». Σε αυτό προστίθεται η ανάγκη διατήρησης και προσέλκυσης ταλέντου, η επέκταση σε αγορές εκτός Ελλάδας προκειμένου να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους, ενώ μεγάλο ζήτημα παραμένει ο ψηφιακός μετασχηματισμός τους.

