«Σε λίγα χρόνια εκτιμώ πως θα κυκλοφορούν περισσότερα από 20 νέα φάρμακα στην αγορά. Οπως συμβαίνει με την υπέρταση». Αυτό επισημαίνει στην «Κ» υψηλόβαθμο στέλεχος της φαρμακοβιομηχανίας, περιγράφοντας τη φρενίτιδα που έχουν προκαλέσει στον κόσμο αλλά και στην ίδια τη βιομηχανία οι θεραπείες αντιμετώπισης της παχυσαρκίας. Βλέποντας πως η αγορά αυτή αναμένεται να αγγίξει ακόμη και τα 200 δισ. έως το 2030, όλο και περισσότερες φαρμακευτικές εταιρείες «ρίχνονται» στη μάχη της ανακάλυψης νέας γενιάς φαρμάκων. Από ενέσιμες θεραπείες σε πιο αραιή συχνότητα μέχρι και χάπια που υπόσχονται απώλεια βάρους. Οι επιλογές έχουν αρχίσει να διευρύνονται. Novo Nordisk και Eli Lilly είναι –για την ώρα– οι απόλυτοι κυρίαρχοι, με την πρώτη να έχει χαρίσει, από τις πωλήσεις των ενέσιμων φαρμάκων της, ισχυρές «τονωτικές» ενέσεις στην οικονομία της Δανίας. Η αξία της εταιρείας υπολογίζεται γύρω στα 500 δισ. δολ., ξεπερνώντας ακόμα και το ΑΕΠ της χώρας.
Στο μεταξύ, μέσα στον Νοέμβριο, η Φαρμασέρβ-Λίλλυ άρχισε να διαθέτει στη χώρα μας την τιρζεπατίδη, ένα μόριο με διπλή δράση που χορηγείται ως ένεση μία φορά την εβδομάδα. Κοστίζει 253,05 ευρώ, δεν αποζημιώνεται και χορηγείται με ιατρική συνταγή. Υπόσχεται μάλιστα μείωση του σωματικού βάρους κατά τουλάχιστον 20%. Η εταιρεία έχει διαθέσει 12.500-13.000 πρώτα κομμάτια στις φαρμακαποθήκες, και ήδη, κατά πληροφορίες, παρατηρείται ζήτηση για τη θεραπεία. Δεν αποκλείουν μάλιστα, μέχρι τέλη Ιανουαρίου, αυτά να έχουν εξαντληθεί. Φαρμακοποιοί που μίλησαν στην «Κ», ανέφεραν πως ήδη έχουν διαθέσει κάποια κομμάτια προβλέποντας κατακόρυφη αύξηση της ζήτησης, μετά τη χαλαρή περίοδο των γιορτών. «Το πρόβλημα της παχυσαρκίας είναι ένα μεγάλο υγειονομικό ζήτημα που προκαλεί πολλές δεκάδες συννοσηρότητες. Επομένως, η ανάγκη για φαρμακευτική αντιμετώπιση θα βρίσκεται στο προσκήνιο στον βαθμό που οι λύσεις οι οποίες προτείνονται είναι αποτελεσματικές και ασφαλείς», αναφέρουν κύκλοι της αγοράς φαρμάκου. Σύμφωνα με εκτιμήσεις τους, σχεδόν 1 στους 3 Ελληνες είναι παχύσαρκοι, 1 στους 3 υπέρβαροι και 1 στους 3 έχει φυσιολογικό σωματικό βάρος. «Περισσότερα φάρμακα θα δημιουργήσουν ανταγωνισμό και στις τιμές. Οσο πιο προσιτά γίνονται, τόσο πιο πολλοί θα τα προτιμούν».
Ο Κωνσταντίνος Τζωρτζάκης, συνιδρυτής της εταιρείας Anodyne Nanotech με έδρα τη Βοστώνη, μιλάει στην «Κ» για το διαδερμικό σύστημα που έχουν αναπτύξει.
Tην ώρα που στην Ελλάδα λανσαρίστηκε άλλο ένα blockbuster φάρμακο, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, νεοφυείς επιχειρήσεις επιχειρούν να μπουν στη μάχη της ανάπτυξης θεραπειών της παχυσαρκίας και του διαβήτη (GLP-1 drugs). «Παρουσιάσαμε τα προκλινικά αποτελέσματα για τη δράση του προϊόντος μας τον Οκτώβριο, στο συνέδριο Partnership Opportunities in Drug Delivery στη Βοστώνη, και έγινε χαμός. Πολλές φαρμακευτικές έδειξαν έντονο ενδιαφέρον για την τεχνολογία μας», λέει στην «Κ» ο Κωνσταντίνος Τζωρτζάκης, συνιδρυτής της εταιρείας Anodyne Nanotech με έδρα τη Βοστώνη. Η startup έχει αναπτύξει ένα διαδερμικό σύστημα, ένα έμπλαστρο με μικροβελόνες που επιτρέπει τη χορήγηση με πιο… ανώδυνο τρόπο μεγάλων δόσεων φαρμάκου, υποκαθιστώντας τις υποδόριες ή ενδοφλέβιες ενέσεις. Εν προκειμένω της σεμαγλουτίδης, που ανήκει στην κατηγορία των φαρμάκων GLP-1 και στην αγορά είναι γνωστό ως Ozempic. «Πεπτίδια αλλά και πρωτεΐνες, όπως τα μονοκλωνικά αντισώματα είναι πολύ μεγάλα μόρια και για αυτό είναι αδύνατο να χορηγηθούν διαδερμικά. Ωστόσο η τεχνολογία με τις μικροβελόνες διαπερνά τη στιβάδα του δέρματος, καθιστώντας δυνατή την αποδέσμευση και απορρόφηση της φαρμακευτικής ουσίας», εξηγεί ο ίδιος. Ανήκουμε στη «δεύτερη γενιά» των patches και εστιάζουμε στην καταπολέμηση χρόνιων παθήσεων όπως ο διαβήτης, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η σκλήρυνση κατά πλάκας κ.λπ., επισημαίνει, υπενθυμίζοντας πως τα διαδερμικά συστήματα που κυκλοφορούν στην αγορά αφορούν πολύ συγκεκριμένα μόρια (π.χ. νικοτίνης) κ.λπ. Ο κ. Τζωρτζάκης εξηγεί πως στο συνέδριο PODD «αποδείξαμε σε προκλινικό επίπεδο ότι το patch μπορεί να κάνει ό,τι και το ενέσιμο φάρμακο». Σε δοκιμές σε ζώα, η εταιρεία χορήγησε δόση ίση με μία ένεση 3,6 mg φαρμάκου σεμαγλουτίδης, όταν στην αγορά η συνιστώμενη δόση φτάνει μέχρι 2,4 mg ανά εβδομάδα. «Αυτό δεν έχει επιτευχθεί με διαδερμικό τρόπο», λέει. Με τον τρόπο αυτό η εταιρεία επιχειρεί να δείξει πως το επίθεμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί μία φορά την εβδομάδα, με την προοπτική να αποδεσμεύει τη σεμαγλουτίδη με σταθερό ρυθμό και να μειώνει τυχόν παρενέργειες, όπως ναυτία, διάρροια, εμετός κ.λπ.
«Ερευνες δείχνουν πως λόγω των παρενεργειών, το 30% των ασθενών διέκοψε την ενέσιμη θεραπεία του μέσα σε 4 εβδομάδες, πριν καν φτάσει στη συνιστώμενη δόση. Η δική μας λύση φιλοδοξούμε να είναι πιο φιλική προς τον ασθενή». Επίσης, «σε αντίθεση με τις ενέσεις, που ως συσκευές είναι πιο περίπλοκες και απαιτούν ψύξη, στα patch το φάρμακο βρίσκεται σε στερεή μορφή. Αυτό σημαίνει ότι δεν χρειάζεται ψύξη, μειώνοντας το κόστος της εφοδιαστικής αλυσίδας», εξηγεί. «Επειδή το επίθεμα είναι μικρό, μειώνεται και το κόστος παραγωγής». Η ομάδα της εταιρείας αποτελείται από 11 άτομα με γραφεία και στην Αθήνα, στα Μελίσσια, ενώ στο Δ.Σ. βρίσκονται ο πρώην CEO της Noven Pharmaceuticals, Τζεφ Μιμ καθώς και άλλα στελέχη της φαρμακευτικής αγοράς. Παράλληλα, έχει ήδη ξεκινήσει τις διαδικασίες για να τρέξει κλινικές μελέτες το επόμενο διάστημα αναζητώντας χρηματοδότηση 15 εκατ. δολ. «Η αγορά των φαρμάκων κατά της παχυσαρκίας είναι τεράστια. Υπάρχει χώρος για όλους», σημειώνει στην «Κ» ο κ. Τζωρτζάκης.

