Η ορχήστρα της Επιδαύρου παραπέμπει σε νεκροταφείο ή μικρογραφία νεκρόπολης. Διάσπαρτα στην ορχήστρα βλέπουμε ταφικά μνημεία με επιτύμβιες στήλες και στην άκρη της, ένα εκκλησιαστικό όργανο. Οι τάφοι συνδέονται αρχιτεκτονικά και οπτικά με τα ερείπια πίσω από την ορχήστρα. Πέντε λεπτά πριν από την έναρξη της παράστασης «Οιδίπους», σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά, τα πέντε μέλη του Χορού εισέρχονται στον σκηνικό χώρο. Είναι φροντιστές του νεκροταφείου, «υπάλληλοι» γραφείου τελετών, αλλά μοιάζουν έντονα και με κάποια «αγγιγμένα από το χέρι του θεού όντα», σαν αυτά που ενδεικτικά παρουσιάζονται στον «Λόγο» του Ντράγιερ ή στο «Οι κοινωνούντες» του Μπέργκαμ, όπως λέει στο σκηνοθετικό του σημείωμα ο Χουβαρδάς. Τοποθετούν κάποια αντικείμενα και ελέγχουν αν όλα είναι έτοιμα προς λειτουργία.
Σουρουπώνει. Τα φώτα της πλατείας σβήνουν, αλλά δεν ανάβει κάποιο φως για δέκα λεπτά, με το σκοτάδι να πέφτει αργά. Κατόπιν εισέρχεται ο υπόλοιπος θίασος. Ο σε κωματώδη κατάσταση Οιδίπους μεταφέρεται ξαπλωμένος σε φορείο-σαρκοφάγο. Τον ακολουθούν η Αντιγόνη, η Ισμήνη, η Ιοκάστη, ο Πολυνείκης. Τα μέλη της οικογένειας κουβαλούν φαγητό, τσάι, φαναράκια, βελέντζες, ένα δενδρύλλιο ελιάς.
«Τη ζωή πρέπει να τη ζήσουμε προς τα εμπρός, αλλά την καταλαβαίνουμε μόνο αν τη δούμε αλλιώς», λέει ο σκηνοθέτης (θυμίζοντας τη ρήση του Δανού φιλοσόφου Σέρεν Κίρκεγκορ), που επέλεξε φέτος να παρουσιάσει –σε ελεύθερη απόδοση και διασκευή– τον «Οιδίποδα Τύραννο» και τον «Οιδίποδα επί Κολωνώ» με τη μορφή ενιαίας παράστασης, ξεκινώντας όμως από το τέλος προς την αρχή, σαν ένα ταξίδι αυτογνωσίας.

Ενας από τους άξονες της δομής της παράστασης περιγράφεται από τους στίχους του Εντγκαρ Αλαν Πόε «είναι όλα όσα βλέπουμε ή φανταζόμαστε όνειρο που ονειρευόμαστε;», οι οποίοι εμφανίζονται και ως υπότιτλός της. Και αυτό διότι ο Οιδίποδας, στη διάρκεια της αγρυπνίας «ζωντανεύει» και αφηγείται ένα όραμα: του παρουσιάστηκε ο θεός και του αποκάλυψε ότι αν τον ακολουθήσει σε έναν συγκεκριμένο τόπο, και βιώνοντας εξαρχής όσα πέρασε στην πολυτάραχη ζωή του, θα κατανοήσει γιατί υπέφερε όπως υπέφερε.
Η «λογική» του ονείρου δικαιολογεί ότι οι στενοί συγγενείς του Οιδίποδα αναλαμβάνουν να υποδυθούν τα πρόσωπα που έπαιξαν τον πιο αποφασιστικό ρόλο στα καθοριστικά συμβάντα της ζωής του. Ετσι η Ιοκάστη που τον γέννησε για μια ζωή βασανισμένη γίνεται και Θησέας, ο ήρωας που τον λυτρώνει από τα βάσανα· ο γιος του, Πολυνείκης, γίνεται και ο Αγγελος του «Τυράννου»· η κόρη του, Ισμήνη, γίνεται και ο Εξάγγελος του «Τυράννου» που ανακαλύπτει νεκρή τη μητέρα της και τυφλωμένο τον πατέρα της· η άλλη κόρη του, η Αντιγόνη, γίνεται ξενιστής ενός πνεύματος που ενσαρκώνει τον μάντη Τειρεσία. Επίσης, η κωματώδης, ονειρική κατάσταση του Οιδίποδα εξηγεί το ότι οι ρόλοι δεν ερμηνεύονται από έναν ηθοποιό της ηλικίας «τους» και του φύλου «τους». Και αυτό διότι στα όνειρά μας συχνά συγχέουμε φύλα, πρόσωπα και ηλικίες.
«Στην οικογένεια αυτή, που είναι μια κλειστή φυλή ανθρώπων με ένα σκληρό και βαρύ γενετικό στίγμα, την αιμομειξία και την πατροκτονία, κάποια μέλη φέρουν εντονότερα χαραγμένα αυτά τα αλλοιωμένα γενετικά χαρακτηριστικά, εμφανέστερο των οποίων είναι η φυλετική παραμόρφωση. Ετσι, ο Κρέων π.χ., ένας από γραφής απομονωμένος, άκαμπτος και απροσποίητος άνθρωπος, παρουσιάζεται ως μια μορφή που προσιδιάζει στις ορκισμένες παρθένες της Αλβανίας, ενώ η Αντιγόνη, σκληραγωγημένη από τις κακουχίες που έχει περάσει όλα τα χρόνια της εξορίας συνοδεύοντας τον πατέρα της σε συνθήκες στέρησης, μοιάζει περισσότερο με ένα άφυλο, στραγγισμένο, αφιερωμένο πλάσμα, παρά με ένα φυσιολογικό, τρυφερό κορίτσι», είχε εξηγήσει σε συνέντευξή του στην «Κ» (17/7/2025) ο κ. Χουβαρδάς.
Οι στενοί συγγενείς του Οιδίποδα αναλαμβάνουν να υποδυθούν τα πρόσωπα που έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στα συμβάντα της ζωής του.
Βέβαια, τα στοιχεία αυτά, καθώς και η αντίστροφη παρουσίαση των γεγονότων, με αρκετά ενδιάμεσα φλασμπάκ, δυσκόλεψαν τους μη «διαβασμένους» θεατές στην κατανόηση τόσο της αφήγησης όσο και της κεντρικής ιδέας του Χουβαρδά.
Το ύφος της παράστασης υπηρέτησαν το εντυπωσιακό σκηνικό της Εύας Μανιδάκη και η μουσική του Αγγελου Τριανταφύλλου (την ερμήνευσε ζωντανά παίζοντας το εκκλησιαστικό όργανο). Ο σκηνοθέτης στηρίχθηκε σε ένα θίασο πολύ καλών ηθοποιών, από τους οποίους ξεχώρισαν η λαμπερή Καρυοφυλλιά Καραμπέτη (Κρέων), ο Ορέστης Χαλκιάς (Αντιγόνη – Τειρεσίας) και η Πηνελόπη Τσιλίκα (Ισμήνη). Τον Οιδίποδα ερμήνευσε ο Νίκος Καραθάνος.
Την παράσταση, διάρκειας περίπου δύο ωρών, παρακολούθησαν στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου την περασμένη Παρασκευή και το Σάββατο περισσότεροι από 17.000 θεατές. Θα ακολουθήσει περιοδεία στην Αττική και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Μεταξύ των σταθμών θα είναι και το Ηρώδειο στις 13 Σεπτεμβρίου.

