Στο μυαλό του Τζέιμς Τζόις: Οι Τεξανοί που διαβάζουν το ίδιο βιβλίο επί 13 χρόνια

Στο μυαλό του Τζέιμς Τζόις: Οι Τεξανοί που διαβάζουν το ίδιο βιβλίο επί 13 χρόνια

Ξεκινώντας από το Οστιν του Τέξας, μια ομάδα αναγνωστών έχει αφιερώσει πάνω από μία δεκαετία στο πιο άναρχο βιβλίο του 20ού αιώνα, το «Finnegans Wake» του Τζέιμς Τζόις. Οχι για να το αποκρυπτογραφήσει, αλλά για να το ζήσει. Η «Κ» βρήκε τα μέλη εκεί όπου πάντα βρίσκονται: κάπου ανάμεσα στη σελίδα και στο άγνωστο

13' 0" χρόνος ανάγνωσης

Ορισμένα βιβλία σού ζητούν ευγενικά να τα ολοκληρώσεις· άλλα το απαιτούνμ, σαν να σε διατάζουν. Ωσπου πέφτει στα χέρια σου το «Finnegans Wake»· ένα βιβλίο που αντιστέκεται στην καθαυτήν έννοια του τέλους, της ολοκλήρωσης.

Γραμμένο από τον Τζέιμς Τζόις σε διάστημα 17 ετών και δημοσιευμένο το 1939, το μυθιστόρημα αρχίζει και τελειώνει στη μέση των προτάσεων. Η γλώσσα του γλιστράει ανάμεσα στις γλώσσες, μπλέκεται σε λογοπαίγνια, περιπλανιέται στην ιστορία, στον μύθο και στο όνειρο. Η πλοκή είναι ρευστή. Η λογική είναι άλογη. Οι αναγνώστες του είναι σπάνιοι – και συνήθως κολλάνε.

Στο μυαλό του Τζέιμς Τζόις: Οι Τεξανοί που διαβάζουν το ίδιο βιβλίο επί 13 χρόνια-1

Στο Οστιν του Τέξας, μια μικρή και αφοσιωμένη ομάδα –The Finnegans Wake Reading Group of Austin– διαβάζει το «Finnegans Wake» (στα ελληνικά, «Η αγρυπνία των Φίννεγκαν», μτφρ. Ελευθέριος Ανευλαβής, εκδ. Κάκτος 2013) από το 2012. Ούτε μια φορά· ούτε δύο· ξανά και ξανά, σελίδα τη σελίδα, περνώντας συχνά ώρες σε λίγες μόνο γραμμές. Σε έναν κόσμο που έχει εμμονή με την ταχύτητα και την ολοκλήρωση, η ομάδα έχει επιλέξει την επανάληψη.

Ούτε μια φορά· ούτε δύο· ξανά και ξανά, σελίδα τη σελίδα, περνώντας συχνά ώρες σε λίγες μόνο γραμμές.

«Για μένα», αφηγείται στην «Κ» από το Στάτεν Αϊλαντ της Νέας Υόρκης ο Στίβι Ντ’Αρμπάνβιλ, μέλος της ομάδας, «η ιδέα της προόδου έχει αλλάξει δραστικά. Αισθάνομαι ότι πηγαίνουμε προς όλες τις κατευθύνσεις ταυτόχρονα, και μου αρέσει αυτό. Δεν υπάρχει “πορεία προς τα εμπρός”. Η πρόοδος, όπως και η ακινησία, είναι μια ψευδαίσθηση».

Μια μεγάλη αγρυπνία στο Τέξας

Στο μυαλό του Τζέιμς Τζόις: Οι Τεξανοί που διαβάζουν το ίδιο βιβλίο επί 13 χρόνια-2Η ομάδα, με βετεράνους της οποίας συνομίλησα, ιδρύθηκε από τον Πίτερ Κουαντρίνο (φωτ.), λάτρη του Τζόις, που σήμερα βρίσκεται στο Νιου Τζέρσεϊ. Ο ίδιος διάβασε για πρώτη φορά το «Finnegans Wake» ακολουθώντας μια μεθοδική, μη χρονολογική προσέγγιση. Αντί να ξεκινήσει από την έτσι κι αλλιώς μπερδεμένη αρχή του μυθιστορήματος, ξεκίνησε με τα «ευκολότερα» κομμάτια του –αν υπάρχουν τέτοια–, χρησιμοποιώντας τη σειρά ανάγνωσης που πρότεινε ένα δοκίμιο με τίτλο «“Finnegans Wake” for Dummies» («Η “Αγρυπνία των Φίννεγκαν” για χαζούληδες»).

Δύο φορές τον μήνα, το Finnegans Wake Reading Group of Austin συγκεντρώνεται για να διαβάσει ένα βιβλίο που δεν δίνει δεκάρα για το τέλος, πολλώ δε μάλλον για τη γραμμικότητα. «Την πολυπλοκότητα επιβαρύνει», μου εξηγεί ο Κουαντρίνο, «το γεγονός ότι στην πραγματικότητα δεν το διαβάζουμε από την αρχή ώς το τέλος με διαδοχική σειρά. Το βιβλίο τείνει να στρεβλώνει και να παραμορφώνει τον χρόνο και την ένταση, οπότε αυτή είναι ίσως μια κατάλληλη προσέγγιση».

Δεν το διαβάζουμε από την αρχή ώς το τέλος με διαδοχική σειρά. Το βιβλίο τείνει να στρεβλώνει και να παραμορφώνει τον χρόνο και την ένταση, οπότε αυτή είναι ίσως μια κατάλληλη προσέγγιση.

Οι συναντήσεις τους ξεκίνησαν σε μια τοπική βιβλιοθήκη, μεταφέρθηκαν σε ένα βιβλιοπωλείο και στη συνέχεια στο ιρλανδικό προξενείο στο Οστιν. Με την πανδημία, η ομάδα πέρασε στον ψηφιακό κόσμο και επεκτάθηκε. Οι αναγνώστες πλέον συνδέονται μέσω Zoom από διάφορες πολιτείες των ΗΠΑ, από τη Βαρκελώνη, από τη Βραζιλία. Η διάθεση έχει αλλάξει με την πάροδο του χρόνου, αλλά όχι η πρακτική: στενή, συνεργατική, αργή ανάγνωση.

Το βιβλίο και το «μαζί»

Το να συναντιέσαι τακτικά με άλλους και να διαβάζεις ένα βιβλίο που αντιστέκεται στη σαφήνεια, στο συμπέρασμα ή ακόμα και στο ίδιο το συντακτικό –έστω κι αν είναι γραμμένο στη γλώσσα σου, αν υπάρχει συγκεκριμένη γλώσσα στο βιβλίο δηλαδή– δεν αποτελεί απλώς λογοτεχνική πράξη· είναι και κοινωνική χειρονομία. Η ομάδα του Οστιν έχει, με τα χρόνια, καταστεί, αφενός, αναγνωστική κολεκτίβα και, αφετέρου, το κυριότερο, ένα είδος κοινότητας.

«Πριν από την έναρξη κάθε συνάντησης», αναφέρει ο Νέιθαν Γουάλας από το Κολούμπους του Οχάιο, «τα λέμε σαν φίλοι, και ορισμένες φορές αυτές οι φιλικές συζητήσεις επανέρχονται κατά τη διάρκεια της ίδιας της ανάλυσης του βιβλίου. Είναι μια ιδιαίτερα κοινωνική πράξη».

Στο μυαλό του Τζέιμς Τζόις: Οι Τεξανοί που διαβάζουν το ίδιο βιβλίο επί 13 χρόνια-3
Η ομάδα ανάγνωσης του Οστιν, όταν συναντιόταν στο ιρλανδικό προξενείο της πόλης. (©Peter Quadrino)

«Η πρώτη ανάγνωση είναι συνήθως συγκεχυμένη», λέει η Τάμαρ Στίμπερ από τη Σάντα Φε του Νέου Μεξικού. «Αν και πάντα ποιητική και συχνά κωμική».

Ξέρουμε ότι κάποιοι θα αναφερθούν σε ορισμένα θέματα ή θα κάνουν συγκεκριμένες συνδέσεις. Μερικές φορές έχει πλάκα να προβλέπουμε πότε ο τάδε θα πετάξει την ατάκα του.

Οι φιλίες βαθαίνουν όχι μόνο μέσω της κοινής ανακάλυψης, αλλά και μέσω του ρυθμού των συναντήσεων, μέσα από τα χρόνια της τριβής, της επιστροφής. «Σε αυτό το σημείο», λέει η Μαντλίν Μέλνικ, «όλοι γνωρίζουμε ο ένας τον άλλον αρκετά καλά, τουλάχιστον όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο διαβάζουμε και ερμηνεύουμε το κείμενο. Ξέρουμε ότι κάποιοι θα αναφερθούν σε ορισμένα θέματα ή θα κάνουν συγκεκριμένες συνδέσεις. Μερικές φορές έχει πλάκα να προβλέπουμε πότε ο τάδε θα πετάξει την ατάκα του».

«Καθώς περνάει ο καιρός», προσθέτει ο Ντέσιο Σλομπ από το Ρίο ντε Τζανέιρο, «γνωριζόμαστε, γινόμαστε φίλοι μέσα από αυτές τις συναντήσεις. Φτάνουμε να δημιουργήσουμε ένα είδος κοινότητας που είναι πολύ ενωμένη και φιλική».

Κι ενώ η ομάδα έχει διασκορπιστεί, η οικειότητα παραμένει. Μερικές φορές, σημειώνει ο Πίτερ Κουαντρίνο, το ίδιο το κείμενο μοιάζει να κρατάει τη μνήμη εκείνων που έχουν απομακρυνθεί.

«Κάθε συμμετέχων λίγο – πολύ έρχεται να παρουσιάσει μια συγκεκριμένη αίσθηση ή έναν ειδικό ερμηνευτικό προσανατολισμό», εξηγεί ο Μπράιαν ΜακΝέρνεϊ από το Δουβλίνο. «Η αλλαγή προσώπων σημαίνει αλλαγή ιδιοσυγκρασίας και προοπτικής. Είχα πάντα επίγνωση της απώλειας κάποιων από τα παλιά “εν σαρκί” μέλη μας, επειδή κάθε συμμετέχων έχει να προσφέρει κάτι συγκεκριμένο, αλλά πάντα ανοιχτό και μεταβλητό».

Ενα ταξίδι συνεργατικής ανακάλυψης χωρίς προορισμό.

Ο ΜακΝέρνεϊ το αποκαλεί «ένα ταξίδι συνεργατικής ανακάλυψης» χωρίς προορισμό. Κουβαλούν μαζί τους μόνο την αλληλεπίδραση των φωνών, των διαθέσεων, των ερμηνειών.

Η Σέρι Τέιτουμ, από το Οστιν του Τέξας, αποτύπωσε καλύτερα αυτήν την κοινωνική διαστρωμάτωση όταν θυμήθηκε την εποχή με τις διά ζώσης συναντήσεις. «Μου λείπουν οι διά ζώσης συναντήσεις μας λόγω της συζήτησης μετά, περπατώντας μέχρι το Spider House μετά το Malvern Books, προσφερόμενοι να επιστρέψουμε στο σπίτι κάποιο μέλος. Μου άρεσε το γεγονός ότι, αν προσπαθούσα να σκεφτώ ένα απόσπασμα από τον Μίλτον, μια έννοια στα οράματα του Μπλέιν ή έναν στίχο των Metallica, μπορούσα να βασιστώ στον Ντρέικ, τον Σκοτ, τον Ιαν· γνώριζαν τι αναζητούσα και σχεδόν διάβαζαν το μυαλό μου».

Αυτοπεποίθηση και ταπεινότητα

Το αποτέλεσμα είναι μια κολεκτίβα όπου συνυπάρχουν, για παράδειγμα, η αυτοπεποίθηση και η ταπεινότητα. Κάποιος προτείνει κάτι. Οι άλλοι ανταποκρίνονται – ή δεν ανταποκρίνονται. Μια ανάγνωση μπορεί να επεκτείνει τη σκέψη ολόκληρης της ομηγύρεως ή να την πάρει ο αέρας.

«Σπανίως παρουσιάζεται κάποιος λέγοντας “εγώ έχω τις απαντήσεις”», αφηγείται ο Στίβι Ντ’Αρμπάνβιλ. «Η στάση μας είναι πάντα περισσότερο “ναι, και…” παρά “όχι, αλλά…”».

«Ορισμένες θεωρίες είναι μπερδεμένες, περίπλοκες, διάχυτες, μη γραμμικές, ιδιοσυγκρασιακές, λοξές, ακόμα και αδιαφανείς», συμπληρώνει ο Μπράιαν ΜακΝέρνεϊ. «Ωστόσο, η ομάδα δεν ανταποκρίνεται πάντα με ενθουσιασμό, αλλά υπάρχει πάντοτε σεβασμός. Δεν πρόκειται απλώς για ανοχή. Είναι κάτι πιο κοντά στην πνευματική αγκαλιά».

Το βιβλίο είναι ένα Τεστ Ρόρσαχ. Κάθε θεωρία για το νόημά του αποκαλύπτει περισσότερα για τον αναγνώστη παρά για το βιβλίο.

Οπως, μάλιστα, το έθεσε ο Ντέσιο Σλομπ: «Η ομάδα είναι πολύ δημοκρατική. Ο καθένας παρουσιάζει τη γνώμη και την ερμηνεία του. Το βιβλίο μπορεί να έχει πολλές προσωπικές ερμηνείες ή συνάδουσες με την αίσθηση όλη της ομάδας».

Ακόμα και όταν κάποιος προσπαθεί να είναι αφοριστικός –λέγοντας ότι έχει σπάσει τον κώδικα– οι υπόλοιποι του επιτρέπουν να εκφραστεί, χωρίς να τον διορθώνουν και δίχως να τον στριμώχνουν στη γωνία.

Ο Νέιθαν Γουάλας αποτύπωσε τον υποβόσκοντα σκεπτικισμό: «Αρκετά μέλη έχουν υποστηρίξει ότι έχουν καταλάβει τι είχε “πραγματικά” στο μυαλό του ο Τζόις όταν έγραφε το βιβλίο. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την κοινή σοφία ότι το βιβλίο είναι ένα Τεστ Ρόρσαχ. Κάθε θεωρία για το νόημά του αποκαλύπτει περισσότερα για τον αναγνώστη παρά για το βιβλίο».

Κόσμος πάει κι έρχεται

Το να περάσει κανείς πάνω από μια δεκαετία διαβάζοντας ένα μόνο βιβλίο μπορεί να ακούγεται σαν εμμονή. Το να το κάνει εθελοντικά –χωρίς αμοιβή ή κάποια επιβράβευση– μπορεί να ακούγεται σαν συνθηκολόγηση. Αλλά η συνθηκολόγηση, σε αυτή την περίπτωση, είναι η λάθος λέξη – τουλάχιστον σύμφωνα με την ομάδα.

«Νομίζω ότι καταλαβαίνω τι εννοείτε εδώ», λέει η Μαντλίν Μέλνικ από τη Βαρκελώνη, «αλλά η “συνθηκολόγηση” (εμμέσως η γλώσσα της βίας και του πολέμου) δεν μου αρέσει. Δεν είμαστε σε πόλεμο με το βιβλίο. Δεν προσπαθούμε να το κατακτήσουμε. Για όσους αποφασίζουν ότι το μυθιστόρημα θα αποτελέσει μέρος της ζωής τους, δεν είναι θέμα κατάκτησης ή συνθηκολόγησης· είναι θέμα τού πότε και πώς επιστρέφουν σε αυτό».

Δεν είμαστε σε πόλεμο με το βιβλίο. Δεν προσπαθούμε να το κατακτήσουμε. Για όσους αποφασίζουν ότι το μυθιστόρημα θα αποτελέσει μέρος της ζωής τους, δεν είναι θέμα κατάκτησης ή συνθηκολόγησης· είναι θέμα του πότε και πώς επιστρέφουν σε αυτό.

Η επιστροφή είναι η λέξη-κλειδί στο Finnegans Wake Reading Group of Austin. Τα μέλη μπαινοβγαίνουν. Κάποιοι παραμένουν σιωπηλοί για εβδομάδες. Κάποιοι εξαφανίζονται για χρόνια και επανεμφανίζονται αλλαγμένοι. «Σε πολλές συναντήσεις δεν έχω πει ούτε μια λέξη», θυμάται ο Μπράιαν ΜακΝέρνεϊ. «Αλλες φορές ίσως μιλούσα υπερβολικά, ανάλογα με τη διάθεσή μου και το αν ένιωθα ότι είχα κάποια ουσιαστική συνεισφορά να προσφέρω».

Ο Πίτερ Κουαντρίνο προσθέτει ότι «είχαμε πολλές, πάρα πολλές περιπτώσεις ανθρώπων που συμμετείχαν για μία ή δύο συναντήσεις και στη συνέχεια δεν εμφανίστηκαν ξανά. Κανένα πρόβλημα. Μερικές φορές ένα τακτικό μακροχρόνιο μέλος φεύγει και εύχομαι να επιστρέψει, αλλά ποτέ δεν προσπαθώ να πιέσω κανέναν να ξαναμπεί αφού έχει φύγει».

Στο μυαλό του Τζέιμς Τζόις: Οι Τεξανοί που διαβάζουν το ίδιο βιβλίο επί 13 χρόνια-4
©Peter Quadrino

Οι συναντήσεις είναι εθελοντικές. Αλλά το βιβλίο, με τον δικό του, περίεργο τρόπο, επιμένει. Επανέρχεται στη μνήμη, στον ρυθμό, στη μυθολογία. Οπως το θέτει η Σέρι Τέιτουμ –απηχώντας το «James Joyce and the Philosophers at “Finnegans Wake”» του Ντόναλντ Βερέν– «περιστασιακά συναντούμε ανθρώπους που ισχυρίζονται ότι έχουν διαβάσει όλο το βιβλίο, αλλά τους ακούει κανείς σαν να ακούει έναν βιαστικό ταξιδιώτη, που επιστρέφει εμπύρετος από μακρινές ζούγκλες, να διηγείται μια πόλη χτισμένη εξ ολοκλήρου από χρυσό».

Η Τέιτουμ προχωράει ακόμα παραπέρα, διευρύνοντας την έννοια του να επιχειρήσει κανείς έστω και να διαβάσει το βιβλίο: «Πρέπει να διαβάσεις τη Βίβλο, τον Σαίξπηρ, να είσαι εξοικειωμένος με το Βιβλίο Κελλς, τον Αγιο Αυγουστίνο, τον Μίλτον, τον Μπλέικ, τον Γουίνταμ Λιούις, την Αιγυπτιακή Βίβλο των Νεκρών, τον Γέιτς, τον Σιντζ, τον Τζέιμς Στίβενς, την κέλτικη μυθολογία, την ινδουιστική μυθολογία».

Λίγο εκκεντρικοί, λίγο σπασίκλες, αλλά εν γένει κουλ

Δίνεται, αναπόφευκτα, μια αίσθηση μοναστισμού –ίσως και μιας κατάστασης λίγο… αλλού– στο να αφιερώνει κανείς τη ζωή του στο «Finnegans Wake». Κι όμως, αν ρωτήσετε την ομάδα του Οστιν τι είδους οργάνωση είναι, οι απαντήσεις είναι περισσότερο τρυφερές παρά ασκητικές.

«Είμαστε μέλη μιας ομάδας ανάγνωσης που δεν θέλουν ποτέ να διαβάσουν το βιβλίο εκ των προτέρων», λέει αστειευόμενη η Μαντλίν Μέλνικ. Ο Νέιθαν Γουάλας συμπληρώνει λέγοντας ότι βλέπει «αυτή την ομάδα περισσότερο ως λέσχη φαν, έχοντας αόριστα κατά νου ότι η λέξη “φαν” προέρχεται από το “φανατικός”. Είμαστε λίγο εκκεντρικοί, λίγο σπασίκλες και γενικά αρκετά κουλ».

Είμαστε απλώς μια πολύ υπομονετική ομάδα που προσπαθεί να καταλάβει τι συμβαίνει στις σελίδες αυτού του υπέροχου βιβλίου, αλλά με όχι και τόσο μεγάλη επιτυχία στην κατανόησή του. Αλλά συνεχίζουμε να το προσπαθούμε.

«Το μοναδικό πράγμα που μπορεί να μοιάζει με αίρεση», προσθέτει ο Στίβι Ντ’Αρμπάνβιλ, «είναι η σχεδόν καθολική λατρεία μας για το κείμενο. Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθούμε να το αμφισβητούμε, οπότε δεν νομίζω ότι πρόκειται πραγματικά για αίρεση».

Στο μυαλό του Τζέιμς Τζόις: Οι Τεξανοί που διαβάζουν το ίδιο βιβλίο επί 13 χρόνια-5Στην πραγματικότητα, αυτό που ενώνει την ομάδα δεν είναι το δόγμα. Eίναι η υπομονή. Είναι η προθυμία να κολλούν με την ασάφεια, να επιστρέφουν στην αταξία, να δημιουργούν έμμεσα και λοξά νοήματα.

«Ναι», λέει ο Ντέσιο Σλομπ, «είμαστε απλώς μια πολύ υπομονετική ομάδα που προσπαθεί να καταλάβει τι συμβαίνει στις σελίδες αυτού του υπέροχου βιβλίου, αλλά με όχι και τόσο μεγάλη επιτυχία στην κατανόησή του. Αλλά συνεχίζουμε να το προσπαθούμε».

Αυτή η πράξη της προσπάθειας –μιας πορείας χωρίς τερματισμό και τελική απάντηση– είναι αυτό που δίνει στην ομάδα το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της. Ο Πίτερ Κουαντρίνο μού υπενθυμίζει τη μυθιστορηματική περιγραφή του Τομ Ρόμπινς για μιαν αντίστοιχη ομάδα: «Μια μυστική κοινωνία με παραρτήματα στο Χονγκ Κονγκ και την Μπανγκόκ, τα μέλη της οποίας συναντιόντουσαν περιοδικά για να πίνουν παράξενα ποτά και να συζητούν για το “Finnegans Wake”».

«Μας βλέπω», συμπληρώνει ο ιδρυτής της ομάδας, «ως ένα είδος υπόγειας συλλογικότητας ριζοσπαστικών στοχαστών από διάφορα υπόβαθρα που έχουν συγκεντρωθεί για να προσπαθήσουν να καταλάβουν τα μυστήρια του σύμπαντος μελετώντας το πιο εσωτεριστικό και ερμητικό κείμενο».

Ενα είδος υπόγειας συλλογικότητας ριζοσπαστικών στοχαστών που έχουν συγκρεντρωθεί για να προσπαθήσουν να καταλάβουν τα μυστήρια του σύμπαντος μελετώντας το πιο ερμητικό κείμενο.

Υπάρχει μια σοβαρότητα σε αυτόν τον παραλογισμό. Ενα είδος ιερού παιχνιδιού. Η Σέρι Τέιτουμ το θέτει καθαρά: «Πρέπει να είσαι πρόθυμος να αφήσεις τις σύγχρονες ευαισθησίες σου και να ακολουθήσεις τη μακρόπνοη άποψη της ιστορίας όλων όσοι έχουν υπάρξει στον πλανήτη».

Για άλλους, η ανάγνωση δημιουργεί έκσταση, επανάληψη, déjà vu – ορισμένες φορές επιφοίτηση, άλλες συντριβή. Η Τάμαρ Στίμπερ, η οποία διαβάζει το βιβλίο με πολλαπλές ομάδες, περιέγραψε το παράδοξο της προόδου: «Συνήθως, όλα είναι εντελώς ξένα και οικεία ταυτόχρονα. Μπορώ να διαβάσω κάτι ξανά και να μη θυμάμαι ότι το έχω διαβάσει καθόλου. Και μπορώ να διαβάσω κάτι εντελώς καινούργιο και να νιώσω σαν να το έχω διαβάσει πριν. Είναι η φύση του… θηρίου».

H ομάδα, όπως και να ’χει, είναι ένα δοχείο μνήμης, διανοητικής φιλίας, των εποχών της ζωής που περνούν και οργανώνονται γύρω από ένα βιβλίο που αρνείται να τελειώσει.

Και γιατί συνεχίζουν;

Τι τους κάνει, λοιπόν, να επιστρέφουν στο βιβλίο; Δεν μπορεί να είναι μόνο η τζοϊσική μαεστρία. Οπωσδήποτε δεν είναι μια οποιαδήποτε βεβαιότητα. Για σαφήνεια, ούτε λόγος. Αυτό που μαγνητίζει την ομάδα του Οστιν στο «Finnegans Wake» –ξανά και ξανά– είναι κάτι πιο λεπτό, πιο βιώσιμο: η χαρά του να μην έχεις κάπου να φτάσεις.

Νιώθω σαν να βλέπω τη σελίδα μέσα από τα μάτια 12 ανθρώπων ταυτόχρονα. Τότε εύχομαι να μπορούσα να ξαναρχίσω τη συνάντηση και να πω σε όλους τι παρατήρησα.

Το βιβλίο διεισδύει στη γνώση, μπλέκει τις γλώσσες, τα πρόσωπα, τις αισθήσεις. Αποπροσανατολίζει και αναδιατάσσει τον χρόνο. Για τον Πίτερ Κουαντρίνο, οι πιο δυνατές στιγμές έρχονται μετά το τέλος της συνάντησης: «Κοιτάζω τη σελίδα, ενώ ακόμα αφομοιώνω τις ιδέες από τη συζήτηση, και τα πράγματα μπορούν να αρχίσουν να συνοψίζονται. Νιώθω σαν να βλέπω τη σελίδα μέσα από τα μάτια 12 ανθρώπων ταυτόχρονα. Τότε εύχομαι να μπορούσα να ξαναρχίσω τη συνάντηση και να πω σε όλους τι παρατήρησα, αλλά μέχρι τότε είναι αργά το βράδυ και οι σκέψεις έχουν γίνει πολύ ολισθηρές για να τις πιάσω ή να προσπαθήσω να τις καταγράψω, και τότε αποκοιμιέμαι».

Στο τέλος, αυτό είναι το δώρο που η ομάδα συνεχίζει να λαμβάνει. Ενας τρόπος να κινείσαι μέσα σε ένα βιβλίο –και μέσα στον χρόνο– που τιμά τόσο το μυστήριο όσο και τη συντροφικότητα. Το δικαίωμα να μην ξέρεις· να μη νιώθεις οποιαδήποτε υποχρέωση να ξέρεις. Η πείνα να ακούσεις και η δίψα να αισθανθείς –όχι να καταλάβεις–, ακόμα κι όταν τίποτα δεν βγάζει κανένα νόημα.

Υστερόγραφο

Εφτασα στο Finnegans Wake Reading Group of Austin ως… παρείσακτος, ως ένας δημοσιογράφος που είχε πολλές ερωτήσεις. Αυτό που προέκυψε από την κουβέντα δεν ήταν άλλη μια λέσχη βιβλίου. Είναι κάτι πιο παράξενο, κάτι πιο συγκινητικό: μια κοινότητα που δεν συνδέεται λόγω γούστου, πίστης ή βεβαιότητας, αλλά τη συγκολλά η κοινή προθυμία να παραμείνει μέσα στην ομίχλη.

Με έκανε να σκεφτώ ότι ίσως το διάβασμα, σε μιαν από τις πιο συγκινητικές και συλλογικές εκφάνσεις του, δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με την πρόοδο της ανάγνωσης, την πορεία προς το τέλος, όσο μακριά κι αν είναι αυτό. Ισως έχει να κάνει με μεγάλη αγκαλιά που ανοίγεις για κάθε βιβλίο και κάθε άνθρωπο· με την αφοσίωση στην ακρόαση του ήρωα, του τόπου, του χρόνου – και, εξ αντανακλάσεως, της ζωής στο τώρα.

Και εντέλει, ίσως, μόνον ίσως, έχει να κάνει με το να ακούς μια πρόταση που ξεκινάει από το στόμα κάποιου άλλου και τελειώνει –αθόρυβα και παράξενα– στο δικό σου.

Ακόμα κι αν μείνει κι αυτή –όπως είχε, εξάλλου, ορίσει ο Τζέιμς Τζόις στο «Finnegans Wake»– στο χείλος του γκρεμού.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT