Τον Νοέμβριο του 1959 στον αριθμό 9 της Βαλαωρίτου, στο κέντρο της Αθήνας, άνοιξε η γκαλερί Νέες Μορφές. Ηταν μία από τις πιο παλιές γκαλερί της Αθήνας, η οποία μάλιστα την περίοδο της επταετίας φιλοξένησε τις περισσότερες εικαστικές εκθέσεις που έγιναν στην πόλη.
Αυτό ανακάλυψε μέσα από την αρχειακή της μελέτη η Νατάσσα Τσαροπούλου, ιστορικός και επιμελήτρια του Ινστιτούτου Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης (ΙΣΕΤ), που, μισό αιώνα μετά τη χούντα, στεγάζεται εκεί ακριβώς που βρισκόταν η γκαλερί. Μια ευτυχής σύμπτωση, αν σκεφτεί κανείς πως μέχρι τις αρχές του 2025, στον χώρο του ΙΣΕΤ θα φιλοξενείται η έκθεση «Η Δημοκρατία στον δρόμο. Εκθεση αφίσας 1967-1981», ως μέρος του παράλληλου προγράμματος της μεγάλης, θεματικής έκθεσης «Δημοκρατία», που έχει ανοίξει τις πόρτες της από το καλοκαίρι στην Εθνική Πινακοθήκη.

Η αφίσα, ως σημείο που μπορεί να συμπυκνώσει μηνύματα αλλά και ως ένα έργο αισθητικής αξίας, επιλέχθηκε εδώ να μελετηθεί σε μία κομβική, διμερή περίοδο: στην περίοδο της Δικτατορίας, δηλαδή από το 1967 έως το 1974 και από εκεί στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, μέχρι και το 1981. Οπως εξηγεί η επιμελήτρια της έκθεσης, το 1981 ως ημερομηνία επιλέχθηκε από τους επιστημονικούς υπεύθυνους, Βαγγέλη Καραμανωλάκη και Στάθη Παυλόπουλο, καθώς τότε πλέον περνάμε ξεκάθαρα σε μία περίοδο με ομαλές μεταβάσεις για την Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία.

Στη «Δημοκρατία στον δρόμο», όμως, οι αναταραχές βρίσκονται στο επίκεντρο. Ο επισκέπτης της έκθεσης θα δει γύρω στις 60 αφίσες προερχόμενες από το δικτατορικό καθεστώς μα και τον αντιδικτατορικό αγώνα, από εικαστικές εκθέσεις και τις καμπάνιες των πολιτικών κομμάτων όταν μιλάμε πλέον για την περίοδο της αποκατάστασης της δημοκρατίας. Για την άντληση αυτού του υλικού, δύο σημαντικά αρχεία, το αρχείο τέχνης του ΙΣΕΤ αλλά και τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) στο καθαρά ιστορικό κομμάτι, συνεργάστηκαν για τη δημιουργία της έκθεσης, μελετώντας συνολικά περισσότερες από 200 αφίσες. Για την τελική επιλογή των εκθεμάτων, όπως εξηγεί η Νατάσσα Τσαροπούλου, «μας ενδιέφερε έντονα και το εικαστικό κομμάτι, αλλά δεν έπαψε να μας απασχολεί και το ιστορικό».
1967-1974: Στρατιωτική λιτότητα και αντιδικτατορική πολυχρωμία

Στην περίοδο της επταετίας, μια εποχή που τόσο η εικόνα όσο και τα μηνύματα στις αφίσες είναι πολύ δυνατά, το μέσο αποδείχθηκε χρήσιμο και στις δύο πλευρές: έγινε εργαλείο προπαγάνδας στα χέρια του καθεστώτος, αλλά και τρόπος έκφρασης και μια «φωνή» έκφρασης για τον αντιδικτατορικό αγώνα και τους υπερασπιστές της ελευθερίας.



Αυτή η διάκριση ήταν σαφής και στους κώδικες της αφίσας, όπως εξηγεί και η Νατάσσα Τσαροπούλου: «Στις αφίσες της χούντας υπάρχει πάντα ένα πολύ σαφές μήνυμα που λειτουργεί προπαγανδιστικά και μια πολύ συγκεκριμένη δομή, στρατιωτικής λογικής». Το εντελώς αντίθετο από τις αφίσες που προέρχονταν από την απέναντι πλευρά: «Οι αντιδικτατορικές και οι αφίσες που προέρχονταν από κινήματα συμπαράστασης του εξωτερικού προς τον ελληνικό λαό, παίζουν πολύ με τα έντονα χρώματα και σχήματα. Επιλέγονται έντονες γραμματοσειρές ή γίνονται κολάζ».


Από το 1974 βασικό αίτημα ήταν η γρήγορη αποκατάσταση και εδραίωση της δημοκρατίας: στις μη καθεστωτικές αφίσες της περιόδου βρίσκει κανείς ανοιχτά καλέσματα αλληλεγγύης ενάντια στην καταπίεση και αίτημα για τιμωρία των ενόχων. Μετά δε τα γεγονότα της Κύπρου, υπάρχουν πολλές αφίσες συμπαράστασης στον κυπριακό λαό, ακόμα και από καλλιτεχνικές ομάδες που συγκέντρωναν χρήματα για αυτόν τον σκοπό.


1974-1981: Μεταπολίτευση και τυποποίηση της αφίσας

Η Μεταπολίτευση και η σταδιακή μετάβαση στην ομαλότητα αποτυπώνονται αντίστοιχα και στις αφίσες που κρεμάστηκαν στους δρόμους ώς και τις αρχές της δεκαετίας του ’80. Οπως παρατηρεί η επιμελήτρια της έκθεσης, «βγαίνει πλέον η καταπίεση των προηγούμενων ετών» και οι αφίσες από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 αρχίζουν σιγά σιγά να αποτυπώνουν και περισσότερα κοινωνικά αιτήματα: «Μπαίνουν έντονα και τα αιτήματα για θεσμοθέτηση ζητημάτων όπως η ισότητα των φύλων, τα θέματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, το φεμινιστικό ζήτημα, αλλά και ο επαναπατρισμός των πολιτικών κρατουμένων». Την ίδια στιγμή, εμπλουτίζεται και η χρωματική παλέτα, σπάζοντας την ώς τότε πρωτοκαθεδρία του κόκκινου και του μαύρου.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’70, οι αφίσες έχουν έντονο το εικαστικό στοιχείο: «Χαρακτηριστικά, την περίοδο της επταετίας, πολλοί Ελληνες καλλιτέχνες που είχαν φύγει στο εξωτερικό, όπως ο Βλάσης Κανιάρης και ο Δήμος Σκουλάκης, έδιναν έργα τους για να μπουν σε αφίσες ή έφτιαχναν και οι ίδιοι κάποιες με σκοπό την αφύπνιση από τα έξω για την κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα», εξηγεί η επιμελήτρια του ΙΣΕΤ.

Από εκεί και έπειτα, το εικαστικό στοιχείο αρχίζει να υποχωρεί, ενώ αλλάζει και η μέθοδος εκτύπωσης και η αφίσα περνά πλέον σε μια νέα εποχή στην οποία τυποποιείται.
Την περίοδο της Μεταπολίτευσης μπαίνει έντονα και μια άλλη αφίσα στη ζωή μας, η οποία, δεν έφυγε έκτοτε: η αφίσα της καμπάνιας των πολιτικών κομμάτων, που ειδικά τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης ήταν ένα από τα πιο δυνατά της εργαλεία.


Η έκθεση «Η Δημοκρατία στον δρόμο. Eκθεση αφίσας 1967-1981» θα τρέχει ώς τις 10 Ιανουαρίου του 2025 στο Ινστιτούτο Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης (Βαλαωρίτου 9Α, Αθήνα).
Κεντρική εικονογράφηση: Michael Kirki

