Απ’ άκρη σ’ άκρη η οδός Ιπποκράτους είναι από μόνη της ένα μνημείο αστικής κατοίκησης. Εχοντας απολέσει τα περισσότερα κατάλοιπα του 19ου αιώνα στα κοντινά προς την οδό Σόλωνος και Ακαδημίας οικοδομικά τετράγωνα, η Ιπποκράτους είναι ένας δρόμος βαθύτατων αστικών βιωμάτων και ταυτόχρονα μια συμπύκνωση της διαδρομής του 20ού αιώνα.
Eίναι και ένας δρόμος που ευτύχησε να αποτελέσει πηγή καταγεγραμμένων αφηγήσεων και μαρτυριών κυρίως για εκείνα τα πολλά χρόνια από το 1930 ώς το 1960, που, ούτως ή άλλως, νανούρισαν τα παιδικά και εφηβικά σκαμπανεβάσματα εκείνης της μεταβατικής γενιάς που είδε τον κόσμο να αλλάζει. Μαζί και την Αθήνα…
Εκεί κοντά στη Λασκάρεως, γύρω στα στενά, στις ανηφόρες και στις κατηφόρες, αλλά και πάνω στα μέτωπα της Ιπποκράτους, θα δει ο επίμονος περιπατητής τα σκάφανδρα γύρω από καταρρέοντα μνημεία της μεσοαστικής ζωής. Είναι σκηνές δραματικής έντασης, συντελούμενες σε καθεστώς σιωπής και παραίτησης, καθώς η μνήμη θροΐζει και η πόλη βρυχάται.
Αυτά τα σπίτια τα συναντώ επί δεκαετίες, βουβά και αποσαθρωμένα. Η σήψη καλπάζει από τα σωθικά με ταχύτητες φυσικής φθοράς και χημικών διεργασιών. Τα σώματα των σπιτιών, σωστά σκέλεθρα, απελευθερώνουν υπόκωφους ήχους μέσα από τα ικριώματα και τα αστικά τους σάβανα.
Η ορμή στο μέλλον άφησε πίσω τα σπίτια αυτά. Νέες πατρίδες στήνονταν, ζωές ξετυλίγονταν σε ορόφους τρίτους και τέταρτους και πέμπτους – ρετιρέ… Σαν παλιές φωτογραφίες, η θέα όσων σπιτιών έμειναν όρθια θυμίζει επιζώντες μιας κοσμογονίας.
Αυτά τα σπίτια τα αγαπώ. Οπως πολλοί από τους διαβάτες, εκείνους τουλάχιστον που σηκώνουν το βλέμμα ψηλά για να στοχαστούν πάνω στις ιστορίες ζωής και θανάτου που αφηγείται η ίδια η πόλη. Σε αδιατάρακτες και πυκνές συστοιχίες άλλοτε, τα διώροφα σπίτια, σε μικρές συστάδες σήμερα, σκόρπιες και διάτρητες, σηκώνουν όλο εκείνο το βάρος και την ευθύνη εκπροσώπησης της γενιάς τους.
Κοιτάω μια τέτοια σειρά σπιτιών πάνω στην Ιπποκράτους ανάμεσα στη Λασκάρεως και στη μικρή οδό Μαυρικίου. Είναι μια ενότητα κατά μεγάλο ποσοστό ώς πρόσφατα σε απόκρυψη πίσω από πράσινες λινάτσες που σκέπαζαν ευγενείς προσόψεις του 1920, σμιλεμένες με αρ νουβό τεχνουργήματα. Ηταν και είναι καθρέφτες εκείνης της μεσοαστικής Αθήνας που είχε τότε πιστέψει ότι κρατούσε την πόλη στα χέρια της.
Τα σπίτια που παρατηρώ, όπως το σπίτι της φωτογραφίας μας, είναι σπίτια ιδιαίτερα, όχι συνήθους μορφολογίας. Πιθανώς στο ισόγειο να στεγάζονταν καταστήματα και καφενεία, ταβέρνες, φαρμακεία, μπακάλικα ή βιοτεχνίες. Στους ορόφους και συχνά από το ισόγειο ώς το δώμα υπήρχαν κατοικίες, σε διάταξη πρώτου ή δεύτερου ορόφου, συχνά με εσωτερικό λουτρό, αν και υποτυπώδες για τις σύγχρονες ανέσεις. Ωστόσο, υπήρχε μια οργάνωση εσωτερικής ζωής κατά τα συγχρονισμένα πρότυπα εποχής, ήταν προθάλαμοι της νεωτερικότητας που ήταν έτοιμη να επελαύνει, σε αναστολή μονάχα από τα χρόνια του πολέμου.
Οι παλιές (πριν από το 1955) φωτογραφίες της Ιπποκράτους (όπως και της Χαριλάου Τρικούπη και της Ασκληπιού) αποκαλύπτουν αστικά σύνολα υψηλής αισθητικής. Αυτό δεν το γνώριζαν τότε οι άνθρωποι που ζούσαν στην Αθήνα. Τα σπίτια αυτά είχαν παλιώσει γρήγορα, η κουλτούρα και η οικονομική δυνατότητα της συντήρησης ήταν περιορισμένη και επιπλέον, το κυριότερο, υπήρχε μια θηριώδης επιθυμία για τον κόσμο που ξημέρωνε μετά το 1950. Υπήρχε δίψα για το αύριο και αυτό είναι δύσκολο να το καταλάβουμε εμείς, που το αύριο μας προκαλεί αμηχανία.
Εκείνη η ορμή στο μέλλον άφησε πίσω τα σπίτια αυτά. Νέες πατρίδες στήνονταν, ζωές ξετυλίγονταν σε ορόφους τρίτους και τέταρτους και πέμπτους – ρετιρέ… Σαν παλιές φωτογραφίες, η θέα όσων σπιτιών έμειναν όρθια θυμίζει επιζώντες μιας κοσμογονίας.

