Το όνομά του, γεμάτο σύμφωνα, είναι δυσπρόφερτο· ένας πραγματικός σιδηρόδρομος. Κι όμως, αυτό δεν δημιούργησε πρόβλημα στο να ανακοινωθεί ως ο νέος κάτοχος του Νόμπελ Λογοτεχνίας για το 2025.
Στο πρόσωπο του Λάσλο Κρασναχορκάι τιμάται μια λογοτεχνία αιχμής, που προέρχεται από τη μακρά ευρωπαϊκή παράδοση και μας φέρνει στο νου συγγραφείς όπως ο Τόμας Μπέρνχαρντ, ο Γκέοργκ Ζέμπαλντ, ο Σάμουελ Μπέκετ και, φυσικά, ο Φραντς Κάφκα. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ούγγρος συγγραφέας έχει χαρακτηριστεί «Κάφκα των καιρών μας».
Δεν είναι η πρώτη φορά που βρέθηκε το όνομά του στην άκρως τιμητική χορεία των πιθανών νικητών του Βραβείου Νομπέλ. Τα τελευταία χρόνια, ολοένα και περισσότερο προβαλλόταν ως ένα από φαβορί. Τελικά, φέτος, τα προγνωστικά επιβεβαιώθηκαν.
Ο Λάσλο Κρασναχορκάι γεννήθηκε το 1954 στην πόλη Γκιούλα, κοντά στα σύνορα Ουγγαρίας – Ρουμανίας. Σπούδασε νομικά και φιλολογία στα Πανεπιστήμια του Ζέγκεντ και της Βουδαπέστης. Γαλουχημένος στην ατμόσφαιρα της Ανατολικής Ευρώπης του Ψυχρού Πολέμου, μεγάλωσε μέσα σε μια κοινωνία που έμοιαζε διαρκώς να παλεύει με τις σκιές της Ιστορίας και τις ρωγμές της ύπαρξης. Αυτή η εμπειρία καθόρισε το βλέμμα του πάνω στον κόσμο και ενέπνευσε ένα λογοτεχνικό έργο που δεν χαρίζεται στην επιφάνεια ούτε στην ευκολία.
Μνήμη και συνείδηση
Ο σημαντικός κριτικός λογοτεχνίας Τζέιμς Γουντ σημειώνει ότι η πρόζα του Κρασναχορκάι παραπέμπει σε μια ακραία μορφή μνήμης και συνείδησης ζώντας σε ένα ιστορικό και γεωγραφικό μεταίχμιο, όπου οι αλλαγές υπήρξαν σημαντικές και καθοριστικές για τις ζωές των ανθρώπων. Το έργο του χαρακτηρίζεται από μια γλώσσα που συγκρούεται με τις συνήθεις μορφές αφήγησης. Γνωστός για τις μακροσκελείς, ακόμη και σπειροειδείς προτάσεις που συχνά υφαίνουν διάφορα επίπεδα σκέψης και συνείδησης, ο Κρασναχορκάι δημιουργεί μια αφήγηση όπου η ένταση, η πίεση και η ασφυξία της ύπαρξης είναι πάντοτε παρούσες. Οι προτάσεις του δεν εξαντλούνται σε απλές περιγραφές· προσκαλούν τον αναγνώστη να «χορέψει» μέσα στην πολυπλοκότητα, να ανιχνεύσει ιδέες και γεγονότα σε μια ατελείωτη ροή.
Αυτό το ύφος έχει συνδεθεί με την έννοια μιας «οπτικής καταστροφής». Θαρρείς και στα μυθιστορήματά του, η πραγματικότητα διαλύεται ή υποχωρεί υπό την πίεση της ιστορίας, της μνήμης και των παθών.
Η πεζογραφία του παράγει εικόνες που θυμίζουν σουρεαλιστικά τοπία· ο κόσμος δεν είναι ποτέ σταθερός, αλλά σχεδόν συνεχώς βιώνει εντάσεις και αντιθέσεις. Αυτήν την κινηματογραφική ματιά την οφείλει και στη σχέση που απέκτησε με την Εβδομη Τέχνη μέσω του σκηνοθέτη Μπέλα Ταρ. Τα βιβλία του «Το τανγκό του Σατανά» και «Η μελαγχολία της αντίστασης» έχουν μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη, με τον ίδιο να υπογράφει τα σενάρια. Οι «φωνές» των δύο δημιουργών, ομολογουμένως, ταίριαξαν.
Η κινηματογραφική αφήγηση του Ταρ, με τις εκτεταμένες λήψεις και την αργή, υποβλητική κίνηση της κάμερας, συχνά θεωρείται το «οπτικό αντίστοιχο» της λογοτεχνικής τεχνικής του Κρασναχορκάι. Η κινηματογραφική αφήγηση του Μπέλα Ταρ κρατιέται σε παρατεταμένη ένταση, όπου ο χρόνος κυλά με εντελώς διαφορετικό ρυθμό από τον κανονικό. Οπως ακριβώς και στα βιβλία του Ούγγρου συγγραφέα.
Η φετινή αναγνώριση με το Νομπέλ έρχεται να επισφραγίσει τη διεθνή απήχηση μιας γραφής που δεν φοβάται να βουτήξει στην άβυσσο, ούτε να χρησιμοποιήσει τα όρια της γλώσσας ως όχημα της ανθρώπινης συνείδησης. Με αυτό το βραβείο, ο Κρασναχορκάι μπαίνει ανάμεσα σε συγγραφείς που ορίζουν τον ρυθμό του σύγχρονου μυθιστορήματος: όχι ως διασκέδαση, αλλά ως αγώνα με την ύπαρξη.
«Κατασκεύασμα» οι σύντομες προτάσεις
Στην Ελλάδα είχαμε την τύχη να υποδεχθούμε τα βιβλία του μέσω μεταφράσεων που ανέδειξαν το ιδιαίτερο ύφος του με περισσή ευκρίνεια. Συγκεκριμένα, όλα τα βιβλία του Λάσλο Κρασναχορκάι εκδίδονται από τις εκδόσεις Πόλις. Πρώτα εκδόθηκε το «Πόλεμος και πόλεμος» (2015), στη συνέχεια «Η μελαγχολία της αντίστασης» (2016), για να ακολουθήσουν: «Το τανγκό του σατανά» (2018), «Η Σέιμπο πέρασε από εκεί κάτω» (2019), «Η επιστροφή του Βαρόνου Βεκχάιμ» (2020) και «Herscht 07769» (2023).
Τα πρώτα τρία μυθιστορήματά του μεταφράστηκαν από την Ιωάννα Αβραμίδου και τα υπόλοιπα τρία από τη Μανουέλα Μπέρκι. Αμφότερες κατάφεραν έναν μεταφραστικό άθλο, καθώς τα άκρως απαιτητικά έργα του Κρασναχορκάι δεν γίνεται να αποδοθούν σε άλλη γλώσσα μόνο μέσω της απλής μετάφρασης, αλλά οφείλουν να αποδώσουν και το κλίμα που διαμορφώνουν.
Να σημειωθεί ότι τα έργα του έχουν μεταφραστεί συνολικά σε 40 γλώσσες, μεταξύ αυτών στα αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά, ισπανικά, ιταλικά, πολωνικά, τσεχικά, βουλγαρικά, εβραϊκά και ιαπωνικά.
Το ενδιαφέρον με το ύφος του Κρασναχορκάι είναι ότι μπορεί ο ζόφος να εμφανίζεται στο προσκήνιο, αλλά δεν είναι ένας απλός μάντης κάποιας επικείμενης καταστροφής. Μέσα στις σκοτεινές αφηγήσεις του υπάρχει πάντοτε η δυνατότητα μιας υπαρξιακής αποκάλυψης· όχι αναγκαστικά λύτρωσης, αλλά σίγουρα βαθύτερης συνειδητοποίησης. Η γλώσσα του λειτουργεί σαν καθρέφτης μιας εποχής που παλεύει με τη διάλυση, αλλά εξακολουθεί να αναζητά φως.
«Οι δικοί μου χαρακτήρες αναζητούν μια μεγάλη πρόταση στη ζωή τους, ένα λόγο γεμάτο εντάσεις που δεν διακόπτεται από αυθαίρετα σημεία στίξης», έχει δηλώσει ο συγγραφέας στον Guardian.
Οπως είχε εξηγήσει σε μια παλαιότερη συνέντευξή του στον βρετανικό Guardian, απορρίπτει τις σύντομες προτάσεις επειδή τις θεωρεί τεχνητό κατασκεύασμα (όπως και την τελεία ως σημείο στίξης). «Είναι ένα έθιμο που δεν αντιστοιχεί στον φυσικό ρυθμό της ανθρώπινης σκέψης ή ομιλίας. Οι δικοί μου χαρακτήρες ή ο αφηγητής μιας ιστορίας αναζητούν μια μεγάλη πρόταση στη ζωή τους, ένα λόγο γεμάτο εντάσεις που δεν διακόπτεται από αυθαίρετα σημεία στίξης. Στην καθημερινότητα, ενδέχεται να βρεθείς σε ένα μπαρ με ένα φίλο σου ή κάποιον γνωστό σου κι αυτός να μιλάει συνεχώς. Είναι σαν να θέλει να σου τα πει όλα. Αυτό το “πάρα πολύ” είναι μέρος της ανθρώπινης συνθήκης», έλεγε σε εκείνη τη συνέντευξη.
Ο Λάσλο Κρασναχορκάι δεν γράφει για να παρηγορήσει· γράφει για να υπενθυμίσει σε όλους μας ότι κάτω από τις αποτυχίες, την παρακμή και τη λήθη υπάρχει πάντα ένας σπινθήρας ανθρώπινης επίγνωσης. Με το Νομπέλ του, η λογοτεχνία ξαναβρίσκει το ρίγος της αναμέτρησης με το αδιανόητο.
Διακρίσεις
Τα βραβεία που τον ακολουθούν (πέραν, φυσικά, του Νομπέλ Λογοτεχνίας) είναι πολλά. Μεταξύ αυτών, το Man Booker International Prize (2015), το Αυστριακό Κρατικό Βραβείο Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας (2021) και το ισπανικό βραβείο Formentor (2024) για το σύνολο του έργου του. Εχει τιμηθεί στις ΗΠΑ, στη Γερμανία, στην Ελβετία και, φυσικά, στην Ουγγαρία.

