Τι καινούργιο μπορεί να πει κανείς για τον Χίτλερ και τη ναζιστική Γερμανία; Κι όμως, πολλά. Ο Φρανκ ΜακΝτόνα, πρώην καθηγητής Διεθνούς Ιστορίας με ειδίκευση στο Γ΄ Ράιχ στο Πανεπιστήμιο Τζον Μουρς του Λίβερπουλ, ανέλαβε να συγκεντρώσει την προσωπική έρευνα τριάντα και πλέον χρόνων σε ένα μνημειώδες τετράτομο έργο: «Τα χρόνια του Χίτλερ» (The Hitler Years, Bloomsbury, 2024).
Ο Αγγλος ιστορικός επέλεξε να αφηγηθεί την ταραχώδη ιστορία της Γερμανίας του 20ού αιώνα –από τα χαοτικά χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης στην εκρηκτική άνοδο του Χίτλερ και από τον πολεμικό θρίαμβο στην καταστροφή του Γ΄ Ράιχ–, αλλιώς: χρόνο με τον χρόνο, κρατώντας τον αναγνώστη καθηλωμένο, αποδομώντας παράλληλα μύθους που επιβίωσαν δεκαετίες.
Με αφορμή την κυκλοφορία των Χρόνων του Χίτλερ για πρώτη φορά στα ελληνικά από την «Καθημερινή», σε μια σειρά τεσσάρων τίτλων, καθένας από τους οποίους θα κυκλοφορήσει σε δύο τόμους, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε με τον καθηγητή ΜακΝτόνα για την ιδιαίτερη διαδικασία συγγραφής αυτού του κολοσσιαίου έργου, τους λόγους για τους οποίους ήταν καιρός να αποκατασταθεί το «μεγάλο αφήγημα» του ναζισμού και τι αποκαλύπτουν τα αρχεία για τον Χίτλερ, πέρα από τα στερεότυπα.
Το πρώτο μέρος του πρώτου τόμου, το οποίο είναι αφιερωμένο στα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, κυκλοφορεί την ερχόμενη Κυριακή, 21.9 με την «Καθημερινή».
– Γιατί επιλέξατε τη χαρακτηριστική, σχεδόν ημερολογιακή δομή του βιβλίου;
– Αναρωτήθηκα ποιος είναι ένας καλός τρόπος να ξανασυστήσουμε στον κόσμο την ιστορία του Γ΄ Ράιχ. Αποφάσισα ότι μια προσέγγιση έτος με έτος θα λειτουργούσε καλά. Κάθε κεφάλαιο καλύπτει ένα έτος, από το 1918 έως το 1945 συνολικά. Τα βιβλία απευθύνονται στον μέσο αναγνώστη και μπορούν να διαβαστούν τμηματικά, με τον ίδιο τρόπο που ο κόσμος βλέπει τώρα τηλεοπτικές σειρές: κεφάλαιο κεφάλαιο, σεζόν σεζόν, επεισόδιο επεισόδιο. Ηθελα να δημιουργήσω ένα βιβλίο πολιτικής Ιστορίας, την παρακαταθήκη μου έπειτα από 35 χρόνια διδασκαλίας και συγγραφής.

Συνήθως, οι ιστορικοί ξεχωρίζουν τα διάφορα γεγονότα για να τα ταιριάξουν σε θεματικές, αλλά εδώ τα γεγονότα διαμόρφωσαν την Ιστορία. Αυτή η προσέγγιση αποκάλυψε γεγονότα που ίσως δεν θα εμφανίζονταν σε μια τυπική ιστορία του Γ΄ Ράιχ. Ο Χίτλερ δεν κυριαρχεί στα πάντα.
– Γιατί ξεκινήσατε από τα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και όχι από την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία;
– Θεωρώ ότι ο κόσμος χρειάζεται να γνωρίζει τι συνέβαινε στα χρόνια που προηγήθηκαν των ναζί, περίοδος η οποία στην πραγματικότητα διήρκεσε περισσότερο από το ίδιο το Γ΄ Ράιχ. Ηταν μια χαοτική εποχή και αυτό περνάει και στο βιβλίο: κάθε κεφάλαιο παρουσιάζει μια νέα κυβέρνηση· το διάστημα 1918-1933 ανέβηκαν στην εξουσία είκοσι διαφορετικές κυβερνήσεις. Ο μέσος χρόνος ζωής μιας κυβέρνησης ήταν οκτώ μήνες.
Στα χρόνια της Βαϊμάρης δεν αναδείχθηκε κανένα μεγάλο πολιτικό πρόσωπο, εκτός ίσως από τον Γκούσταβ Στρέζεμαν, τον υπουργό Εξωτερικών. Ο Χίτλερ δεν κυριαρχεί στα χρόνια εκείνα. Μάλιστα, σε ορισμένα κεφάλαια του βιβλίου αναφέρεται ελάχιστα. Αρχίζει να εμφανίζεται το 1930, όταν οι Εθνικοσοσιαλιστές κάνουν την είσοδό τους στις εκλογές και η ιστορία ακολουθεί την άνοδό του μεταξύ 1930 και 1933.
– Συναντήσατε κάποια νέα πληροφορία ή κάτι που σας εξέπληξε, ακόμη και μετά τριάντα και πλέον χρόνια έρευνας;
– Αυτό που με εξέπληξε ήταν οι ομιλίες του Χίτλερ. Σε αυτές δεν τον βλέπουμε να είναι τόσο αντισημίτης όσο θα φανταζόμασταν. Τείνει να επικεντρώνεται στη Γερμανία, στην ταπείνωση που βίωσε από τη Συνθήκη των Βερσαλλιών και στο πώς θέλει να πάρει ξανά τη θέση της στο τραπέζι των μεγάλων. Βλέπει τους Αγγλογάλλους ως αντιπάλους της Γερμανίας.
Επίσης, μέσα από αρχεία της εποχής βλέπουμε συναντήσεις του με βασικά πρόσωπα, όπως ο Ντέιβιντ Λόιντ Τζορτζ, ο πρώην Βρετανός πρωθυπουργός, ή και πιο αναπάντεχες φυσιογνωμίες, όπως ο Τσαρλς Λίντμπεργκ και ο Χένρι Φορντ.
Επειτα, παρατίθεται μεγάλο μέρος της αλληλογραφίας του Χίτλερ με τον Μουσολίνι, πηγή η οποία δεν πιστεύω ότι είχε χρησιμοποιηθεί ευρέως και φωτίζει τη σχέση τους. Είχαν φιλική σχέση, αλλά, για παράδειγμα, ο Χίτλερ εξοργίστηκε όταν ο Μουσολίνι επιτέθηκε στην Ελλάδα.
– Υπάρχουν μύθοι σχετικά με τον Χίτλερ ή τη ναζιστική Γερμανία που το βιβλίο σας αποδομεί ή τοποθετεί σε ένα πιο σωστό πλαίσιο;
– Υπάρχει μια γενική αίσθηση ότι ο Χίτλερ ήταν τεμπέλης. Σε παλαιότερα βιβλία περιγράφεται ότι ξυπνούσε αργά, έτρωγε σοκολατένιο κέικ και έπινε καφέ, έκανε βόλτες και δεν ενδιαφερόταν για την πολιτική. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Ο Χίτλερ εκφωνούσε έναν λόγο σε ένα μέρος και την επόμενη μέρα βρισκόταν κάπου αλλού ή πήγαινε να συναντήσει διπλωμάτες στο Βερολίνο. Το πρόγραμμά του ήταν γεμάτο.
Eνας άλλος μύθος αφορά το μίσος προς τους Εβραίους. Ο Χίτλερ ήταν κεντρικός εκπρόσωπος του αντισημιτισμού της εποχής, όμως άτομα όπως ο Χίμλερ και ο Ράινχαρντ Χάιντριχ είχαν πιο προεξέχοντα ρόλο. Ο Χίτλερ όριζε την ατζέντα, αλλά δεν έκανε τη λεπτομερή γραφειοκρατική δουλειά, την ανέθετε σε έμπιστους υφισταμένους. Οι μεγάλες αποφάσεις του ήταν στρατιωτικής φύσης ή εξωτερικής πολιτικής.

Βλέπουμε τις συναντήσεις του με τους στρατηγούς του. Παραδόξως, συχνά τους άκουγε αντί να ξεσπάει πάνω τους. Πολλές σημαντικές ιδέες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου προήλθαν από τους στρατηγούς και ο Χίτλερ τις ακολουθούσε. Αυτό αντιστρέφει τον μύθο που εκφράστηκε στις Δίκες της Νυρεμβέργης, ότι η Γερμανία θα είχε νικήσει αν ο Χίτλερ δεν είχε παρέμβει.
– Ποια θα λέγατε ότι ήταν η στιγμή που σήμανε την πτώση της δημοκρατίας στη Γερμανία κατά τα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης;
– Θα έλεγα ότι ήταν το 1930, όταν ο πρόεδρος Χίντενμπουργκ δημιούργησε μια προεδρική κυβέρνηση υπό την ηγεσία του Χάινριχ Μπρίνινγκ, παρακάμπτοντας τις κοινοβουλευτικές κυβερνήσεις. Από το 1930 έως το 1933 το κοινοβούλιο συνεδρίαζε ελάχιστα: μόλις δώδεκα μέρες το 1930, επτά το 1931 και τέσσερις το 1932. Η δημοκρατία ουσιαστικά τελείωσε με αυτή την κυβέρνηση.
Οι αποφάσεις λαμβάνονταν στα παρασκήνια από μια μικρή κλίκα γύρω από τον Χίντενμπουργκ, συμπεριλαμβανομένων των Κουρτ φον Σλάιχερ και Φραντς φον Πάπεν. Ο Φον Πάπεν έφερε τον Χίτλερ σε αυτόν τον στενό κύκλο και έπεισε τον Χίντενμπουργκ ότι ο Χίτλερ μπορούσε να τιθασευτεί, λέγοντας: «Σε έξι μήνες θα τον έχουμε να τσιρίζει στη γωνία σαν ποντίκι». Προφανώς υπολόγισε λάθος. Γενικά βλέπουμε παραλληλισμούς με τα χρόνια της Βαϊμάρης σήμερα: στη Γαλλία με τη Λεπέν, στη Γερμανία με την AfD, στην Ουγγαρία με τον Ορμπαν και στις ΗΠΑ ο Τραμπ παρακάμπτει συνεχώς το Κογκρέσο.
Ο Φον Πάπεν έφερε τον Χίτλερ στον στενό κύκλο και έπεισε τον Χίντενμπουργκ ότι ο Χίτλερ μπορούσε να τιθασευτεί, λέγοντας: “Σε έξι μήνες θα τον έχουμε να τσιρίζει στη γωνία σαν ποντίκι”. Προφανώς έκανε λάθος.
– Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο λάθος που έκαναν οι Σύμμαχοι στον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισαν τον Χίτλερ;
– Το μεγαλύτερο λάθος ήταν η πολιτική κατευνασμού, την οποία ακολούθησε ο Νέβιλ Τσάμπερλεν. Αντί να επιδιώξει συμμαχία με τη Σοβιετική Ενωση, επειδή δεν του άρεσε ο κομμουνισμός ο Τσάμπερλεν έδωσε εγγυήσεις στην Πολωνία, μια χώρα που η Βρετανία δεν μπορούσε να υπερασπιστεί, κάτι που ενθάρρυνε ακόμη περισσότερο τον Χίτλερ.
Βλέπουμε παραλληλισμούς με τα χρόνια της Βαϊμάρης σήμερα: στη Γαλλία με τη Λεπέν, στη Γερμανία με την AfD, στην Ουγγαρία με τον Ορμπαν και στις ΗΠΑ ο Τραμπ παρακάμπτει συνεχώς το Κογκρέσο.
– Ηταν ο Χίτλερ ο αποφασιστικός παράγοντας σ’ αυτά τα χρόνια; Ηταν προϊόν της εποχής του ή είχε κάτι ξεχωριστό και κανείς δεν θα μπορούσε να πάρει τη θέση του;
– Ο Χίτλερ ήταν ένας δυναμικός πολιτικός. Πολύ λίγοι πολιτικοί δημιουργούν ένα πολιτικό κόμμα· συνήθως ανήκουν σε κάποιο ήδη υπάρχον. Για παράδειγμα, ο Ντόναλντ Τραμπ δεν δημιούργησε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, αλλά ο Χίτλερ δημιούργησε το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα. Δημιούργησε την ιδεολογία του και τους στόχους του. Χωρίς τον Χίτλερ ο κόσμος θα ήταν πολύ διαφορετικός. Ηταν εμμονικός με την απομάκρυνση των Εβραίων από τη γερμανική κοινωνία. Οι άλλοι πολιτικοί εκείνη την εποχή δεν το θεωρούσαν τόσο σημαντικό όσο αυτός.
Ο Χίτλερ ήταν επίσης διατεθειμένος να προχωρήσει τους πολεμικούς του στόχους πολύ πιο πέρα από ό,τι ήθελαν άλλα μέλη του υπουργικού συμβουλίου. Στο τέλος ο Χίμλερ, ο Γκέρινγκ και ο Αλμπερτ Σπέερ ήθελαν ειρηνευτικές συμφωνίες με τους Συμμάχους, αλλά ο Χίτλερ επέμενε να πολεμήσει μέχρι το τέλος. Χωρίς τον Χίτλερ δεν θα υπήρχε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ή το Ολοκαύτωμα με τον τρόπο που συνέβησαν.
– Τι προσφέρει αυτό το βιβλίο, που ίσως δεν προσφέρει κανένα άλλο αυτή τη στιγμή;
– Ανοίγει ένα παράθυρο στο πώς ο Χίτλερ διοικούσε το Γ΄ Ράιχ και πώς το διοικούσαν οι άνθρωποι γύρω του. Δείχνει επίσης τις απόψεις του. Ενδιαφερόταν για διάφορα πράγματα, όπως τα αυτοκίνητα. Μιλάει, ας πούμε, πολύ συχνά για το αυτοκίνητο του λαού, το Volkswagen. Βλέπουμε επίσης τα πρωτοχρονιάτικα διαγγέλματά του προς τον γερμανικό λαό. Καθώς εξελίσσεται ο πόλεμος, βλέπουμε ότι ζει σε έναν δικό του κόσμο.
Φέρνω επίσης στο προσκήνιο πρόσωπα όπως ο γιατρός του, δρ Μόρελ, ένα είδος φιγούρας «σβενγκάλι», που του έδινε ομοιοπαθητικά και άλλα περίεργα φάρμακα: σε μια φάση ο Χίτλερ έπαιρνε δισκία από κόπρανα ενός Βούλγαρου χωρικού, πιστεύοντας ότι θα βοηθούσαν το στομάχι του – ήταν τρομερά υποχόνδριος. Βλέπουμε επίσης τη σχέση του με την Εύα Μπράουν.
Υπάρχουν πολλά στο βιβλίο που θα ενδιαφέρουν έναν ανερχόμενο ιστορικό ή ιστοριοδίφη. Είναι μια καταπληκτική ιστορία, πιο παράξενη κι από μυθοπλασία.
*«Τα χρόνια του Χίτλερ» («The Hitler Years», εκδόσεις Bloomsbury, 2024).
Το πρώτο μέρος του πρώτου τόμου, ο οποίος είναι αφιερωμένος στα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, κυκλοφορεί την ερχόμενη Κυριακή 21/9 με την «Καθημερινή».

