Το ταξίδι του Οιδίποδα προς το φως

Η σκηνοθεσία του Γιάννη Χουβαρδά ήταν μια κατάδυση στο υποσυνείδητο του τραγικότερου των ηρώων

3' 14" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Κρέων: «Εδώ στο τίποτα που έφτασες,
το τίποτα θα έχεις μόνο συντροφιά».
Η ιστορία μιας μεταμόρφωσης (2025)

Πώς έπεσαν τόσες συμφορές πάνω στο κεφάλι του; Γιατί σε εκείνον; Ολα τα είδε, όλα τα άκουσε και όλα τα έζησε. Αιμομείκτης και πατροκτόνος, «αξιομίσητος» και «τρισάθλιος», ταλαίπωρος, τυφλός και πλάνητας επιστρέφει στον αμαρτωλό οίκο των Λαβδακιδών για να λύσει το πιο δυσεπίλυτο αίνιγμα: «Ποιος είμαι;». Σε μια δραματική ανάπτυξη που δεν θυμίζει καμία σύγχρονη διασκευή, ο Γιάννης Χουβαρδάς επιχειρεί την κατάδυση στο υποσυνείδητο του Οιδίποδα και συνθέτει με την κινηματογραφική μέθοδο του φλας μπακ την πορεία του Οιδίποδα από το σκοτάδι της άγνοιας στο φως της αλήθειας και της γνώσης. Συνδυάζει δραματουργικά σε ελεύθερη απόδοση τις δύο σοφόκλειες τραγωδίες «Οιδίπους Τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολωνώ» σε μία ενιαία παράσταση.

Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα, σύνθετη σύλληψη με σκηνογραφικές και ενδυματολογικές αναφορές στο τελετουργικό των miracles, των θρησκευτικών μυστηρίων του Μεσαίωνα. Τόλμησε μια πρόταση ερμηνείας του αρχαίου δράματος με «θέση» και άποψη, μια φιλοσοφική θεώρηση του Οιδίποδα, με εμφανείς επιρροές από την ψυχανάλυση, το καθολικό και ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα, αλλά και το αστικό δράμα του Στρίντμπεργκ. Κινήθηκε με την αυτοπεποίθηση ενός εμπνευσμένου δραματουργού στο αναγνωρίσιμο πεδίο της κλασικής αντίληψης για την αρχαία τραγωδία, αφέθηκε στη φαντασία και στα εξπρεσιονιστικά σκηνοθετικά εργαλεία της ερευνητικής εργασίας. Απέφυγε τους μακρόσυρτους διάλογους και τις νοηματικές πυκνώσεις και δημιούργησε έναν δραματικό πυρήνα γύρω από την άνιση αναμέτρηση του ανθρώπου με τη μοίρα και την υλοποίηση των χρησμών, που προμηνύουν την υποταγή της ανθρώπινης βούλησης στη βούληση των θεών. Ο χρησμός προβλέπει τύχη και ευημερία στους πολίτες της πόλης όπου θα ταφεί ο Οιδίποδας, και αν «κακοπάθει» ο τάφος του, αυτό θα σημαίνει «κατάρα» για τους Θηβαίους.

Ο σκηνοθέτης δημιούργησε έναν δραματικό πυρήνα γύρω από την αναμέτρηση του ανθρώπου με τη μοίρα.

Οι σκηνικές οδηγίες, σαφείς και εξαντλητικά λεπτομερείς: η «επιδαύρεια ορχήστρα» μετατρέπεται σε νεκροταφείο ή σε «μικρογραφία μιας Νεκρόπολης». Η Εύα Μανιδάκη σκηνογράφησε ένα εντυπωσιακό μεσαιωνικό σκηνικό ως μεταφυσικό περιβάλλον με διάσπαρτα ταφικά μνημεία διαφορετικών μεγεθών. Στο βάθος το Σπίτι, ένα ορθογώνιο κτίσμα, ο Οίκος όπου θα κλειστεί ο Οιδίποδας στο τέλος της παράστασης. Σε «περίοπτη» θέση το εκκλησιαστικό όργανο (τη μουσική συνέθεσε ο Αγγελος Τριανταφύλλου) και ο ρόλος του καταλυτικός για τη δημιουργία της μυστηριακής ατμόσφαιρας. Ποιοτική θεατρική γλώσσα, που δεν υλοποιήθηκε ωστόσο αντίστοιχα και στη σκηνική πράξη. Σε πολλά σημεία της παράστασης μας προκλήθηκε ο προβληματισμός αν πρόκειται για παρώδηση του έργου και στη δημιουργία αυτής της εντύπωσης συνέβαλε κυρίως η ερμηνεία του Νίκου Καραθάνου. Ο έμπειρος ηθοποιός στόχευσε στην ανάδειξη ενός τραγικού γκροτέσκο, μετέφερε ένα φορτίο κιτσοπουλικής ερμηνευτικής γραμμής, ιδίως τις στιγμές που περιφέρεται με το εσώρουχο ή με το μπουρνούζι του πηδώντας από τον έναν τάφο στον άλλο ή τρέχει απελπισμένος με το αιματοβαμμένο πρόσωπό του. Διακρίθηκε από μια θεατρική υπερέκφραση και απώλεια κάθε ελέγχου των παρορμήσεων. Η ερμηνεία του, σχολιαστική και ειρωνική απέναντι στο τραγικό μέγεθος του ρόλου. Βεβαίως η σκηνοθετική οριοθέτηση των υπερβολών (στρώσιμο της φλοκάτης, το πότισμα των τάφων) θα είχε σώσει την κατάσταση.

Ο Ν. Καραθάνος διακρίθηκε από μια θεατρική υπερέκφραση και απώλεια κάθε ελέγχου των παρορμήσεων.

Και η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη εγκλωβίστηκε στην αυστηρή περιβολή του Κρέοντα, στο άχαρο ένδυμα της καλόγριας που επιμελήθηκε η Ιωάννα Τσάμη, σε μια μονοσήμαντη εκφορά του λόγου, που ακούστηκε ως ψευδής κυρίως λόγω της χρήσης των «ψειρών». Ο Ορέστης Χαλκιάς αποκαλυπτικός στον διπλό ρόλο του Τειρεσία, αυτού «που λύνει όλα τα αινίγματα», και της Αντιγόνης, που την περιμένει ως γνωστόν ένας «βίος αβίωτος». Η ερμηνεία του Χαλκιά και της Στεφανίας Γουλιώτη, στον επίσης διπλό ρόλο Ιοκάστης και Θησέα, τήρησαν το μέτρο μιας φωνητικής και κινησιολογικής γραμμής που ανέδειξε το μεγάλο πάθος, όπως είναι το τραγικό.

Η παράσταση ως ένα άθροισμα φιλοσοφικών, θεωρητικών και υπαρξιακών αναζητήσεων έχει ως σημείο εκκίνησης την εκκοσμίκευση του αρχαίου δράματος και καταλήγει ως μετεξέλιξη ενός θρησκευτικού δράματος με τη μορφή ενός θεατρικού τελετουργικού. Ωστόσο, η μεταφυσική τελείωση και το τραγικό ρίγος ως διά μαγείας χάθηκαν. Ο κόσμος «επέστρεψε ξανά στο σκοτάδι».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT